ΚΑΤΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟ…

Πηγή: http://eleftheriahtipota.blogspot.gr

Παρακάτω παρατίθενται αποσπάσματα από δύο βιβλία του Μάρεϊ Μπούκτσιν.

Θέλησή μου είναι να προβληματιστούμε ξανά πάνω σε κάποια θέματα, που άπτονται άμεσα του Αναρχισμού και της πρακτικής του.

Μπορεί κάποιος να μην συμφωνεί απόλυτα με τους προβληματισμούς που καταθέτει ο Μπούκτσιν ή έστω με τον οξύ τρόπο που το κάνει (είμαι ένας από αυτούς), αλλά κατά τη γνώμη μου, η προσπάθεια οξείας αυτοκριτικής καθίσταται σπουδαιότερη από την οποιαδήποτε κριτική στους ιδεολογικούς μας αντιπάλους.

 Κοινωνικός Αναρχισμός ή Lifestyle Αναρχισμός:

Ένα αγεφύρωτο Χάσμα

Εκδόσεις Ισνάφι (πρώτη Έκδοση 1995)

Κοινωνικός Αναρχισμός ή LifestyleΑναρχισμός: Ένα αγεφύρωτο Χάσμα

Εδώ και δύο αιώνες, ο αναρχισμός -ως ένα οικουμενικό σώμα αντι-αυταρχικών ιδεών- αναπτύχθηκε μέσα από την αντίθεση δύο τάσεων: μια “περσοναλιστική” αφοσίωση στην ατομική αυτονομία και μια κολεκτιβιστική αφοσίωση στην κοινωνική ελευθερία.

Αυτές οι τάσεις δεν έχουν με κανέναν τρόπο συμφιλιωθεί στην ιστορία της ελευθεριακής σκέψης.

{…} Η αποτυχία του αναρχισμού να γεφυρώσει αυτό το χάσμα, να αρθρώσει τη σχέση μεταξύ ατομικού και συλλογικού και να εξαγγείλει τις ιστορικές περιστάσεις που θα έκαναν εφικτή μια α-κρατική κοινωνία δημιούργησε προβλήματα στην αναρχική σκέψη που παραμένουν άλυτα μέχρι σήμερα.

{…} Η προτίμηση του Γκόντγουιν για την “εξουσία της δικής μου νόησης και συνείδησης”, όπως και η καταδίκη, από τη μεριά του Προυντόν, του “χεριού” που απειλεί να περιορίσει την ελευθερία του, έδωσε στον αναρχισμό μια τεράστια ατομικιστική ώθηση.

Συναρπαστικές καθώς μπορεί να είναι κάτι τέτοιες διακηρύξεις- και στις Η.Π.Α. έχουν κερδίσει υπολογίσιμο θαυμασμό από την λεγόμενη ελευθεριακή (για την ακρίβεια, την “ευπρεπή”) δεξιά, με τους ομολόγους της, της “ελεύθερης” επιχείρησης- αποκαλύπτουν έναν αναρχισμό που έρχεται σε αντίθεση με τις ίδιες τους τις ιδέες. Αντιθέτως ο Μιχαήλ Μπακούνιν και ο Πιοτρ Κροπότκιν στήριξαν βασικά κολεκτιβιστικές απόψεις- στην περίπτωση του Κροπότκιν, ξεκάθαρα κομμουνιστικές.

{…} Συχνά ο Μπακούνιν εξέφρασε με σθένος την αντίθεσή του στην ατομικιστική τάση που υπάρχει στον φιλελευθερισμό και τον αναρχισμό. Αν και η κοινωνία είναι “υποχρεωμένη στα άτομα” έγραψε σε μια σχετική ήπια δήλωση, η συγκρότηση του ατόμου είναι κοινωνική: “ακόμη και το πιο άθλιο άτομο της παρούσας κοινωνίας μας δεν θα μπορούσε να υπάρξει και να αναπτυχθεί χωρίς τις σωρευτικές κοινωνικές προσπάθειες αμέτρητων γενεών.

Έτσι, το άτομο, η ελευθερία του και η λογική του, είναι τα προϊόντα της κοινωνίας, και όχι το αντίστροφο: η κοινωνία δεν αποτελεί το προϊόν των ατόμων που τη συνιστούν· και την υψηλότερη, την πιο πλήρη ανάπτυξη να έχει ένα άτομο, τη μεγαλύτερη ελευθερία- κι όσο περισσότερο είναι προϊόν της κοινωνίας, τόσο περισσότερο λαμβάνει από την κοινωνία και τόσο μεγαλύτερο θα είναι το χρέος του προς αυτήν”.  

{…} Ο Κροπότκιν, από την πλευρά του, παρέμεινε συνεπής υπέρμαχος του κολεκτιβισμού. Σε ένα από τα πιο γνωστά του κείμενα, το άρθρο του για τον “Αναρχισμό” στην Εγκυκλοπαίδεια Britannica, ο Κροπότκιν τοποθετεί τις οικονομικές αντιλήψεις του αναρχισμού στην “αριστερή πτέρυγα όλων των σοσιαλισμών” καλώντας σε μια ριζική κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και του Κράτους “στο πνεύμα των τοπικών και προσωπικών πρωτοβουλιών και της ελεύθερης ομοσπονδίας από το απλό στο σύνθετο, αντί της σύγχρονης ιεραρχίας από το κέντρο στην περιφέρεια”.

{…} Σε μια εποχή με θυελλώδεις κοινωνικές ανακατατάξεις, σημαδεμένη από την άνοδο του μαζικού κινήματος της εργατικής τάξης που κορυφώθηκε στη δεκαετία του ’30 και την Ισπανική Επανάσταση, οι αναρχοσυνδικαλιστές και οι αναρχοκομμουνιστές, όχι λιγότερο απ’ ότι οι μαρξιστές, θεώρησαν τον αναρχο-ατομικισμό ως εξωτικό μικροαστισμό. Συχνά του επιτέθηκαν αρκετά άμεσα θεωρώντας τον ως μια τρυφηλότητα της μεσαίας τάξης, ριζωμένη περισσότερο στον φιλελευθερισμό παρά στον αναρχισμό.

 

Ατομικιστικός Αναρχισμός Και Αντίδραση

{…} Δύσκολα οι οποιοδήποτε αναρχο-ατομικιστές άσκησαν επίδραση στην αναδυόμενη εργατική τάξη. Εξέφρασαν την αντίθεσή τους με εντελώς προσωπικό τρόπο, κυρίως μέσα από παράφορες χειρονομίες, εκκεντρικές συμπεριφορές και αποκλίνοντες τρόπους ζωής στα πολιτισμικά γκέτο του τέλους του αιώνα στη Νέα Υόρκη, το Παρίσι και το Λονδίνο. Ως πιστεύω, ο ατομικιστικός αναρχισμός υπήρξε κυρίως ένας μποέμικος τρόπος ζωής, πιο πολύ αισθητός στα αιτήματα για σεξουαλική ελευθερία (“ελεύθερος έρωτας”) και βαθιά συνδεδεμένος με τις καινοτομίες στην τέχνη, την συμπεριφορά και το ντύσιμο.

Οι ατομικιστές αναρχικοί ήλθαν στο προσκήνιο της ελευθεριακής δράσης κυρίως σε εποχές αυξημένης κοινωνικής καταστολής και ύφεσης του μαζικού κινήματος- και τότε έδρασαν κυρίως ως τρομοκράτες. Στη Γαλλία, την Ισπανία και τις Η.Π.Α. οι ατομικιστές αναρχικοί έδρασαν με τρομοκρατικές πράξεις που έδωσαν στον αναρχισμό τη φήμη μιας βίαιης, απειλητικής συνωμοσίας. Αυτοί που στράφηκαν στην τρομοκρατία δεν ήταν τόσο οι ελευθεριακοί σοσιαλιστές, όσο απεγνωσμένοι άντρες και γυναίκες που χρησιμοποιούσαν όπλα και εκρηκτικά ως μέσο πάλης ενάντια στις αδικίες και το φιλισταϊσμό της εποχής τους, θεωρώντας ότι δρουν στο όνομα της “προπαγάνδας με δράση”. Ωστόσο τις περισσότερες φορές ο ατομικιστικός αναρχισμός εκφραζόταν μέσα από μορφές πολιτιστικής παρέκκλισης και ανυπακοής.

Όσο οι αναρχικοί έχαναν την επαφή τους με το δημόσιο χώρο, τόσο αναδυόταν μέσα στο αναρχικό κίνημα ο ατομικισμός. 

{…} Στις παραδοσιακά ατομικιστικές-φιλελεύθερες Η.Π.Α. και Βρετανία, η δεκαετία του ’90 πλημμυρίζεται από εγωκεντρικούς αναρχικούς που- πέρα από τη φανταχτερή ριζοσπαστική ρητορική τους- καλλιεργούν έναν όψιμο αναρχο-ατομικισμό, που θα ονομάσω lifestyle αναρχισμό.

{…} εξειδικευμένος τυχοδιωκτισμός, προσωπική καταξίωση, μια αποστροφή στη θεωρία παράξενα συναφής με τις αντι-ορθολογικές τάσεις του μεταμοντερνισμού, ύμνοι στην έλλειψη θεωρητικής συνοχής (πλουραλισμός), μια βασική απολίτικη και αντι-οργανωτική αφοσίωση στη φαντασία, την επιθυμία και την έκσταση και μια όλο και πιο εσωστρεφής εμμονή με την καθημερινότητα, αντανακλούν το επαχθές τίμημα που η κοινωνική αντίδραση έχει στοιχίσει στον ευρω-αμερικάνικο αναρχισμό τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

{…} Η ψυχοθεραπεία σε όλες τις εκφάνσεις καλλιεργεί έναν εσωστρεφή “εαυτό” που γυρεύει την αυτονομία σε μια εφησυχασμένη ψυχολογική συνθήκη συναισθηματικής αυτάρκειας- όχι τον κοινωνικά προσανατολισμένο εαυτό που αναπτύσσεται σε συνθήκες ελευθερίας.

Στον lifestyleαναρχισμό ως ψυχοθεραπεία, το εγώ είναι τοποθετημένο απέναντι στο συλλογικό. Ο εαυτός απέναντι στην κοινωνία. Το προσωπικό απέναντι στο κοινοτικό.

{…}Σήμερα αυτό που περνάει για αναρχισμός στην Αμερική και όλο και περισσότερο στην Ευρώπη είναι περίπου ένας ενδοσκοπικός περσοναλισμός που υποτιμά την υπεύθυνη κοινωνική στράτευση· Μια ομάδα συνάντησης με διάφορα ψευδώνυμα όπως “κολλεκτίβα” και “affinity group”· ένας ψυχισμός που αλαζονικά χλευάζει τη δομή, την οργάνωση και την ανάμιξη στη δημόσια σφαίρα· και μια παιδική χαρά για νεανικά ενθύμια.

Συνειδητά ή μη, πολλοί lifestyle αναρχικοί εκφράζουν περισσότερο την προσέγγιση του Μισέλ Φουκό για την “προσωπική ανταρσία”, παρά την κοινωνική επανάσταση, ταγμένοι καθώς είναι σε μια αντιφατική και κοσμική κριτική της εξουσίας ως τέτοιας, παρά σε ένα αίτημα για τη θεσμισμένη ενδυνάμωση των καταπιεσμένων μέσα από λαϊκές συνελεύσεις, συμβούλια ή και συνομοσπονδίες.

{…} Ο lifestyle, όπως και ο ατομικιστικός, αναρχισμός απαξιώνει τη θεωρία, με τις μυστικές και πρωτογονιστικές καταβολές του που συνήθως είναι πολύ αόριστες, διαισθητικές και ακόμη και ανορθολογικές για να αναλυθούν άμεσα. Αποτελούν περισσότερο συμπτώματα παρά αιτίες της γενικής κίνησης προς μία καθαγίαση του εαυτού ως ένα καταφύγιο από την υπάρχουσα κοινωνική δυσφορία. Ωστόσο, οι κατά κύριο λόγο περσοναλιστικοί αναρχισμοί έχουν ακόμη ορισμένα συγκεχυμένα θεωρητικά προτάγματα που επιδέχονται κριτικής εξέτασης.

Η ιδεολογική τους γενεαλογία είναι βασικά φιλελεύθερη, θεμελιωμένη πάνω στο μύθο του απόλυτα αυτόνομου ατόμου του οποίου τα αιτήματα για αυτοκαθορισμό κυρώνονται από αξιωματικά “φυσικά δικαιώματα”, μια “εγγενή αξία” ή σε ένα πιο εκλεπτυσμένο επίπεδο, από ένα διαισθητικό καντιανό ιδεαλιστικό εγώ που παράγει όλη την πραγματικότητα που είναι δυνατόν να γνωρίζουμε.

Αυτές οι παραδοσιακές απόψεις επιπλέουν πάνω στο “Εγώ” του Μαξ Στίρνερ, το οποίο μοιράζεται με τον υπαρξισμό μια τάση να απορροφά όλη την πραγματικότητα μέσα του, λες και το σύμπαν κινήθηκε από τις επιλογές του αυτό-προσδιοριζόμενου ατόμου.

 

Αυτονομία ή Ελευθερία;

{…} Όταν, λοιπόν, lifestyle αναρχικοί ζητούν αυτονομία παρά ελευθερία, χάνουν τους πλούσιους κοινωνικούς συνειρμούς της ελευθερίας. Στην πραγματικότητα, η σημερινή σταθερή αναρχική τυμπανοκρουσία για την αυτονομία παρά για την κοινωνική ελευθερία (freedom) δεν μπορεί να αγνοηθεί ως κάτι το τυχαίο, συγκεκριμένα στις Αγλλο-Αμερικάνικες ποικιλίες της ελευθεριακής σκέψης, όπου η ιδέα της αυτονομίας αντιστοιχεί πιο στενά στην προσωπική ελευθερία (liberty).

{…} Χαρακτηριστικά, ο Paul Goodman, ένας βασικά ατομικιστής αναρχικός, διακηρύσσει ότι “για μένα η κύρια αρχή του αναρχισμού δεν είναι η ελευθερία αλλά η αυτονομία, η ικανότητα να αρχίζεις μια δραστηριότητα και να την διεκπεραιώνεις με τον δικό σου μοναδικό τρόπο”- μια άποψη που αντιπροσωπεύει έναν εστέτ αλλά όχι έναν κοινωνικό επαναστάτη.

Ενώ η αυτονομία σχετίζεται προφανώς με το αυτεξούσιο άτομο, η ελευθερία συνυφαίνει το ατομικό με το συλλογικό.

{…} Στην “ελευθερία” ο ατομικός εαυτός δε στέκεται απέναντι ή μακριά από τη συλλογικότητα αλλά συγκροτείται σε σημαντικό βαθμό- και σε μια ορθολογική κοινωνία, αυτό θα πραγματωνόταν- από τη δική του κοινωνική ύπαρξη. Η ελευθερία έτσι δεν υπάγεται στην ελευθερία του ατόμου αλλά υποδηλώνει την πραγμάτωσή της.

{…} Αν ο lifestyle αναρχισμός χρειάζεται ένα ακαδημαϊκό γενεαλογικό δέντρο, θα το βρει στην προσπάθεια του να συγχωνεύσει τον Μπακούνιν και τον Κροπότκιν με τον Τζον Στιούαρτ Μιλ. Αλίμονο, εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα που είναι κάτι παραπάνω από ακαδημαϊκό.

{…} Παραμένει αληθές ότι τα άτομα ποτέ δεν συγκροτούν απλές “συλλογές μονάδων”- πέρα ίσως από το κυβερνο-διάστημα· αντίθετα, ακόμη κι όταν μοιάζουν ότι ζουν εξατομικευμένα και ερμητικά, προσδιορίζονται μέσα από τις σχέσεις που συνάπτουν ή είναι υποχρεωμένα να συνάπτουν μεταξύ τους, χάρη στην ίδια την πραγματική τους ύπαρξη ως κοινωνικά όντα.

Η ιδέα ότι μια συλλογικότητα- και άρα μια κοινωνία- είναι απλά μια “συλλογή ατόμων, τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο”, αναπαριστά μια “διορατικότητα” μέσα στη φύση των ανθρώπινων συναναστροφών που δεν θα χαρακτηρίζαμε ως φιλελεύθερη, αλλά ειδικά σήμερα, δυναμικά αντιδραστική.

{…} Χωρίς την πλούσια συνάρθρωση των κοινωνικών σχέσεων με τις οποίες οι άνθρωποι εντρυφούν από τη γέννησή τους μέσω της ωριμότητας στη μεγάλη τους ηλικία, μια “συλλογή ατόμων” όπως το θέτει η Brown (Σημ: εδώ αναφέρεται στο έργο της L.Susan Brown “The Politics of Individualism-POI) για να το θέσουμε ωμά, δεν θα ήταν καθόλου κοινωνία. Θα ήταν κυριολεκτικά μια συλλογή, με την έννοια της Θάτσερ, εγωιστικών μονάδων, που θα επικεντρώνονταν γύρω από τον εαυτό τους και τα οφέλη τους. Άτομα εντελώς απορροφημένα με τον εαυτό τους, είναι, με μια διαλεκτική αντιστροφή, σε τεράστιο βαθμό από-εξατομικευμένα σε σχέση με τη θέλησή τους για οποιονδήποτε σκοπό πέρα από την ικανοποίηση των δικών τους αναγκών και επιθυμιών- οι οποίες σήμερα είναι συχνά κοινωνικά χαλκευμένες σε κάθε περίπτωση.

{…} Υποτιμώντας {η Brown} τις ορθολογικές, διαμεσολαβημένες από το λόγο και αμεσο-δημοκρατικές διαδικασίες για τη συλλογική λήψη αποφάσεων ως “επιβολή” και “διακυβέρνηση”, επιβραβεύει το δικαίωμα μιας μειοψηφίας ενός ηγεμονικού εγώ να απορρίπτει την απόφαση της πλειοψηφίας.

{…} Στην ίδια την υπαρξιακή κατάσταση, αν θέλετε, μιας αναρχικής κοινωνίας- μια άμεση ελευθεριακή δημοκρατία- οι αποφάσεις θα παίρνονταν σίγουρα ακολουθώντας μια ανοιχτή συζήτηση. Έπειτα η μειοψηφία που θα καταψηφιζόταν- ακόμη κι η μειοψηφία του ενός- θα είχε όσες ευκαιρίες ήθελε να αντιπαραθέσει επιχειρήματα για να προσπαθήσει να αλλάξει αυτήν την απόφαση. Η λήψη αποφάσεων με την ομοφωνία, από την άλλη μεριά, καθιστά αδύνατο ένα συνεχιζόμενο διάλογο- την πολύ σημαντική διαδικασία της συνεχούς ανταλλαγής απόψεων, χωρίς τις οποίες η κοινωνική καθώς και η ατομική δημιουργικότητα θα ήταν αδύνατες. 

{…} Με το “υπαρξιακό άτομο”, από τη μία μεριά, και μια κοινωνία που συνιστά “συλλογή ατόμων” και τίποτα παραπάνω, από την άλλη, το χάσμα μεταξύ αυτονομίας και ελευθερίας καθίσταται αγεφύρωτο     

 

Ο Αναρχισμός ως Χάος

Στο παρακάτω απόσπασμα ο Μπούκτσιν αναφέρεται στο Τ.Α.Ζ. του Χακίμ Μπέη (Hakim Bey, δηλαδή του Peter Lamborn Wilson), το οποίο θεωρεί ένα από τα πιο άνοστα παραδείγματα lifestyle αναρχισμού.

{…} Το κράτος είμαι εγώ; Μαζί με τους μπέηδες, μπορώ να σκεφτώ τουλάχιστον δύο ανθρώπους σε αυτό τον αιώνα που απόλαυσαν αυτά τα σαρωτικά προνόμια: Τον Ιωσήφ Στάλιν και τον Αδόλφο Χίτλερ. Οι πιο πολλοί από τους υπόλοιπους θνητούς, οι πλούσιοι και οι φτωχοί το ίδιο,μοιραζόμαστε, όπως το έθεσε κάποτε ο Ανατόλ Φράνς την απαγόρευση να κοιμηθούμε κάτω από τις γέφυρες του Σηκουάνα.

Πράγματι, αν ο Φρειδερίκος Ένγκελς στο “On Authority” (Περί Κύρους) με την υπεράσπιση της ιεραρχίας, αναπαριστά μια αστική μορφή σοσιαλισμού, το Τ.Α.Ζ. και τα παρακλάδια του αναπαριστούν μια αστική μορφή αναρχισμού. “Δεν υπάρχει προσήκον” μας λέει ο Μπέης “ούτε επανάσταση, ούτε αγώνας, ούτε μονοπάτι [αν] είσαι ήδη μονάρχης του δικού σου τομαριού- η απαραβίαστη ελευθερία σου περιμένει να ολοκληρωθεί μόνο από την αγάπη άλλων μοναρχών: μια πολιτική του ονείρου, επίμονη όπως η γαλανότητα του ουρανού”- λέξεις που θα μπορούσαν να υπάρχουν ως επιγραφές έξω από το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ως διακηρύξεις πίστης στον εγωισμό και την κοινωνική απάθεια.

{…} Η αστική τάξη δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από τέτοιες lifestyleδημηγορίες. Με την αποστροφή του για τους θεσμούς, τις οργανώσεις της μαζικής βάσης, τον κύριο προσανατολισμό του προς την υποκουλτούρα, την ηθική της παρακμής, τον ύμνο του για το εφήμερο και την απόρριψη των προγραμμάτων, αυτό το είδος ναρκισσιστικού αναρχισμού είναι κοινωνικά ακίνδυνο, συχνά δε, αποτελεί μια βαλβίδα εκτόνωσης της κοινωνικής δυσφορίας απέναντι στην κυρίαρχη τάξη.

Με τον Μπέη, ο lifestyle αναρχισμός απομακρύνεται από έναν, μεστό νοήματος, κοινωνικό ακτιβισμό και προσηλωμένη αφοσίωση σε διαρκή και δημιουργικά προτάγματα με το να αυτοκαταργείται μέσα στις απολαύσεις, ένα μεταμοντέρνο μηδενισμό και μια εν συγχύσει νιτσεϊκή αίσθηση ελιτιστικής ανωτερότητας.

Το τίμημα που θα κληθεί να πληρώσει το αναρχικό κίνημα αν επιτρέψει σε αυτόν τον πολτό να εκτοπίσει τα ελευθεριακά ιδανικά μιας προηγούμενης περιόδου θα μπορούσε να είναι τεράστιο. Ο εγωκεντρικός αναρχισμός του Μπέη, με τη μεταμοντέρνα αναδίπλωση στην ατομικιστική “αυτονομία”, οι φουκοϊκές “οριακές εμπειρίες” και η νέο-καταστασιακή “έκσταση” απειλούν να καταστήσουν την ίδια τη λέξη “αναρχισμός” πολιτικά και κοινωνικά ακίνδυνη- ένα απλό καπρίτσιο που θα σκανδαλίζει διασκεδαστικά τους μικροαστούς όλων των εποχών.

 

Μυστικός και Ανορθολογικός Αναρχισμός

{…} Φίλοι που πρόσφατα επισκέφτηκαν τη Νέα Υόρκη με ενημερώνουν, όντως, ότι ένα εστιατόριο με αρκετά ακριβά μενού, λινά τραπεζομάντιλα και γιάπικη πελατεία, στο St. Mark;s Place στην Lower East Side- ένα πεδίο μάχης της δεκαετίας του ’60- ονομάζεται “Αναρχία”.

Αυτό το εκτροφείο για τους μικροαστούς της πόλης διατηρεί ένα αντίγραφο Ιταλικής τοιχογραφίας The Fourth Estate, που δείχνει τους εξεγερμένους εργάτες του τέλους του 19ου αιώνα να βηματίζουν εναντίον ενός, μη απεικονισμένου στο έργο, αφεντικού ή πιθανόν ενός αστυνομικού τμήματος.

Ο lifestyle αναρχισμός μπορεί εύκολα να γίνει μια επιλογή για την καταναλωτική αβρότητα.

Το εστιατόριο, μου έχουν πει, έχει επίσης σεκιουριτάδες, μάλλον για να κρατάνε απ’ έξω τον ντόπιο όχλο που απεικονίζει η τοιχογραφία.

 

Εναντίον της Τεχνολογίας και του Πολιτισμού

{…} Ας το θέσουμε ωμά: η σημερινή ύφεση δεν υφίσταται λόγω των μηχανών αλλά λόγω των αχόρταγων αστών που χρησιμοποιούν τις μηχανές για να αντικαταστήσουν την εργασία ή να την εκμεταλλευτούν πιο εντατικά. Πράγματι, οι ίδιες οι μηχανές που ο αστός απασχολεί για να μειώσει το “κόστος παραγωγής” θα μπορούσαν σε μια ορθολογική κοινωνία, να χρησιμοποιηθούν για να ελευθερώσουν τα ανθρώπινα όντα από το μόχθο που δεν απαιτεί νοητικές ικανότητες με πιο δημιουργικές και προσωπικά ανταποδοτικές δραστηριότητες.

{…} η αποκήρυξη της τεχνολογίας και του πολιτισμού ως εγγενώς καταπιεστικών επί της ανθρωπότητας, στην ουσία, υπηρετεί τη συσκότιση των συγκεκριμένων κοινωνικών σχέσεων που απονέμουν προνόμια στους εκμεταλλευτές ενάντια στους εκμεταλλευόμενους και στους ιεραρχικά ανώτερους ενάντια στους ιεραρχικά κατώτερους.

{…} Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αρνηθούμε ότι πολλές τεχνολογίες είναι καθαυτές κυριαρχικές και οικολογικά επικίνδυνες, ή ότι πρέπει να επιβεβαιώσουμε ότι ο πολιτισμός ήταν μια ολοκληρωτική ευλογία. Οι πυρηνικοί αντιδραστήρες, τα τεράστια φράγματα, τα υπερ-συγκεντροποιημένα βιομηχανικά συγκροτήματα, το εργοστασιακό σύστημα και η στρατιωτική βιομηχανία- όπως και η γραφειοκρατία, η αστική μάστιγα και τα σύγχρονα Μ.Μ.Ε.- έχουν γίνει ολέθρια σχεδόν από τις απαρχές τους.

Αλλά ο 18ος και ο 19ος αιώνας δεν απαίτησαν τις ατμομηχανές, τη μαζική παραγωγή, ή, ανεξαιρέτως, τις γιγαντιαίες πόλεις και τις ατέλειωτες γραφειοκρατίες, μόνο και μόνο για να αποδασώσουν τεράστιες περιοχές της Βόρειας Αμερικής και να εξολοθρεύσουν κατ’ ουσίαν τους ιθαγενείς, ή για να αποσαθρώσουν το έδαφος από ολόκληρες περιοχές. Αντίθετα, ακόμη και πριν οι σιδηρόδρομοι φθάσουν σε όλα τα μέρη της περιοχής, μεγάλο κομμάτι αυτής της καταστροφής είχε ήδη διαμορφωθεί με τη χρήση απλών τσεκουριών, μουσκέτων με μπαρούτι, αμαξών και οργωμάτων με τη λεπίδα του αλετριού.

{…} Ο Κροπότκιν, εν πρώτοις, ενδεικτικά έδωσε έμφαση “στην πρόοδο της σύγχρονης τεχνικής, η οποία απλοποιεί με θαυμαστό τρόπο την παραγωγή όλων των απαραίτητων για ζωή”.

 

Μυστικοποιώντας το Πρωτόγονο

{…} Σήμερα, το να ψευτο-ανακατεύεσαι στον πρωτογονισμό είναι ακριβώς το προνόμιο των πλούσιων κατοίκων του άστεως που μπορούν να ξοδέψουν το χρόνο τους για να παίζουν με φαντασίες που αρνούνται όχι μόνο την πείνα και τη φτώχεια, τους “νομάδες” οι οποίοι από ανάγκη κατοικούν στους δρόμους του άστεως, αλλά και τους ξεθεωμένους εργαζομένους. Οι σύγχρονες εργαζόμενες γυναίκες με παιδιά δύσκολα θα έκαναν χωρίς την ανακούφιση, αν και ελάχιστη, που τους προσφέρει το πλυντήριο στις καθημερινές τους οικιακές εργασίες- πριν να πάνε να δουλέψουν για να κερδίσουν αυτό που συχνά είναι το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος των νοικοκυριών τους.

{…} Η αποκήρυξη μιας προηγμένης τεχνολογίας ενώ τη χρησιμοποιείς για να παράγεις αντι-τεχνολογική φιλολογία δεν είναι μόνο υποκριτική, αλλά έχει και φαρισαϊκές διαστάσεις: Τέτοιο “μίσος” για τους υπολογιστές μοιάζει πιο πολύ σαν το ρέψιμο των προνομιούχων, οι οποίοι, αφού έχουν χορτάσει οι ίδιοι με τις λιχουδιές τους, εξυμνούν τις αρετές της φτώχειας κατά τη διάρκεια των κυριακάτικων τους προσευχών.

 

Αποτιμώντας τον Lifestyle Αναρχισμό

{…} Όπως το μικροαστικό Στιρνερικό Εγώ, ο lifestyle αναρχισμός του πρωτογονισμού δε χωρά τους κοινωνικούς θεσμούς, τις πολιτικές οργανώσεις και τα ριζοσπαστικά προγράμματα, ακόμη λιγότερο μια δημόσια σφαίρα, την οποία όλοι οι συγγραφείς, που εξετάσαμε, ταυτίζουν με το Κράτος.

Το σποραδικό, το α-συστηματικό, το μη συνεκτικό, το α-συνεχές και η διαισθητική παραμερίζουν το συνεπές, το έχον σκοπό, το οργανωμένο και ορθολογικό, πράγματι κάθε μορφή δραστηριότητας που εστιάζει και εμμένει σε ένα σκοπό, εκτός βέβαια από το να βγάζεις μια φυλλάδα- ή να καις ένα σκουπιδοτενεκέ.

Η φαντασία αντιπαρατίθεται με τη λογική και η επιθυμία με τη θεωρητική συνοχή, λες και αυτά τα δύο βρίσκονται σε ριζική αντίφαση μεταξύ τους.

{…} Το πρώτο πολιτικό σύνθημα για την Πρώτη Διεθνή- την οποία ο αναρχο-συνδικαλισμός και ο αναρχο-κομμουνισμός επαναπροσέγγισαν αφού ο Μαρξ και οι υποστηρικτές του την εγκατέλειψαν- ήταν το αίτημα: “όχι δικαιώματα χωρίς καθήκοντα, όχι καθήκοντα χωρίς δικαιώματα”.

Για γενιές, αυτό το σύνθημα κόσμησε τις προμετωπίδες αυτών που πρέπει τώρα αναδρομικά να ονομάσουμε κοινωνικά αναρχικά περιοδικά. Σήμερα, στέκει ριζικά αντίθετο με το βασικά εγωκεντρικό αίτημα για “οπλισμένη επιθυμία” καθώς και με τον ταοϊστικό διαλογισμό και τις βουδιστικές νιρβάνες.

Όπου ο κοινωνικός αναρχισμός καλεί το λαό για επανάσταση και γυρεύει την ανακατασκευή της κοινωνίας, οι εξοργισμένοι μικροαστοί που στελεχώνουν τον κόσμο της υποκουλτούρας του lifestyle αναρχισμού καλούν για περιστασιακές εξεγέρσεις και την ικανοποίηση των “επιθυμητικών τους μηχανών”, για να χρησιμοποιήσουμε τη φρασεολογία των Ντελέζ και Γκουαταρί.  

 

Προς έναν Δημοκρατικό Κομμουναλισμό

{…} Ο Κοινωνικός Αναρχισμός, κατά την οπτική μου, είναι φτιαγμένος από θεμελιωδώς διαφορετικά υλικά, την πίστη στην παράδοση του Διαφωτισμού, με τον αντίστοιχο σεβασμό στο ότι αυτή η παράδοση έμεινε ανολοκλήρωτη και έχει κάποια όρια. Εξαρτώμενος από το πώς θα προσδιορίσει το λόγο, ο κοινωνικός αναρχισμός υμνεί τον ανθρώπινο νου που στοχάζεται χωρίς να αρνείται με οποιοδήποτε τρόπο το πάθος, την έκσταση, τη φαντασία, το παιχνίδι, την τέχνη. Ωστόσο, αντί να τα πραγματοποιήσει κατατάσσοντας τα σε ασαφείς κατηγορίες, προσπαθεί να τα ενσωματώσει στην καθημερινή ζωή. Είναι ολόψυχα αφοσιωμένος στην ορθολογικότητα ενώ αντιτίθεται στον εξορθολογισμό της εμπειρίας· ταγμένος με την τεχνολογία, ενώ αντιτίθεται στη “μεγα-μηχανή”· ταγμένος με την κοινωνική θέσμιση, ενώ αντιτίθεται στην ταξική κυριαρχία και ιεραρχία· αφοσιωμένος σε μια αυθεντική πολιτική βασισμένη στο συνομοσπονδιακό συντονισμό των κοινοτήτων ή των κομμούνων από τους ανθρώπους σε άμεση πρόσωπο-με-πρόσωπο δημοκρατία, ενώ αντιτίθεται στον κοινοβουλευτισμό και το κράτος.

{…} Αν ένα αριστερό-ελευθεριακό όραμα μιας μελλοντικής κοινωνίας δεν εξαφανιστεί σε έναν μποέμικο και λούμπεν ημίκοσμο, πρέπει να προσφέρει μια λύση στα κοινωνικά προβλήματα, όχι να περνά φευγαλέα και αλαζονικά από σύνθημα σε σύνθημα, οχυρώνοντας τον εαυτό του από την ορθολογικότητα με κακή ποίηση και φανταχτερή αισθητική.

Η δημοκρατία δεν είναι αντιθετική στον αναρχισμό, ούτε είναι η κυριαρχία της πλειοψηφίας και οι μη ομόφωνες αποφάσεις ασύμβατες σε μια ελευθεριακή κοινωνία.

{…} Το να διαφωνήσεις ότι δημοκρατία και αναρχισμός είναι ασύμβατοι επειδή οποιοδήποτε εμπόδιο ακόμη και “της μειοψηφίας του ενός” συνιστά παραβίαση της ατομικής αυτονομίας σημαίνει να προωθείς όχι μια ελεύθερη κοινωνία αλλά τη “συλλογή ατόμων” της Brown- με λίγα λόγια, μια αγέλη.

Η εξουσία, που πάντοτε υπάρχει, θα ανήκει είτε στο “συλλογικό” σε μια πρόσωπο-με πρόσωπο και ξεκάθαρα θεσμισμένη δημοκρατία, είτε στα εγώ ολίγων ολιγαρχικών που θα παράγουν την “τυραννία της απουσίας δομών”.

{…} Το πιο δημιουργικό στοιχείο του παραδοσιακού αναρχισμού είναι η αφοσίωσή του σε τέσσερις βασικές αρχές:

μια συνομοσπονδία των αποκεντρωμένων κοινοτήτων·
μια σταθερή αντίσταση στον κρατισμό·
μια πίστη στην άμεση δημοκρατία·
και ένα όραμα μιας ελευθεριακής κομμουνιστικής κοινωνίας.

{…} Θα ήμουν ο τελευταίος που θα ισχυριζόταν ότι οι αναρχικοί δε θα έπρεπε να ζουν τον αναρχισμό τους όσο το δυνατόν περισσότερο σε μια καθημερινή βάση- προσωπικά καθώς και κοινωνικά, αισθητικά καθώς και πραγματικά. Αλλά δε θα έπρεπε να ζουν έναν αναρχισμό που υποτιμά, στην πράξη εξαλείφει τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά που ξεχώρισαν τον αναρχισμό, ως κίνημα, πρακτική και πρόγραμμα, από τον κρατικό σοσιαλισμό.

Ο αναρχισμός σήμερα πρέπει αποφασιστικά να επανακτήσει το χαρακτήρα του ως κοινωνικού κινήματος- ως προγραμματικού και ακτιβιστικού- ενός κινήματος που συνθέτει το ετοιμοπόλεμο όραμά του για μια ελευθεριακή κομμουνιστική κοινωνία με την ευθεία κριτική του καπιταλισμού, όχι πλέον θολού με ονόματα όπως “βιομηχανική κοινωνία”.

{…} Τουλάχιστον, ο κοινωνικός αναρχισμός είναι ριζικά αντίθετος με τον αναρχισμό που επικεντρώνει στον τρόπο ζωής (lifestyle), τους νέο-καταστασιακούς παιάνες στην έκσταση και τον ηγεμονισμό του πάντοτε μαραμένου μικρο-αστικού εγώ. Οι δύο τους διαφέρουν εντελώς στις αρχές των διακηρύξεών τους- σοσιαλισμός ή ατομικισμός. Ανάμεσα σε ένα στρατευμένο επαναστατικό σώμα ιδεών και πρακτικής, από τη μια μεριά, και έναν περιπλανώμενο βαθύ πόθο για ιδιωτική έκσταση και αυτό-πραγμάτωση από την άλλη, δεν μπορεί να υπάρχει κοινότητα. Η απλή αντίθεση στο Κράτος μπορεί να ενώσει εξίσου καλά και τους λούμπεν φασίστες με τους στιρνερικούς λούμπεν, ένα φαινόμενο που έχει το ιστορικό του προηγούμενο  

 

Οι Ισπανοί Αναρχικοί

(Τα Ηρωικά Χρόνια 1868-1936)

Εκδόσεις Βιβλιοπέλαγος (πρώτη έκδοση 1977)

{…} Σε αντίθεση με τα μαρξιστικά κινήματα, ο ισπανικός αναρχισμός έδινε μεγάλη σημασία στον τρόπο ζωής, στην πλήρη αναδόμηση του ατόμου σύμφωνα με τις ελευθεριακές κατευθύνσεις. Έδινε ιδιαίτερη αξία στον αυθορμητισμό, στο πάθος και στην πρωτοβουλία της βάσης. Απεχθανόταν κάθε μορφή εξουσίας και ιεραρχίας.

Παρά το αυστηρό, ηθικό του περίβλημα ο ισπανικός αναρχισμός εναντιώθηκε στο θεσμό του γάμου χαρακτηρίζοντας τον αστική υποκρισία και προπαγάνδισε την ελεύθερη ένωση του άντρα και της γυναίκας. Θεωρούσε την σεξουαλική πρακτική ως ιδιωτική υπόθεση με μοναδικό της περιορισμό το σεβασμό για τα δικαιώματα της γυναίκας. Πρέπει κάποιος να γνωρίζει την Ισπανία της δεκαετίας του 1930 με τις ισχυρές πατριαρχικές και καθολικές της παραδόσεις για να καταλάβει πόσο τολμηρή ήταν η απόκλιση του αναρχισμού από τους κανόνες ακόμη και των πιο φτωχών, των πιο αγνοημένων τάξεων της χώρας.

Πάνω από όλα, ο ισπανικός αναρχισμός ήταν κυρίως πειραματικός. Τα σύγχρονα σχολεία τύπου Σάμερχιλ είναι οι άμεσοι απόγονοι των πειραματισμών στην ελευθεριακή εκπαίδευση που εμπνεύστηκαν οι γαλουχημένοι με αναρχικές ιδέες Ισπανοί διανοούμενοι. Η αντίληψη της ζωής στη φύση χάρισε στον ισπανικό αναρχισμό κάποια από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του: τη χορτοφαγική διατροφή που συχνά βασιζόταν σε ωμές τροφές, τις οικολογικές καλλιέργειες, το απλό ντύσιμο, το πάθος για τη φύση, ακόμη και το γυμνισμό. Ωστόσο αυτές οι εκφράσεις “νατουραλισμού” συχνά γελοιοποιήθηκαν από τον ισπανικό τύπο της εποχής και αντιμετωπίστηκαν με συγκαταβατική περιφρόνηση από πολλούς σύγχρονους ακαδημαϊκούς. Το κίνημα το απασχολούσαν όλες οι όψεις της μελλοντικής ελευθεριακής κοινωνίας.

Οι ισπανοί αναρχικοί συζητούσαν με πάθος και τις παραμικρές αλλαγές που θα έφερνε η επανάσταση στον καθημερινό τρόπο ζωής τους και πολλοί από αυτούς εφάρμοζαν, όσο ήταν δυνατόν, αυτές τις αρχές άμεσα στην πράξη. Χιλιάδες ισπανοί αναρχικοί άλλαξαν τις διατροφικές τους συνήθειες και εγκατέλειψαν εθιστικά “βίτσια” όπως το κάπνισμα και το ποτό.

{…} Το ενδιαφέρον μου δεν ήταν απλά και μόνο ιστορικό.

Είχε κεντριστεί από πρακτικά ζητήματα που είχαν ανακύψει στην αριστερά της δεκαετίας του ’60, η οποία συχνά διακήρυσσε τις αναρχικές θέσεις της.

Πολλοί νεαροί ριζοσπάστες της δεκαετίας του ’60 χρησιμοποιούσαν τον όρο “αναρχία” για να αναφερθούν κυρίως σε προσωπικούς στόχους: μια εγωκεντρική και συχνά αποδιοργανωμένη έκφραση της ατομικής επαναστατικότητας χωρίς μόνιμα αποτελέσματα σε ένα κίνημα το οποίο χρειαζόταν απεγνωσμένα σοβαρή ιδεολογία και ελευθεριακές μορφές οργάνωσης.

Στο ιδεολογικό και οργανωτικό κενό της Νέας Αριστεράς, και ενώ οι αυτοαποκαλούμενοι αναρχικοί διασκέδαζαν διοργανώνοντας θεατρικά “δρώμενα”, οι μαρξιστές και- ακόμη χειρότερα- οι μαοϊκοί άρχισαν να αναλαμβάνουν την καθοδήγηση του κινήματος.

Τελικά, οι αναρχικοί εγκατέλειψαν την ευρεία λαϊκή και αναρχική Νέα Αριστερά στους εξουσιαστές, οι οποίοι έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο στην καταστροφή της.

Άρχισα να γράφω το βιβλίο “Οι Ισπανοί Αναρχικοί” στα τέλη της δεκαετίας του ’60 γιατί ήθελα να αποκαταστήσω στα μάτια της νέας γενιάς αυτό το μεγαλειώδες επαναστατικό και εξεγερσιακό κύμα που οι φιλελεύθεροι και οι σταλινικοί παραμόρφωσαν με τόσο χονδροειδή τρόπο.

Ήθελα να παρουσιάσω το παράδειγμα ενός αυτοπειθαρχημένου αναρχικού κινήματος στο πλαίσιο του οποίου απλοί, συνηθισμένοι εργάτες και αγρότες είχαν προσπαθήσει να υποδαυλίσουν μια επανάσταση.

Επαναστάτες που γνώριζαν πώς να δομήσουν τις δραστηριότητες τους και λαχταρούσαν πραγματικά να αλλάξουν τον κόσμο και όχι απλά να τον μετατρέψουν σε παιδική χαρά για τις δικές τους πολιτιστικές δραστηριότητες.

Προσπάθησα να δείξω ότι στην Ισπανία οι αναρχικοί είχαν επιχειρήσει να εμπλουτίσουν το δικό τους αυθορμητισμό με τη θεωρία, τη δομή, τη συνειδητή δραστηριότητα και, ναι, με την προγραμματική δέσμευση στις επαναστατικές αρχές.

Ήλπιζα ότι ένα βιβλίο που θα αφορούσε στην ιστορία τους μπορούσε να εκφράσει τη ζωηρή αντίθεση με τις “απερισκεψίες” και τις παρεκτροπές στις οποίες τόσοι πολλοί νεαροί αμερικάνοι αναρχικοί τη δεκαετία του ’60 είχαν υποβιβάσει την ελευθεριακή τους δέσμευση- συχνά για να επιστρέψουν αργότερα σταδιακά στην ίδια εκείνη κοινωνία που καταδίκαζαν στα νιάτα τους.

{…} Δεν θέλω να ισχυριστώ ότι η προσωπική εκδοχή μου για τον αναρχισμό εξαντλεί το σύνολο της ελευθεριακής παράδοσης, ωστόσο μού φαίνεται παράδοξο ότι τόσοι πολλοί αναρχικοί σήμερα φαίνονται να αντιμετωπίζουν την έκκλησή μου για ιδεολογική συνοχή, συνέπεια και μια συνολικά επαναστατική άποψη σαν “ελιτίστικη”, “αντιπαραθετική” ακόμη και “εξουσιαστική” μόνο και μόνο γιατί διαφωνώ όταν τίθενται ολοφάνερα ασύμφωνες και αντιφατικές απόψεις κάτω από το ίδιο ιδεολογικό ψευδώνυμο.

Από αυτήν την άποψη, παραμένω σταθερά ριζωμένος στο επαναστατικό κίνημα που προσπάθησαν να δημιουργήσουν οι ισπανοί αναρχικοί.

{…} Ελάχιστα είναι τα οράματα μιας ελεύθερης κοινωνίας που έχουν παρερμηνευθεί τόσο πολύ όσο ο αναρχισμός. Για να μιλήσουμε κυριολεκτικά, αναρχία σημαίνει χωρίς εξουσία, χωρίς κυβέρνηση, δηλαδή μια κοινωνία χωρίς κράτος, που βασίζεται στην αυτοδιαχείριση.

Στο μυαλό των πολλών η λέξη ταυτίζεται με το χάος, την αταξία και τις βόμβες των τεροριστών. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο εσφαλμένο.

Η βία και ο τρόμος δεν είναι εγγενή χαρακτηριστικά του αναρχισμού.
Υπάρχουν κάποιοι αναρχικοί που έχουν στραφεί σε πράξεις τερορισμού όπως υπάρχουν και άλλοι που αντιτίθενται στη χρήση βίας από θέση αρχής.

{…}Ο Μπακούνιν αρνείται κατηγορηματικά πως τα άτομα μπορούν να ζήσουν σαν ακοινώνητα “εγώ”.

Υποστηρίζει πως οι άνθρωποι θέλουν να είναι ελεύθεροι για να ολοκληρώσουν τους εαυτούς τους και για να ολοκληρώσουν τους εαυτούς τους πρέπει να ζουν με άλλους σε κοινότητες.

Στο βαθμό που αυτές οι κοινότητες δεν παραμορφώνονται από την ιδιοκτησία, την εκμετάλλευση και την εξουσία τείνουν να προσεγγίζουν μια συνεργατική και ανθρωπιστική ισορροπία που πηγάζει από το κοινό συμφέρον.

Οι μελλοντικές κοινωνίες δεν μπορούν παρά να είναι Αναρχικές και πλήρως συμφιλιωμένες με τη Φύση

Πηγή: http://futura-blog.blogspot.gr/2009/01/blog-post.html

[Το κείμενο αυτό γράφτηκε πριν από τις εξεγέρσεις του Δεκέμβρη, μέσα στον Νοέμβρη του 2008, και το διόρθωσα χωρίς να τις λάβω υπόψη μου. Αν και σε μια πρώτη ματιά φαίνεται ανεπίκαιρο, αποκαλύπτει τα ιδεολογικά κίνητρα της συμμετοχής μου στα γεγονότα των ημερών. Πρόκειται για την συντομευμένη εκδοχή ενός δοκιμίου που επεξεργάζομαι. Στην τελική μορφή του το δοκίμιο αυτό φιλοδοξεί να είναι τόσο ένα μανιφέστο όσο και μια απόπειρα διερεύνησης των προοπτικών του ελευθεριακού σοσιαλισμού, εμπλουτισμένου με τις ιδέες μιας αναρχικής οικολογίας και την θεωρητική επεξεργασία των νέων εμπειρικών δεδομένων που διαμορφώνει η τρέχουσα πραγματικότητα. Μ.Π.]

Η άρνησή μας να συνεχίσουμε να στηρίζουμε το απάνθρωπο, άδικο και οικολογικά καταστροφικό καπιταλιστικό σύστημα είναι δεδομένη και απαρέγκλιτα δεσμευτική. Εξίσου δεσμευτική και η απόφασή μας να εργαστούμε ώστε να δώσουμε συγκεκριμένη (όχι πάγια) μορφή στον κόσμο που οραματιζόμαστε. Επιθυμία μας είναι να διασώσουμε τη φύση και να ξεπεράσουμε τις συνθήκες και τις λογικές της ανισότητας, της κυριαρχίας, του διαχωρισμού και της εκμετάλλευσης, να δημιουργήσουμε πολύμορφες, αυτόνομες και ελεύθερες κοινωνίες, πέρα από τα φύλα, τις φυλές, τα έθνη, τα γένη και τις τάξεις – το «βασίλειο της ελευθερίας» που δεν γνωρίζει αντινομίες (αν και ως ανθρώπινο δημιούργημα κάθε κοινωνία θα γνωρίζει αναπόφευκτα διαφωνίες, αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις).

Σε αυτή την αναζήτηση των μονοπατιών της υπέρβασης, της επαναστατικής κοινωνικής αλλαγής ένα από τα ερωτήματα που τίθενται επιτακτικά και επιζητούν τη συνδρομή μας στην απάντησή του είναι το εάν αυτές οι κοινωνίες θα είναι συγκεντρωτικές, κάθετα δομημένες κοινωνίες του ετεροπροσδιορισμού ή αν θα είναι αποκεντρωμένες, οριζόντια δομημένες κοινωνίες του αυτοπροσδιορισμού. Με άλλα λόγια, αν θα επιμείνουμε να θεωρούμε μοναδική επιλογή την με κάθε κόστος συνεχή οικονομική ανάπτυξη μέσα από την πρόοδο που υπόσχεται ότι διασφαλίζει το κράτος και η εξέλιξη της τεχνοεπιστήμης ή αν θα πρέπει να σκεφτούμε διαφορετικά, πιθανώς με όρους μιας δυνατότητας απο-ανάπτυξης της οικονομίας και πραγματικής ανάπτυξης της κοινωνίας χωρίς κράτος. Η όποια απάντηση επιλέξουμε να δώσουμε στο παραπάνω ερώτημα θα προσανατολίσει, χωρίς άλλο, τη θεωρητική κατεύθυνση, τις πολιτικές πρακτικές και τον τρόπο δράσης μας τώρα αλλά και για όσο θα χρειαστεί στο άμεσο μέλλον.

Το συγκεκριμένο ερώτημα καθαυτό μας οδηγεί στο μάλλον ήδη προφανές συμπέρασμα ότι τόσο η παραγωγική διαδικασία όσο και η διανομή και η κατανάλωση των πάσης φύσεως αγαθών, υλικών ή άυλων, που χρειάζεται και απαιτεί μια κοινωνία ανθρώπων για την επιβίωση, την αναπαραγωγή και την ανάπτυξή της, είναι πρωτίστως κοινωνικό ζήτημα και όχι απλώς ένα ζήτημα πολιτικής οικονομίας. Αφορά τη συγκρότηση της κοινωνίας και τις παραγωγικές της δυνατότητες, τις συνεπαγόμενες κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις των ατόμων μέσα σε αυτήν. Αφορά δηλαδή στην κατανομή της εξουσίας, στη νομή των πόρων, στον καταμερισμό και την εκμετάλλευση της εργασίας, στην ιδιοποίηση των παραγωγικών μέσων και της γνώσης από συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις, κ.ο.κ. Σε καμία περίπτωση πάντως δεν πρόκειται για ένα τεχνοκρατικό πρόβλημα «ορθής διαχείρισης» των «κοινών», που η «οικονομική επιστήμη» θα επιλύσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, οπωσδήποτε με «αντικειμενικά» κριτήρια και με «ρεαλισμό», και που η «πολιτική», μέσω του κράτους, θα εγγυηθεί ότι, βαδίζοντας στο στέρεο έδαφος της «επιστημονικής αλήθειας», θα υλοποιήσει στην πράξη ως το μοναδικά εφικτό πρόγραμμα «ορθής οργάνωσης» της κοινωνίας, επικαλούμενη αφηρημένα το «γενικό συμφέρον» και την «ανθρώπινη πρόοδο».

Μπορεί υπό τις παρούσες συνθήκες να μοιάζει φυσικό, όμως η σχεδόν ολοκληρωτική καθυπόταξη της κοινωνίας στην οικονομία απηχεί την υποκινούμενη από την εγγενή λογική του καπιταλιστικού συστήματος υπερτροφία του ατομικού συμφέροντος έναντι του γενικού, αλλά καταδεικνύει συνάμα πώς οι άνθρωποι, όταν αναγνωρίζουν (συγγνωστά ή όχι) την πρωτοκαθεδρία του ατομικού συμφέροντος έναντι του κοινωνικού και πράττουν αναλόγως, δημιουργούν κοινωνικές σχέσεις που τους εγκλωβίζουν και τους δεσμεύουν αντί να τους απελευθερώνουν και να τους επιτρέπουν να αναπτυχθούν σύμφωνα με τις ιδιαίτερες δυνατότητές τους. Η εξατομίκευση και η αλλοτρίωση των ανθρώπων στο πλαίσιο της επέκτασης των καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων και του αστικού πολιτισμού προκάλεσε σταδιακά την αποσάθρωση των θεμελίων της συνοχής των κοινωνιών, και ευνόησε την υπερτροφία του αστικού κράτους, που αναπτύχθηκε εξ αρχής ως απαραίτητος διαμεσολαβητικός θεσμός για την εύρυθμη λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς.

Παρά όμως τις όποιες ποικίλες συζητήσεις που προφανώς εγείρει ένα τέτοιο ζήτημα, πιστεύω ότι θα πρέπει να επιμείνουμε στο αρχικό μας ερώτημα. Στις συνδηλώσεις του ερωτήματος αυτού, και συνεπώς και στα συνεπαγόμενα της όποιας απάντησης πιθανώς θα δοθεί, διακυβεύονται πολλά. Πρωτίστως, η δυνατότητα διαμόρφωσης μιας εφικτής εναλλακτικής λύσης, που θα μπορούσε να αποτελέσει ένα «μοντέλο» κοινωνικής οργάνωσης το οποίο θα ήταν μια πειστική αντιπρόταση στα πολύπλοκα ζητήματα που αφορούν τις κοινωνίες στην ιστορική φάση που βρισκόμαστε σήμερα.

Κάθε ανάλογη πρόταση δεν πιστεύουμε ότι πρέπει να διατυπωθεί ως πρόγραμμα ενός πολιτικού κόμματος (που ως πολιτικός σχηματισμός δεν μπορεί παρά να είναι κατάλοιπο του παλαιού που πρέπει να ξεπεραστεί), αλλά μέσα από ένα μαζικό κοινωνικό κίνημα των κινημάτων με ελευθεριακό προσανατολισμό, που θα οικοδομήσει μέσα από την ίδια την ανάπτυξή του διαφορετικές, μη καπιταλιστικές, μη εξουσιαστικές, αυτόνομες και ελεύθερες σοσιαλιστικές κοινωνίες, όχι καταλαμβάνοντας την εξουσία, αλλά εξαλείφοντάς την στην πράξη, εκριζώνοντας ταυτοχρόνως τις προϋποθέσεις ύπαρξης και αναπαραγωγής της σε ολόκληρο το φάσμα των κοινωνικών σχέσεων και ελέγχοντας αποτελεσματικά τις απαραίτητες να διατηρηθούν μορφές της.

Δεν φτάνει, όμως, μόνον αυτό: ένα τέτοιο κίνημα πρέπει να αναλάβει επίσης την ευθύνη να απελευθερώσει τη φύση από το «αντικείμενο φύση» το οποίο, ακριβώς ως αντικείμενο, υποτάσσεται σε μια διπλή κυρίευση στον αστικό πολιτισμό, οδηγούμενη με βήμα ταχύ στον πλήρη αφανισμό. Η κυριαρχία αυτή επί της φύσης επιβάλλεται, αφενός, ως εννοιοποίηση, δηλαδή ως «επιστημονική γνώση», αναπαράσταση της ολότητας ή της μερικής όψης του έκαστου είναι ή του εκάστοτε γίγνεσθαι, με αιτιώδη συνάφεια και σύμφωνα με έλλογα σχηματισμένες γενεαλογικές αλυσίδες, ταξινόμηση σε κατηγορίες, είδη και γένη, που την καθιστούν ελέγξιμη και χειραγωγήσιμη, και, αφετέρου, ως κυριολεκτική υπόταξη της ίδιας της υλικότητας της φύσης, την οποία εκμεταλλεύεται με κάθε τρόπο η τεχνολογία και η τεχνική στο ρυθμό που υπαγορεύουν πρωτίστως όχι οι ανθρώπινες ανάγκες, οι επιθυμίες και τα ενδιαφέροντα, αλλά σύμφωνα με την αδηφάγο, καταστρεπτική λογική του κεφαλαίου και του κέρδους.

Η ανάπτυξη της γνώσης, της επιστήμης και της τεχνολογίας, στο πλαίσιο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, στρέφεται, παρά τις όποιες διακηρυγμένες προθέσεις της, στον εργαλειακό ορθολογισμό των μέσων• επιδιώκοντας την αποτελεσματικότητα, τη λειτουργικότητα και την αποδοτικότητα, εξυπηρετώντας δηλαδή το κεφάλαιο, εγκαταλείπει στη λήθη της αοριστίας τους σκοπούς. Πραγματιστική και θετικιστική, μακριά δήθεν από απατηλά και υποκειμενικά ηθικά κριτήρια, άσπιλη τάχατες από ιδεολογίες, η απατηλά ουδέτερη δραστηριότητα της τεχνοεπιστήμης αποκτά έναν αυτόνομο γνωσιολογικό προσδιορισμό που δεν λαμβάνει ουσιαστικά υπόψη του καμία άλλη αρχή πέρα από την ίδια την εξέλιξή της, μακριά από κάθε κοινωνικό έλεγχο και ηθική δέσμευση. Ήδη από τα πρώιμα στάδιά τους στις απαρχές της νεωτερικής εποχής, τεχνοεπιστήμη, κεφάλαιο και κράτος είναι άρρηκτα συνδεδεμένα, σε μια συμβιωτική σχέση που αλληλοτροφοδοτεί την ανάπτυξή τους σε βάρος, όπως αποδεικνύεται εν τέλει, της φύσης και της κοινωνίας. Παρά τις όποιες, και είναι σίγουρα πολλές, ορατές βελτιώσεις στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για το θετικό ισοζύγιο της υλικής ανάπτυξης αν δεν προσμετρήσουμε τις σοβαρές απώλειες κυρίως σε αυτό που αποκαλούμε «περιβάλλον», στον ίδιο δηλαδή τον κόσμο μας. Μια υπ’ αυτούς τους όρους ανασκόπηση των δεδομένων προκαλεί αναμφίβολα βαθύ σκεπτικισμό.

Αν κάθε επιστημονική και τεχνολογική ανακάλυψη είναι «πρόοδος», μια ακόμα «κατάκτηση του πνεύματος», είναι, ταυτοχρόνως, και μια κοινωνική επιταγή με ισχυρότατη δύναμη αναπροσδιορισμού των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών σχέσεων: αυξάνοντας την πολυπλοκότητα της διαχείρισης και τη διαμεσολάβηση ολοένα και πιο αδιαφανών στρωμάτων εξειδικευμένης γνώσης, αποξενώνονται όλο και περισσότερο οι άνθρωποι από τον εαυτό τους, την εργασία τους, τα αντικείμενα, την κοινωνία και τον κόσμο γύρω τους.

Πολιτισμός σήμαινε ανέκαθεν υποταγή της φύσης. Οι άνθρωποι δεν έχουν άλλον τρόπο να συντηρήσουν και να αναπαράγουν την ύπαρξή τους παρά μόνο μεταβολίζοντας τη φύση με την εργασία τους, αποσπώντας από αυτήν αξίες χρήσεις με την οποία παράγουν τη ζωή τους, επινοούν και αναπτύσσουν τις δυνατότητές τους. Η ποιοτική αλλαγή σε αυτή τη σχέση που επέφερε η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων των ανθρώπων (αιτία και αποτέλεσμα ταυτοχρόνως ποικίλων παραγόντων και συγκεκριμένων ιστορικών συνθηκών), και η οποία έλαβε τη μορφή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, κυρίως από τη δεύτερη, τη βιομηχανική φάση και ύστερα, οδήγησε στην εντατική υπερεκμετάλλευση κάθε δυνατότητας που μπορεί να αποφέρει κέρδος. Η ραγδαία εξάπλωση των καπιταλιστικών σχέσεων διατάραξε μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα την ισορροπία που διατηρούσε σχεδόν αμετάβλητες τις περιβαλλοντικές συνθήκες επί πολλούς αιώνες, πιθανώς κατά ανεπανόρθωτο τρόπο.

Είναι νομίζω πρόδηλο ότι η κριτική ανάλυση είναι απαραίτητη προκειμένου να κατανοήσουμε σαφέστερα τις ενδεχόμενες δυνατότητες που παρουσιάζονται στην παρούσα φάση, και τους πιθανούς όρους ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος, με στόχο την απελευθέρωση της φύσης, της κοινωνίας και των ανθρώπων. Μια τέτοια ανάλυση έχει νόημα φυσικά μόνο σε σχέση με αυτόν τον επαναστατικό σκοπό, όταν γίνεται δηλαδή από μια ενσυνείδητη θέση για την εκ θεμελίων αλλαγή της κοινωνίας, ειδάλλως εκπίπτει σε ακόμη μία θετικιστική επιστημονική εποπτεία, δηλαδή σε γνώση που μπορεί να συσσωρεύεται και να αναπαράγεται όπως το οικονομικό κεφάλαιο, έτοιμη ανά πάσα στιγμή προς χρήση αναλόγως το ζητούμενο, ιδεολογικοποιημένη αλλά χωρίς ηθική στάση, ο ιδιότυπος φετιχισμός μιας εξουσιαστικής «αλήθειας» που εύκολα μετατρέπεται σε εμπόρευμα. Αυτή η «γνώση» είναι προφανές ότι δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να φωτίσει το δρόμο μας για τον αυτοπροσδιορισμό και την αυτοπραγμάτωση, να οδηγήσει δηλαδή στην επινόηση των δυνατοτήτων μας ως μορφών ανάπτυξης της ύπαρξής μας, των ατόμων και της κοινωνίας, καθώς πραγμοποιεί τον ζωντανό κόσμο, επιβάλλοντας την εργαλειακή ορθολογικότητα του ωφελιμισμού και του πραγματισμού και μας βαστάει δέσμιους στο κάτεργο της ανάγκης, στη φυλακή του κεφαλαίου και της ανταλλακτικής αξίας, σ’ έναν κόσμο-βασίλειο του εμπορεύματος. Ο φετιχισμός του εμπορεύματος παγιώνει τη διαδικασία (τη ζωντανή εργασία και τις κοινωνικές σχέσεις που τη μετατρέπουν σε νεκρή εργασία, σε συσσωρευμένο κεφάλαιο) σε μορφή που εξωτερικεύεται και αποκτά υπόσταση ως ανταλλακτική αξία, γίνεται δηλαδή εμπόρευμα που δεν είναι πλέον απλώς προϊόν με χρηστική αξία. Εμπόρευμα που συνάπτει αξιακές «σχέσεις» με άλλα εμπορεύματα-υποστάσεις, δημιουργώντας έναν μεταφυσικό κόσμο των εμπορευμάτων και των ανταλλακτικών αξιών. Όμως, ο φετιχισμός αυτός δεν είναι μόνο συνεπακόλουθο της ιδεολογίας που συγκαλύπτει τις πραγματικές κοινωνικές σχέσεις που παράγουν την αξία, τις σχέσεις εκμετάλλευσης που αποσπούν την υπεραξία της εργατικής δύναμης (της παραγωγικής ικανότητας των ατόμων, είτε αυτή είναι χειρωνακτική είτε διανοητική) που εκμισθώνεται για την παραγωγή κάθε λογής εμπορευμάτων, υλικών ή άυλων, όντας εμπόρευμα η ίδια• είναι η αντανάκλαση στο συμβολικό επίπεδο των ίδιων αυτών των σχέσεων υπεξαίρεσης της υπεραξίας, δηλαδή των σχέσεων ανισότητας ως προς την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και της ίσης πρόσβασης σε αυτά, της εκμετάλλευσης αλλά και της γενικότερης άνισης κατανομής της εξουσίας σε κάθε επίπεδο της κοινωνίας.

Η ανταλλακτική αξία, εκφρασμένη ως «τιμή» (που είναι κυμαινόμενη συγκριτικά, και όχι σταθερή και άπαξ), εμπλέκει τα άτομα σε ένα «αντικειμενικό» σύστημα συγκρίσιμων αξιών, που το ίδιο γίνεται μέτρο για ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο, όπως γίνεται και για το κάθε άτομο, που μπορεί πια να προσαρμόζει την «ανορθολογική» βιωματική εμπειρία του σε ένα «ορθολογικό», εξωτερικό και «αντικειμενικό», σύστημα τιμών. Σε έναν τέτοιο κόσμο, όπου το «κάθε πράγμα έχει την τιμή του», όπου κάθε τι είναι «εμπόρευμα», η κατοχή του μέσου-χρήματος που μπορεί να ανταλλαχτεί με κάθε εμπόρευμα ως αφηρημένο γενικό ισοδύναμο, ο «πλούτος» με άλλα λόγια, γίνεται δυνάμει σκοπός για τον καθένα: το κλειδί για έναν υλικό παράδεισο, που δεν κείται στο επέκεινα, αλλά είναι εδώ, και ασκεί μια ακατανίκητη γοητεία σε όλους. Αν και δεν έχουν περάσει όλοι τις πύλες του, είναι πολλοί εκείνοι που το έχουν κάνει και ακόμα περισσότεροι εκείνοι που έχουν κρυφοκοιτάξει πίσω απ’ αυτές, αποδεικνύοντας ότι πρόκειται για απτή πραγματικότητα και όχι απλώς για χίμαιρα. Όλοι μπορεί να βρουν τη θέση τους εκεί ή, τουλάχιστον, έτσι ελπίζουν… Και είναι αναμφίβολα πολλοί εκείνοι που θα υπερασπίζονταν ακόμα και με τη ζωή τους το δικαίωμά τους στην ελπίδα αυτή.

Πώς, λοιπόν, μπορεί να οργανωθεί και να πραγματοποιηθεί η συνολική ρήξη (η ανατροπή του καπιταλισμού δηλαδή) στο πλαίσιο ενός τέτοιου συστήματος, που υπόσχεται τον επί γης παράδεισο και που, αν και σε αρκετά περιορισμένο βαθμό προς το παρόν, καταφέρνει να υλοποιήσει αυτήν την υπόσχεση έστω για κάποιους, ενώ παράλληλα καλλιεργεί επιμελώς την προσδοκία ότι θα έρθει κάποτε η ώρα που αυτή η ευημερία θα μας αφορά πραγματικά όλους; Πώς πείθεις τους ανθρώπους να καταπνίξουν την επιθυμία τους για εκείνο που είναι απτό, που αν και απόμακρο μοιάζει να είναι εφικτό, προς χάρη της περιπέτειας στο αχαρτογράφητο άγνωστο, στο μη εμπειρικά βιωμένο; Πώς νομιμοποιείται ένα συλλογικό πρόταγμα ριζικής κοινωνικής αλλαγής, όταν στις μέρες μας φαντάζει, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον ανέφικτο, μη συναφές με τις τάσεις εξέλιξης της κατακερματισμένης πραγματικότητας που βιώνουμε σχεδόν όλοι στις κοινωνίες που ζούμε;

Όσο οι άνθρωποι καταφέρνουν, έστω και δύσκολα, να «φέρνουν βόλτα» τα ζητήματα της καθημερινής επιβίωσης και των (διαφορετικών κατά περίσταση), άμεσων κυρίως, αναγκών τους, οι σχέσεις τους αναπαράγονται λίγο πολύ εντός των ορίων της σχετικής «συναίνεσης», εντός της ιδεολογίας του συστήματος. Βαρυγκωμούν, αντιδρούν σποραδικά, αλλά σε γενικές γραμμές εντάσσονται και υποτάσσονται στην ανάγκη, στη συνήθεια και στις συνθήκες. Δεν αναζητούν, σε πρώτο λόγο, παρά τη βελτίωση εκείνων των δυνατοτήτων που θεωρούν απαραίτητες για τη ζωή και την ευημερία τους, προβάλλοντας τις επιθυμίες τους μέσα στην κοινωνία της αφθονίας που τους περιβάλλει ολοκληρωτικά σχεδόν, στιλπνή εικόνα που υπόσχεται ευμάρεια και πλέρια ευτυχία. Αυτή η εικόνα είναι αυθύπαρκτη, μια αυτοτελής «πραγματικότητα», καίρια διαμεσολάβηση μεταξύ γίγνεσθαι και είναι, μεταξύ ζωντανής και νεκρής εργασίας. Η αλήθεια ωστόσο είναι ότι η εικόνα αυτή έχει αμαυρωθεί ανεξίτηλα και δεν ανταποκρίνεται πια στον ιδεολογικό της ρόλο, δεν αντανακλά καθαρά πια την «συλλογική επιθυμία». Το χαριστικό δε πλήγμα στην λάμψη της το έδωσε η τρέχουσα «οικονομική κρίση», που, κατά τα φαινόμενα, σύντομα θα μεταβληθεί σε κοινωνική, φέρνοντας στην επιφάνεια την από καιρό σοβούσα δυσαρέσκεια που προκαλεί σε όλο και περισσότερους ανθρώπους το χάσμα προσδοκιών, υποσχέσεων και πραγματικότητας. Ο ταξικός πόλεμος αναπόφευκτα θα κορυφωθεί, αφού τα αδιέξοδα πολλαπλασιάζονται όσο το κοινωνικό χάσμα διευρύνεται. Όμως, στα ρήγματα που προκαλούν οι συγκρούσεις είναι που φυτρώνει ο σπόρος της ελπίδας για τη ριζική κοινωνική αλλαγή.

Για να καρποφορήσει, ωστόσο, η όποια ελπίδα μιας τόσο μεγάλης αλλαγής πρέπει, πρώτα απ’ όλα, να εδραιωθεί η συνείδηση του γεγονότος ότι οι άνθρωποι είναι δημιουργοί της ιστορίας τους, και ότι καμία άλλη εξωτερική, μεταφυσική ή ό,τι άλλο δύναμη, πέρα από τις ίδιες τις υλικές προϋποθέσεις ύπαρξής τους, που αποτελούν σε κάθε περίπτωση το όριο, δεν παρεμβαίνει για να τους επιβάλει τη θέλησή της και να τους υποδείξει τις επιλογές τους. Ότι μπορούν, υποκείμενοι πάντοτε σε περιορισμούς, να αλλάξουν τις συνθήκες της κοινωνίας τους με τη δράση τους και να διαμορφώσουν οι ίδιοι τη ζωή τους.

Μήπως, λοιπόν, η επανάσταση δεν είναι πλέον εφικτή γιατί δεν τη θεωρούμε εμείς εφικτή ή, εν τέλει, είναι οι αντικειμενικές συνθήκες εκείνες που πραγματικά προδιαγράφουν όχι μόνο το ανέφικτο αλλά και την αποτυχία της; Αντίστροφα, δεν οφείλουμε κατά λογική συνέπεια να παραδεχτούμε ότι μπορούμε να αναθεωρήσουμε τις αντιλήψεις μας για το εφικτό ή όχι της επανάστασης, και ότι, αν υπάρχουν πράγματι αντικειμενικές αντεπαναστατικές συνθήκες, υπάρχουν και αντικειμενικές επαναστατικές συνθήκες;

Στον αντίποδα αυτής της επαναστατικής ρητορικής, που στα μάτια των σκεπτικιστών αντιπάλων της εμφανίζεται να καλύπτει κάτω από τον μανδύα της απελευθέρωσης τις πληγές του ολοκληρωτισμού, της ανελευθερίας και της καταπίεσης του ατόμου, αφού μια επανάσταση δεν μπορεί ποτέ να γίνει εξ ονόματος όλων ούτε να ικανοποιεί τις ετερόκλητες επιθυμίες τους ή τα συγκρουόμενα ατομικά συμφέροντά τους, η άποψη που προκρίνει τη σταδιακή μετάβαση σ’ έναν καλύτερο κόσμο, με ήπια μέσα και όσο το δυνατόν πιο «ορθολογικές» (με άλλα λόγια «ασφαλείς» και «σίγουρες») επιλογές μέσα στα όρια του «εφικτού», πείθει πιο εύκολα, επικαλούμενη την «κοινή λογική» και εκμεταλλευόμενη τον κομφορμισμό, την ανασφάλεια και τους βαθιά ριζωμένους φόβους των ανθρώπων. Το κύριο επιχείρημα αυτής της θέσης είναι ότι αλλάζοντας σιγά-σιγά τα πράγματα, με διορθωτικές παρεμβάσεις και επί μέρους μεταρρυθμίσεις, μπορούμε να δημιουργήσουμε καλύτερες συνθήκες ζωής, και να χτίσουμε σταδιακά μια πιο δίκαιη κοινωνία στο μέλλον. Εν τω μεταξύ, αυτή η παραδοχή υπονοεί ότι το υπάρχον είναι ό,τι καλύτερο δυνατόν στις δεδομένες συνθήκες, αφού κάθε φάση της εξέλιξης είναι αναβαθμός που μας φέρνει ολοένα και πιο κοντά στην «αγαθή κοινωνία».

Αν στην πρώτη προσέγγιση ο κίνδυνος που εγκυμονεί η σωτηριολογική-λυτρωτική παρέμβαση μοιάζει να προεξοφλεί ότι κάθε απόπειρα επαναστατικής αλλαγής θα καταλήξει, νομοτελειακά σχεδόν, στην αποτυχία και πιθανότατα σε μια ολοκληρωτική κοινωνία, που θα δημιουργήσει πολύ περισσότερα και κρισιμότερα προβλήματα απ’ όσα ενδεχομένως θα καταφέρει να επιλύσει, στη δεύτερη, ο κίνδυνος παίρνει τη μορφή μιας μάλλον τραγελαφικής αέναης σκιαμαχίας με τα χιλιάδες επί μέρους προβλήματα που ανακύπτουν συνεχώς από την εγγενή δυναμική του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος, και τα οποία, όσο και αν είναι αλληλένδετα, αποσπώνται και αποκτούν τη δική τους οντότητα, μέσα από την αντίφαση και τη συνεχή τριβή του «ιδιωτικού» με το «δημόσιο», ζητώντας επιτακτικά την αδύνατη να επιτευχθεί υπό τις παρούσες συνθήκες οριστική λύση τους, βυθίζοντας έτσι το σύστημα σε παρατεταμένη πολύμορφη κρίση (κοινωνική, οικονομική, περιβαλλοντική) και τους ανθρώπους στη «σχιζοφρένεια».

Με δεδομένες τις υλικοτεχνικές συνθήκες της εποχής μας και το πλαίσιο της «παγκοσμιοποίησης» που επιβάλλεται από τον κυρίαρχο τρόπο παραγωγής, τον καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας και την αγορά, αλλά ακόμα και από την εξίσου «παγκοσμιοποιημένη» σθεναρή αντίσταση που εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως, η συνάφεια των προβλημάτων που εγείρονται σε διαφορετικές «χωροχρονικές ζώνες» του πλανήτη τείνουν να ομογενοποιηθούν ως προς συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τους, όπως είναι η οργάνωση της παραγωγής και της κατανάλωσης, ο βαθμός δυνατότητας παρέμβασης του κράτους, η κίνηση του κεφαλαίου, η ρυθμιστική παρέμβαση των διεθνικών πολιτικοοικονομικών οργανισμών και των ΜΚΟ, και φυσικά η «μηντιόσφαιρα». Ποτέ άλλοτε η ολοκληρωτική μορφή δεν είχε τόσο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά όσο σήμερα, στην εποχή που το διαδίκτυο, οι τηλεπικοινωνίες, η μαζική κουλτούρα σε κάθε της έκφανση, τα μεταφορικά μέσα και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις αποτελούν τις καίριες εκείνες συνιστώσες που επηρεάζουν και διαμορφώνουν τόσο την παραγωγική βάση όσο και το πολιτιστικό εποικοδόμημα των κοινωνιών, εξυφαίνοντας ένα ιστό ολοένα και πιο πυκνό, που τείνει να αγκαλιάσει τα πάντα. Από την άλλη, ο κόσμος γίνεται εμφανώς όλο και πιο πολύπλοκος και είναι κάτι παραπάνω από κοινή συνείδηση πλέον ότι υπάρχουν πολλές διαφορετικές «κοσμοαντιλήψεις» και «οπτικές γωνίες» (όπως υπάρχουν πολλά και διαφορετικά γούστα, απόψεις, επιθυμίες, προσδοκίες, τρόποι ζωής, κ.λπ. κ.λπ.), που όσο κι αν δεν μας αρέσουν ή τις θεωρούμε απατηλές και επικίνδυνες ή ακόμα και αν προκαλούν το μένος μας, διεκδικούν εξίσου επίμονα μ’ εμάς μερίδιο στην «Αλήθεια» που υποχρεωτικά γίνεται, υπ’ αυτό το πρίσμα, σχετική: «η αλήθεια μας», «η αλήθεια τους» κ.λπ. Αυτός ο αναπόφευκτος λόγω των εξελισσόμενων συνθηκών επιμερισμός των αντιλήψεων, που μετατρέπονται πολύ εύκολα σε ιδεολογία κάθε είδους, επιφέρει αφενός την ένταση του ανταγωνισμού με τους «άλλους» αφετέρου την απομάκρυνση από τους «άλλους» και την εσωστρέφεια σε κοινωνικό αλλά και σε ατομικό επίπεδο. Διαπλάθονται έτσι παράλληλα σύμπαντα που ενώ γενεαλογικά και γενετικά κατάγονται ως επί το πλείστον από την ίδια χωροχρονική στιγμή και την πρωταρχική ύλη της Μεγάλης Έκρηξης του cogito, του νεωτερικού υποκειμένου, απέχουν έτη φωτός μεταξύ τους και συνεχώς απομακρύνονται. Οι αυτόνομες συνομαδώσεις ή τα μεμονωμένα άτομα τείνουν να αποδίδουν μεγαλύτερη σημασία στο άμεσο κοινωνικοπνευματικό περιβάλλον τους που τους προσδίδει την ταυτότητά τους και να παραβλέπουν την συνάρτηση και την αλληλεπίδραση των παραγόντων και των διαδικασιών εκείνων που επηρεάζουν ριζικά τόσο τη δική τους θέση μέσα στο γενικότερο πλαίσιο όσο και την ίδια την αντίληψή τους περί της θέσης αυτής.

Αν εισάγουμε τώρα σε αυτή τη σχέση και τον παράγοντα του κεφαλαίου, δηλαδή του δρώντα παράγοντα ο οποίος συναρθρώνει το πλαίσιο και τους όρους ύπαρξης της κοινωνικής πραγματικότητας που δημιουργεί και αναπαράγει στην κίνησή του και στην αντίσταση που συναντά στην τάση του για απόλυτη κυριαρχία, θα αρχίσουμε να σχηματίζουμε ένα πιο σαφές περίγραμμα της προβληματικής μας. Το κεφάλαιο εμπεριέχει μια ριζική αντίφαση που εκφράζεται στην ίδια τη ροπή του και αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση της ανάπτυξής του: ενώ τείνει να δημιουργεί, να συμπεριλαμβάνει και να ομογενοποιεί ολοένα και ευρύτερα πεδία του κοινωνικού πεδίου ταυτοχρόνως καταστρέφει, απονεκρώνει, αποκλείει και διαχωρίζει. Το κυρίαρχο σύστημα, ο καπιταλισμός, επιβάλει καταναγκαστικά τη συνάφεια του τρόπου, διαχωρίζει ωστόσο κάθε ανθρώπινο πράττειν από την αντικειμενική παραγωγική διαδικασία, πραγμοποιεί τις ανθρώπινες σχέσεις και αποδίδει στην αξία (αφηρημένη μορφή) και στο εμπόρευμα (φετιχοποιημένη μορφή) την πρωτοκαθεδρία του ορισμού της πραγματικότητας και της διαμεσολάβησης με την ύπαρξη και τον κόσμο. Αποξενώνει τους πάντες από τα πάντα καταλύοντας κάθε πραγματική σχέση ενώ οικειοποιείται πάσα πτυχή και έκφανση της βούλησης για δράση ανάγοντας καθετί στην υπερβατική γλώσσα του «ατομικού συμφέροντος», της αξίας και του κέρδους. Διακρίνουμε σε αυτήν την αφαίρεση τον πυρήνα της ιδεολογίας μιας «υπερβατολογικής» ολοποιητικής αρχής, αυτού δηλαδή του συστήματος που επιβάλλεται ως ο κυρίαρχος τρόπος παραγωγής και των συνακόλουθων κοινωνικών σχέσεων που προσιδιάζουν στην τάση του για ολοκληρωτική κυριαρχία και στην αναπαραγωγική του ορμή.

Οι πολιτικές ιδεολογίες και θεωρίες αντιμάχονται σφοδρά, υπερασπίζοντας την ορθότητα του δικού τους προτάγματος, της δικιάς τους άποψης για την πολιτική και τον προσανατολισμό της κοινωνίας. Φυσικά, εδώ δεν υπονοούμε μόνο ότι όλες οι πολιτικές ιδεολογίες είναι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ουτοπικές, αλλά και ότι είναι, εκ συκροτήσεως εξουσιαστικές. Κύρια επιδίωξη και βλέψη τους είναι η επιβολή του δόγματός τους και της κοσμοθεωρίας τους και η αναμόρφωση των κοινωνικών δομών και των συμβολικών συστημάτων σύμφωνα με αυτά. Χρησιμοποιούν την εξουσία ως μέσον για να επιβάλουν τον σκοπό τους, δηλαδή την ηγεμονία τους. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ο αναρχισμός, που αρνείται ριζικά την κυριαρχία, ενώ αποδέχεται μόνον τις απαραίτητες για τις κοινωνικές λειτουργίες μορφές εξουσίας, φιλτραρισμένες από ένα πυκνό πλέγμα κοινωνικού ελέγχου με αμεσοδημοκρατική δομή. Η εξουσία σε μια αναρχική κοινωνία δεν θεσμοποιείται με «ουσιοκρατικά» κριτήρια. Δεν παγιώνεται, δεν αποκτά «ουσία» που να ριζώνει σε κοινωνικές δομές και να αποτελεί προνόμιο μιας (ταξικής, δια-ταξικής ή υπέρ-ταξικής λίγο ενδιαφέρει) ελίτ που με κάθε τρόπο και μέσο θα επιδιώξει να τη διατηρήσει, να την αναπαράγει και να τη διευρύνει. Η βούληση για δύναμη του αναρχικού υποκειμένου δεν το ωθεί να καλλιεργεί βλέψεις εξουσίας επί των άλλων, εκλαμβάνεται ως μη μεταβιβάσιμη ατομική βούληση για τη διατήρηση της ίδιας της ατομικής ελευθερίας του υποκειμένου ως αυτονομίας. Αν αυτή η βούληση ελευθερίας αναγνωριστεί στον καθένα, όλοι βρίσκονται σε μια κατάσταση απόλυτης ισότητας απέναντι στους υπόλοιπους και ο καθένας απέναντι στον άλλον, αφού κανείς δεν αναγνωρίζει σε κανέναν άλλον (άτομο ή ομάδα) το δικαίωμα να επικαλεστεί αυθαίρετα την εξουσία του για να επιβάλει την θέληση ή την άποψή του πάνω του.
Το ασυμβίβαστο του αναρχισμού με την εξουσία δεν τον απαλλάσσει από την ανάγκη θεμελίωσης των αρχών του σε μια νεωτερική αντίληψη του υποκειμένου, ένα συγκροτημένο σημείο «συνείδησης» που αντιπαρατίθεται σε έναν περιβάλλοντα κόσμο και ανασυγκροτείται συνεχώς σε αλληλεπίδραση με αυτό το περιβάλλον σε μια σχέση αλληλοδιαμόρφωσης, ενώ παραμένει σε μια ιδιότυπη κατάσταση αυτοκαθορισμού που του επιτρέπει να αποφασίζει ελεύθερα, να ασκεί τη βούλησή του. Το ζήτημα πάντα είναι κατά πόσο ο ετεροκαθορισμός ή η αυτονομία είναι σε θέση να κάνουν την πλάστιγγα να φαίνεται πως έχει γείρει προς τη μεριά τους. Όμως όλες οι ενδείξεις μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα πράγματα δεν είναι και τόσο απλά. Και ότι η ατομική βούληση δεν είναι μια άχρονη κατηγορία αλλά διαμορφώνεται ιστορικά, το περιεχόμενο της εκδήλωσή της δεν είναι αυταπόδεικτα η εκφορά της «βαθύτερης» προσωπικής επιθυμίας αλλά πιθανώς είναι εκδήλωση μιας κοινωνικά κατασκευασμένης επιθυμίας. Το κατά πόσο μπορούμε να διαυγάσουμε τα σκοτεινά σημεία της βουλητικής παρόρμησης ως ψυχικού μηχανισμού και να ορθολογικοποιηθούν συγκροτούμενα ως «γνωστικό πεδίο» είναι παντελώς αδιάφορο, καθώς η ίδια η βουλητική παρόρμηση παραμένει εν πολλοίς ασταθής και απρόβλεπτη, και μόνο όταν εκδηλωθεί εμπράγματα μας αποκαλύπτει, εκ των υστέρων πάντοτε, τα πιθανά κίνητρά της. Το να γνωρίζουμε τους μηχανισμούς λειτουργίας της βουλητικής παρόρμησης, σε καμιά περίπτωση δεν μας εξασφαλίζει τη δυνατότητα πρόβλεψης των μορφών και των τρόπων εκδήλωσής της.

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στην αρχή του συλλογισμού μας, προκειμένου να επανασυνδέσουμε το σπασμένο νήμα της πρώτης μας σκέψης και να δούμε πού μπορεί να μας οδηγήσει η απόπειρα περαιτέρω διερεύνησής της, σε σχέση πάντα με τον σκοπό μας, ο οποίος, δεν πρέπει να ξεχνάμε, είναι η ριζική αλλαγή της κοινωνίας. Και η ανάλυσή μας, μια ακόμη προσπάθεια να επεξεργαστούμε τις προϋποθέσεις, τις δυνατότητες και τους όρους που θα καταστήσουν εφικτό το ξεπέρασμα του καπιταλισμού, αποδιαρθρώνοντας και απενεργοποιώντας τις διαδικασίες ανάπτυξης και αναπαραγωγής του με κάθε τρόπο, είτε θετικό είτε αρνητικό, σε συνάφεια ωστόσο πάντα με τον σκοπό, εκτρέποντας τη δυναμική του προς όφελος ενός ανοίκειου για τον ίδιο στόχου: την ολοσχερή καταστροφή του.
Σε κάθε ανάλογη συζήτηση ανακύπτει το ζήτημα της μετάβασης, αλλά και του τι είδους κοινωνία μπορεί να προκύψει στη θέση της σημερινής, και κατά πόσο κάτι τέτοιο είναι εφικτό να γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη, ως ρήξη σε μια συνεχή αν και τεθλασμένη πορεία, δηλαδή ως επανάσταση που θα εκτρέψει προς άλλη κατεύθυνση τον ρου της ιστορίας.

Η νομοτελειακή μετάβαση σε μια κοινωνία μετασπάνης μέσω της επιστημονικής και της τεχνολογικής εξέλιξης που θα έλυνε αν όχι όλα τουλάχιστον τα περισσότερα υλικά ζητήματα όταν ο έλεγχος των μέσων παραγωγής θα περνούσε στα χέρια των εργατών, καλλιέργησε φρούδες ελπίδες σε γενιές μαρξιστών σοσιαλιστών. (Οι αναρχικοί, από την άλλη, πέρα από την κατηγορηματική απόρριψη κάθε μορφή κράτους, δεν ενέδωσαν ποτέ σε τέτοιου είδους «επιστημονικές» αντιλήψεις για την αναπότρεπτη, νομοτελειακή έλευση της σοσιαλιστικής κοινωνίας, ειδικότερα μέσα από εκείνη την εξελικτική σκοπιά που θεωρούσε την αστική επανάσταση και τον βιομηχανικό καπιταλισμό πρώιμα στάδια στην πορεία προς τον σοσιαλισμό, αν και για άλλους λόγους υποστήριξαν την «επιστημονικότητα» της εξελικτικής θεωρίας, και ενέδιδαν μέχρι και πρόσφατα σε ορισμένες περιπτώσεις μερικώς σε αυτή την αντίληψη – τόσο ο Μπακούνιν όσο και ο Κροπότκιν, για να αναφερθούμε μόνο σε δύο εμβληματικούς θεωρητικούς του αναρχισμού, υποστήριξαν, ο καθένας με τον τρόπο του, τη διαδεδομένη στην εποχή τους εξελικτική θεωρία αλλά και την πίστη τους στην πρόοδο μέσω της επιστήμης.)
Αυτή η προσέγγιση των μαρξιστών, παραβλέπει την αρνητική εξέλιξη της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, που μας οδήγησε στη σημερινή οικολογική κρίση. Δεν έχει σημασία αν η ανάπτυξη που προκαλεί την κρίση είναι «σοσιαλιστική» ή καπιταλιστική, σημασία έχει ότι η εκμετάλλευση του πλανήτη έχει συγκεκριμένα όρια. Κατανοούμε τώρα, με οδυνηρό μάλλον τρόπο, ότι προκειμένου να αποφύγουμε τα χειρότερα, που ήδη ορθώνονται απειλητικά μπροστά μας, οι επιλογές που διαθέτουμε είναι περιορισμένες και, μάλλον, αμφιβόλου αποτελεσματικότητας. Οι επιλογές αυτές (που εμφανίζονται ως εναλλακτικές λύσεις ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι παρά διαφορετικοί τρόποι για να πειστούμε ότι πρέπει να ακολουθήσουμε έναν και τον αυτό μονόδρομο) βασίζονται στην προσδοκία ότι η τεχνοεπιστήμη θα επιφέρει μια σημαντική ποιοτική μεταλλαγή στις υλικές συνθήκες της ανάπτυξης, με νέες τεχνολογίες και μεθόδους παραγωγής που δεν θα επιβαρύνουν το περιβάλλον, και θα μας καταστήσουν ικανούς για μια πιο λογική διαχείριση και χρήση των φυσικών πόρων (οικοκαπιταλισμός). Είναι όμως προφανές ότι οι επιλογές αυτές μας κατευθύνουν ολοταχώς στην εκ νέου υποταγή σε μια επισφαλή εξάρτηση από την τεχνοεπιστήμη, η οποία υποτίθεται θα ισοσκελίσει το ισοζύγιο αρνητικών-θετικών επιδράσεων της ανεξέλεγκτης παραγωγικής και καταναλωτικής δραστηριότητας αν βαφτεί «πράσινη», κι αν αυτό αφορά σε μια ελεύθερη, σε μια σχεδιασμένη ή σε μια μεικτή οικονομία δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.
Προφανώς, οι επιλογές αυτές υπαγορεύονται από ιδεολογήματα που συγκαλύπτουν τον ψευδή χαρακτήρα των διακηρύξεών τους, αφού οι διαφορετικές φάσεις ανάπτυξης των χωρών και η ανισότητα στην οικονομική ισχύ μεταξύ των κρατών δεν επιτρέπουν την ελεύθερη κατανομή της τεχνολογικής γνώσης, μιας γνώσης που και η ίδια αποτελεί σημαντική μορφή αξίας και υπόκειται από κάθε άποψη στους κανόνες της αγοράς ως εμπόρευμα στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού.
Αυτή η προσέγγιση θέλει να μας φέρνει αντιμέτωπους με το ψευτοδίλημμα «ανάπτυξη ή οπισθοδρόμηση», που ασκεί εκφοβιστικό ρόλο επισείοντας την απειλή της βαρβαρότητας, της γενικευμένης ένδειας και της σπάνης για να μας σύρει πίσω από το τεχνοεπιστημονικό άρμα της «προόδου», που δήθεν θα μας οδηγήσει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στη λύση, στην αποτροπή της επικείμενης καταστροφής. Οι υποστηρικτές της «τεχνοεπιστημονικής λύσης» αποφεύγουν να μας πουν, ωστόσο, ότι η τεχνοεπιστήμη είναι πλήρως υποταγμένη στο κεφάλαιο, αποτελεί συστατικό στοιχείο στην αναπαραγωγή του, και ότι ένα νέο, «φιλικό προς το περιβάλλον» αναπτυξιακό μοντέλο δεν μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα των δεδομένων παραγωγικών σχέσεων που επιβάλουν τον οικονομικό ανταγωνισμό σε κάθε επίπεδο, άρα με τους ίδιους τούς όρους του προβλήματος. Ακόμα κι αν η επιστήμη έφτανε (κι αυτό θα πρέπει να γίνει πολύ σύντομα!) σε εφικτές και οικονομικά αποδοτικές τεχνολογικές λύσεις στον ενεργειακό τομέα, με την πλήρη αξιοποίηση ενός φθηνού και «καθαρού» ενεργειακού πόρου (π.χ. ηλιακή ενέργεια), η ανάγκη του καπιταλιστικού συστήματος για ανάπτυξη θα συνεχίσει να καταναλώνει ολοένα και περισσότερους άλλους φυσικούς πόρους για να διευρύνει την παραγωγή και την κατανάλωση που είναι απαραίτητες προκειμένου να παραχθεί κέρδος για το κεφάλαιο. Η αδυναμία της τεχνοεπιστήμης να μας βγάλει από την πολλαπλή κρίση είναι προφανής και γι’ αυτό κάθε υπόσχεσή της περί του αντιθέτου είναι εκ προοιμίου ψευδής.

Υπάρχει, όμως, και μια άλλη επιλογή, μια πρόταση που μας παροτρύνει να εγκαταλείψουμε τελείως αυτό το προοδευτικό μοντέλο συνεχούς ανάπτυξης, τόσο στην καπιταλιστική όσο και στη «σοσιαλιστική» εκδοχή του. Να διαμορφώσουμε μια πιο άμεση σχέση με την παραγωγή και τη συλλογική αυτοδιεύθυνση της εργασίας, σε ένα είδος αποκεντρωμένης συνεργατικής παραγωγικής και καταναλωτικής σχετικής αυτονομίας, που εναρμονίζεται με το περιβάλλον και τις πραγματικές (διαφορετικές ανά περίπτωση) ανάγκες των τοπικών κοινοτήτων. Να μειώσουμε το ρυθμό της συνολικής παραγωγής, κοινωνικοποιώντας πλήρως τα μέσα της και τους σκοπούς της. Να επανακτήσουμε τον έλεγχο, να αποαποικιοποιήσουμε την καθημερινότητα, να επαναφέρουμε δηλαδή το ανθρώπινο μέτρο στους ρυθμούς της ζωής μας. Να αναστυλώσουμε, σε ένα ανώτερο επίπεδο, την πολύμορφη κοινωνία των ελεύθερων ανθρώπων.
Όπως είναι αυτονόητο, συντασσόμαστε με αυτήν την απολύτως εφικτή δυνατότητα• με την αποκέντρωση και την αυτονομία, με τον ελευθεριακό σοσιαλισμό και τη συμφιλιωμένη με τη φύση κοινωνία, με τους ανθρώπους και όχι με τα εμπορεύματα. Ο άλλος δρόμος, της συνεχούς ανάπτυξης, που είναι υποτίθεται εξελικτικά αναπόδραστη και φέρνει την πρόοδο μαζί με την οικονομική ευημερία, είναι, από κάθε άποψη, καταστροφικός, όπως αποδεικνύεται με πολλαπλούς τρόπους σήμερα από την οικολογική, την ενεργειακή και την κοινωνική κρίση που απειλεί τον πλανήτη.
Στις δεδομένες συνθήκες επιβάλλεται να στραφούμε σε ένα μοντέλο από-ανάπτυξης, που δεν είναι καθόλου ένα εξελικτικό μοντέλο, αντιθέτως, θα έλεγε κανείς, μας παροτρύνει να «επιστρέψουμε» σε μια κατά πολύ πιο συνετή οικονομική διαχείριση των διαθέσιμων πόρων, στην απελευθέρωση από την εντατική εργασία και στην αλλαγή του κυρίαρχου μοντέλου «πλούτος = συσσώρευση», που όταν εξατομικεύεται, μετατρεπόμενο σε (υπονοείται «φυσικό») «ανθρώπινο δικαίωμα» της ελευθερίας στην ιδιοκτησία, αποτελεί θεμελιώδες αίτιο για την κοινωνική ανισότητα. Όμως, το ότι η από-ανάπτυξη δεν είναι ένα εξελικτικό μοντέλο δεν σημαίνει ότι είναι ένα συντηρητικό μοντέλο ή ότι φανερώνει απλώς μια ρομαντική νοσταλγία για ένα ειδυλλιακό παρελθόν, μια απελπισμένη έκφραση «νεοπρωτογονισμού». Αν θεωρούμε ότι η ριζική κοινωνική αλλαγή είναι αναγκαία για την επίτευξη ενός ποικιλόμορφου, καλύτερου και ευτυχέστερου τρόπου ζωής για όλους, τότε η από-ανάπτυξη είναι επαναστατική και όχι συντηρητική, καθώς μπορεί να μας οδηγήσει σταδιακά σε μια συμφιλίωση με τη φύση και άρα, ως μια εκ θεμελίων αλλαγή των επιλογών μας και του τρόπου παραγωγής και κατανάλωσης που θα υιοθετήσουμε, σε μια ριζική μεταβολή της στάσης μας απέναντι στον κόσμο και, κατά συνέπεια, στο άτομο και στην κοινωνία.

Ο τρόπος μετάβασης σε έναν νέο κοινωνικό τρόπο οργάνωσης παραμένει εν προκειμένω απροσδιόριστος – και, στο κείμενο ετούτο, θα τον αφήσουμε αναπόφευκτα έτσι. Παρόλα αυτά, νομίζω ότι μια κοινωνία απαλλαγμένη από το χρήμα και από το προϊόν-εμπόρευμα, μια κοινωνία που θα ελέγχει συλλογικά τα παραγωγικά μέσα, την τεχνολογία και τους σκοπούς της, δεν έχει σημασία αν θα είναι κοινωνία της «αφθονίας και της ανάπτυξης» ή κοινωνία «ολιγαρκής και αντι-αναπτυξιακή» –γιατί εξαρτάται πώς θα ορίσουμε αυτές τις έννοιες, κάτι που παραμένει εν προκειμένω ρευστό και πρέπει να τεθεί υπό συζήτηση–, θα πρέπει όμως να είναι οπωσδήποτε μια κοινωνία που θα μπορεί να εγγυάται την πραγματική ατομική ανάπτυξη όλων, αφού θα εξασφαλίζει σε όλους τουλάχιστον τα απαραίτητα μέσα διαβίωσής τους, και θα εξασφαλίζει επίσης την εξάλειψη κάθε μορφής εκμετάλλευσης και διαχωρισμών, χωρίς να χρειάζεται να καταφύγει στο οργανωμένο κράτος ως εγγυητή της ασφάλειας, των οικονομικών συναλλαγών και των «ατομικών δικαιωμάτων» (βλ. ατομική ιδιοκτησία = ατομική ελευθερία) ή ως οργανωτή της παραγωγικής διαδικασίας και διαχειριστή του συλλογικού προϊόντος και της συλλογικής γνώσης προκειμένου να συντηρηθεί και να διασφαλίσει την επιβίωση και αναπαραγωγή της κοινωνίας. Μέσα από έναν ριζικά διαφορετικό τρόπο οργάνωσης της παραγωγής, της διανομής και της κατανάλωσης που θα βασίζεται στην αρμονία μέσων και σκοπών, στην αποκέντρωση και στην ισότητα, όχι ως συγκριτικό «μέτρο» που εξισώνει συλλήβδην τις ανάγκες και τις επιθυμίες των ξεχωριστών ατόμων και των κοινοτήτων τους, απαιτώντας την πλήρη στοίχισή τους σε μια νόρμα η οποία δεν λαμβάνει υπόψη τις διαφορές τους, αλλά ως διασφάλιση της ελευθερίας για αυτοανάπτυξη μέσα από την ελεύθερη δράση που ερείδεται στο κοινό δικαίωμα όλων στη διαφορά, οι άνθρωποι θα πάρουν στα χέρια τους τον έλεγχο της ζωής τους, θα καταστούν αυτόνομοι και θα ανασυγκροτήσουν τις σχέσεις τους μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο που θα αποφασίζουν κάθε φορά οι ίδιοι. Θα πρέπει να είναι η βούληση και οι επιθυμίες των ανθρώπων, στις δικές τους τοπικές κοινωνίες, αστικές ή όχι, που θα τους κάνουν να διαχειρίζονται με συλλογικές διαδικασίες, συμμετοχικά, τις πάσης φύσεως ανάγκες τους, τι είναι εκείνα που χρειάζονται πραγματικά ανά περίσταση, και να φροντίζουν για την παραγωγή τους ή την εξασφάλισή τους μέσω ανταλλαγής με άλλες κοινότητες, την επάρκειά τους και τη δίκαιη κατανομή τους με την απαρέγκλιτη εφαρμογή της αρχής: «από τον καθένα σύμφωνα με τις δυνατότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του». Αυτή είναι η πραγματική κοινωνική ισότητα που λαμβάνει υπόψη της τις φυσικές διαφορές των ανθρώπων και σέβεται τις διαφορετικές επιθυμίες και ανάγκες τους. Που συνδέει την ατομική απελευθέρωση με την κοινωνική ολοκλήρωση.

Οι ευσεβείς πόθοι, ωστόσο, όσο κι αν μπορεί να μας δίνουν προσωπικό κίνητρο και ώθηση για προσανατολισμένη προς την απελευθέρωση δράση, δεν αρκούν σε καμία περίπτωση από μόνοι τους για να μετατρέψουν, με οποιονδήποτε τρόπο, την σημερινή καπιταλιστική κοινωνία σε αυτόνομες και πραγματικά ελεύθερες σοσιαλιστικές κοινωνίες. Κάθε δράση που στοχεύει στην ανατροπή των κυρίαρχων συνθηκών είναι θεμιτή και αναγκαία, αρκεί να συνάδει με τους σκοπούς• δεν πρέπει να ξεχνάμε, ωστόσο, ότι είναι απαραίτητες επίσης οι αντικειμενικές εκείνες προϋποθέσεις που θα καταστήσουν επιβεβλημένες κατά κάποιο τρόπο τις όποιες εναλλακτικές λύσεις και θα οδηγήσουν στην εκ θεμελίων αλλαγή της κοινωνίας από τη βάση, μέσα από την ανατρεπτική δυναμική ενός μαζικού, αν και όχι απαραιτήτως μονοδιάστατα οργανωμένου, κινήματος.
Θα πρέπει να ερμηνεύσουμε τις εξελίξεις υπό το πρίσμα της δυνατότητας ανασυγκρότησης ενός πολυδιάστατου «συλλογικού υποκειμένου», ενός υποκειμένου που θα πάρει τη θέση του μονοδιάστατου «προλεταριάτου» που πρωταγωνιστεί στην παραδοσιακή μαρξιστική ανάλυση. Αν και ο κατακερματισμένος από τον ύστερο καπιταλισμό χωροχρόνος και η σχεδόν πλήρης αποικιοποίηση (εμπορευματοποίηση) της καθημερινής ζωής δεν ευνοεί την ανασυγκρότηση μιας «μετα-αφήγησης» που θα συνέδεε ένα συλλογικό πρόταγμα απελευθέρωσης με ένα κοινωνικό συλλογικό «υποκείμενο», με μια κοινωνική τάξη, τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει την αναπαραγωγή και την κορύφωση της σύγκρουσης που προδιαγράφεται από τον χωρίς καμιά έγκυρη νομιμοποίηση, πέρα από τη βία, διαχωρισμό των ανθρώπων σε «κυρίους» και «δούλους», με κάθε μορφή που μπορεί να πάρει αυτή η σχέση (εξουσιαστής-εξουσιαζόμενος, κυρίαρχος-κυριαρχούμενος, εκμεταλλευτής-εκμεταλλευόμενος, καταπιεστής-καταπιεζόμενος, διευθυντής-διευθυνόμενος, πνευματική εργασία-χειρωνακτική εργασία, κ.λπ), και όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο. Η πόλωση και η κοινωνική ένταση είναι οι διαφαινόμενες συνέπειες των εξελίξεων, και δεν θα ήταν παράτολμο να υποθέσουμε ότι η κορύφωσή τους θα προκαλέσει έκρηξη.

Γίνεται έτσι ξεκάθαρο από πολλές απόψεις ότι όσοι από εμάς θέλουμε να συμμετέχουμε στη συγκρότηση ενός συλλογικού επαναστατικού σχεδίου ριζικής κοινωνικής ανατροπής πρέπει, και οφείλουμε, να γνωρίζουμε τις συνιστάμενες του προβλήματος και να προσπαθήσουμε να τις απαλείψουμε ολοκληρωτικά από κάθε πρόταγμα ριζικής αλλαγής με το οποίο δεσμευόμαστε οι ίδιοι. Δεν μπορούμε να χτίσουμε έναν νέο κόσμο με τα φθαρμένα υλικά του παλιού• σε άλλη περίπτωση θα τον αναπαράγουμε ως κακέκτυπο. Όμως χρειαζόμαστε τα υλικά για να χτίσουμε. Θα πρέπει να ξεδιαλέξουμε με υπομονή και προσοχή τα γερά εκείνα κομμάτια του τωρινού, του παλιού (ακόμα και του παλαιότερου ή του αρχαίου κ.λπ.) που μπορούν να αποτελέσουν ένα γερό θεμέλιο για να χτιστεί σε στέρεες βάσεις το νέο. Όλα τα υπόλοιπα θα πρέπει, χωρίς ενδοιασμούς, να απορριφθούν και να πεταχτούν. Δεν χρειαζόμαστε τον θεό, την ατομική ιδιοκτησία, την καταναγκαστική εργασία, το χρήμα, το κράτος, το έθνος, την εξ-ουσία κι ένα σωρό άλλα σαθρά υπολείμματα ενός γκρεμισμένου κόσμου.
Αυτό που είναι επιτακτικά απαραίτητο εάν θέλουμε να ευδοκιμήσει οποιαδήποτε απόπειρα ανατροπής, είναι να δημιουργήσουμε οργανώσεις-“κοινωνικά κύτταρα” με σκοπό να διαμορφώσουμε έναν πολύπλοκο κοινωνικό ιστό, που θα αποδειχτεί το πλέον κατάλληλο έδαφος για να καρποφορήσει το νέο.
Ετούτη η επίκληση για το «νέο» δεν είναι μια «μοντερνιστική» αναλαμπή που προκαλεί η λατρεία του νέου αυτού καθαυτού σαν σύμβολο της προοδευτικής κυριαρχίας του ανθρώπου επί της φύσης, των ρυθμών της και της υλικής της υπόστασης ως πολύμορφου γίγνεσθαι χωρίς εγγενή αιτιότητα και σκοπό. Είναι η έκφραση της επιτακτικής λόγω των περιστάσεων ανάγκης, αλλά και η επιθυμία λύτρωσης από την ιστορική επιταγή που βαραίνει στους ώμους μας, να συμβάλλουμε με όλες μας τις δυνάμεις καθεμία και καθένας προσωπικά, μέσα από συλλογικές απαραίτητα προσπάθειες, στην απελευθέρωση όλων και στο ξεπέρασμα κάθε είδους σχέσεων ανισότητας και κυριαρχίας. Να ζήσουμε τη ζωή μας όπως θέλουμε να τη ζήσουμε: σαν πραγματικά ελεύθεροι άνθρωποι, συμφιλιωμένοι με τον εαυτό μας, τον άλλο και τη φύση. Όχι στο μέλλον, αλλά εδώ και τώρα.

ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΕΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΡΧΙΚΗ ΟΛΟΤΗΤΑ

Πηγή: http://adamasto.squat.gr

Για να επικρατεί η κυριαρχία δεν στηρίζεται εξαρχής στην απειλή ή την χρήση ωμής βίας, αυτό είναι κάτι που έπεται ως η έσχατη λύση απέναντι στους ανυπότακτους της κοινωνίας. Αλλά ούτε βασίζεται ως επί το πλείστον σε διαταγές του τύπου «αυτό πρέπει να κάνετε» ή «έτσι πρέπει να επιβιώνετε». Η κυριαρχία στηρίζεται εξαρχής σε ένα πρωταρχικό ύπουλο καθορισμό που συνήθως συνοψίζεται σε φράσεις όπως: «έτσι είναι τα πράγματα» ή «αυτή είναι η φύση του ανθρώπου». Είναι πολύ πιο εύκολο και ανώδυνο για την κυριαρχία στην προσπάθεια της να ελέγξει και να ορίσει, να έχει ευθυγραμμισμένους εξαρχής τους υποτελείς της σε δόγματα και ψευδαισθήσεις περί αναπόφευκτου, μοιραίου ή φυσικής εξέλιξης του τρόπου ζωής. Έτσι διάφορα κατασκευάσματα της κυριαρχίας, όπως για παράδειγμα και η οικονομική κρίση, μέσα από μεθοδευμένη διαστρέβλωση παρουσιάζονται από τους εξουσιαστές ως κάτι το φυσικό.

Η πρώτη μορφή οργανωμένης εξουσίας πραγματοποιήθηκε μαζί με ένα σύνολο αλλαγών στον τρόπο ζωής των ανθρώπων και κυρίως στον τρόπο που αντιμετώπιζαν τον υπόλοιπο φυσικό κόσμο. Η οικοδόμηση του πολιτισμού βασίζεται στην ωφελιμιστική αντίληψη και εκμετάλλευση της φύσης, ανάγοντας τον άνθρωπο σε μια υποτιθέμενη θέση ανωτερότητας απέναντι στον φυσικό κόσμο. Και επειδή ο πολιτισμός είναι εξορισμού ένα εξουσιαστικό κατασκεύασμα, μέσα από τις διαδικασίες του η κυριαρχία στοχεύει στην αναπαραγωγή και διαιώνιση των εξουσιαστικών σχέσεων. Η κυριαρχία για να δικαιολογήσει τον πολιτισμό και την ύπαρξη της αναπαρήγαγε δόγματα και μύθους περί της ανθρώπινης φύσης. Κατά πόσο όμως η κυριαρχία, το κράτος και η πόλη είναι στην φύση του ανθρώπου;

Αν θεωρούσαμε ότι το κράτος είναι ένας θεσμός που νομοτελειακά οι άνθρωποι θα τον ανέπτυσσαν επειδή είναι στη φύση τους τότε θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι το κράτος είναι μια φυσική εξέλιξη της ανθρώπινης ύπαρξης ή ότι είναι μια φυσική κατάσταση. Όμως τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Έχουμε αναφέρει και σε άλλα κείμενα μας ότι οι άνθρωποι έχουν ζήσει για πολλές χιλιάδες χρόνια χωρίς κράτος και ορισμένοι ζούνε ακόμα. Όσοι έζησαν και ζούνε ακόμα χωρίς κράτος δεν είχαν ή έχουν κάποιες γενετικές διαφορές, αλλά ούτε η νοημοσύνη τους είναι πιο χαμηλή από αυτούς που ζούνε υπό του κράτους[1]. Η οργανωμένη εξουσία δεν έχει σχέση με την αδάμαστη φύση του ανθρώπου αλλά ούτε έχει σχέση με την φύση γενικότερα. Η οργανωμένη εξουσία, η οποία συστάθηκε από ανθρώπους δεν σημαίνει ότι είναι και φυσική εξέλιξη, αλλά είναι ένα τεχνητό κατασκεύασμα που για να λειτουργήσει πρέπει να αλλοιώσει την φυσική κατάσταση. Με βάση αυτή την ταχτική, η οργανωμένη εξουσία κινείται εξαρχής πάνω σε δύο άξονες: ο ένας είναι να δαμάσει, να διαχωρίσει και να λεηλατήσει οτιδήποτε φυσικό και ο δεύτερος είναι να παραμορφώσει, να επανακαθορίσει και να επιβάλει το αποτέλεσμα της πρακτικής της ως κάτι το φυσικό. Αν το κράτος ήταν μια φυσική κατάσταση, τότε οι εξουσιαστές δεν θα οικοδομούσαν ένα σύνολο από μηχανισμούς για να εξαπατούν, να ελέγχουν και να κατευθύνουν τις δραστηριότητες των ανθρώπων. Αν ο πολιτισμός ήταν στην φύση του ανθρώπου τότε δεν θα χρειαζόταν το σχολείο, οι νόμοι, τα σωφρονιστικά ιδρύματα, οι μπάτσοι, οι δικαστές και οι φυλακές. Μηχανισμοί όπως είναι το σχολείο είναι απαραίτητοι για το κράτος, για να εξαπατήσουν, να καταστείλουν, να χαλιναγωγήσουν και να υποτάξουν την φύση του ανθρώπου σε ένα πλαίσιο τεχνιτών νόμων και κανόνων, που οι θιασώτες της κυριαρχίας έχουν το θράσος να ονομάζουν φυσικό δίκαιο.

Για να επιβληθεί το κράτος έπρεπε οι κυρίαρχοι να κατασκευάσουν και τα απαραίτητα ιδεολογικά εργαλεία που θα συσκότιζαν και θα διαστρέβλωναν την αλήθεια σχετικά με την ελεύθερη διαβίωση των ανθρώπων πριν τη κατασκευή του κράτους. Έτσι κατασκεύασαν την οπτασία για μια προηγούμενη ανθρώπινη κατάσταση τόσο αχόρταγη και εριστική που αν δεν δαμαζόταν με κάποιο τρόπο ο άνθρωπός δεν θα μπορούσε να επιβιώσει. Οι αντιλήψεις της κυριαρχίας αποτυπώνονται μέσα από τα γραπτά διάφορων συγγραφέων υποστηριχτών του κρατισμού. Οι απόψεις του Τομας Χομπς για την αρχέγονη και φυσική κατάσταση του ανθρώπου μοιάζουν πολύ με του αρχαίου ιστορικού Θουκυδίδη (στη λεγόμενη «Αρχαιολογία» Πρώτο Βιβλίο) για την καταγωγή των Ελλήνων. Ο Θουκυδίδης θεωρούσε ότι οι πρώτοι Έλληνες ήταν «υπανάπτυκτοι» εξαιτίας αμοιβαίων φόβων. Έτσι δεν μπορούσαν να έχουν εμπόριο, ναυτιλία, γεωργία και πόλεις, γι’ αυτό δεν μπορούσαν να φτάσουν «σε κάποια μορφή μεγαλείου». Παρομοίως ο Τόμας Χόμπς θεωρούσε ότι οι άνθρωποι στη φυσική τους κατάσταση ήταν εντελώς εγωιστές, δεν έφτιαχναν «άνετα χτίσματα» ούτε ανέπτυξαν τέχνες, γράμματα ή κάποια αίσθηση του χρόνου και της δικαιοσύνης. Θεωρούσε ότι η ζωή τους ήταν βρώμικη, απάνθρωπη και σύντομη. Απέναντι σε αυτή την παραμορφωμένη αρχέγονη κατάσταση που επινόησε ο Χόμπς παρουσιάζει μια άλλη στρεβλωμένη συνθήκη κατά την οποία οι άνθρωποι οδηγημένοι από την λογική και σπρωγμένοι από φόβο, συμφώνησαν τελικά να παραχωρήσουν το ιδιωτικό τους δικαίωμα στο κράτος, το οποίο θα ασκεί τη δύναμη τους προς το συμφέρον της συλλογικής ειρήνης και άμυνας.

Ο Ησίοδος στο Έργα και Ημέρες αποτυπώνει την άποψη ότι χωρίς δικαιοσύνη οι άνθρωποι θα κατασπαραχτούν μεταξύ τους σαν τα ζώα, όπως την εποχή που προηγήθηκε της βασιλείας του Δια. Απόψεις σαν του Θουκυδίδη, του Χομπς, του Ησίοδου αλλά και τόσων άλλων είναι η επικρατούσα αντίληψη για την ζωή των ανθρώπων χωρίς κράτος. Και προφανώς αυτό δεν είναι ένα τυχαίο συμβάν αλλά είναι προϊόν της συστηματικής καλλιέργειας της άγνοιας από την κυριαρχία.

Μια άλλη μυθοπλασία της κυριαρχίας είναι ότι η εξουσία είναι στη φύση του ανθρώπου, εξού και η διατύπωση του Καντ ότι «Ο άνθρωπος είναι ένα ζώο που χρειάζεται αφέντη…και ο αφέντης είναι ζώο που χρειάζεται και αυτός αφέντη». Όπως και η διατύπωση του Αριστοτέλη ότι «το άρχειν ήδιστον» (το να ασκείς εξουσία είναι η υπέρτατη ευχαρίστηση). Ο Χομπς διατύπωσε ότι «ο άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος» και υπάρχει η τάση στον άνθρωπο «είτε δια της βίας είτε με δόλο να κυριαρχεί πάνω σε όλους όσους μπορεί, μέχρις ότου δεν θα βλέπει πια καμία άλλη εξουσία αρκετά ισχυρή για να τον απειλήσει» και έτσι όπως ισχυρίστηκε δημιουργείται το κράτος, η κοινή δύναμη που τους κρατά όλους σε κατάσταση φόβου.

Ας δούμε τώρα ένα άλλο έκτρωμα του πολιτισμού: τις πόλεις. Στην αρχαιότητα η πόλη ήταν ταυτόσημη έννοια με το κράτος και την πολιτικά συγκροτημένη κοινωνία (δηλαδή το σύνολο του πληθυσμού που είχε πολιτικά δικαιώματα) και αυτό δείχνει και την ταυτόχρονη εξέλιξη τους. Υπάρχει η αντίληψη ότι η πόλη είναι απλά ένα ουδέτερο μέρος που φτιάχτηκε για να μένουν οι άνθρωποι όταν έγιναν πολλοί. Όμως η ιστορία των πόλεων δεν είχε μια απλοϊκή γραμμική πορεία, αλλά σημαδεύτηκε από τις κινήσεις και τις ανάγκες της κυριαρχίας. Η πόλη, όπως θα δούμε και στην επόμενη ενότητα, είναι ένας εξουσιαστικός θεσμός, που αναπτύχθηκε ταυτόχρονα με την συστηματοποίηση της γεωργίας και την οργανωμένη εξουσία. Στην πόλη αναπτύχθηκε και η σημερινή μαζική κοινωνία με τις πολύπλοκες σχέσεις και ρόλους. Ο πολιτισμός, η πόλη, η πολιτεία, ο πολίτης και η πολιτική είναι έννοιες αλληλοεξαρτώμενες και άμεσα συνδεδεμένες με την κυριαρχία καθ’ όλη την ιστορία της και επιβλήθηκαν κόντρα στην φυσική κατάσταση. Τα ακόλουθα λόγια του Αριστοτέλη μας δίνουν να καταλάβουμε ότι η έννοια του πολίτη δεν έχει σχέση με την αναρχία και την ελευθερία: «Ο καλός πολίτης πρέπει να ξέρει και να κυβερνιέται και να κυβερνάει». Σε ένα άλλο σημείο στα Πολιτικά ο Αριστοτέλης συμπληρώνει την πλήρη διαστρέβλωση περί της ανθρώπινης φύσης: «…γίνεται ολοφάνερο ότι η πόλη είναι μια φυσική πραγματικότητα και ότι ο άνθρωπος είναι από την φύση του προορισμένος να ζήσει μέσα στην πόλη, και είναι πολιτικό ζώο…»[2]. Ο πολιτισμός όπως και ο θεσμός της πόλης και της πολιτικής είναι εξορισμού εξουσιαστικά κατασκευάσματα και η κάθε αναγωγή τους ως φυσικά φαινόμενα εκλαμβάνεται απλά ως άλλη μια προσπάθεια εξαπάτησης. Ο Αθηναίος στους Νόμους μιλάει για το δημιούργημα του ανθρώπου, την τέχνη, σε σύγκριση με τη φύση: «Η τέχνη […] θνητή η ίδια και φτιαγμένη από θνητά, γέννησε μερικά αθύρματα, δίχως πραγματική υπόσταση, αέρινα ομοιώματα […] σαν κι αυτά που γεννάει η ζωγραφική, η μουσική και άλλες βοηθητικές τέχνες […] Η πολιτική μάλιστα, λένε, λίγα κοινά έχει με τη φύση, ενώ πιο πολύ σχετίζεται με την τέχνη, παρόμοια και η νομοθεσία είναι ολόκληρη, όχι κατά φύση, αλλά έργο της τέχνης, και από τις διατάξεις της λείπει η αλήθεια.[889c-d]». Η πολιτική και οι πολιτικές διαδικασίες είναι το μέσο για να γίνει ο διακανονισμός της λειτουργίας της πόλης και των πολιτών. Οι αναρχικές και απελευθερωτικές διαδικασίες είναι αντιπολιτικές επειδή αρνούνται τα κατασκευάσματα της κυριαρχίας, την πολιτική ζωή και το κράτος.

Οι εξουσιαστικές σχέσεις μέσα στην κοινωνία μεταφράζονται και μετασχηματίζονται με διάφορους τρόπους ανάλογα και με τις πολιτισμικές εξελίξεις. Για παράδειγμα, ο διαχωρισμός του άνδρα και της γυναίκας, με την πρόφαση της ύπαρξης κάποιων βιολογικών διαφορών, ήταν και η αιτία για να θεωρείται η γυναίκα σχεδόν καθ’ όλη την διάρκεια του πολιτισμού ως υποδεέστερο ον από τον άνδρα. Ως γνωστόν, η γυναίκα μόλις κατά τα τέλη του 19ου αιώνα άρχισε να αντιμετωπίζεται ισότιμα με τον άνδρα ενώ ακόμα σε διάφορες χώρες η γυναίκα θεωρείται υποδεέστερή του. Ακόμα και στην αρχαία Αθήνα, το λίκνο του πολιτισμού, οι γυναίκες δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα και θεωρούνταν κατώτερες των ανδρών και όπως διατύπωσε ο Αριστοτέλης: «Ο άντρας είναι από τη φύση καλύτερος από τη γυναίκα. Ο άντρας διευθύνει και η γυναίκα υπακούει σ’ αυτόν.» Γι’ αυτό το ζήτημα οι θιασώτες της άμεσης δημοκρατίας και της αρχαίας Ελλάδας θα απαντούσαν ότι ήταν διαφορετικές οι κοινωνικό-ιστορικές συνθήκες, όμως ηθελημένα αγνοούν ότι πρωτόγονες φυλές διαβίωναν και διαβιούν χωρίς διαφυλικούς και σεξιστικούς διαχωρισμούς.

Ένας άλλος μύθος, προϊόν του πολιτισμού είναι ότι ο άνθρωπος είναι ανώτερος από την υπόλοιπη φύση, ότι είναι το πιο τελειοποιημένο είδος ζωής στον πλανήτη και εξ αυτού μπορεί να διαχειρίζεται και να μεταποιεί το φυσικό περιβάλλον προς όφελος του. Η ανθρωποκεντρική φαντασίωση, ότι οι άνθρωποι είναι δημιουργοί του κόσμου, συνεπάγεται ότι οι δραστηριότητες τους μπορούν να διαχωριστούν και να δράσουν ανεξάρτητα από τη ισορροπία του οικοσυστήματος.[3]

Είναι αλήθεια ότι ο άνθρωπος διαφέρει από τα υπόλοιπα είδη ζωής, όπως και τα υπόλοιπα είδη ζωής διαφέρουν από τον άνθρωπο σε βιολογικό επίπεδο. Βεβαίως σε βιολογικό επίπεδο διαφέρει και ο άντρας από την γυναίκα ή ένα παιδί από ένα ενήλικο. Το ότι υπάρχουν βιολογικές διαφορές μεταξύ των ανθρώπων ή μεταξύ των ανθρώπων και των άλλων ειδών ζωής, ζώων ή φυτών, δεν σημαίνει κιόλας ότι κάποιοι ορίζονται ανώτεροι και κάποιοι κατώτεροι. Η κυριαρχία για να επιβληθεί φρόντισε να αλλοτριώσει τον άνθρωπο από τον φυσικό του κόσμο και να τον εξαρτήσει από τεχνικές νόρμες επιβίωσης και εξουσιαστικές αντιλήψεις. Ο αγώνας για την απελευθέρωση θα είχε κάποιο νόημα μόνο αν έχει συνολική και οικοκεντρική αντίληψη της ζωής, προς μια κατεύθυνση κατανόησης και αλληλοσεβασμού του μη ανθρωπόμορφου φυσικού κόσμου.[4] Ο φυσικός κόσμος δεν είναι η ανόργανη ύλη του ανθρώπινου σώματος όπως ισχυρίστηκε ο Μαρξ[5] αλλά είναι ο πραγματικός οίκος των ανθρώπων και όχι οι πόλεις. Ό,τι υπάρχει στη φύση δεν ανήκει σε κανένα είδος ζωής. Αντίθετα, όλα τα είδη θα έπρεπε να συνυπάρχουν αρμονικά για να ρυθμίζεται η βιωσιμότητα όλων μέσα από την βιωσιμότητα του οικοσυστήματος.

Η διατροφή είναι μια βασική ανάγκη για να κρατηθεί στη ζωή ο κάθε ζωντανός οργανισμός. Και για την κυριαρχία είναι πρωτεύον ζήτημα να ελέγχει την διαδικασία εξασφάλισης τροφής των υποτελών της. Στην περίπτωση που όλοι οι άνθρωποι μπορούσαν να έχουν αυτάρκεια στην παραγωγή ή να βρίσκουν τροφή στη φύση, η κυριαρχία θα ήταν δύσκολο να επιβληθεί (αφού δεν θα υπήρχε και λόγος ύπαρξης της). Άρα για την οργανωμένη εξουσία είναι ουσιώδες ζήτημα να υπάρχει παραγωγή τροφής από μια μερίδα του πληθυσμού, ενώ μια άλλη μερίδα της κοινωνίας να στοιβάζεται στις πόλεις και να εξαναγκάζεται να εργάζεται σε ηλίθιες δουλειές για να μπορεί μετά να αγοράσει την τροφή της. Η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ανθρώπων σε μια εδαφική περιοχή είναι βασική προϋπόθεση για να δομηθεί το κράτος. Οι άνθρωποι που βρίσκονται στις πόλεις διατροφικά είναι πλήρως εξαρτημένοι από τους μηχανισμούς του κράτους. Παράλληλα, όσοι ζούνε στην ύπαιθρο θα μπορούσαν να ζήσουν με αυτάρκεια, όμως οι μηχανισμοί του κράτους (ιδιοκτησία, σχολείο, θρησκεία, αστυνομία) τους έχουν εξαρτήσει πολιτισμικά σε ένα ενιαίο σύστημα εκμετάλλευσης.

Όσο πιο πολλές και πολύπλοκες είναι οι ανάγκες της κοινωνίας τόσο πιο πολύ βαθαίνει και η εξάρτηση της από τον κρατικό μηχανισμό. Σε μια απόπειρα ουσιαστικής και ολικής απελευθέρωσης οι άνθρωποι αδιαμφισβήτητα θα πρέπει να περιορίσουν τις ανάγκες τους στα απολύτως απαραίτητα, για να μπορέσουν να επιβιώσουν χωρίς να εκμεταλλεύονται ο ένας τον άλλο και χωρίς να καταστρέφουν τον φυσικό κόσμο.

Είναι μύθος ότι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη την κτηνοτροφία αλλά και ότι πρέπει να τρέφονται με κρέας. Είναι ένας μύθος που βαθαίνει την εξάρτηση μας από την κυριαρχία αλλά έρχεται και ενάντια στις αναρχικές μας αντιλήψεις περί αρμονίας με τον υπόλοιπο φυσικό κόσμο. Υπάρχουν πολλαπλά στοιχεία ότι η διατροφή του ανθρώπου βασιζόταν στην τροφοσυλλογή ενώ το κυνήγι μεγάλων θηλαστικών άρχισε κατά την Ύστερη Παλαιολιθική περίοδο, λίγο πριν την εμφάνιση της γεωργίας[6]. Αλλά ακόμα και όταν κυνηγούσαν οι απολίτιστοι άνθρωποι το έκαναν με ιδιαίτερο σεβασμό προς τα ζώα.[7] Η κτηνοτροφία από την άλλη ήταν και η αιτία για να εμφανιστούν διάφορες πανδημίες που στοίχισαν την ζωή πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.[8] Ακόμα η συστηματική κατανάλωση κρέατος είναι βασική αιτία για ένα σωρό καρδιακές παθήσεις που είναι η βασική αιτία θανάτου στον δυτικό πολιτισμό. Τα απόβλητα των κτηνοτροφικών μονάδων που περιέχουν τεράστιες ποσότητες μεθανίου δηλητηριάζουν τον υδροφόρο ορίζοντα αλλά και την ατμόσφαιρα εντείνοντας την καταστροφή του περιβάλλοντος. Η κτηνοτροφία μαζί με την βιομηχανία παραγωγής βιοκαυσίμων χρησιμοποιούν το 50% της γεωργικής παραγωγής, ενώ αυτό θα μπορούσε να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες του ¼ του παγκόσμιου πληθυσμού των ανθρώπων το οποίο πεινά ή λιμοκτονεί. Συνοπτικά αν υποθέταμε ότι καταργείται η κτηνοτροφία, που στην ουσία δεν την έχει πραγματικά ανάγκη ο άνθρωπος, μπορούν να αποφευχθούν τα εξής (ανεξαρτήτως σειράς): η μόλυνση του περιβάλλοντος, ο βασανισμός ζώων, ο κίνδυνος πανδημίας ιών, η λιμοκτονία και τα θανατηφόρα ή μη προβλήματα υγείας στον άνθρωπο.

Ας πιάσουμε τώρα το ζήτημα της ιδιοτέλειας, μιας συμπεριφοράς που στον πολιτισμό θεωρείται φυσική και ταυτίζεται με την ανθρώπινη φύση. Οι άνθρωποι που έζησαν εκτός των πλαισίων του πολιτισμού, θεωρούσαν την ιδιοτέλεια αφύσικη, μαγγανεία ή ήταν ένας καλός λόγος για εξοστρακισμό, εκτέλεση ή θεραπεία.[9] Η αντίληψη που δομήθηκε στον πολιτισμό για την ανθρώπινη φύση ότι είναι εγωιστική δεν είναι παρά μια οφθαλμαπάτη, φτάνει κανείς να ρίξει μια μάτια για το πόσο ανιδιοτελείς ήταν στις μεταξύ τους σχέσεις, οι άνθρωποι που έζησαν χωρίς κράτος. Η φιλαυτία και ο ατομισμός ήταν πράγματα άγνωστα στους ανθρώπους πριν την δόμηση οργανωμένης εξουσίας και τον θεσμό της ιδιοκτησίας.

Με προφάσεις του τύπου «όλοι οι άνθρωποι θα ήταν τύραννοι εάν το μπορούσαν»[10] οι κατά καιρούς εξουσιαστές προσπαθούν να δικαιολογήσουν την κρατική επιβολή και εκμετάλλευση. Το κράτος με το να προσδίδει την ιδιότητα του ιδιώτη στους ανθρώπους καταφέρνει να τους διαχωρίζει και να καλλιεργεί στις μεταξύ τους σχέσεις τον ανταγωνισμό και τον ατομισμό. Ο ανταγωνισμός όμως είναι και η κατάσταση που προωθεί την ανάπτυξη του δυτικού πολιτισμού και αυτό ήταν χρήσιμο για την κυριαρχία να ιδεολογικοποιηθεί και να «φυσικοποιηθεί» από την επιστήμη. Η ιδέα ότι η φιλαυτία είναι απλώς φυσική ενισχύθηκε από το κύμα του βιολογικού ντεντερμισνισμού, του αναγεννημένου κοινωνικού δαρβινισμού των κοινωνιοβιολόγων και των εξελικτικών ψυχολόγων. Οι επιστήμονες αυτοί προσπαθώντας να εξηγήσουν τις πολύπλοκες σχέσεις που όρισε η κυριαρχία στον κοινωνικό χώρο μιλάνε με λίγα λόγια για «εγωιστικό γονίδιο» το οποίο κατευθύνει την πορεία της ανθρωπότητας.

Κλείνοντας θα σχολιάσουμε τον πολιτισμικό μύθο περί γραμμικής πορείας της ιστορίας της ανθρωπότητας και το ότι το ανθρώπινο είδος από τη φύση του εξελίσσεται τεχνολογικά. Η ιστορία κάθε πολιτισμού έχει μια αρχή, έναν ορισμένο χρόνο ύπαρξης και ένα τέλος (Μάγιας, Μεσοποταμία, Ρώμη, Κίνα, Νήσος Πάσχα, Ασανάζι). Ο κάθε πολιτισμός επειδή ακριβώς βασίζεται και υπάρχει ενάντια στον φυσικό κόσμο αλλά και ενάντια στην φύση του ανθρώπου είναι καταδικασμένος να καταρρεύσει. Ο δυτικός πολιτισμός λόγω της τεχνολογικής του ανωτερότητας, από προηγούμενους πολιτισμούς, κατάφερε να επεκταθεί και να αποικίσει ολόκληρο τον πλανήτη Γη λεηλατώντας τον. Μέχρι πότε όμως θα υπάρχει και τι είδους ζωή μας υπόσχεται στο μέλλον; Η λεγόμενη ιδέα της προόδου, που συνδέεται με την εξέλιξη της τεχνοεπιστήμης δεν είναι παρά μια πολιτισμική παραφροσύνη που κινείται ενάντια σε κάθε τι φυσικό και όμορφο που υπάρχει στην βιόσφαιρα. Η αναρχία δεν αναγνωρίζεται στο δίπολο των συντηρητικών ή των προοδευτικών ιδεών, αλλά υπάρχει ακόμα ζωντανή πέρα από τις ιδέες και τα απόβλητα του πολιτισμού. Ο άνθρωπος, διαχωρισμένος από τον φυσικό κόσμο και σκλαβωμένος από τα επινοήματα και τους θεσμούς του πολιτισμού εξαναγκάζεται να ζει με τεχνητούς και όχι φυσικούς όρους. Η γη ακόμα αναμένει καρτερικά, υποσχόμενη την πλήρη αισθαντικότητα, την ευζωία, την ελευθερία και την αναρχική ολότητα της φύσης του σύμπαντος. Η αγριότητα δεν είναι μια εποχή που παρήλθε…

Σύμπραξη για την αναρχία


[1] J.Zerzan, Πρωτόγονο μέλλον, «…έρευνες από τη δεκαετία του 1980 και έκτοτε από αρχαιολόγους όπως ο John Fowlett, o Thomas Wynn και άλλοι έχουν δείξει πως οι άνθρωποι εκείνης της περιόδου είχαν ευφυΐα τουλάχιστον ισοδύναμη με τη δική μας.», «Νέες ανακαλύψεις γίνονται πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες με ολοένα αυξανόμενη συχνότητα. Οι αρχαιολόγοι ανακαλύπτουν τώρα ότι περισσότερο και από ένα εκατομμύριο χρόνια πριν, οι άνθρωποι υπήρξαν τόσο ευφυείς όσο και εμείς…Οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν τη φωτιά για μαγείρεμα της τροφής τους 1,9 εκατομμύρια χρόνια πριν, ενώ κατασκεύαζαν και πλοηγούσαν ποντοπόρα σκάφη τουλάχιστον 800.000 χρόνια πριν!»

[2] Αριστοτέλης, Πολιτικά, πρώτο βιβλίο.

[3] M.Salins, Χρήσεις και καταχρήσεις της βιολογίας, J.Clark(1994:30-31)

[4] Κείμενο από Σύμπραξη για την αναρχία: Η ελευθερία βρίσκεται στη γη, στα βουνά, στις λίμνες και τα δάση και όχι στις πόλεις και στον πολιτισμό.

[5] Κ. Μαρξ, Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα.“

[6] J.Zerzan, Πρωτόγονο μέλλον, «…Ενώ υπάρχουν αρκετοί (βλ.Straus 1986,Trinkhaus 1986), οι οποίοι δε βρίσκουν στοιχεία για άξιου λόγου κυνήγι μεγάλων θηλαστικών μέχρι αρκετά αργότερα, δηλαδή στην Ύστερη Παλαιολιθική,…)

[7] M.Salins, Η δυτική ψευδαίσθηση της ανθρώπινης φύσης.

[8] Κείμενο: Ιοί, μικρόβια και εξουσία. Αναρχικός πυρήνας Χαλκίδας, Διαδρομή Ελευθερίας α.φ.84.

[9] M.Salins, Η δυτική ψευδαίσθηση της ανθρώπινης φύσης.

[10] Τζον Άνταμς, αμερικάνος πολιτικός του 18ου αιώνα.

ΤΡΕΛΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ

Η ΨΥΧΑΣΘΕΝΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΨΥΧΙΑΤΡΩΝ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ;

Γράφει η Μίλιτσα Κοσάνοβιτς, ψυχίατρος (kosanovic@mail.com)

Ο καλύτερος τρόπος για να σιγουρευτείς ότι εσύ είσαι ο γνωστικός, δεν είναι να κλείσεις μέσα το γείτονά σου.

Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι

 

Η κοινωνία μας φοράει έναν ζουρλομανδύα κομφορμισμού από την ώρα που θα γεννηθούμε. Μας «διαπαιδαγωγεί», δηλαδή μας αναγκάζει να συμμορφωθούμε στις δικές της επιθυμίες. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο οι όροι «υγεία» και «τρέλα» γίνονται ύποπτοι.

R. D. Laing

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΡΕΛΑΣ

Στην αρχή υπήρχε ένας άνθρωπος. Ο άνθρωπος αυτός χειριζόταν μια γλώσσα πιο άμεση και πηγαία από τη γλώσσα της λογικής. Στην αρχή η λογική και η μη-λογική ήταν αδιαχώριστες. Κάποια στιγμή όμως επήλθε η ρήξη. Η τρέλα έκανε την εμφάνιση της από τότε που ο ανθρώπινος νους καθιέρωσε μιαν απόσταση ανάμεσα στη λογική και στη μη-λογική.

Πολύ πριν αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε όρους όπως ψυχοπαθολογία, ψύχωση και σχιζοφρένεια, η τρέλα ήταν περιβεβλημένη μ’ ένα μεταφυσικό μανδύα. Στις αρχαίες φυλές οι μάγοι-σαμάνοι ερμήνευαν την τρέλα ενός ανθρώπου άλλοτε ως θεϊκό σημάδι κι άλλοτε ως κατάληψη από μοχθηρές δυνάμεις ή θεότητες: κάτι που απαιτούσε εξορκισμό. Οι αντιλήψεις αυτές δεν άλλαξαν ούτε και κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, όταν οποιοσδήποτε είχε κάποια ψυχική διαταραχή χαρακτηριζόταν αυτομάτως «δαιμονισμένος» και έρμαιο των «σατανικών δυνάμεων». Υπήρχαν όμως και σπάνιες περιπτώσεις που η τρέλα δεν θεωρούνταν κάτι το «δαιμονικό», αλλά δείγμα «ιερότητας», όπως δείχνουν και τα παραδείγματα των «ιερών σαλών» π.χ. Άγιος Ανδρέας ο Σαλός. Στις περισσότερες πάντως περιπτώσεις οι τρελοί έπαιζαν το ρόλο του «μιασμένου» αποδιοπομπαίου τράγου. Οι εκκλησίες απαγόρευαν την είσοδο τους και όχι σπάνια μαστιγώνονταν δημοσίως ή κυνηγιόνταν με ραβδιά και διώχνονταν από τις πόλεις. Η αναχώρηση των τρελών απέκτησε τελετουργική σημασία παρόμοια με «εξαγνισμό» και πέρασε στη λογοτεχνία και στην εικονογραφία με τη μορφή του Πλοίου των Τρελών, που πλέει ακυβέρνητο με το αλλοπαρμένο του πλήρωμα) …

Ακόμη και μετά το Μεσαίωνα η παραφροσύνη, καραδοκούσε κάτω από την αδύναμη επιφάνεια της φαινομενικότητας, τρόμαζε και προκαλούσε, κυρίευε τις νύχτες και βασίλευε στη φαντασία των ανθρώπων. Ενώ στο Μεσαίωνα η τρέλα κατατάσσονταν στις αμαρτίες, στην Αναγέννηση εγκαταλείπει το χώρο της μεταφυσικής και καθίσταται υπεύθυνη για ό,τι κακό υπάρχει στον άνθρωπο. Δεν σχετίζεται πλέον με υποχθόνιες δυνάμεις αλλά με τις ανθρώπινες αδυναμίες, τα όνειρα και τις αυταπάτες. Είναι η κωμική τιμωρία της γνώσης και της εγωπάθειας. Η τρέλα ριζώνει στα χωράφια της φανταστικής ελευθερίας. Ο Θερβάντες καθόρισε για πάντα τα γνωρίσματα της στο μνημειώδες έργο του Δον Κιχώτης. Στα έργα του Σαίξπηρ η τρέλα συγγενεύει με το φόνο και την αυτοκτονία, είναι δηλαδή πάντοτε ακραία. Την ίδια εποχή η τρέλα περνά στην τέχνη, και συγκεκριμένα στη λογοτεχνία, στη ζωγραφική και ιδιαίτερα στο θέατρο.

Τον 16ο αιώνα η τρέλα παραφυλάει στον κόσμο της αμφιβολίας. Η μη λογική εμφανίζεται ως απειλή που συγχέει την υποκειμενικότητα από την αλήθεια. Από τον 17ο αιώνα όμως αυτός ο κίνδυνος μειώθηκε καθώς ο άνθρωπος κατοχύρωσε τη λογική του. Έτσι η τρέλα εξορίζεται και μια νέα διαχωριστική γραμμή χαράσσεται ανάμεσα σ’ αυτή και στη λογική. Από τον 18ο αιώνα η τρέλα θα κατοικεί πλέον στα άσυλα, μαζί με τη φτώχεια, την αρρώστια και την αναπηρία. Τα ιδρύματα εγκάθειρξης θα γίνουν ο «φυσικός χώρος» της. Εκεί ακολουθείται η «θεραπεία» της ηθικής και της τιμωρίας, που «εξαγνίζει» τις ψυχές.

Τα άσυλα ήταν απάνθρωπα καταχωνιαστήρια ταλαίπωρων ψυχών. Υπήρχε μάλιστα και μια συνήθεια από το Μεσαίωνα να επιδεικνύουν τους φρενοβλαβείς. Μερικά Narrturmer της Γερμανίας είχαν καγκελωτά παράθυρα για να φαίνονται απ’ έξω οι τρελοί, προσφέροντας έτσι θέαμα στους περαστικούς. Συχνά μάλιστα έκοβαν και εισιτήριο κάθε Κυριακή δείχνοντας τους μανιακούς τους. Σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις ο περίπατος και το θέαμα των έγκλειστων τρελών ήταν μια πολύ συνηθισμένη κυριακάτικη «διασκέδαση»…

Μόλις τον 19ο αιώνα η τρέλα αναγνωρίζεται ως ιατρικό πρόβλημα. Μέχρι τότε θεωρούνταν περισσότερο «επιστροφή στη ζωώδη κατάσταση» κι εκδήλωση της αχαλίνωτης φύσης του τρελού-ζώου. Η τρέλα αποκάλυπτε τον κρυφό ζωώδη χαρακτήρα του ανθρώπου. Ήταν μια απειλή για τον δυτικό άνθρωπο, που ζει σαν «ζώον λόγον έχον». Η ενδεδειγμένη «θεραπεία» της ήταν το δάμασμα, που έπαιρνε συχνά τη μορφή μαστιγώματος για να καθυποταχθεί η άγρια φύση του ανθρώπου. Τον 19ο αιώνα όμως το ζώο έπαψε να έχει αρνητικό χαρακτήρα, αναγνωρίστηκε ως μορφή φυσικής εξέλιξης και ο άνθρωπος άρχισε να αντιλαμβάνεται πως η τρέλα ήταν κι αυτή μια φυσική διαδικασία που αφορούσε τη δυσλειτουργία της ανθρώπινης συνείδησης.

Στα τέλη του 19ου αιώνα ο στόχος του εγκλεισμού των ψυχοπαθών στα άσυλα δεν ήταν μόνον η απομόνωση και ο σωφρονισμός. Αναπτύχθηκαν «μακροχρόνιες θεραπείες» όχι βέβαια της ψυχής, αλλά των νεύρων και της φαντασίας του ψυχοπαθούς, όπως το απότομο ξύπνημα τα μεσάνυχτα, τα σοκ, τα «αναζωογονητικά» κρύα ντουζ κ.α

Τον 20o αιώνα η τρέλα αναγνωρίστηκε ως ψυχική διαταραχή, ως ψυχοπάθεια που χρήζει ψυχοσωματικής αντιμετώπισης και θεραπείας. Έτσι η ψυχιατρική, με τα ηλεκτροσόκ και τα ψυχοφάρμακά της, ανέλαβε δράση. Παράλληλα εμφανίστηκε και η ψυχανάλυση, που προσπάθησε να βοηθήσει τις ελαφριές περιπτώσεις ψυχώσεων, ερμηνεύοντας τραυματικές εμπειρίες κι απελευθερώνοντας καταπιεσμένες φοβίες. Παρά τις όποιες ιατρικές προόδους απέχουμε ακόμη πολύ από το να γνωρίζουμε και να θεραπεύουμε τους πολύπλοκους μηχανισμούς της τρέλας, που συνεχίζει ν’ αποτελεί ένα μεγάλο μυστήριο. Η ψυχιατρική, αν και εφοδιασμένη με εκατοντάδες ψυχοφάρμακα, έχει αποδειχθεί ανεπαρκής. Η γλώσσα της ψυχιατρικής δεν είναι παρά ένας μονόλογος της λογικής για την τρέλα. Δυσκολεύεται να ερμηνεύσει τις διαφορετικές καταστάσεις της συνείδησης. «Ο άνθρωπος είναι εκείνο το τρελό ον, του οποίου η τρέλα ανακάλυψε τη λογική» (Καστοριάδης).

 

ΕΝΑ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ ΨΥΧΩΤΙΚΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Μέσα στο βιβλίο του Η Πολιτική της Εμπειρίας (The Politics of Experience) ο γνωστός «αντιψυχίατρος» Ronald D. Laing, περιγράφει λεπτομερώς το ψυχωσικό επεισόδιο του Jesse Watkins, ενός μεγάλου γλύπτη, που βίωσε ένα 10ήμερο ταξίδι στον εσωτερικό του χρόνο και χώρο. Το «ταξίδι» αυτό ήταν αποτέλεσμα μιας δύσκολης περιόδου που περνούσε τότε ο Jesse. Εργαζόταν επτά μέρες την εβδομάδα, μέχρι αργά τη νύχτα και είχε φτάσει σε κατάσταση απόλυτης ψυχοσωματικής και συναισθηματικής εξάντλησης. Εκείνες τις μέρες μάλιστα έτυχε να τον δαγκώσει στο δρόμο ένας αδέσποτος σκύλος και για πρώτη φορά στην ζωή του ο Jesse βίωσε την ολική αναισθησία. Από το νοσοκομείο γύρισε στο σπίτι του με λεωφορείο και κάθισε σε μια καρέκλα. Εκείνη τη στιγμή μπήκε στο δωμάτιο του ο επτάχρονος γιος του, και ο Jesse τον κοίταξε με ένα καινούργιο και περίεργο τρόπο, κάπως «σαν να μην ήταν το παιδί του καθόλου κάτι ξεχωριστό από τον ίδιο». Και τότε άρχισε το ταξίδι του…

Τη στιγμή που κοίταξε το ρολόι του τοίχου, το άκουσμα του τραμ απ’ έξω έγινε μια ατελείωτη μουσική του Ραβέλ (προφανώς το Μπολερό) και αισθάνθηκε πολύ χαρακτηριστικά ότι ο χρόνος κινείται προς τα πίσω. Ταυτόχρονα ένιωσε πως ο ίδιος ήταν πάνω σε μια ταινία και κουνιόταν  προς τα πίσω και προς τα κάτω. Έπεφτε χωρίς να μπορούσε να αλλάξει τίποτα: «Ο άνθρωπος ξεκίνησε το πιο παλιό ταξίδι του κόσμου: το ταξίδι πίσω στο χρόνο» (R. D. Laing). Αυτή η αίσθηση του προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση και αναταραχή. Κατόπιν είχε την αίσθηση ότι μπορούσε να ελέγξει απόλυτα τον εαυτό του και ότι μπορούσε να κάνει οτιδήποτε που θελήσει…

Έπειτα ήρθε η γυναίκα του και όταν της είπε πως τα βλέπει τα πράγματα, αυτή τρόμαξε και κάλεσε τον γιατρό. Τον πήγαν στο νοσοκομείο. Όταν τον έβαλαν στο κρεβάτι, νόμιζε ότι πέθανε. Είχε την αίσθηση ότι γύρω του βρίσκονται και άλλοι νεκροί άνθρωποι, που ήταν εκεί μόνο επειδή περίμεναν να τους μεταφέρουν στην άλλη πτέρυγα. «Αυτός δεν πέθανε φυσικά, αλλά πέθανε το εγώ του. Ταυτόχρονα με το χάσιμο του εγώ, με αυτό το θάνατο, ήρθαν και οι αισθήσεις για την αυξημένη σημασία και σπουδαιότητα των πάντων…» Και τότε καταλήφθηκε από την αληθινή αίσθηση πως ταξιδεύει πίσω στο χρόνο, πως οπισθοδρομεί και μάλιστα παρά πολύ πίσω στο χρόνο: όχι μόνο που ξανά έγινε μωρό και άκουσε τα κλάματά του, αλλά γύρισε πολύ πίσω στις άλλες εποχές όπου ήταν μεγάλο ζώο, κάτι σαν ρινόκερος…

Ένα τέτοιο ταξίδι βιώνεται σαν πορεία προς τα «μέσα», σαν επιστροφή μέσα από την προσωπική ζωή του ταξιδιώτη, μέσα και πίσω και πέρα μέχρι την εμπειρία ολόκληρης της ανθρωπότητας, του πρώτου ανθρώπου, του Αδάμ, και ίσως ακόμα μακρύτερα ως το Είναι των ζώων, των φυτών και των ορυκτών. Παρόλο που δεν έχει την σιγουριά του λιμανιού της προσωπικής ταυτότητας, έχοντας τη ριγμένη άγκυρα σε αυτό το χρόνο και σ’ αυτό το μέρος, ο ταξιδιώτης μπορεί και συνεχίζει να είναι απόλυτα συνειδητοποιημένος αυτού του χρόνου και χώρου.

Όταν έφτασε στο νοσοκομείο ο Jesse είχε μια αρκετά μεγάλη πληγή στο δάχτυλό του, αλλά δεν άφησε τη νοσοκόμα να του την περιθάλψει, έχοντας μία φοβερή αίσθηση ότι μπορεί να αυτοθεραπευτεί. Την επόμενη μέρα όντως το δάχτυλό του έγινε καλά. Αντιλαμβανόταν ιδιαίτερα καθαρά ότι όλα τα πράγματα χωρίζονται σε τρία επίπεδα: προθάλαμο, μεσαίο κόσμο και ανώτερο κόσμο. Οι περισσότεροι άνθρωποι περίμεναν στον προθάλαμο για να περάσουν στο επόμενο τμήμα, όπου τελικά βρέθηκε ο ίδιος: «Ήταν σαν ένα είδος ξυπνήματος, απελευθέρωσης, και είχα την καθαρή συνείδηση του ανώτερου επιπέδου όπου βρισκόμουν. Αισθανόμουν (είχα την άμεση γνώση) του ‘’δεύτερου επιπέδου’’ της ύπαρξης που κείται όχι μόνο πάνω από το προθάλαμο αλλά και πάνω από την πραγματικότητα –κείται πάνω και από τα δύο, και είναι σαν ένα είδος τριεπίπεδης ύπαρξης… Δεν υπήρχα πλέον σε ρέουσα στιγμή, αλλά έπλεα μέσα στο χρόνο και υπήρχα σε μια άλλη χρονική διάσταση που συμπλήρωνε το χρόνο το οποίο ζούσα τώρα… Μπορούσα και ταξίδευα πολύ πιο γρήγορα προς τα πίσω από ότι προς τα μπρος».

Ο Jesse αισθάνθηκε ότι υπάρχουν, όχι ένας θεός αλλά θεοί, όντα που είναι πολύ πιο εξελιγμένα από εμάς, ικανά να αντεπεξέλθουν με τη κατάσταση με την οποία αυτός δεν τα κατάφερε, και επίσης ήξερε πως ο καθένας μας κάποια στιγμή στη ζωή του πρέπει να κάνει κάτι τέτοιο. Έπειτα ένιωσε ότι και ο θεός ήταν «τρελός»,επειδή κουβαλούσε πάνω του όλο αυτό το βάρος της επίγνωσης και κυβέρνησης των πάντων: «Η αιτία των πάντων και όλης της ύπαρξης είναι να σε προετοιμάσει για ένα βήμα παρά πάνω και άλλο ένα πιο πέρα»…

Ο Jesse κατάλαβε ότι με το ταξίδι αυτό έμαθε τα στάδια που πρέπει όλοι μας κάποια στιγμή να περάσουμε και δεν είναι μόνο ένα αλλά άπειρα στάδια. Έμαθε επίσης πως υπάρχει τεράστιος αριθμός πραγμάτων με τα οποία συγκρουόμαστε, που δεν μας αφήνουν να δεχτούμε την πραγματικότητα όπως πραγματικά είναι, και είναι ένα ταξίδι που μας περιμένει και πρέπει να κάνουμε. Η κάθε αναβολή του μας οπισθοδρομεί, αντί να προχωρούμε στο σκαλοπάτι της εξέλιξης. Κάποια στιγμή για τον Jesse τα πράγματα άρχισαν να γίνονται όλο και πιο πολύπλοκα. Μιλούσε συνέχεια, και τον έβαλαν σε απομόνωση: «Τους παρακάλεσα να αφήσουν ανοιχτή πόρτα και ευτυχώς το έκαναν. Θυμάμαι ότι εκείνη τη νύχτα πάλευα με κάτι που ήθελε από εμένα να παραδοθώ σε εμπειρία, να συνεχίσω την πορεία και εγώ ένιωθα έναν φόβο και πανικό ότι το πνεύμα μου δεν χωράει άλλη εμπειρία. Ποτέ δεν ήμουν θρησκευόμενο άτομο, αλλά τότε πράγματι έχω περάσει τον Γολγοθά. Αισθάνθηκα ότι δεν αντέχω άλλο την πίεση μέσα στο μυαλό μου και αποφάσισα να γυρίσω πίσω. Καθόμουν στο κρεβάτι και σκέφτηκα ότι πρέπει να συμμαζευτώ επιτέλους, να ενωθώ με το τωρινό μου Εγώ… Έτσι ακριβώς ένιωσα. Εκείνη τη στιγμή ήρθε η νοσοκόμα και μου έδωσε τα φάρμακα. Εγώ έσφιξα δυνατά τα χέρια μου και επαναλάμβανα συνεχώς μέσα μου το όνομα μου, λέγοντας φωναχτά ότι έγινα καλά και δεν θα πάρω άλλα φάρμακα, και εκείνη τη στιγμή ένιωσα ότι πραγματικά όλα τέλειωσαν. Η νοσοκόμα φώναξε τον γιατρό. Και σ’ αυτόν είπα το ίδιο, ότι δεν θα πάρω άλλα ηρεμιστικά, ότι έγινα καλά. Αυτός με κοίταξε κάπως βαθιά στα μάτια και είπε: ‘’Ναι, το βλέπω’’ και χαμογέλασε»…

«Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι μια τέτοια εμπειρία δεν θα έχει και ένα καταστροφικό αποτέλεσμα» σχολιάζει ο Λάινγκ. «Ο Jesse έζησε τρία επίπεδα πραγματικότητας, αντί το συνηθισμένο ένα. Εκτός από το πέρασμα του Γολγοθά, δεν έχει συνδέσει το ταξίδι του με καμία ιδεολογία. Δεν είχε κανέναν χάρτη. Αλλά ήξερε ότι με αυτή την εμπειρία έπεσε σε κατάσταση ανώτερης και όχι κατώτερης πραγματικότητας, υπερ-φυσιολογικότητας και όχι υπο-φυσιολογικότητας».

 
ΤΑΞΙΔΙ ΧΩΡΙΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Ο Gregory Bateson στην εισαγωγή που έκανε το 1961 σε μια αυτοβιογραφική έκθεση σχιζοφρένειας του 19ου αιώνα με τίτλο Η Αφήγηση του Πέρσεβαλ. Η Έκθεση ενός Ασθενούς για την Ψύχωσή του, λέει τα εξής: «Θα έλεγε κανείς πως όταν ο ασθενείς έχει μπει στο στάδιο της ψύχωσης, έχει να διανύσει κάποια πορεία. Έχει κατά κάποιο τρόπο ξεκινήσει για ένα εξερευνητικό ταξίδι που θα ολοκληρωθεί μόνο με την επιστροφή του στο φυσιολογικό κόσμο, στον οποίο έρχεται πια έχοντας διαφορετικές αντιλήψεις από τους άλλους κατοίκους του, που δεν ξεκίνησαν ποτέ για ένα τέτοιο ταξίδι. Εφόσον αρχίσει, το σχιζοφρενικό επεισόδιο φαίνεται πως έχει μία συγκεκριμένη πορεία, όπως έχει και μία ιεροτελεστία μύησης –θάνατο και αναγέννηση– στην οποία ο αρχάριος μπορεί να έχει φτάσει σπρωγμένος από την οικογενειακή του ζωή ή από τυχαίες περιστάσεις, αλλά η οποία στη συνέχεια προσδιορίζεται κατά πολύ από μία ενδογενή διαδικασία. Σύμφωνα με αυτά, η αυθόρμητη αποκατάσταση δεν αποτελεί πρόβλημα. Αντίθετα, είναι η φυσική κατάληξη όλης της διαδικασίας. Αυτό που πρέπει να εξηγηθεί είναι το γιατί πολλοί που ξεκινάνε γι’ αυτό το ταξίδι δεν καταφέρνουν να γυρίσουν πίσω; Μήπως αυτοί αντιμετωπίζουν είτε στην οικογενειακή ζωή είτε στα θεραπευτικά ιδρύματα, συνθήκες τόσο τερατωδώς αντενδεικνυόμενες για προσαρμογή, που ακόμα και η πιο πλούσια και καλά οργανωμένη παραισθησιακή εμπειρία να μην μπορεί να τους σώσει;»

Στην Γενική ψυχοπαθολογία του Karl Jaspers διαβάζω για μια άλλη προσωπική εμπειρία ψύχωσης από την οποία σας παρουσιάζω ένα πολύ ενδιαφέρον απόσπασμα: «Πιστεύω ότι μόνος μου έχω προκαλέσει αυτήν την αρρώστια. Προσπαθώντας να εισβάλω στον άλλο κόσμο, συνάντησα τους δικούς του φυσικούς προστάτες, που δεν ήταν τίποτα άλλο παρά υλοποίηση των αδυναμιών και μειονεκτημάτων του ίδιου μου εαυτού. Πρώτα πίστευα ότι επρόκειτο για τους κατοίκους κατώτερου κόσμου που μπόρεσαν να παίζουν μαζί μου γιατί βρέθηκα στις περιοχές τους εντελώς απροετοίμαστος. Μετά σκέφτηκα ότι αυτοί είναι αποσπασμένα κομμάτια του ίδιου μου του πνεύματος (πάθη), που υπάρχουν σε ελεύθερο χώρο γύρω μου και βλαστάνουν πάνω στα συναισθήματά μου. Πίστευα ότι και όλοι οι άλλοι τα έχουν αλλά δεν τα αντιλαμβάνονται χάριν στο πετυχημένο ψέμα για την αίσθηση της προσωπικής ύπαρξης. Πίστευα πως αυτή η αίσθηση είναι ένα προϊών μνήμης, δημιούργημα σκέψης, μία όμορφή κούκλα κούφια από μέσα… Πολύ νωρίς προσπάθησα να φτάσω στη πηγή της ζωής και με πρόλαβε η κατάρα των θεών: η τρέλα».

Όταν ένα άτομο χάνει τα λογικά του, δηλαδή τρελαίνεται, η θέση του σε όλα τα πεδία ύπαρξης αλλάζει σημαντικά. Καταρχάς το κέντρο της εμπειρίας μεταφέρεται από το Εγώ στον πραγματικό εαυτό. Ο κοσμικός χρόνος γίνεται εντελώς δευτερεύουσας σημασίας και μόνο το αιώνιο έχει σημασία. Εντωμεταξύ ο «τρελός» είναι σε σύγχυση, επειδή συγχέει το Εγώ με τον πραγματικό εαυτό, το εσωτερικό με το εξωτερικό, το φυσικό με το υπερφυσικό. Αυτός ισχυρίζεται πως είναι νεκρός.

Θα έλεγα πως κάποιες υπερβατικές εμπειρίες είναι οι πραγματικές πηγές όλων των θρησκειών. Η πίστη στο Θεό βασίζεται σ’ ένα είδος μυστικισμού και η κάθε θρησκεία έχει τα μυστικιστικά της στοιχεία. Ο άνθρωπος, ως ένα παράλογο ον που είναι ταυτόχρονα και λογικό, βρίσκεται συνέχεια στην αναζήτηση για αποδείξεις της παράλογης πίστης του. Γι’ αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο που κάποιοι ψυχωτικοί έχουν υπερβατικές, μυστικιστικές εμπειρίες. Και συνήθως δεν τις είχαν ποτέ πριν και δυστυχώς δεν έχουν την δυνατότητα να τις έχουν ξανά, γιατί χάνονται στα πολύπλοκα τούνελ της ψυχής τους, του εσωτερικού κόσμου τους, κουβαλώντας μαζί όλες τις προκαταλήψεις και φόβους με τους οποίους μεγάλωσαν, την έλλειψη αυτοπεποίθησης…

Ο Jesse ήταν τυχερός γιατί ήταν φίλος του Laing και βρέθηκε κάτω από ειδική επίβλεψη, έπαιρνε σχετικά ελαφρά ηρεμιστικά… Πολλοί άνθρωποι μπαίνουν σ’ αυτόν τον εσωτερικό κόσμο χωρίς οδηγό, μπερδεύοντας την εξωτερική με την εσωτερική πραγματικότητα, τα μέσα με τα έξω. Η διαδικασία εισόδου απ’ αυτόν τον κόσμο στον άλλο και η επιστροφή από τον άλλο σ’ αυτόν, είναι τόσο φυσική όσο η γέννηση και ο θάνατος. Στο σημερινό όμως κόσμο, όπου ακόμη κυριαρχεί η άγνοια και ο τρόμος για τον άλλο κόσμο, όταν η «πραγματικότητα», η ύλη από την οποία είναι φτιαγμένος αυτός ο κόσμος, σπάσει και κάποιος άνθρωπος μπει στον άλλον κόσμο, είναι επόμενο να χαθεί, να τρομοκρατηθεί και να μη βρει κατανόηση από τους άλλους.

Ο RONALD D. LAING ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ

Ο Όρος Αντιψυχιατρική, που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον David Cooper, συνήθως συνδέεται με την θεωρητική και πρακτική δραστηριότητα της ομάδας Άγγλων ψυχίατρων Ronald D. Laing, David Cooper και Aaron Esterson. Όμως ο Laing ο ίδιος ποτέ δεν αποκάλεσε έτσι το αντικείμενο της έρευνας με το οποίο ασχολήθηκε και για το οποίο αγωνίστηκε σ΄ όλη τη ζωή του. Κι όμως ο Laing θεωρείται ο πρώτος άνθρωπος της Αντιψυχιατρικής.

Ο Ronald D. Laing γεννήθηκε το 1927 στη Γλασκόβη, όπου και το 1951 τελείωσε τις σπουδές στην Ιατρική. Φοιτητής ακόμη άρχισε να συγκεντρώνει τις πρώτες του ψυχιατρικές εμπειρίες στο ψυχιατρείο της Γλασκόβης. Το 1957 ο Laing πιάνει δουλειά στη κλινική Tavistock και εκείνη την περίοδο μελετά τις Φροϋδικές και Νεοφροϋδικές έρευνες, που πραγματοποίησαν διάφοροι ψυχίατροι με υπαρξιακό-φαινομενολογικούς προσανατολισμούς: L. Binswanger, E. Minkowski, M. Boss. Όσον αφορά τους φιλόσοφους, η προσοχή του στράφηκε στον Ζαν Πολ Σαρτρ. Μελέτησε επίσης M. Heidegger και G. W. F. Hegel. Στις αρχές του 1960 έγινε διευθυντής της ψυχιατρικής κλινικής Langham στο Λονδίνο, και παρέμεινε σ’ αυτή τη θέση μέχρι το 1965.

Την ίδια περίοδο, μαζί με τον Cooper και τον Esterson, συμμετείχε σε μια μεγάλη ερεύνα του Tavistock Institute of Human Relations, στα πλαίσια της οποίας ασχολήθηκε με τις σχέσεις μέσα στις οικογένειες των σχιζοφρενών. Η περίοδος από το 1965-1970 απέκτησε το «στίγμα» της ίδρυσης και της λειτουργίας του Kingsley Hall, του πιο γνωστού αντιψυχιατρικού ιδρύματος στο οποίο ο Laing ήταν επικεφαλής. Το Kingsley Hall έκλεισε το 1970, και το καλοκαίρι  το 1971 ο Laing έφυγε στη Σρι Λανκα, όπου και αφοσιώθηκε στις βουδιστικές διδασκαλίες και το διαλογισμό κάτω από την επίβλεψη δασκάλου και ιερέα. Τα πιο γνωστά του βιβλία είναι Self and Others (1961), Divided Self (1957) και Sanity, Madness and Family (1964). Το 1964 έγραψε και το πιο σημαντικό του βιβλίο με τίτλο Τhe Politics of Experience. Σ’ αυτό παρουσίασε τις πιο ριζοσπαστικές του ιδέες και έθιξε την αποκαλυπτική υπόσταση της σχιζοφρενικής εμπειρίας.

Όταν ο Laing μιλάει για την ψυχική ασθένεια μιλάει πάντα για ψύχωση και τον ψυχωτικό τύπο ασθένειας, και όταν μιλάει για ψύχωση εννοεί πάντα την σχιζοφρένεια. Η νεύρωση και οι νευρωτικές ταραχές δεν ήταν ποτέ αντικείμενο της ενασχόλησης του καθώς και των υπόλοιπων αντιψυχίατρων. Για να καταλάβουμε τις θέσεις της αντιψυχιατρικής θεωρίας πρέπει να δούμε λίγο την ψυχιατρική της σύγχρονης εποχής. Ο τρελός της εποχής μας δεν μοιράζει πλέον την παρέα των διαφόρων κοινωνικών περιθωριακών, αλλά συνεχίζει και κουβαλάει το στίγμα του ηθικά ακάθαρτου, του λιγότερο άξιου, κάποιου που αξίζει να είναι βγαλμένος από την κοινωνική ζωή. Στον τρελό πλέον δεν αποδίδεται σχέση με τις «σκοτεινές δυνάμεις του κόσμου», όπως συνέβαινε πριν την Αναγέννηση, με την «παράλογη» αλήθεια του ανθρώπου, και με την ποιητική υπόσταση της αλήθειας.

Η «τραγική συνείδηση της τρέλας» (M. Foucault) υποχωρεί και φωλιάζει στη δημιουργία των προφητών της τέχνης (Νίτσε, Βαν Γκογκ Helderlin, Nerval κ.α.). Η τρέλα απλοποιείται και πτωχεύει χωρίς την κριτική της και χωρίς την τραγική της συνείδηση. Έτσι δεν μπορεί να είναι αναγνωρισμένη από την θετικιστική ψυχιατρική επιστήμη εκτός αν δεν είναι απομακρυσμένη από το οπτικό πεδίο των «σωφρόνων» ανθρώπων στο μέρος όπου ανήκει, στο άσυλο. Όμως, αναρωτιούνται οι αντιψυχίατροι, υπάρχει θέση στη ψυχιατρική για απολυτότητα, για θετικιστικό νου, για ένα αναλυτικό ορθολογισμό; Με άλλα λόγια το ερώτημα είναι αν μπορεί η ψυχιατρική να είναι θετική επιστήμη («natural science» Laing, The Politics of Experience) και ανάλογα να μην υποτάσσεται στους κανόνες που ισχύουν στις θετικές επιστήμες;

Ο άνθρωπος, αυτό «ον στον κόσμο», είναι το μοναδικό αντικείμενο που ενδιαφέρει την ψυχιατρική, άρα στην ψυχιατρική δεν υπάρχει χώρος για θετικιστικό αλλά για διαλεκτικό νου. Για να δείξουν μέχρι πιο βαθμό η ψυχιατρική πράξη είναι σε υπηρεσία του θετικιστικού νου, οι αντιψυχίατροι συνήθως θυμίζουν την «πραγματική φύση» αυτής της πράξης, την φύση της νοσογραφίας και της θεραπείας σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα: «Η νοσογραφία υπερασπίζει την θέση ότι ο άρρωστος έχει την αρρώστια σαν κάποιο εξωχρονικό επίθετο που κολλάει πάνω στο άτομό του, σαν κάτι δεδομένο. Η αρρώστια ως ολικότητα καλύπτει την προσωπική ψυχολογική πραγματικότητα και ο άρρωστος εξαφανίζεται ‘’πίσω’’ από την αρρώστια. Τα νοσογραφικά συμπτώματα και στοιχεία δεν είναι κάτι αυθεντικό αλλά είναι δεδομένα μίας γενικής παθολογικής εικόνας πίσω από την οποία κάποιος άστοχα θα ψάξει για ένα προσωπικό σχέδιο γνωρίζοντας ότι το κάθε άτομο έχει διαφορετικό τρόπο έκφρασης του προσωπικού πόνου,. Ο ψυχίατρος είναι εκείνος που, σύμφωνα με τις επιταγές της κοινωνίας, απομονώνει για δεύτερη φορά τον τρελό (πρώτη φορά το κάνουν οι συγγενείς) με το που τον τοποθετεί εκτός ύπαρξης, εκτός χρόνου, με το που τον βουτάει στην ακίνητη ανωνυμία των νοσογραφικών του περιγράφων» (J. Hochmann, Pour Une Psychiatrie Communitaire).

Το ψυχιατρικό ίδρυμα, το άσυλο, κατά τη φύση της εσωτερικής του δομής –ηθικής και φυσικής– αποκαλύπτει ξεκάθαρα την ανάγκη να απομονώνει τον τρελό από την κοινωνία και να χωρίζει αυστηρά την τρέλα και την κοινωνία, το παθολογικό και το κοινωνικό. Στο βιβλίο του The Divided Self (O Διχασμένος Εαυτός) ο Laing δείχνει πως υπάρχει ένα φυσιολογικό πέρασμα από την υγιής σχιζοειδή μορφή ύπαρξης προς την ψυχωτική μορφή ύπαρξης του «όντος μέσα στο κόσμο». Τη σχιζοειδή μορφή ύπαρξης διακοσμεί μια κατάσταση οντολογικής ανασφάλειας. Το χαμηλό επίπεδο της ασφάλειας κάνει το σχιζοειδές άτομο να νιώθει ότι απειλείται και από τις απλές καθημερινές καταστάσεις στη ζωή, έτσι ώστε να βρίσκεται σε μια μόνιμη προσπάθεια να προστατευτεί από τον κόσμο «γεμάτο απειλές». Μια «υγιής μορφή σχιζοειδούς ύπαρξης», σύμφωνα με τον Laing, μετατρέπεται σε ψυχωτική όταν το άτομο μέσα στην αυτοπροστασία και στην προσπάθεια του να οικοδομήσει τους φράχτες προς τον εξωτερικό κόσμο φτάνει στο σημείο να χάσει τη σχέση με άλλους ανθρώπους: «χάνει τη ζωτική επαφή με το κόσμο» (Minkowski) και γίνεται το μοναδικό αντικείμενο του εαυτού του.

Για τον Laing η ψύχωση έχει δύο βασικά χαρακτηριστικά: Πρώτον την διαταραχή και αποξένωση του ατόμου και δεύτερον έχει ένα ατομικό στίγμα: η γέννηση της και η διάρκεια της έχουν να κάνουν αποκλειστικά με την προσωπική ύπαρξη. Οι οικογένειες των σχιζοφρενών είναι γεμάτες από αντιφάσεις: αλλά είναι δύσκολο να ειπωθεί, ποια είναι τα δεδομένα που δημιουργούν και διατηρούν αυτές τις αντιφάσεις. Βασική όψη της αντίφασης σε οικογένεια του σχιζοφρενή είναι η λεγόμενη «παράλογη επικοινωνία» ή «διπλός δεσμός» (Sanity, Madness and the Family, R. D. Laing – A. Esterson). Για τον Laing η σχιζοφρένεια ως κατάσταση είναι ανύπαρκτη! Ο χαρακτηρισμός όμως είναι μια κοινωνική πράξη και ως αποτέλεσμα της κοινωνικής συνταγής που λογικοποιεί ένα σύνολο κοινωνικών ενεργειών με τις οποίες ένας άνθρωπος ταξινομείται από άλλους, που έχουν «νομική έγκριση, ιατρική εξουσιοδότηση και ηθική υποχρέωση» να αναλάβουν κάτι τέτοιο. Και ταξινομείται ως «τρελός».

Τελειώνοντας παραθέτω τα λόγια του Δρ. Στέβαν Βλάικοβιτς με τα οποία προλόγισε το βιβλίο Η Δυναμική του Ασυνείδητου του Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ: «Η συνείδηση μας είναι τόσο νέα και αδύναμη –άλλωστε είναι το νεότερο αποτέλεσμα της φυσικής εξέλιξης– που έχει την τάση να κλίνεται εύκολα πίσω από τα στιγμιαία κατορθώματα της, χωρίς να επιτρέπει στα ασυνείδητα ορμέμφυτα την ελεύθερη πρόσβαση. Όμως η συνείδηση, αν δεν το πληρώσει αυτό με νεύρωση (για αυτό το λόγο σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι το λιγότερο είναι νευρωτικοί) τότε κάτω από την επίδραση των εξωτερικών, δηλαδή κοινωνικών παραγόντων η συνείδηση κρατιέται επιφανειακά υγιής αλλά χωμένη στο καβούκι της, παγωμένη και στείρα. Χωρίς τα ορμέμφυτα και η πιο συνειδητή τελειότητα λειτουργεί στριφογυρίζοντας μέσα σε ένα φαύλο κύκλο. Γι’ αυτό το λόγο, αν το δούμε πιο γενικά, ένας διαισθητικός άνθρωπος θα βρει τον ‘’ήρωα’’ στην μικροπρεπή ακρίβεια που την περιφρονεί, και ο πιο ευφυής στοχαστής θα βρει την πηγή της δημιουργίας του στην τρέλα του, αν δεν την φοβάται».

 

ΑΡΓΗ ΣΑΝ ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΠΡΩΙΝΟ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΝΑΣ

Δεν ξέρω πως μπορεί να αισθανθεί ένας «παράφρονας» βλέποντας τους «σώφρονες» από την άλλη μεριά της «κόκκινης γραμμής» των διανοητικών συνόρων που τους χωρίζουν. Όταν μάλιστα έχει την συνείδηση πως οι άλλοι τον θεωρούν τρελό και αυτός δεν το πιστεύει για τον εαυτό του, γιατί τη στιγμή που το σκέφτεται δεν είναι τρελός, αλλά τη στιγμή που περνάει τη κρίση, δεν μπορεί να σκεφτεί λογικά, άρα πάλι δεν την έχει την συνείδηση της τρέλας… Τι σημαίνει όταν λένε οι άλλοι ότι είσαι τρελός, όταν σε κλίνουν σε ένα άσυλο ή σε μια ειδική κλινική, κοινώς τρελοκομείο, όταν σου δίνουν φάρμακα και από ‘κει και πέρα έχεις αυτή την ετικέτα από την οποία δεν μπορείς εύκολα να απαλλαγείς;

Έχω όμως κάποια εμπειρία, ας πούμε, από πρώτο χέρι. Πρόκειται για ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, που άρχισε να παρουσιάζει συμπτώματα ψυχοπαθολογίας. Η ιστορία αυτή άρχισε πριν από περίπου 20 χρόνια, την δεκαετία του 1980, στο Βελιγράδι όπου τότε ζούσα και σπούδαζα.

Εντελώς απροετοίμαστη βρέθηκα αντιμέτωπη με κάτι που ονομάστηκε από τους ειδικούς «νεανική σχιζοφρένεια», μια από τις αρρώστιες της εποχής μας. Ένα πολύ αγαπημένο μου άτομο, μια 20χρονη κοπέλα, τρελάθηκε. Θα την ονομάσω Μαρίνα. Η Μαρίνα λοιπόν ήταν ένα κορίτσι από το οποίο όλοι περίμεναν να κάνει κάτι πολύ ξεχωριστό στη ζωή της, να πετύχει, γιατί ήδη ήταν κάτι πολύ ξεχωριστό. Κανείς δεν περίμενε πως η Μαρίνα θα μπορούσε να τρελαθεί. Εκείνη την εποχή όπου τα πάντα επιτρεπόταν (με την καλή έννοια) όπου υπήρχε σχετικά μεγάλη ελευθερία και ο καθένας «πουλούσε τρέλα», κανείς δεν μπορούσε να υποψιαστεί την είσοδο της πραγματικής τρέλας στο μυαλό ενός πανέμορφου και ταλαντούχου κοριτσιού.

Εκτός από την καταπληκτική ομορφιά που διέθετε, πάντα μου θύμιζε το παραμύθι για τρεις αδελφές από τις οποίες η πιο μικρή ήταν η πιο όμορφη, ταλαντούχα, είχε απόλυτο αυτί, χόρευε καταπληκτικά μπαλέτο. Τελικά αποφάσισε να γίνει ηθοποιός και γράφτηκε σε σχολή δραματικής τέχνης. Έγραφε καταπληκτικά ποιήματα και αυτό είναι το μόνο πράγμα που κάνει και σήμερα φτιάχνοντας που και που κάτι πραγματικά μαργαριτάρια, όχι για να κατασκευάσει ένα «κολιέ» που θα το πουλήσει έπειτα, αλλά το κάνει από ανάγκη για να βγάλει από μέσα της, όπως κάνουν και τα όστρακα, κάποιο κόκκο άμμου που την ενοχλεί…

Τη Μαρίνα λοιπόν ένα χειμωνιάτικο πρωί, πριν από σχεδόν είκοσι χρόνια, τη μάζεψε από το δρόμο ένας αστυνομικός και την έφερε σπίτι μετά από την τριήμερη περιοδεία που κανένας δεν ήξερε που βρισκόταν. Αυτό ήταν το τελευταίο γεγονός σε μια αλυσίδα γεγονότων που αποδείχτηκαν συμπτώματα τρέλας. Είχε ήδη κουρευτεί μόνη της πολύ κοντά και με «τρύπες», πήγε στο δάσος και πέρασε εκεί τρεις μέρες. Κρυβόταν από τους ανθρώπους και αεροπλάνα, έπινε νερό από το χώμα και το πρόσωπο της ήταν λασπωμένο. Ταυτίστηκε με το ελάφι, ίσως γιατί είχε μάτια ελαφιού…

Όταν τελικά αποφάσισε να συμμαζευτεί και να «γυρίσει» πίσω στον κόσμο, θυμήθηκε ότι έχει να πάει στο κέντρο να κάνει κάποιες γραφειοκρατικές δουλείες σχετικά με τη σχολή της. Όμως εκεί την πήρε χαμπάρι ένας αστυνομικός και την έφερε σπίτι. Το όνομα και την διεύθυνση της δεν τα είχε ξεχάσει. Ήταν ολοκόκκινη στο πρόσωπο σαν να είχε πυρετό, όμως δεν είχε. Οι κόρες των ματιών της ήταν ανοιχτές σαν να είχε πάρει LSD. Όμως δεν είχε πάρει τίποτα. Έκανε μπάνιο με παγωμένο νερό, πέταξε όλα τα έπιπλα από το δωμάτιο της, κοιμήθηκε στους -15 C με ανοιχτό παράθυρο… Οι ειδικοί είπαν ότι πρέπει οπωσδήποτε να πάει στο νοσοκομείο γιατί βρίσκεται σε κατάσταση ψύχωσης και κατατονίας. Στην είσοδο του νοσοκομείου ικέτευε με τα μάτια ελαφιού να μην την αφήσουμε στα θηρία…

«Ο σχιζοφρενής είναι ένας άνθρωπος που έχει περίεργες εμπειρίες και ενεργεί με περίεργο τρόπο, κατά την άποψη των συγγενών του, συνήθως, και τη δικιά μας… Ο ψυχίατρος, παίρνοντας την κλινική στάση απέναντι στο υπό διάγνωση πρόσωπο, το οποίο ήδη βλέπει και ακούει σαν ασθενή, βρίσκεται πολύ κοντά στην πεποίθηση πως έχει απέναντι του το ‘’γεγονός’’ της σχιζοφρένειας» (R. D. Laing).

Την επόμενη μέρα ήρθαν οι γονείς της για να τη δουν, αναστατωμένοι αλλά και  με μία αίσθηση ότι πρέπει οπωσδήποτε κάπου να απολογηθούν και σαν να περίμεναν από τον γιατρό –τον απόλυτο εξουσιαστή των ασθενών– να τους επιβεβαιώσει ότι δεν φταίνε εκείνοι, αφού της έδωσαν τα πάντα, έκαναν ότι μπόρεσαν… Ήρθαν λοιπόν με πολλές τύψεις και με ένα ερώτημα καρφωμένο στη συνείδηση ο καθένας τους: «Μήπως φταίω εγώ; Που έκανα το λάθος;»

Την βρήκαν δεμένη στο κρεβάτι, χωρίς ένα δόντι, μελανιασμένη από τον αγώνα που έδωσε με τα «θηρία» (νοσοκόμοι ειδικοί στις περιπτώσεις). Ήταν ήρεμη, κοιτούσε με ένα θολό βλέμμα, ναρκωμένη από τα δυνατά φάρμακα, υπάκουη… Η Μαρίνα δεν είχε την τύχη να κάνει ένα σύντομο ταξίδι στο εσωτερικό της διάστημα. Η πορεία της κράτησε 20 χρόνια και συνεχίζει και σήμερα. Έχει μπει πολλές φορές στο ψυχιατρείο, έχει δοκιμάσει πολλές θεραπείες. Έπαιρνε τα φάρμακα, σταματούσε τα φάρμακα, ξανά «κρίση», ξανάμπαινε μέσα. Τώρα έχει περίπου δύο χρόνια που παίρνει τα φάρμακα ανελλιπώς, όχι επειδή πιστεύει σε τελική αποκατάσταση της ψυχικής της υγείας, αλλά επειδή φοβάται να μη ξανά μπει μέσα. Τις περισσότερες ώρες τις ζωής της περνάει μέσα στο δωμάτιο της, πίνει φάρμακα τακτικά, τρώει αρκετά, έβαλε πολλά κιλά, χάλασαν τα δόντια της από τα φάρμακα, προμηθεύτηκε μία μασέλα για «να μην φοβίζει τα παιδιά στο δρόμο» λέει. Τελευταία παρουσίασε και σάκχαρο στο αίμα…

«Με τα φάρμακα αισθάνομαι σαν τον δίσκο που γυρίζει 33 στροφές αντί 45. Έτσι, εκείνοι που βιάζονται μου φαίνονται λίγο αστείοι, όταν τους βλέπω πως αφήνουν πίσω τους ένα σωρό σκουπίδια, τα σκυλιά που δεν δαμάζονται… Έναν χρόνο που έγινε και ο δικός μου, παρόλο που δεν μου αρέσει. Ο χρόνος της βραδύτητας! Κάποτε ήμουν η πιο γρήγορη σ’ όλα, και τώρα είμαι αργή σαν το κυριακάτικο πρωί: IameasylikeaSundaymorning» (Απόσπασμα από ένα γράμμα της Μαρίνας).

Υπερανθρωπισμός, Version 0.01

από solinfitialipse, πηγή: http://koinostopos.espivblogs.net

Το «κίνημα»

Οι υποστηρικτές του, περιγράφουν τον υπερ-ανθρωπισμό[1] ως ένα κίνημα συμβατό με το σύνολο του πολιτικού φάσματος, που στοχεύει στην απελευθέρωση του ανθρώπου από την τυραννία των περιορισμών που του επιβάλλει η φύση. Ο στόχος θα επιτευχθεί μέσω της «βελτίωσης» του συνόλου των διανοητικών, φυσιολογικών και ψυχολογικών δυνατοτήτων του ανθρώπινου όντος, με την εφαρμογή των υφιστάμενων και μελλοντικών τεχνολογικών μέσων και σε τέτοιο βαθμό που θα οδηγήσει στη δημιουργία ενός νέου είδους, του μεταανθρώπου.

Οι υπερ-ανθρωπιστές θεωρούν τις ιδέες τους ως προέκταση του εκκοσμικευτικού ανθρωπιστικού εγχειρήματος του Διαφωτισμού, με το οποίο διατείνονται ότι μοιράζονται το στόχο της βελτίωσης της ανθρώπινης συνθήκης με τη χρήση του λόγου, της επιστήμης και της τεχνολογίας. Ωστόσο, συχνά κατηγορούν τον ανθρωπισμό για έλλειψη θάρρους και οράματος, εφόσον αποδέχεται τους περιορισμούς που η φύση θέτει στο ανθρώπινο σώμα και δεν επιδιώκει την υπέρβασή τους, σε αντίθεση με τον υπερ-ανθρωπισμό[2]. Σε αυτή τη βάση, ο υπερ-ανθρωπισμός συμβολίζεται ως Ανθρωπισμός Συν (Α+) [Humanism Plus (H+)] και μετασχηματίζει το ανθρωπιστικό πρόταγμα της απελευθέρωσης του ανθρώπου, στον υπερ-ανθρωπιστικό  στόχο της υπέρβασης των βιολογικών περιορισμών του ανθρώπινου σώματος.

ΤεχνοΑνθρωπότητα

Σύμφωνα με τους υπερ-ανθρωπιστές, το να πάρουμε την εξέλιξη στα χέρια μας και να αντικαταστήσουμε την τυχαιότητα με το σκόπιμο σχεδιασμό, αποτελεί μια αναγκαιότητα, καθώς ο άνθρωπος, ως προϊόν της φυσικής εξελικτικής διαδικασίας, είναι γεμάτος ατέλειες και ανεπάρκειες που γίνονται ιδιαίτερα απαγορευτικές για το ευ ζην στις συνθήκες της σύγχρονης ζωής. Οι τελευταίες συνοδεύονται από ραγδαίες αλλαγές, ανθρωπογενούς κατά βάση προέλευσης, που συμβαίνουν στα διάφορα ανθρώπινα περιβάλλοντα. Ιδιαίτερα όσον αφορά το φυσικό και το τεχνολογικό περιβάλλον, οι ραγδαίες μεταβολές ασκούν πιέσεις στο ανθρώπινο είδος, καθιστώντας την ανάγκη για την εξέλιξή του επιτακτική. Με άλλα λόγια, πρέπει να εξελιχθούμε ως είδος προκειμένου να επιβιώσουμε της περιβαλλοντικής κρίσης που έχουμε προκαλέσει, αλλά και να μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε την εκθετικά αυξανόμενη  τεχνολογική νοημοσύνη που έχουμε κατασκευάσει και να μπορέσουμε να αποκομίσουμε όλα τα ωφέλη της.

Το ψευδοδίλημμα που θέτει ο υπερ-ανθρωπισμός στην ανθρωπότητα είναι απόλυτο: θα γίνουμε είτε υπερ-άνθρωποι (και σε επόμενο στάδιο μετά-άνθρωποι) είτε υπάνθρωποι. Οι ανθρώπινες κοινωνίες θα οδηγηθούν ντετερμινιστικά στο μαρασμό, αφού η στασιμότητα της ανθρώπινης εξέλιξης θα οδηγήσει στον εκφυλισμό του ανθρώπινου όντος. Ορισμένοι υπερ-ανθρωπιστές έχουν χρησιμοποιήσει εικόνες απο σύγχρονες πολιτικές φρικαλεότητες και βασανισμούς προκειμένου να ισχυριστούν ότι ο εκφυλισμός έχει ήδη αρχίσει[3].

Ορισμένοι υπερ-ανθρωπιστές υποστηρίζουν ρητά ότι ο άνθρωπος είναι, είτε μας αρέσει είτε όχι, μια μηχανή[4]. Όλα τα στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης που διαφεύγουν του απόλυτου έλεγχου και της χειραγώγησης, όπως τα συναισθήματα, επανερμηνεύονται ως μηχανικές ατέλειες και ανάγονται στον «παρωχημένο» φυσικό σχεδιασμό και τους φυσικούς περιορισμούς του ανθρώπινου είδους. Στο πλαίσιο της υπερ-ανθρωπιστικής σκέψης, ακόμη και ο θάνατος ανανοηματοδοτείται ως «ασθένεια» η οποία δεν είναι πλέον ανεκτή, καθώς περιορίζει την ατομική ελευθερία.

Επιπλέον, ο θάνατος πρέπει να εξαλειφθεί γιατί στέκεται εμπόδιο για την απόλαυση των ωφελειών και των ανέσεων,  αφού μπορεί να μας βρει πριν προλάβουμε να καταναλώσουμε αρκετά από τα βιώματα που καθιστά δυνατά η υψηλή τεχνολογία.

Το μηχανιστικό και αναγωγιστικό πλαίσιο της υπερ-αθρωπιστικής σκέψης είναι προφανές τόσο στην αντίληψη του αθρώπινου σώματος στη σημερινή του εκδοχή, όσο και στη σύλληψη μιας μελλοντικής ιδεατής του μορφής. Το ιδανικό ανθρώπινο σώμα για τη μετάβαση προς τον μεταάνθρωπο, είναι περασμένο από τα φίλτρα της οικονομίας και της αποτελεσματικότητας και ορίζεται με τους αντίστοιχους όρους της ποσοτικοποιημένης εργαλειακότητας και λειτουργικότητας. Με λίγα λόγια, υποτίθεται ότι θα γίνουμε πιο αποτελεσματικά υποκείμενα εμπειρίας αν, για παράδειγμα, αυξήσουμε την ικανότητα απομνημόνευσης, γίνουμε περισσότερο «αποδοτικοί ενεργειακά» μειώνοντας υποτιθέμενες ενεργειακές απώλειες που απορρέουν από τις σωματικές λειτουργίες (να καταργήσουμε την πέψη), περισσότερο αποδοτικά συναισθηματικά υποκείμενα εάν απομακρύνουμε τις «άσκοπες» συναισθηματικές καταστάσεις, κλπ.[5]. Εννοείται ότι κεντρικό ρόλο σε αυτή τη συζήτηση, έχει ο έλεγχος της σεξουαλικότητας και της αναπαραγωγής.

Εφόσον όλα απορρέουν από την ατελή βιολογική εξέλιξη, τα πάσης φύσεως ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης σε όλα τα επίπεδα (ατομικά και συλλογικά), θα λυθούν με τον επανασχεδιασμό του ανθρώπινου όντος σε μια τεχνολογική βάση. Αυτό, παράλληλα με τις ευγονικές «βελτιώσεις» σε γενετικό επίπεδο, θα επιτευχθεί με σταδιακή εν-σωμάτωση της τεχνολογίας, που θα αντικαθιστά τα φθαρτά φυσικά τμήματα του ανθρώπινου σώματος, συμπεριλαμβανομένου και του εγκεφάλου.Έτσι, εκτός του ότι θα απελευθερωθούμε από το θνητό φυσικό σώμα, η τεχνολογική αθανασία ανοίγει μπροστά μας και ένα απεριόριστο σύνολο αξιών, δυνατοτήτων και επιλογών, όπως είναι για παράδειγμα η δυνατότητα φόρτωσης του «εαυτού» στον κυβερνοχώρο, όπου θα καταναλώνουμε, σε ταχύτητες φωτός, πληροφορίες και εμπειρίες εικονικής πραγματικότητας, και τα πολλαπλά αντίγραφα του «εαυτού» θα μπορούν να συναναστρέφονται με διάφορους άλλους κυβερνο-εαυτούς, συνθέτοντας έτσι την απόλυτη συλλογική «υπερ-διάνοια».

Εννοείται δε, ότι η η υψηλή τεχνολογία και η αυτοματοποίηση θα μας έχει ήδη απελευθερώσει από την εργασία και έτσι ο άνθρωπος θα μπορεί να επιδοθεί απερίσπαστος στο αέναο κυνήγι των διαφόρων ηδονών, οι περισσότερες-αν όχι όλες- εκ των οποίων θα είναι τεχνολογικά διαμεσολαβημένες. Επιπλέον, τα διάφορα τεχνολογικά τέκνα των ανθρώπων, θα αποκτήσουν αυθυπαρξία και ανεξαρτησία: οι υπερ-ανθρωπιστές περιμένουν εναγωνίως το σημείο που ονομάζεται Singularity (Μοναδικότητα;) και τοποθετείται χρονικά μεταξύ του 2035-2045, οπότε και η τεχνολογική νοημοσύνη φτάνει σε τέτοιο σημείο, όπου τα διάφορα τεχνο-όντα όχι μόνο αυτοαναπαράγονται, αλλά και σχεδιάζουν την περεταίρω εξέλιξή τους «συνειδητά». Ενίοτε, στην υπερ-ανθρωπιστική σκέψη το σημείο αυτό παραλληλίζεται με την έννοια της επανάστασης, όπως τη συνέλαβε ο Μάρξ [6] και μετά από αυτό, καμία εκτίμηση για το μέλλον δεν έχει νόημα.

Και τι γίνεται εάν τα τεχνολογικά τέκνα του ανθρώπου αρχίσουν να εκδηλώνουν κυριαρχικές συμπεριφορές, ανάλογες με αυτές που εκφράζει η ανθρωπότητα απέναντι στις άλλες μορφές ζωής τις οποίες βαφτίζει κατώτερες, προκειμένου να νομιμοποιήσει τους συνήθως φρικαλέους τρόπους με τους οποίους τις χρησιμοποιεί για τους σκοπούς της; Αυτός αλλά και πολλοί άλλοι κίνδυνοι  που ενέχονται  στην υλοποίηση του υπερ-ανθρωπιστικού οράματος,  συμπεριλαμβάνονται στις εκτιμήσεις των ίδιων των υπερ-ανθρωπιστών, σύμφωνα με τις οποίες υπάρχει ένα ποσοστό 25% «υπαρξιακού ρίσκου», δηλαδή ολοκληρωτικής καταστροφής. Για μια μεγάλη μερίδα των υπερ-ανθρωπιστών, το ρίσκο αυτό είναι μικρό σε σχέση με τη θεοποίηση που σηματοδοτείται από τη Μοναδικότητα: «Θα γίνουμε θεοί», λέει ο ανθρωπο-κλωνοποιός Richard Seed. «Αν δε σου αρέσει σπάσε. Αλλά εάν πρόκειται να παρέμβεις στη δική μου πορεία προς τη θεοποίηση, τότε θα έχουμε πολύ μεγάλο πρόβλημα. […] Αν προσπαθήσεις να με σταματήσεις, ή θα με σκοτώσεις ή θα σε σκοτώσω»[7].

ΤεχνοΦύση

Η Φύση κατά τον υπερ-ανθρωπισμό είναι τυραννική[8], καθώς επιβάλλει περιορισμούς στον άνθρωπο. Εκτός αυτού είναι ανεπαρκής και ατελής, αλλά «δικαιολογημένη», αφού δεν …διέθετε τα σύγχρονα και μελλοντικά τεχνολογικά εργαλεία ώστε να παράξει μια περισσότερο αποτελεσματική φυσική εξέλιξη[9].

Παράλληλα, οι υπερ-ανθρωπιστές αγωνιούν να πείσουν για τη φυσικότητα του οράματός τους[10], στη βάση του ότι προκύπτει ως αναπόφευκτη ανταπόκριση στην ανθρώπινη ανάγκη να τροποποιεί, -όπως άλλωστε κάθε είδος- το περιβάλλον του. Επιπλέον, λέγεται ότι ανταποκρίνεται στην αποκλειστικά ανθρώπινη αρχέγονη ανάγκη για διαρκή βελτίωση και υπέρβαση των ορίων και των περιορισμών.

Περιέργως  αν σκεφτούμε την ανθρωπιστική καταγωγή[11] του υπερ-ανθρωπισμού, οι οπαδοί του δηλώνουν[12] ότι δεν είναι ανθρωποκεντριστές ή ειδιστές:

«Από την υπερανθρωπιστική σκοπιά, οι άνθρωποι, τα τεχνήματά τους και τα εγχειρήματά τους, αποτελούν τμήμα της διευρυμένης βιόσφαιρας. Δεν υπάρχει θεμελιώδης διχοτομία μεταξύ της ανθρωπότητας και του υπόλοιπου κόσμου. Μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι στο πρόσωπο του ανθρώπινου είδους η φύση απέκτησε επίγνωση και αυτό-στοχασμό»[13].

Ο ισχυρισμός αυτός είναι ανυπόστατος, αφού με μια πιο προσεκτική ματιά φαίνεται ότι το μόνο χαρακτηριστικό στη φύση που αξιολογείται θετικά από τους υπερ-ανθρωπιστές είναι η ανθρώπινη νοημοσύνη, και αυτή όχι όπως την έχουμε παραλάβει από τη φύση, αλλά όπως θα προκύψει όταν περάσει από το φίλτρο του ανθρώπινου μετασχηματισμού και ελέγχου, για να εκφραστεί ως αυτόνομη τεχνολογική νοημοσύνη. Με άλλα λόγια, όχι μόνο η αξιολογική αφετηρία τους είναι ανθρωποκεντρική με τη σκληρότερη έννοια του όρου, αλλά σε συνδιασμό με μια ιδιότυπη αυτοσιχασιά, μάλλον δε μιλάμε μόνο για διάθεση «παιχνιδιάρικης καλλιτεχνικής έκφρασης», αλλά για γενικότερη απέχθεια του φυσικού.

Όταν λοιπόν οι υπερ-ανθρωπιστές διακηρύσσουν ότι δεν είναι ανθρωποκεντριστές, συνήθως το κάνουν στην προσπάθεια να λειάνουν το έδαφος για μια ηθική αντιμετώπιση της «τεχνολογικής συνείδησης» που υποτίθεται πως θα έχουν τα μελλοντικά τεχνο-όντα, και όχι ως ευρεία αναγνώριση μορφών συνείδησης σε μη ανθρώπινα όντα.

Η φαντασιωμένη συγχώνευση της Φύσης με την Τεχνολογία πραγματοποιείται ξεκάθαρα εις βάρος της πρώτης, καθώς για τους υπερανθρωπιστές σηματοδοτεί την απόλυτη κυριαρχία επί της Φύσης. Η τεχνολογική σύγκλιση στην οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια, είναι το όχημα για την πραγματοποίηση της ενοποίησης μεταξύ των φυσικών και τεχνητών όντων, και την εξασφάλιση του ελέγχου όλων των επιπέδων της ύλης. Κατά τα άλλα, οι ίδιες τεχνολογίες που θα χρησιμοποιηθούν για την εξόντωση του φυσικού, και οι οποίες όπως προείπαμε εμφανίζονται ως πανάκεια και μονόδρομος, αυτές και θα εξαλείψουν και όλα τα συμπτώματα της περιβαλλοντικής κρίσης[14]. Άλλωστε, χωρίς το άτακτο φυσικό περιβάλλον, δεν υπάρχει περιβαλλοντικό πρόβλημα…

Σύγκλιση NBIC

Κάτι που πρέπει να γίνει σαφές σε αυτό το σημείο, είναι ότι οι υπερ-ανθρωπιστές δεν αποτελούνται μόνο από διαφόρων ειδών τεχνο-οπτιμιστικά «φρικιά» που φαντασιώνονται ένα μέλλον επιστημονικής φαντασίας, αλλά σε μεγάλο βαθμό από «επιφανείς» δυτικούς, ως επί το πλείστον, επιστήμονες και φιλόσοφους, πολλοί από τους οποίους κατευθύνουν τις εξελίξεις, όντας επικεφαλής των πεδίων έρευνας και ανάπτυξης που αντιστοιχούν στις τεχνολογίες που βασίζουν το υπερανθρωπιστικό όραμα, και ασκώντας «συμβουλευτική» δραστηριότητα στους «λήπτες αποφάσεων».

Έτσι βρίσκουμε την ιδέα της σύγκλισης της νανοτεχνολογίας, της βιοτεχνολογίας, της πληροφορικής και της γνωσιακής επιστήμης (convergence NBIC), η υλοποίηση της οποίας έχει υποδειχθεί από τους υπερ-ανθρωπιστές ως το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της πραγματοποίησης του οράματος τους, να αποτελεί τον πρωταρχικό ερευνητικό στόχο σε Ευρώπη και ΗΠΑ και να θεωρείται μια βέβαιη μεσοπρόθεσμη εξέλιξη.

Στην περίπτωση των ΗΠΑ, η σύνδεση μεταξύ της τεχνολογικής σύγκλισης και του υπερ-ανθρωπιστικού προτάγματος εκφράζεται ρητά και επίσημα μέσω επιστημονικών εκθέσεων που χρηματοδοτούνται απο το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών. Οι υπερ-ανθρωπιστικές θέσεις προωθούνται ανοιχτά και μέσω διαφόρων φορέων «συμβουλευτικής επιστήμης», όπως για παράδειγμα το λεγόμενο «Συμβούλιο Βιοηθικής του Προέδρου».

Στην Ευρώπη, όπου υπάρχει το ενοχλητικό προηγούμενο αντίστασης σε ορισμένα εγχειρήματα τεχνολογικής επιβολής όπως τα μεταλλαγμένα, η «συμβουλευτική επιστήμη» δηλώνει αποστασιοποίηση από τον υπέρ-ανθρωπισμό, και υιοθετεί μια διαφοροποιημένη ρητορική για την προώθηση του εγχειρήματος της τεχνολογικής σύγκλισης. Σύμφωνα με αυτή, οι ευρωπαίοι πολίτες θα κληθούν ώστε με «συμμετοχικές διαδικασίες» να «συνδιαμορφώσουν» μαζί με εταιρίες, επιστήμονες και πολιτικούς, την κατεύθυνση της τεχνολογικής σύγκλισης και τις εφαρμογές της. Με άλλα λόγια, υποτίθεται πως οι ευρωπαίοι θα διατυπώσουν οι ίδιοι  «δημοκρατικά» την πιο εύπεπτη σειρά με την οποία θα καταπιούν τις νέες τεχνολογίες.

Τελικά?

Ο δρόμος της μετεξέλιξης του παγκόσμιου καπιταλισμού περνάει μέσα από τις εμπορευματικές δυνατότητες που παρέχει η διαμόρφωση και η εφαρμογή της υψηλής τεχνολογίας κατά τη διαδικασία της τεχνολογικοποίησης των πάντων. Ήδη, ο αριθμός των νεοαναδυόμενων εταιριών που σχετίζονται με τις τεχνολογίες του υπερ-ανθρωπιστικού οράματος είναι τεράστιος. Κρυογονικές[15], αντιγηραντικές, νανοτεχνολογικές, βιοτεχνολογικές, ρομποτικές και λοιπές εταιρίες, αυξάνονται και επεκτείνονται. Πολύ συχνά, ιδιοκτήτες τους είναι οι ίδιοι οι πανεπιστημιακοί μεγαλο-επιστήμονες υπερ-ανθρωπιστές, οι οποίοι με την άλλη τους ιδιότητα, ως ειδήμονες, υπαγορεύουν την κατεύθυνση της έρευνας και της ανάπτυξης στα κέντρα λήψης αποφάσεων, αποσπώντας και τις ανάλογες χρηματοδοτήσεις.

Επιπλέον, ο βαθμός εξειδίκευσης αυτών των τεχνολογιών, σε συνδυασμό με τους κινδύνους που να ενέχουν, καθιστά σχεδόν αυτονόητη την άσκηση του ελέγχου τους από τη συγκεκριμένη υπερ-ανθρωπιστική ελίτ, με ότι αυτό συνεπάγεται σε πολιτικό επίπεδο. Λέει, για παράδειγμα, ο Bostrom:  «Το να πάρουμε την εξέλιξη μας στα χέρια μας […], θα απαιτούσε την ανάπτυξη ενός «singleton»[16], (δηλαδή) μιας παγκόσμιας τάξης στην οποία η υψηλότερη οργανωτική βαθμίδα θα αποτελείται από μια και μοναδική και ανεξάρτητη εξουσία που λαμβάνει αποφάσεις (που θα μπορούσε να είναι μια παγκόσμια διακυβέρνηση, ή όχι)»[17] .

Με άλλα λόγια, η υπερ-ανθρωπιστική φαντασίωση πηγαίνει χεράκι-χεράκι με την περεταίρω συγκέντρωση της εξουσίας και τη διαιώνιση της πανκαπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Επιπλέον, εγγυάται την ανάδυση νέων μορφών ιεραρχίας και ανισότητας.

Αυτό δεν προβληματίζει τους υπερ-ανθρωπιστές, αφού “ακριβώς όπως τα σύγχρονα ανθρώπινα όντα επωφελούνται από άλλα είδη που δεν θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο το ανθρώπινο είδος, έτσι μπορεί οι τεχνολογικά ανώτεροι παράγοντες να επωφελούνται από την ύπαρξη μιας οικολογίας μη-ευδαιμονικών[18] παραγόντων. Τέτοιου είδους μη-ευδαιμονικοί παράγοντες θα μπορούν να εξυπηρετούν οικονομικά ωφέλιμες λειτουργίες[19]. Ο στόχος είναι να μεγιστοποιηθεί η συνολική ποσότητα των πόρων που κατέχουν οι ευδαιμονικοί παράγοντες, ή σε κάθε περίπτωση να εμποδίσουν αυτή την ποσότητα από το να πέσει στο μηδέν.»[20]

Συνοψίζοντας, το πολυδιαφημισμένο ως το απόλυτο ελευθεριακό πρόταγμα, το υπερ-ανθρωπιστικό, κρύβει στην ουσία του το ιδεολόγημα του απόλυτου ελέγχου πάνω στον άνθρωπο και τη φύση. Η σταδιακή κατάργηση κάθε αυθόρμητης έκφρασης της ανθρώπινης η μη φύσης, που δεν προέρχεται ή δεν διαμεσολαβείται από την τεχνολογία μπορεί να καταστήσει την τελευταία ένα πανταχού παρών φάντασμα[21], με ότι πλεονεκτήματα συνεπάγεται αυτό για τις μελλοντικές δυνάμεις εξουσίας, ελέγχου και καταστολής.

Με το σκεπτικό ότι το διακύβευμα του υπερ-ανθρωπιστικού σχεδίου, μάλλον επιβάλλει την άμεση συζήτηση και τη δράση, παρατίθεται ένας ενδεικτικός και υπό κατασκευή κατάλογος με πηγές, όλες δυστυχώς στα αγγλικά. Η κατηγοριοποίηση που έγινε είναι εξαιρετικά χαλαρή, καθώς αφενός μεν οι θεματικές αλληλεπικαλύπτονται, αφετέρου τα ίδια άτομα, συχνά φέροντας τις διάφορες ιδιότητες τους, εμπλέκονται σε διαφορετικούς φορείς, οργανώσεις και εταιρίες. Στόχος του καταλόγου, εκτός από την παράθεση πρωτογενών πηγών για τη διερεύνηση του υπερ-ανθρωπισμού από όποια και όποιον ενδιαφέρεται, είναι και να καταδείξει την έκταση και το φάσμα των υπερ-ανθρωπιστικών δραστηριοτήτων και να δώσει μια αίσθηση για τη δικτύωση τους.

ΠΗΓΕΣ

Ορισμένες σύγχρονες «διακεκριμένες προσωπικότητες»

Οι ιστοσελίδες των γνωστότερων εν ζωή υπερ-ανθρωπιστών, που περιέχουν τις θέσεις τους και τα βιογραφικά τους στοιχεία.

Nick Bostrom http://www.nickbostrom.com

Ray Kurzeil http://www.kurzweiltech.com/raycv.html http://www.kurzweilai.net/meme/frame.html?m=10

Marvin Minski http://web.media.mit.edu/~minsky/

James Hughes http://ieet.org/index.php/IEET/bio/hughes/

Gregory Stock http://socgen.ucla.edu/pmts/Stock.htm

Max More http://www.maxmore.com/

Natasha Vita More http://natasha.cc/

Walter Truett Anderson www.waltanderson.info/

Eric Drexler http://e-drexler.com/

David Pearce http://www.hedweb.com/confile.htm

Aubrey de Grey, http://www.sens.org/AdGbio.htm

http://www.kurzweilai.net/bios/frame.html

http://www.acceleratingfuture.com/people/

Βιβλία (υπο κατασκευή)

Citizen Cyborg: Why Democratic Societies Must Respond To The Redesigned Human Of The Future, by James Hughes

Designer Evolution: A Transhumanist Manifesto, by Simon Young

More Than Human: Embracing the Promise of Biological Enhancement, by Ramez Naam

The Singularity Is Near: When Humans Transcend Biology, by Ray Kurzweil

Redesigning Humans: Choosing our genes, changing our future, by Gregory Stock

The Emotion Machine: Commonsense Thinking, Artificial Intelligence, and the Future of the Human Mind, by Marvin Minsky

Society of Mind, by Marvin Minsky

The Age of Spiritual Machines: When Computers Exceed Human Intelligence, by Ray Kurzweil

Are You A Transhuman, by FM-2030

Engines of Creation, by K. Eric Drexler

The Prospect of Immortality, by Robert C.W. Ettinger

Your Personal Life-Extension Program, by Saul Kent

The Demon-Haunted World, by Carl Sagan

Γενικά

Άρθρα που δίνουν μια γενική εικόνα για τον υπερ-ανθρωπισμό.

Bostrom, N., (2003), The Transhumanist FAQ, World Transhumanist Association, στο http://www.transhumanism.org/resources/FAQv21.pdf

και στο http://humanityplus.org/learn/philosophy/faq

Transhumanist Declaration, στο http://humanityplus.org/learn/philosophy/transhumanist-declaration

http://en.wikipedia.org/wiki/List_of_basic_transhumanism_topics

Hughes, J. (2008), Report on the 2007 Interests and Beliefs Survey of the Members of the World Transhumanist Association, World Transhumanist Association, January, στο http://transhumanism.org/resources/WTASurvey2007.pdf

Πολιτική/Βιοπολιτική

Hughes, J. (2001), “The Politics of Transhumanism,” Society for the Social Studies of  Science, Cambridge Massachusetts 2001, October 25, στο http://ieet.org/index.php/IEET/more/hughes20020301/

Hughes, J. (2005), “(Trans)humanism & Biopolitics”, στο www.transhumanism.org/resources/biopolitics.ppt

Hughes, J. (2002), “Democratic Transhumanism”, Transhumanity, 28 April, στο http://www.changesurfer.com/Acad/DemocraticTranshumanism.htm

Max More, “Report #TL07D: Deep Anarchy – an eliminativist view of “the state””, στο http://www.buildfreedom.com/tl/tl07d.shtml

Overview of Biopolitics, http://ieet.org/index.php/IEET/biopolitics

Διάφορα

More, M. (1990), “Transhumanism: Towards a Futurist Philosophy.” Extropy, 6, Summer 1990, pp. 6-12, στο http://www.maxmore.com/transhum.htm

Bostrom, N. (2004b), “Transhumanist Values”, in Fredrick A. (ed.), Ethical Issues for the 21st Century: Philosophical Documentation Center Press, στο http://www.transhumanism.org/index.php/WTA/more/transhumanist-values/

Bostrom, N. (2007a), “The Future of Humanity”, in Olsen, J. B. & Selinger, E. (eds.), New Waves in Philosophy of Technology, Hampshire: Palgrave McMillan, 2007, στο http://www.nickbostrom.com/papers/future.pdf

Bostrom, N. (2007c), “Dignity and Enhancement”, paper commissioned for the President’s Council on Bioethics, στο www.nickbostrom.com/ethics/dignity-enhancement.pdf

Bostrom, N. (2004a), “The Future of Human Evolution”, in Tandy, C. (ed.), Death and Anti-Death: Two Hundred Years After Kant, Fifty Years After Turing, Ria University Press: Palo Alto, California, 2004, pp. 339-371

Bostrom, N. (2005), “In Defense of Posthuman Dignity”, Bioethics, vol. 19, No. 3, pp. 202-214

Anderson, W.T. (2003), “Augmentation, symbiosis, transcendence: technology and the future(s) of human identity”, Futures, v35, pp 535-546

Bostrom, N. and Sandberg, A. (2007b), “The Wisdom of Nature: An Evolutionary Heuristic for Human Enhancement”, in Savulescu, J. and Bostrom, N. (eds.) (forthcoming), Enhancing Humans, Oxford, Oxford University Press, στο  www.nickbostrom.com/evolution.pdf,

Bostrom, N. (2003), “Human Genetic Enhancements: A Transhumanist Perspective”, Journal of Value Inquiry 37 (4):493-506.

Μελλοντολογική Κινδυνολογία

Bostrom, N. (2002), “Existential Risks: Analyzing Human Extinction Scenarios and Related Hazards”, Journal of Evolution and Technology, vol. 9, στο http://www.nickbostrom.com/existential/risks.html

http://www.global-catastrophic-risks.com/

Οργανώσεις/Ερευνητικά Εργαστήρια/Εταιρίες

World Transhumanist Association, www.transhumanism.org/ που μετονομάζεται σε

Humanity +, http://www.humanityplus.org/

Future of Humanity Institute http://www.fhi.ox.ac.uk/

KurzweilAI , http://www.kurzweilai.net/index.html?flash=1

The Singularity Institute for Artificial Intelligence, http://www.singinst.org/

Extropy Institute www.extropy.org/

Immortality Institute http://www.imminst.org/

Cryonics: Alcor Life Extension Foundation http://www.alcor.org/

Cryonics Institute http://www.cryonics.org/

Life Extension Foundation http://www.lifeextensionfoundation.org/

The Foresight Institute http://www.foresight.org/

Center For Cognitive Liberty & Ethics, http://www.cognitiveliberty.org/

Εδώ βρίσκουμε τις επίσημες ομάδες και δίκτυα ανά τον κόσμο, http://humanityplus.org/get-involved/chapters#lingua

Companies founded by Ray Kurzweil http://www.kurzweiltech.com/companies_flash.html

Convergence 08 sponsors http://www.convergence08.org/sponsors/

Methuselah Foundation, http://www.methuselahfoundation.org/

SENS Foundation for Human regenerative engineering, http://www.sens.org/

Μπλογκς-Ιστοσελίδες

Transhuman World Culture InfoMark, http://www.transhuman.org/

http://posthumanisms.blogspot.com/

http://metamodern.com/

http://hplusbiopolitics.wordpress.com/

http://www.acceleratingfuture.com/michael/blog/

http://www.singinst.org/blog/

http://khanneasunztu.wordpress.com/

http://andymiah.wordpress.com/

http://www.betterhumans.com/default.aspx

http://futureimperative.blogspot.com/

http://hplusclub.com/hblog/

http://www.practicalethicsnews.com/practicalethics/julian_savulescus_posts/index.html

http://www.practicalethicsnews.com/practicalethics/anders_sandbergs_posts/

http://technoprogressive.blogspot.com/

http://www.acceleratingfuture.com/people-blog/

http://www.acceleratingfuture.com/steven/

http://lifeboat.com/ex/main

http://blog.methuselahfoundation.org/

http://www.acceleratingfuture.com/tom/?cat=3

Περιοδικά

Journal of Evolution and Technology, http://jetpress.org/

H+, http://www.hplusmagazine.com/magazine

Ομάδες/ Τάσεις (υπό κατασκευή)

Viridians, http://www.viridiandesign.org/

Extropians, www.extropy.org/

Technogaians

Libertarian transhumanists

Anarcho-transhumanists, www.anarchotranshumanism.com

και http://anarchotranshumanism.com/

Ντοκυμαντέρ/Παρουσιάσεις/Βιντεο/Οπτικό Υλικό

«TechnoCalyps» ντοκυμαντέρ του Frank Theys στο http://www.greylodge.org/gpc/?p=1496, το οποίο γίνεται προσπάθεια να υποτιτλιστεί στα Ελληνικά.

Hughes, J. (2005), “(Trans)humanism & Biopolitics”, στο  www.transhumanism.org/resources/biopolitics.ppt

World Transhumanist Association, “What is Transhumanism”,  στο www.transhumanism.org/resources/IntroWTA.ppt

Transhumanism Commerical, http://www.youtube.com/watch?v=rWlc2XK21cQ&feature=related

Παρουσιάσεις συνεδρίων πχ http://www.transhumanismi.org/tv06/presentations/

Επικείμενες ταινίες, http://singularity.com/themovie/\

Εκθέσεις της «συμβουλευτικής επιστήμης» για τη σύγκλιση NBIC

1. ΗΠΑ

Roco, M.C., Bainbridge, W.S. (eds.) (2002), Converging Technologies for Improving Human Performance. Nanotechnology, Biotechnology, Information Technology and Cognitive Science, National Science Foundation, Arlington/Virginia

Και Roco, M.C., & Bainbridge, W.S. (Eds.). (2006a). Managing Nano-Bio-Info-Cogno innovations: Converging technologies in Society. Berlin: Springer

στο www.wtec.org/ConvergingTechnologies/1/NBIC_report.pdf

2. Ευρώπη

Nordmann, A. (rapporteur) (2004), Converging Technologies – Shaping the Future of European Societies, HLEG Foresighting the New Technology Wave, Directorate-General for Research, European Commission

Στο http://ec.europa.eu/research/conferences/2004/ntw/pdf/final_report_en.pdf

Συνέδρια

«Convergence 08», http://www.convergence08.org/

«Transvision» 1998-2007 http://humanityplus.org/learn/about-us/events

Singularity Summit 2008, http://www.singularitysummit.com/

Καμπάνιες και προγράμματα

http://www.humanityplus.org/explore-projects

The Millennium Project, http://www.millennium-project.org/

http://ieet.org/index.php/IEET/programs

Εκπαιδευτικά προγράμματα

Evolver Academy: http://www.growingedgenetwork.com/gen-store?page=shop.browse&category_id=2&vmcchk=1


[1] Στα Ελληνικά ο όρος “transhumanism” έχει αποδοθεί ως «Διανθρωπισμός», «Υπερβατικός ανθρωπισμός», «Υπερ-ανθρωπισμός», «Νεοουμανισμός», «Νεοανθρωπισμός», «Ανθρωπισμός +» και «Μεταανθρωπισμός» .

[2] Πχ στο More, M. (1994), “On Becoming Posthuman”, Free Inquiry,vol.14,no. 4,pp.38-41, στο www.maxmore.com/becoming.htm

[3] Δες για παράδειγμα την τρίτη διαφάνεια της παρουσίασης του William Sims Bainbridge, με τίτλο Across the Abyss, στο http://www.transhumanismi.org/tv06/presentations/

[4] Πχ στο More, M. (1997), “Beyond the Machine: Technology and Posthuman Freedom”,

Paper in Proceedings of Ars Electronica 1997, Ars Electronica Center, Wien, New

York: Springer στο www.maxmore.com/machine.htm

[5] E.g. Bostrom, N. and Sandberg, A. (2007b), “The Wisdom of Nature: An Evolutionary Heuristic for Human Enhancement”, in Savulescu, J. and Bostrom, N. (eds.) (forthcoming), Enhancing Humans, Oxford, Oxford University Press, available at www.nickbostrom.com/evolution.pdf

[6] Hughes, J. (2001), “The Politics of Transhumanism,” Society for the Social Studies of Science, Cambridge Massachusetts 2001, October 25,

στο  http://ieet.org/index.php/IEET/more/hughes20020301/

[7] Richard Seed, φυσικός-ερευνητής της ανθρώπινης κλωνοποίησης. Στο νοκυμαντέρ του Frank Theys «TechnoCalyps»

[8] Hughes, J. (2005), “(Trans)humanism & Biopolitics”, στο  www.transhumanism.org/resources/biopolitics.ppt, διαφάνεια 35

[9] Bostrom, N. and Sandberg, A. (2007b), “The Wisdom of Nature: An Evolutionary Heuristic for Human Enhancement”, in Savulescu, J. and Bostrom, N. (eds.) (forthcoming), Enhancing Humans, Oxford, Oxford University Press, available at www.nickbostrom.com/evolution.pdf

[10] More, M. (1994), “On Becoming Posthuman”, Free Inquiry, vol. 14, no. 4, pp. 38-41

στο www.maxmore.com/becoming.htm

[11] με  την πολυδιαφημισμένη αντίληψη για την προεξέχουσα θέση του ανθρώπου στη φύση

[12] Transhumanist Declaration, στο http://humanityplus.org/learn/philosophy/transhumanist-declaration

[13] Bostrom, N., (2003), The Transhumanist FAQ, World Transhumanist Association, p. 38

[14] Bostrom, N., (2003), The Transhumanist FAQ, World Transhumanist Association, στο http://www.transhumanism.org/resources/FAQv21.pdf, σ. 38

[15] Οι εταιρίες αυτές «καταψύχουν» τους πελάτες τους, με αντάλλαγμα τη δικαιοδοσία στα συμβόλαια ζωής τους. Γνωστοί υπερ-ανθρωπιστές, όπως ο FM 2030, περιμένουν κατεψυγμένοι την τεχνολογική ανάσταση που θα τους εξασφαλίσουν οι τεχνομαχητές σύντροφοί τους.

[16] Παράδειγμα νίκης του πονοκεφάλου επί της μεταφραστικής προσπάθειας…

[17] Bostrom, N. (2004a), “The Future of Human Evolution”, in Tandy, C. (ed.), Death and Anti-Death: Two Hundred Years After Kant, Fifty Years After Turing, Ria University Press: Palo Alto, California, 2004, σ. 3  στο http://www.nickbostrom.com/fut/evolution.pdf

[18] Οι «ευδαιμονικοί παράγοντες» είναι οι βελτιωμένοι υπερ-ανθρωπιστές που, έχοντας λύσει όλα τους τα προβλήματα και έχουν μπει στην υπαρξιακή κατάσταση της αέναης κατανάλωσης ηδονικών τεχνο-εμπειριών. Οι δε «μη ευδαιμονικοί» είναι οι άνθρωποι όπως τους ξέρουμε.

[19] Να μια εξαιρετική στιγμη αυτοκατάρριψης της αντι-ανθρωποκεντρικής  διακήρυξης του υπερ-ανθρωπισμού

[20] Bostrom, ο.π., σ. 11

[21] Μην ξεχνάμε ότι οι τεχνολογικές εφαρμογές σε νανο-κλίμακα είναι και θα είναι εντελώς αόρατες.

(εισήγηση που παρουσιάστηκε στο Πανελλαδικό τριήμερο εκδηλώσεων και συζητήσεων για την αντίσταση στη βιοτεχνολογία της κυριαρχίας στην Φάμπρικα Υφανέτ)

“Paideia” Ένα ελευθεριακό σχολείο

«Έχουμε να φτιάξουμε ελεύθερα σχολεία,
η εκπαίδευση είναι η βάση του αγώνα μας»

Matilde Felix Carrasquer

 H παρακάτω προσπάθεια προέκυψε μετά από επίσκεψη συντρόφων από τη συλλογικότητα F.A.R.M.A και την κατάληψη κτήματος Πραποπούλου, για 3 ημέρες στο ελευθεριακό σχολείο Παιδεία στη Μέριδα της Ισπανίας το Πάσχα του 2008.

Τα κείμενα είναι μεταφράσεις από τα ισπανικά βιβλία:
Paideia: 25 años de educacion libertaria
Paideia: Escuela Libre.

Ιστοσελίδα του σχολείου: www.paideiaescuelalibre.org

Ευχαριστούμε τους συντρόφους, τις συντρόφισσες, τις φίλες και τους φίλους για την πολύτιμη βοήθεια τους στη μετάφραση, στη πραγματοποίηση των εκδηλώσεων και στη γραφιστική επιμέλεια..

F.A.R.M.Α: farmazapatista.blogspot.com
Κατάληψη κτήματος Πραποπούλου: protovouliaxalandriou.blogspot.com
Επικοινωνία: klapeto@riseup.net, paner@riseup.net   

  

Άλλη μια μέρα στο σχολείο…

Ξυπνήσαμε γρήγορα, ήπιαμε ένα καφέ και κατεβήκαμε τρέχοντας στο δρόμο για να προλάβουμε το σχολικό. Οι αναμνήσεις από τα σχολικά μας χρονιά ήταν ήδη εκεί… Περιμέναμε λίγο, παρέα με τους γονείς, τα παιδάκια και τα χαμόγελά τους. Στο σχολικό γνωρίσαμε ένα σύντροφο από την Μαδρίτη που ήταν στο σχολείο για ένα μήνα κάνοντας μια εργασία. Σπούδαζε παιδαγωγική ή κάτι σχετικό. Ένα ένα τα παιδιά άρχισαν να μας ρωτάνε «Από πού είστε;» και «Τι κάνετε εδώ;». Αρχίσαμε την κουβέντα και πλησιάζοντας αργά προς το σχολείο, οι αναμνήσεις μας έφευγαν και ανοίγονταν μπροστά μας κάτι άλλο, ανθρώπινο, συντροφικό και ελεύθερο.
Φτάνοντας στο σχολείο κατεβήκαμε από το λεωφορείο και όλα τα μεγαλύτερα παιδιά πήραν από το χέρι τα μικρά (δυο μέχρι τεσσάρων χρονών) και σιγά σιγά περπάτησαν προς το χώρο που περνάγανε την μέρα τους τα μικρά. Περιμένοντας και εμείς έξω από το λεωφορείο, μας πήραν και εμάς από το χέρι τα μικρά, νομίζοντας από συνήθεια πως θα τα οδηγούσαμε κάπου αλλά στην ουσία, αυτά μας οδηγούσαν με τα απλά τους λόγια και βήματα στο εσωτερικό του σχολείου. Μπαίνοντας στις αίθουσες και βλέποντας τα να κατεβάζουν τις καρέκλες, που είχαν σχεδόν το ίδιο μέγεθος με αυτά, από τα τραπέζια που και αυτά ήταν στο ύψους του κεφαλιού τους, αρχίσαμε να μπαίνουνε στο κλίμα.
Όλα άρχισαν να κυλούν στο σχολείο, όπως κάθε μέρα, με τις συλλογικές εργασίες. Παιδάκια άρχισαν να σκουπίζουν το πάτωμα με σκούπες και φαράσια, με πολλή έμπνευση και διάφορους τρόπους μιας και ήταν πολύ μεγαλύτερα από αυτά, μιλώντας, τρέχοντας, με χαρά.
Εμείς στεκόμασταν εκεί, παρατηρώντας χωρίς να ξέρουμε τι να κάνουμε. Αποφασίσαμε να δράσουμε. Σταματήσαμε δυο κοριτσάκια και τα ρωτήσαμε… «Τι κάνετε εδώ;». Αυτή ήταν η αφορμή για να μαζευτούν και να μας ξεναγήσουν στο σχολείο. Μας εξήγησαν για τις συλλογικές εργασίες, το παιχνίδι, τον κήπο, το φαγητό, τις κάρτες δεσμεύσεων, την συνέλευση, την διαχείριση των οικονομικών και την πνευματική εργασία. Αφού γυρίσαμε τους χώρους, ξαπλώσαμε στο πάτωμα και κουβεντιάζαμε. Χρειαζόμασταν την πληροφορία αλλά πιο πολύ απ’ όλα χρειαζόμασταν τα απλά και παιδικά τους λόγια, τις κινήσεις τους. Κάτι περίεργο είχε αρχίσει να συμβαίνει όσο περνούσε η ώρα. Συνειδητοποιούσαμε πως αυτά τα κοριτσάκια που μας έφταναν ίσα ως την τσέπη του παντελονιού, ήταν συντρόφισσες.
Αυθόρμητα (τρομάρα μας!) αποφασίσαμε να προβοκάρουμε… Ρωτάμε… «Δηλαδή τι είναι η συνέλευση;». «Η συνέλευση είναι όταν μαζευόμαστε όλοι μαζί και συζητάμε για τα πράγματα που συμβαίνουν. Έρχονται όλοι όσοι θέλουν να συμμετέχουν. Εκεί παίρνουμε όλες τις αποφάσεις. Είναι το μέρος που κάνουμε τις προτάσεις. Είναι πολύ σημαντικές οι προτάσεις. Χωρίς αυτές δεν μπορούμε να προχωρήσουμε…»
Έχετε πάρει ποτέ μαθήματα ελευθεριακής σκέψης και πράξης από ένα εξάχρονο; Είναι ότι πιο απελευθερωτικό, ελπιδοφόρο και ουτοπικό μπορεί να συμβεί. Δεν μπορέσαμε να πούμε κάτι. Απλά θυμηθήκαμε τις ατελείωτες συνελεύσεις, χωρίς προτάσεις, χωρίς διάθεση για διάλογο και σύνθεση, χωρίς αποτελέσματα. Για να ξεπεράσουμε την έκπληξη και την αμηχανία μας, ξεκινήσαμε ένα παιχνίδι με παλαμάκια, το «Αν θέλεις να χορέψεις;» που συνήθιζαν να παίζουν τα παιδιά…
Περπατώντας στον χώρο, διαβάζαμε τα ρητά στους τοίχους. Μίλαγαν για την αλληλεγγύη, την ισότητα, την αυτοδιάθεση, την ελευθερία. Είχαμε μπει σε μια διαδικασία μάθησης, ρουφάγαμε την ουτοπία με όλες μας της αισθήσεις, το συναίσθημα και την σκέψη.
Μετά το πρωινό, ήρθε η ώρα της πνευματικής εργασίας. Κάποια παιδιά ήταν σε ένα μεγάλο τραπέζι και διάβαζαν, άλλα είχαν βιβλία στον κήπο, μόνα τους ή σε ομάδες. Εμείς πήγαμε σε ένα εργαστήριο(δηλαδή μάθημα)  «Δημιουργικών Μαθηματικών» με παιδάκια 5-7 χρονών. Μόνα τους κάθονταν στα θρανία, σηκώνονταν στον πίνακα, έπαιρναν τον λόγο, έκαναν πράξεις, διόρθωναν το ένα το άλλο. Εκεί βρισκόταν και μια ενήλικας. Όταν κόλλαγαν κάπου, σήκωνε το χέρι, έπαιρνε τον λόγο όπως όλοι και όλες και βοηθούσε την κατάσταση. Μετά το εργαστήριο της ζητήσαμε να μας πει λίγα λόγια για το πώς λειτουργούν τα εργαστήρια. Ήταν η πρώτη μας επαφή με ενήλικα, αρκετές ώρες μετά την άφιξη μας στο σχολείο.
Κατεβαίνοντας κάτω είδαμε δυο κοριτσάκια συγχισμένα. Συνειδητοποιήσαμε πώς δεν είχαμε δει άνθρωπο να κλαίει, να γκρινιάζει ή να φωνάζει ως τότε. Δεν καταλάβαμε τι έγινε, μέχρι την ώρα της γενικής συνέλευσης που τέθηκε το θέμα, αλλά είδαμε πως διαχειρίστηκαν το πρόβλημα. Το ένα κοριτσάκι προσπαθούσε να πείσει το άλλο πως έπρεπε να μιλήσουν για αυτό που είχε συμβεί μεταξύ τους και να μην το αφήσουν άλυτο. Το άλλο κοριτσάκι δεν ήθελε να μιλήσει και έτσι η ομάδα στην οποία συμμετείχαν τα κορίτσια, κάλεσε επιτόπου συνέλευση. Κουβέντιασαν λίγο και αποφάσισαν να το αφήσουν για την κεντρική συνέλευση του σχολείου. Αργότερα μάθαμε πως διαχειρίζονται τα προβλήματα στις διαπροσωπικές τους σχέσεις με την λογική πως πρέπει να λύνονται όταν προκύπτουν, με εργαλεία τον διάλογο και χωρίς βία, γιατί αν αφεθούν τότε πολλαπλασιάζονται σε άλλα, δηλαδή λειτουργούν σαν αφορμές για προστριβές ξεχνώντας με τον καιρό το αρχικό πρόβλημα.
Ήταν ένας διάλογος και σκέψεις που δεν μπορούσαμε να τα μεταφέρουμε ούτε καν σε μεγαλύτερες ηλικίες. Δεν είχαμε τις αναφορές. Πως διαχειρίζονταν έτσι τα παιδιά τις σχέσεις τους; Πως διαχειριζόμαστε τις δικές μας; Έχουμε το θάρρος να αντιμετωπίσουμε με ειλικρίνεια και διάθεση για λύση, χωρίς εξουσιαστικές σχέσεις, ανταγωνισμούς και βία, τα προβλήματα που προκύπτουν ανάμεσα μας;
Η εμπειρία είχε αρχίσει να γίνεται ριζοσπαστική, η εμβάθυνση στην ελευθεριακή σκέψη αναπόφευκτη και ιδιαίτερα συναρπαστική μιας και οι οδηγοί μας σε αυτό το ταξίδι ήταν οι πιο μικροί σύντροφοι και συντρόφισσες που είχαμε γνωρίσει ποτέ.

Συνεχίσαμε να περιφερόμαστε, να μιλάμε, να παίζουμε, να ρωτάμε, ώσπου ήρθε η ώρα για την κεντρική συνέλευση της εβδομάδας και σιγά σιγά άρχισαν να συγκεντρώνονται τα παιδιά. Υπήρχε συντονιστής που έδινε τον λόγο, κρατούσαν πρακτικά (ένας από τους πιο σοβαρούς λόγους για να μάθουν να γραφούν και να διαβάζουν, απ’ ότι μάθαμε αργότερα), συμμετείχαν οι ενήλικες ισότιμα με τα παιδιά και παραβρισκόμασταν και εμείς. Είδαμε πολύ μικρά και μεγάλα παιδιά να παίρνουν το λόγο, σχεδόν όλα και να μιλάνε για τα θέματα που τους απασχολούν, να κάνουν προτάσεις για λύσεις, να σέβονται όποιον μιλούσε και να μιλάνε με ειλικρίνεια. Είδαμε την αλληλεγγύη που υπάρχει μεταξύ τους, τα μικρά παιδάκια που κάθονταν στα πόδια των μεγαλύτερων, τις πολύ ουσιαστικές τοποθετήσεις των ενηλίκων και την βροχή από ευρηματικές προτάσεις για λύση κάθε είδους θέματος και προβλήματος που προέκυπτε. Ήταν μια συνέλευση τριών ωρών που μέσα από πολύ ανθρώπινες, αλληλέγγυες, μη βίαιες αλλά διαλεκτικές, οριζόντιες διαδικασίες κατέληξε σε πολλά αποτελέσματα για την καλύτερη αυτοδιαχείριση της καθημερινότητας όλων στο σχολείο. Μια συνέλευση παράδειγμα που θα κουβαλάμε μέσα μας για πολύ καιρό.
Έτσι, και με πολλά άλλα που θα ανακαλύψουμε στην πορεία, κύλισαν οι τρεις μέρες στο ελευθεριακό σχολείο «Παιδεία», ένα σχολείο και για εμάς, το πρώτο πραγματικό σχολείο, που μας βοήθησε να κατανοήσουμε καλύτερα τις ατομικές και συλλογικές μας πρακτικές, στα πλαίσια της ελευθεριακής σκέψης, στον μακρύ δρόμο προς την αναρχική ουτοπία και την διερεύνηση – διεύρυνση της ελευθερίας.
Γυρνώντας στην πόλη το απόγευμα ξαπλώσαμε στα γρασίδια… Προσπαθούσαμε να κατανοήσουμε αυτό που είχαμε ζήσει. Τόσο ριζοσπαστικό και ταυτόχρονα τόσο αυθόρμητο, φυσικό και ελεύθερο. Ο καθένας και η κάθε μια με το δικό της και το δικό του βήμα, αλλά όλοι και όλες μαζί, προς την ελευθερία.
…και τότε ήρθε σαν αστραπή, η δική μας ανάμνηση, τα δικά μας σχολικά χρόνια, οι εξετάσεις, οι παρουσίες, το κουδούνι, τα χριστιανικά και εθνικά σύμβολα, οι φωνές και τα κλάματα, οι δάσκαλοι, η καταστολή, η απάθεια και η υποταγή, η αντίδραση, η απέχθεια για την γνώση, ο ανταγωνισμός, η ψυχολογική και σωματική βία…
Που ήταν όλα αυτά, όλες αυτές τις μέρες στο σχολείο που βρισκόμασταν; Σιγά σιγά αισθανόμασταν τι μας είχαν στερήσει… Τι μας είχαν αρνηθεί… Φύγαμε με μια υπόσχεση. Να κάνουμε ότι μπορούμε, για να μην στερήσουμε και εμείς τα ίδια από τις επόμενες γενιές…

 

Αντί Επιλόγου

Στο κόσμο έχουν υπάρξει και υπάρχουν αρκετά ελεύθερα σχολεία, δημοκρατικά σχολεία, ελευθεριακά.. πολλά από τα οποία είτε είναι λιγότερο αυταρχικά από τα ¨κανονικά¨ και οι μαθητές-τριες συμμετέχουν στη λήψη αρκετών αποφάσεων, αλλά ο έλεγχος και η υπακοή είναι ορατοί, είτε δεν αμφισβητούν τις κυρίαρχες κοινωνικές δομές και δεν σκοπεύουν στη κοινωνική αλλαγή. Το ελευθεριακό σχολείο Paideia από την άλλη, είναι ένα παράδειγμα όπου τα ελευθεριακά, αντιεξουσιαστικά προτάγματα εφαρμόζονται στην πράξη και ταυτόχρονα γίνεται μια ριζοσπαστική κριτική της κοινωνικής κατάστασης, του πολιτικού συστήματος, των οικονομικών σχέσεων, των σχέσεων μεταξύ φύλων και κάθε σχέσης εξουσίας.
Η Paideia είναι ένας ζωντανός και υπαρκτός χώρος που δείχνει πως τα προτάγματα και οι προτάσεις μας για την κοινωνική οργάνωση δεν είναι κάποιες ουτοπικές, ασαφείς διακηρύξεις, αλλά μπορούν να πάρουν σάρκα και οστά ακόμα και σήμερα σε ένα τόσο εχθρικό περιβάλλον. Είναι ένας τόπος όπου και εμείς οι ίδιοι μπορούμε να κατανοήσουμε βαθύτερα, να γνωρίσουμε καλύτερα και να αγγίξουμε τον κόσμο για τον οποίο παλεύουμε. Είναι ένα εργαστήριο συνεχούς πειραματισμού, από όπου μπορούμε να μάθουμε λίγο περισσότερο τί είναι η ελευθερία: ατομική και συλλογική, τί είναι ο διάλογος, πώς να συμβιώνουμε χωρίς βία, τί είναι η οριζόντια συνέλευση, να μάθουμε, να γνωρίσουμε… Να μάθουμε και για τον ατομικό μας δρόμο προς την ελευθερία, αλλά και για τον τρόπο με τον οποίον συμμετέχουμε και συμβιώνουμε με άλλους ανθρώπους σε συλλογικές διαδικασίες περπατώντας μαζί προς την κοινωνική απελευθέρωση.
Η κυρίαρχη εκπαίδευση αποτελούσε και αποτελεί ίσως τον σημαντικότερο μηχανισμό ελέγχου, χειραγώγησης και δημιουργίας πειθήνιων προσωπικοτήτων μέσα από μια νεκρή διαδικασία που γεμίζει τους ανθρώπους με φοβίες, άγχη και τους κάνει ανταγωνιστικούς. Από την άλλη, όταν κομμάτια της κοινωνίας παίρνουν την εκπαίδευση στα χέρια τους από τα κάτω, δημιουργούν διαδικασίες ζωντανές που κάνουν τους ανθρώπους που συμμετέχουν σε αυτές πιο ελεύθερους και ευτυχισμένους και συμβάλλουν στη κοινωνική αλλαγή. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν στα Ζαπατιστικά σχολεία, στα αυτοοργανωμένα σχολεία ιθαγενικών ,και όχι μόνο, κινημάτων ανά τον κόσμο, σε εργαστήρια και μαθήματα σε αυτοδιαχειριζόμενους χώρους και καταλήψεις, σε παιδικά στέκια και σε σχολεία όπως η Paideia.
Έτσι, είναι ιδιαίτερα σημαντικό για μας να απελευθερώσουμε τη δυναμική της δημιουργικότητας μας και να προσπαθήσουμε στο ΤΩΡΑ και στο ΕΔΩ να χτίσουμε διαδικασίες μάθησης όπου η ελευθερία, η αλληλεγγύη και η ισότητα θα αποκτούν υπόσταση καθημερινά στη πράξη, στη ζωή μας.

 

Η εκπαίδευση μπορεί να είναι μια πηγή ατομικής και συλλογικής απελευθέρωσης

Το ελεύθερο σχολείο Παιδεία δημιουργήθηκε στη Μέριδα τον Ιανουάριο του 1978, μετά από πρωτοβουλία τριών γυναικών αφοσιωμένων στο χώρο της εκπαίδευσης και έχοντας ξεκάθαρες ιδεολογικές αναφορές. Μπροστά στο αδύνατο να πραγματοποιήσουν μια ελεύθερη εκπαίδευση στο δημόσιο σχολείο αποφάσισαν να δημιουργήσουν το Ελεύθερο Σχολείο Παιδεία.

Η φιλοσοφία που διέπει το Ελεύθερο Σχολείο είναι μια αναρχική φιλοσοφία που υπερασπίζεται πρώτα από όλα μια ηθική της αναρχίας. Σκοπό έχει τη δημιουργία ενός τύπου ανθρώπου, που μέσα από την καθημερινότητα μαθαίνει να ζει, ζώντας σε ανθρώπινες σχέσεις διαμετρικά αντίθετες από τις καθιερωμένες. Από αυτές που έχει επιβάλλει ένα σύστημα εξουσιαστικό στη δομή του, φιλελεύθερο στην οικονομία του και πολύ περιορισμένο δημοκρατικά σε ό,τι αφορά το σεβασμό των ατομικών ελευθεριών . Παράλληλα χωρίς να ξεχνά τη φασιστική κληρονομιά της συγκεκριμένης χώρας, με την οποία έχουν μεγαλώσει τέσσερις γενιές ισπανών-ισπανίδων.

Το Ελεύθερο Σχολείο υπερασπίζεται τον αναρχισμό σαν μια ουτοπία, θεωρώντας τoν σαν μια ανθρώπινη διαδικασία εξέλιξης, δημιουργίας, αλλαγής, αναζήτησης και πολιτισμού με στόχο να παράξει ένα τρόπο σκέψης που επαναστατικοποιεί τις διαπροσωπικές σχέσεις και τις σχέσεις μεταξύ ομάδων, μέσα από μια διαδικασία εσωτερικής επανάστασης, για να μπορέσουμε να πραγματοποιήσουμε μια άλλη επανάσταση εξωτερική, που θα προκαλέσει μια σημαντική μεταβολή στις υπάρχουσες δομές, στις σχέσεις και στους τρόπους επικοινωνίας.

Αυτή η προσωπικότητα που το Ελεύθερο Σχολείο προσπαθεί να διαμορφώσει βασίζεται στην ίδια την ηθική της Αναρχίας που μεταβάλλει τον υπάρχοντα τρόπο ζωής εγκαθιστώντας σχέσεις Ισότητας. (μεταξύ φύλων, ηλικιών, φυλών, κουλτούρας και κοινωνικών τάξεων.) και Αλληλεγγύης, όπου η αμοιβαία βοήθεια εξαλείφει την ανασφάλεια και την ανθρώπινη μοναξιά. και ταυτόχρονα δεν παράγει μάζες πανομοιότυπες στη σκέψη που χρειάζονται προστατευτισμούς κρατικούς ή πατερναλιστικούς. Το Ελεύθερο Σχολείο εφαρμόζει και χρησιμοποιεί την ατομική και συλλογική Ελευθερία πάνω στη βάση της λήψης ευθυνών σύμφωνα με τις δυνατότητες του κάθε ανθρώπου. Υπερασπίζεται και καθιερώνει τη Δικαιοσύνη την οποία θεωρεί ως «συνεισφορά του καθενός και καθεμίας σύμφωνα με τις δυνατότητές του-της προς καθένα και καθεμία σύμφωνα με τις ανάγκες του-της». Η Δημιουργικότητα λειτουργεί ως αναζήτηση νέων τρόπων ζωής και κοινωνικής οργάνωσης, η αυτοδιαχείριση ως εναλλακτική στην ιεραρχία και η συνέλευση ως αποφασιστικό και συμβουλευτικό όργανο για κάθε τι που αφορά τη συλλογικότητα.

 

 Ο τελικός σκοπός είναι η αναζήτηση του αυτοκαθορισμού και της ευτυχίας

Ένα σύστημα εξουσιαστικό και άδικο έχει παράξει ένα τύπο ανθρώπου με σχέσεις όπου η βία, ο ανταγωνισμός, η απουσία επικοινωνίας, η απομόνωση, ο ρατσισμός, η ξενοφοβία και οι διακρίσεις σε όλες τις μορφές κυριαρχούν και αποδεικνύουν μια κοινωνία άδεια, απαθή, κομφορμιστική, άδικη και εξαρτημένη, όπου «ο φόβος μπροστά στην ελευθερία» είναι ιδιαίτερα εντεταμένος και η επιθυμία για ανθρώπινη εξέλιξη ανύπαρκτη. Το σημερινό φιλελεύθερο-αστικό σύστημα έχει προκαλέσει μια κοινωνία δυστυχισμένη , γιατί αναπαράγει σύγχυση όσον αφορά το ποιο είναι το νόημα της ζωής και κατά συνέπεια γίνεται κάθε μέρα πιο βίαιο, πιο καταστροφικό και πιο παράλογο.

Η εκπαίδευση, η οποία είναι η επιστήμη και η τέχνη που μας διευκολύνει να μάθουμε να ζούμε ανθρώπινα, έχει μετατραπεί σε ένα όργανο χειραγώγησης που εύκολα απανθρωποποιεί τους ανθρώπους. Με δεδομένο ότι σήμερα μπορούμε να μάθουμε για τα πάντα ,αλλά όχι για το πώς να ζήσουμε – το οποίο πιστεύουμε είναι η πιο δύσκολη υπόθεση και η μόνη που βαδίζει με σκοπό τη μέγιστη δυνατή ελευθερία και ευτυχία – οι θεμελιώδεις στόχοι που τίθενται είναι :

  • Μια θεμελιώδης αλλαγή στη δομή της παραδοσιακής οικογένειας
  • Σεξουαλική ελευθερία των παιδιών, των εφήβων και των νέων
  • Απελευθέρωση της γυναίκας
  • Προσωπική αυτονομία, νοητική και συναισθηματική
  • Ατομική και συλλογική ελευθερία
  • Οικονομική αυτοδιαχείριση και αυτοδιαχείριση της ζωής
  • Υπευθυνότητα και αναζήτηση δημιουργικής εργασίας
  • Σχέσεις βασισμένες στον διάλογο
  • Εξάλειψη των βίαιων και ανταγωνιστικών σχέσεων

Είναι σαφές πως για να υπάρξει μια κοινωνική αλλαγή είναι απαραίτητο πρώτα να υπάρξει μια αλλαγή στη προσωπικότητα των ανθρώπινων όντων και στη συνέχεια για να μπορέσει η προσωπική αλλαγή να γενικευτεί χρειάζεται να στηρίζεται σε ουσιαστικές αλλαγές στη δομή της κοινωνίας και στη δομή της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας.

Το παραδοσιακό σχολείο με τα προγράμματα του, τη γραφειοκρατία του, τα επίπεδα και τις εξετάσεις του , έχει τα απαραίτητα μέσα για να επιτύχει τους σκοπούς του, για αυτό και πρέπει να εξαλείψουμε κάποια στοιχεία του και να προσαρμόσουμε άλλα, ώστε να αποφύγουμε την αποτυχία του Ελεύθερου Σχολείου και να επιτύχουμε τη διατήρηση και την επιρροή του.

Σε αυτή τη δική μας ιστορική στιγμή, γνωρίζουμε πως η αναρχία είναι η μόνη ζωντανή ουτοπία που έχει απομείνει και πως ο κόσμος για να συνεχίζει να προοδεύει χρειάζεται μια ουτοπία. Όμως, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να αρχίσουμε να την χτίζουμε από τα κάτω, σιγά-σιγά αντί να καταναλώνουμε την ενέργεια μας σε αγώνες που δεν πρόκειται να κερδίσουμε.

Η εξουσία, το γνωρίζουμε, μας κάνει εξαρτημένους και μας δίνει ασφάλεια, για αυτό είναι τόσο αποτελεσματική και αποδεκτή. Η ελευθερία μας γεννά φόβο και ανασφάλεια, η οποία όμως αντικαθίσταται από την συλλογική αλληλεγγύη, την αμοιβαία βοήθεια.

Για να αγαπήσουμε την ελευθερία πρέπει να μάθουμε να την ασκούμε, πρέπει να μάθουμε να την κατανοούμε, πρέπει να μάθουμε… Όπως όλα στο ανθρώπινο είδος, το να είσαι ελεύθερος-η μαθαίνεται, δεν γίνεσαι ελεύθερος-η αυθόρμητα, όπως δεν γίνεσαι γνώστης αυθόρμητα, όπως δεν γίνεσαι τίποτα σε αυτό το κόσμο αν δεν το μάθεις.

Συνεχίζουμε σκεπτόμενοι το ίδιο με την πρώτη μέρα που ξεκινήσαμε αυτό το μονοπάτι. Το να διδάσκουμε σύμφωνα με τις αξίες της αναρχίας είναι ο καλύτερος τρόπος για να διδάσκουμε, αν θέλουμε έναν καλύτερο κόσμο.

Τα εμπόδια ήταν πολλά, θα μπορούσαμε να γράψουμε βιβλία για αυτά. Η ζωή, όταν πρόκειται για τη ελευθερία, δεν είναι σε καμία στιγμή βαρετή και παρά τις πολλές δυσκολίες, συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε για αυτό που πιστεύουμε, συνεχίζουμε να αγαπάμε κάθε ανθρώπινο ον και πάνω από όλα εκείνους που είναι πιο αδύναμοι, πιο άδικα μεταχειριζόμενοι από ένα κόσμο διακρίσεων, αδικίας, βίας που παράγει μια κοινωνία εξουσιαστική, καταπιεστική και επιφανειακή.

=======================================================

Διαβάστε πιο αναλυτικά στην μπροσούρα :

  • Η αυτοδιαχειριζόμενη εκπαίδευση
  • Η αυτονομία των μαθητών
  • Κάρτες Δεσμεύσεων
  • Χρήση του Διαλόγου
  • Πως μεταφέρεται η γνώση;
  • Η Συνέλευση
  • Μάθηση της ελευθερίας μέσω της ελευθερίας.
  • Σχεδιασμός έτους
  • Εργαστήρια (Μαθήματα)
  • Ελευθεριακή Σκέψη

Για όσους ενδιαφέρονται, η μπροσούρα υπάρχει σε pdf

για κάθε ΓΝΗΣΙΟ Ελληναρά

νομίζεις ότι ξύπνησες
και βρήκες ποιος φταίει για ότι περνάς
ασυνείδητε “ελληναρά”…

τυφλωμένος από φανατισμό,
φοβάσαι πολύ
και γίνεσαι υποχείριο του κάθε στυγνού εξουσιαστή.

ως πότε θα επιθυμείς να εξολοθρευτούν μαζικά πραγματικοί άνθρωποι
στο όνομα μιας ανυπόστατης, συλλογικής φαντασιακής παρωδίας
που σου έχουν μάθει από μικρό ότι τη λεν “πατρίδα”
κι ότι θα πρέπει να την παίρνεις πολύ στα σοβαρά?

είσαι τέρμα καταπιεστής
μάλλον γιατί είσαι τέρμα καταπιεσμένος.

αλλά μήπως κι ένιωσες ποτέ σου ελεύθερος?
μήπως κι ένιωσες ποτέ σου υπεύθυνος για ότι κάνεις?
σ’ άφησε ποτέ η χριστιανική σου ηθική να τα νιώσεις αυτά?

όχι φίλε μου…

δεν τρέχει στις φλέβες σου κανένα “ιερό προγονικό αίμα”
και η οικογενειακή σου εστία είναι ο τάφος σου.

κλείσε την τιβί,
παράτα το φέισμπουκ,
άσε τα μπλογκ με τις “θεωρίες συνωμοσίας”
και ξέχνα τις τρελές προφητείες που διάβασες.

ξέρνα τα ψέμματα και τις ονειροφαντασίες που σε ταΐζουν
κι άνοιξε τα μάτια, το μυαλό και την καρδιά σου
άνθρωπε…
και τότε
ίσως νιώσεις
τι είναι αυτό που μας ενώνει.

Κρίση και μύθος της πράσινης ανάπτυξης

Πηγή: http://www.babylonia.gr/magazine

– Η Τρίτη βιομηχανική επανάσταση επενδύθηκε με έναν κολοσσιαίο καπιταλιστικό μύθο που έφτανε μέχρι την ουτοπική υπόσχεση της άρσης κάθε εκμετάλλευσης μέσω της τεχνολογίας!

– Οι κρίσεις διακυβέρνησης ρυθμίζονται από την εξουσία με την προσφυγή στο μύθο. Η δημιουργία πολιτικών μύθων λειτουργεί ως ανασύνθεση της συναίνεσης, παράγει καινούργια μοντέλα διακυβέρνησης ικανά να ασκούν τον κοινωνικό έλεγχο, όπου ο εξαναγκασμός δεν μπορεί ή δεν θέλει να φτάσει.

-Η απουσία ριζικών αλλαγών στην παγκόσμια παραγωγή είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της ιδεολογικής κατασκευής του μύθου της πράσινης ανάπτυξης.

– Η ουδετερότητα της επιστήμης αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά ένα τεράστιο ψέμα καθώς δισεκατομμύρια δολάρια επενδύονται από εταιρίες κολοσσούς σε επιστημονικές ομάδες που χρησιμοποιούν τα όποια επιστημονικά δεδομένα για να παράγουν εφιαλτικά σενάρια πέρα από κάθε επιστημονική μεθοδολογία και λογική.

Όπως έχει διεξοδικά περιγραφεί από τους περισσότερους αναλυτές, ο πυρήνας της σημερινής κρίσης εδράζεται στην ανικανότητα του καπιταλισμού να επενδύει συνεχώς στο φτηνό χρήμα διογκώνοντας περαιτέρω τη ραντιέρικη σφαίρα. Η επένδυση στην κατανάλωση χωρίς εισαγωγή καινοτομίας και αλλαγή του τεχνολογικού υποδείγματος, η προσφυγή στο φτηνό χρήμα για της τροφοδότηση της κατανάλωσης, δημιούργησαν συσσώρευση κεφαλαίου τέτοιου μεγέθους που η οικονομική ερημοποίηση της μεσαίας τάξης (κυρίως μέσω της καθολικής υποθήκευσης των εισοδημάτων στης) έκαναν την ατμομηχανή της κατανάλωσης να αγκομαχεί.

Η θεωρία των οικονομικών κύκλων του Kondratiev μας αποκαλύπτει από τις αρχές του αιώνα πως η οικονομική κρίση δεν αποτελεί το καρκίνωμα του καπιταλισμού, όπως πίστευε ο κλασικός μαρξισμός, αλλά αντίθετα αναγκαίο στάδιο για την αναγέννησή του. Κατά τον Kondratiev, αυτό που πυροδοτεί κάθε καινούργιο κύκλο ανάπτυξης είναι η εισαγωγή καινοτομίας. Η καινοτομία αλλάξει άρδην τη μορφή της παραγωγής αλλά και του ίδιου του προϊόντος μεταλλάσσοντας το κυρίαρχο τεχνολογικό παράδειγμα. Όποιος κλάδος της παραγωγής δεν μπορεί να προσαρμοστεί είναι αναγκασμένος σε κατάρρευση. Η εισαγωγή του νέου τεχνολογικού παραδείγματος δεν γίνεται βέβαια «φυσικά», δεν προκύπτει ως «κοινωνική αναγκαιότητα» και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι κάθε φορά που ο καπιταλισμός βρίσκεται σε κρίση μπορεί με την ίδια ευκολία να εισαγάγει καινοτομία ικανή να τον βγάλει από το τέλμα.

Η ίδια η Τρίτη Βιομηχανική επανάσταση, η επανάσταση του τεχνολογικού αυτοματισμού, της κυβερνητικής και των υπολογιστών, παρότι αποτέλεσε βασική αιτία για την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και για την οικονομική επέκταση του δυτικού καπιταλισμού στης χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, αποδείχθηκε μια τεράστια φούσκα. Καθώς, όχι μόνο δεν κατάφερε να φέρει τα πολυπόθητα αποτελέσματα που προοιώνιζαν οι θεριστικοί της, αλλά μέσα από μια πολύ μικρή περίοδο ανάκαμψης οδήγησε ξανά τον καπιταλισμό στην ύφεση, στην υπερχρέωση και στη δομική ανεργία. Παρόλα αυτά, η Τρίτη βιομηχανική επανάσταση επενδύθηκε με έναν κολοσσιαίο καπιταλιστικό μύθο που έφτανε μέχρι την ουτοπική υπόσχεση της άρσης κάθε εκμετάλλευσης μέσω της τεχνολογίας!

Τι κάνει όμως σήμερα ο καπιταλισμός μπροστά στην πρωτοφανή του κρίση; Το σίγουρο είναι πως δεν βρίσκεται μπροστά στο χείλος της κατάρρευσης. Και αυτό όχι μόνο γιατί καμία κυρίαρχη τάξη δεν αυτοκτονεί, αλλά και γιατί δεν είναι ορατός σήμερα κανένας συνολικός μετακαπιταλιστικός θεσμός ικανός να προβάλει ως αντίπαλο δέος. Η παρούσα οικονομική κρίση έχει αναμφίβολα ως αποτέλεσμα το τέλος των καπιταλιστικών υποσχέσεων και μαζί τη συνακόλουθη αμφισβήτηση των θεσμών διακυβέρνησης. Οι κρίσεις όμως διακυβέρνησης ρυθμίζονται από την εξουσία με την προσφυγή στο μύθο. Η δημιουργία πολιτικών μύθων λειτουργεί ως ανασύνθεση της συναίνεσης, παράγει καινούργια μοντέλα διακυβέρνησης ικανά να ασκούν τον κοινωνικό έλεγχο, όπου ο εξαναγκασμός δεν μπορεί ή δεν θέλει να φτάσει.

Ποιος είναι όμως ο νέος μύθος του καπιταλισμού; Κατά την άποψή μου, είναι η πράσινη ανάπτυξη. Σήμερα, η πράσινη οικονομία αντιπροτείνεται ως εναλλακτική λύση στα τεράστια οικονομικά, κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα. Δεν είναι, όμως, τίποτα παραπάνω από την αλλαγή του τεχνολογικού παραδείγματος. Πρέπει σε αυτό το σημείο να τονίσουμε σε αντίθεση με παλαιότερες ιστορικές αλλαγές στο τεχνολογικό υπόδειγμα, δεν έχουμε εδώ την εισαγωγή καινοτομίας (που συνήθως συνοδεύει αυτές τις αλλαγές) αλλά τη συστηματική αναμόχλευση όλων των προϊόντων της παλαιάς βιομηχανίας έτσι ώστε να πωληθούν με… πράσινη συσκευασία. Η μεγαλύτερη απόδειξη της παραπάνω θέσης βρίσκεται στην ίδια την παγκόσμια βιομηχανική παραγωγή. Σήμερα, σε αντίθεση με κάθε άλλη περίοδο κρίσης, δεν έχουμε την κατάρρευση κανενός κλάδους της παραδοσιακής βιομηχανίας –όπως συμβαίνει πάντα με την εισαγωγή καινοτομίας– αντίθετα παρατηρούμε τις ίδιες καπιταλιστικές πηγές πλούτου να παράγουν τα νέα προϊόντα. Οι ίδιες παραδοσιακές βιομηχανίες αυτοκινήτων λανσάρουν σήμερα υβριδικά αυτοκίνητα, οι πετρελαϊκές εταιρίες είναι οι πρώτες που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή υδρογόνου και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Με έναν σχεδόν μαγικό τρόπο, τα τζάμια των σπιτιών γίνονται πράσινα τζάμια, τα τηγάνια πράσινα τηγάνια, τα καλλυντικά πράσινα καλλυντικά, τα αρώματα πράσινα αρώματα, τα σπίτια πράσινα σπίτια, τα φράγματα πράσινα φράγματα, οι μπαταρίες πράσινες μπαταρίες, ενώ οι διαχρονικά ίδιοι καπιταλιστές αλογομούρηδες μας «πουλάνε»… πράσινα άλογα. Η απουσία ριζικών αλλαγών στην παγκόσμια παραγωγή είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της ιδεολογικής κατασκευής του μύθου της πράσινης ανάπτυξης.

Το γεγονός ότι ο καπιταλισμός καταστρέφει τον πλανήτη σε βαθμό που η ζωή σε αυτόν δεν θα μπορεί πια να γίνεται με βιώσιμους όρους, το ότι χρειάζεται αλλαγή κατεύθυνσης σε παγκόσμιο επίπεδο προς μια πορεία που θα σέβεται το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει ο άνθρωπος είναι κάτι παραπάνω από εμφανές. Επειδή, όμως, η αλλαγή αυτή συντελείται υπό κεφαλαιοκρατικούς όρους, όρους δηλαδή όπου η ανθρώπινη εργασία παραμένει ακόμα εμπόρευμα που αγοράζεται και μεταπωλείται με κέρδος, είναι ακόλουθο να φέρει ακόμα μεγαλύτερη εκμετάλλευση και ανεργία καθώς και την πλήρη εργαλειοποίηση της φύσης.

Οι παραδοσιακές κερδοφόρες κρατικές βιομηχανίες παραγωγής ενέργειας –κατά απόλυτο κανόνα κερδοφόρες– αναγκάζονται σήμερα (στο όνομα δήθεν της πράσινης ανάπτυξης) να αγοράζουν ενέργεια από ιδιωτικές επιχειρήσεις που πουλάνε αέρα κοπανιστό από ανεμογεννήτριες που δεν ρυπαίνουν. Η επιβολή της Ευρωπαϊκής οδηγίας για την «απελευθέρωση» της αγοράς ενέργειας μετέτρεψε τη ΔΕΗ μέσα σε μια 2ετία από κερδοφόρα σε υπερχρεωμένη επιχείρηση. Οι κρατικές βιομηχανίες αποκλείονται δια νόμου από τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό, οδηγούνται στον οικονομικό μαρασμό μετακυλώντας τα ελλείμματά τους στους καταναλωτές, απολύουν δεκάδες εργαζόμενους μέσα από συνεχή προγράμματα εξυγίανσης και εν τέλει πωλούνται σε ιδιώτες. Η πράσινη ανταγωνιστικότητα πάει έτσι χέρι-χέρι με τις πιο αντιδραστικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στον τομέα της εργασίας.

Παράλληλα, έργα καταστροφής της φύσης (όπως π.χ. το φράγμα του Αχελώου) ονομάζονται πράσινα ενώ βιομηχανίες που παραδοσιακά ρυπαίνουν το περιβάλλον γίνονται πρέσβης καλής θέλησης της ανακύκλωσης, της αναδάσωσης και άλλων τέτοιων τραγελαφικών θεαμάτων. Με την πράσινη ανάπτυξη να γίνεται πια κυβερνητική πολιτική, η εξουσία ορίζει κατά το δοκούν τι πρέπει και πώς να αναπτυχθεί στο όνομα μια περιβαλλοντικής νομιμότητας ala cart. Μέσα στην κρίση και την ενδεχόμενη κατάρρευση προ των πυλών, η ελληνική κυβέρνηση υπόσχεται 30 δισ. ευρώ (ποσό μεγαλύτερο από το περίφημο έλλειμμα του 2009) για τη χρηματοδότηση πράσινων επενδύσεων για την πενταετία 2010-2015. Αλλά και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο η χειραγώγηση του αγροτικού τομέα μέσα από την πολιτική των επιδοτήσεων που οδήγησε για δεκαετίες στον πλήρη έλεγχο της παραγωγής από τις ευρωπαϊκές ελίτ, σήμερα καταδικάζει μια ολόκληρη τάξη σε μαρασμό περιορίζοντας τον αγροτικό πληθυσμό σε ποσοστά κάτω του 5%, σε ένα μοντέλο αγροτικής παραγωγής πλήρως βιομηχανοποιημένο, κεντρικά διευρυνόμενο και με μεγάλες κεφαλαιακές αποδόσεις για μια μικρή κάστα μεγαλοβιομηχάνων της υπαίθρου. Στόχος δεν είναι μόνο η διάλυση της μικρής ιδιοκτησίας –καθώς αυτό έχει γίνει πράξη εδώ και δεκαετίες ειδικά στη δυτική Ευρώπη– αλλά η πλήρης εργαλειοποίηση της φύσης. Δεν είναι λίγοι άλλωστε οι “επιστήμονες” που κραυγάζουν πως τα μεταλλαγμένα τρόφιμα είναι… οικολογικά!

Ο μύθος της κλιματικής αλλαγής

Θα αναρωτιέται κανένας πώς είναι δυνατόν σε παγκόσμιο επίπεδο να μην υπάρχουν σοβαρές έστω ενστάσεις απέναντι στην ιδεολογία της πράσινης ανάπτυξης. Οι λόγοι είναι πολλοί. Από τη μια, είναι γεγονός πως ο σύγχρονος καπιταλιστικός λόγος για την πράσινη ανάπτυξη έχει εγκολπώσει πολλές από τις διαπιστώσεις του ριζοσπαστικού – επαναστατικού οικολογικού κινήματος όπως αυτό ξεπήδησε μέσα από την πανσπερμία των ιδεών του Γαλλικού Μάη του ’68. Και είναι ακόμα σίγουρο πως το δυναμικό αυτού του κινήματος εν πολλοίς εγκατέλειψε την παλαιά επαναστατική του ρητορεία με αποτέλεσα να γίνει πόλος στο αστικό παιχνίδι της εξουσίας. Πόλος, που μάλιστα σε πολλές χώρες της Ευρώπης απειλεί να αντικαταστήσει την πάλαι ποτέ σοσιαλδημοκρατία η οποία άλλωστε έχει σχεδόν υιοθετήσει όλες τις πράσινες αναπτυξιακές εναλλακτικές πολιτικές ως δικές της στρατηγικές. Όμως, ο βασικότερος λόγος που η ιδεολογία της πράσινης ανάπτυξης κυριαρχεί είναι η επιβολή του φόβου της κλιματικής αλλαγής.

Το φάντασμα της κλιματικής αλλαγής πλανιέται πάνω από τον πλανήτη για τουλάχιστον μια 15ετία. Το σενάριο υπερθέρμανσης του πλανήτη, του συνακόλουθου λιωσίματος των πάγων και της κατακλυσμιαίας απότομης αύξηση των θαλασσών είναι σε όλους γνωστό. Το ότι ο καπιταλισμός, βέβαια, καταστρέφει τη φύση είναι κάτι παραπάνω από δεδομένο. Η εξάντληση των φυσικών πόρων, η συνεχής επιβάρυνση της ατμόσφαιρας με τα λεγόμενα αέρια του θερμοκηπίου, η καταστροφή των δασών στο όνομα της ανάπτυξης είναι μια πραγματικότητα. Όμως, ο καπιταλισμός καταστρέφει τη φύση εδώ και τουλάχιστον 2 αιώνες. Τι είναι αυτό που διαφοροποιεί τη σημερινή κατάσταση;

Η απάντηση δεν είναι καθόλου δύσκολη. Είναι η συνεχιζόμενη πετρελαϊκή κρίση. Η συνεχής αύξηση της τιμής του πετρελαίου κυρίως στις περιοχές όπου η άντλησή του ήταν παραδοσιακά φτηνή θέτει επιτακτικά την ανάγκη για αλλαγή του τεχνολογικού παραδείγματος. Η μάχη για την επιτάχυνση αυτών των αλλαγών μεταξύ των αντικρουόμενων συμφερόντων των ελίτ μαίνεται παγκόσμια εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες. Η αντίθεση των ευρωπαϊκών ελίτ στον δεύτερο πόλεμο στο Ιράκ, η σχεδόν τραγελαφική κόντρα στο Κιότο, όπου ολόκληρα κράτη ανάλογα με τα συμφέροντά τους έσερναν επιστήμονες τσαρλατάνους που υποστήριζαν πότε το ένα και πότε το άλλο, είναι λίγες από τις πτυχές αυτής της διαμάχης. Πέρα όμως από τις όποιες καθυστερήσεις επέβαλε το οικονομικό λόμπι των πετρελαίων και της βαριάς βιομηχανίας που αναδύθηκε κατά την οκταετία Μπους, είναι κάτι παραπάνω από εμφανές πως η απόφαση για αλλαγή του τεχνολογικού παραδείγματος έχει παρθεί εδώ και πολύ καιρό.

Σε παγκόσμιο επίπεδο η επιβολή του φόβου της κλιματικής αλλαγής συνδέεται με κατακλυσμιαία συνέδρια για το κλίμα που φτάνουν στα όρια της μεταφυσικής. Ενδεικτικό άλλωστε της προπαγανδιστικής φρενίτιδας είναι η παντελώς ατεκμηρίωτη επιστημονικά ραγδαία αύξηση της στάθμης των θαλασσών αλλά και η πρόκληση μεγάλων πλημμύρων και τσουνάμι τα επόμενα χρόνια. (Σημείωση: η αιτία των τσουνάμι είναι μόνο τεκτονική και δεν έχει καμία σχέση με το κλίμα). Η ουδετερότητα της επιστήμης αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά ένα τεράστιο ψέμα καθώς δισεκατομμύρια δολάρια επενδύονται από εταιρίες κολοσσούς σε επιστημονικές ομάδες που χρησιμοποιούν τα όποια επιστημονικά δεδομένα για να παράγουν εφιαλτικά σενάρια πέρα από κάθε επιστημονική μεθοδολογία και λογική.

Αειφόρος ανάπτυξη

Στον κεντρικό πυρήνα, τέλος, της ιδεολογία της πράσινης ανάπτυξης συναντάμε την έννοια της αναπτυξιακής αειφορίας. Εδώ ο μύθος αποκαλύπτει το πιο κίβδηλο ιδεολόγημά του. Η σύνδεση των “φιλικών” προς το περιβάλλον προϊόντων με τη συνεχή και ανεμπόδιστη –εις το διηνεκές– ανάπτυξη είναι ένα πρόδηλο ψέμα. Πώς είναι δυνατόν οποιαδήποτε μορφή ανάπτυξης, η οποία εξ’ ορισμού σημαίνει τη διόγκωση και τη συσσώρευση του κεφαλαίου, να κινείται ανεμπόδιστα; Πώς μπορεί οποιαδήποτε μορφή εκμετάλλευσης να συγκεντρώνει πλούτο και να μην οδηγείται σε κρίση; Και ποιον άλλο μηχανισμό έχει ανακαλύψει ο “πράσινος” και “ειρηνικός” καπιταλισμός για να νικάει τις κρίσεις υπερσυσσώρευσης πέρα από την αλλαγή εκ νέου του τεχνολογικού παραδείγματος ή τον πόλεμο ως μαζική μηχανή καταστροφής;

Είναι κάτι παραπάνω από σαφές πως η μόνη ορατή λύση δεν είναι η πράσινη ανάπτυξη αλλά μια νέα διαδικασία προσανατολισμένη σε μία ποιοτική έννοια του πλούτου, δηλαδή μη οικονομική, που θα βάζει ως πρόταγμα την αντιστροφή της οικονομικής ανάπτυξης, τη συρρίκνωση της οικονομίας και θα αναθέτει κάθε ζωντανή ανθρώπινη ανάγκη στη διευθέτηση της πολιτικής συλλογικής απόφασης.

Μια συνέντευξη της Mirha-Soleil Ross για τις εργαζόμενες στο χώρο του σεξ και τα μη ανθρώπινα ζώα

Πηγή: http://antispe-gr.blogspot.gr

Η Mirha-Soleil Ross είναι βίγκαν, τρανσέξουαλ και υπέρμαχος της δικαιοσύνης για τις εργαζόμενες στο χώρο του σεξ. Παρακάτω ακολουθούν δύο αποσπάσματα συνεντεύξεων της Ross, όπως παρουσιάστηκαν στο Vegan Ideal.

Vaughan: Οι εργαζόμενοι στο χώρο του σεξ αυτή τη δεκαετία οργανώνονται όλο και περισσότερο απαιτώντας μεταρρυθμίσεις στους νόμους που τιμωρούν το συναινετικό εμπορικό σεξ. Είσαι απογοητευμένη με τη υποκρισία των φεμινιστικών ομάδων που αποφεύγουν το ζήτημα ενώ συνεχίζουν να ασχολούνται με τα δικαιώματα των γυναικών;

Ross: Οι φεμινίστριες της Δύσης αντιμετωπίζουν άνετα την πορνεία ως το ύστατο σύμβολο αρσενικής βίας και της γυναικείας οικονομικής και σεξουαλικής υποταγής. Αλλά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, είχαμε στη Δύση (και για ακόμα περισσότερο από αυτό στις χώρες του αποκαλούμενου «τρίτου κόσμου») ομάδες και δίκτυα εκδιδομένων γυναικών που έχουν αρθρώσει με σαφήνεια ποιες είναι οι πολιτικές μας ανάγκες και τι πρέπει να επιτευχθεί νόμιμα και πολιτιστικά με σκοπό να εργαζόμαστε και να ζούμε πιο ακίνδυνα και με περισσότερη αξιοπρέπεια. Διεθνώς σε αυτό το σημείο, έχουμε συναινέσει σε βασικούς στόχους όπως η ανάγκη να αναγνωριστεί η πορνεία ως νόμιμη εργασία και να αποποινικοποιηθεί. Δεν πιστεύουμε ότι η πορνεία είναι εγγενώς εκμεταλλευτική, υποβαθμιστική ή επίπονη. Αντ’ αυτού σκεφτόμαστε ότι οι διάφοροι νόμοι ενάντια στην πορνεία και η κακοήθης πολιτιστική στάση απέναντι στην πορνεία και τις πόρνες, δημιουργούν ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο τα πιο θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματά μας μπορούν να παραβιαστούν, ένα κλίμα μέσα στο οποίο μερικοί σκέφτονται ότι είναι εντάξει για να μας παρενοχλούν, να μας βιάζουν και να μας σκοτώνουν. Η ανάλυση και οι θέσεις μας ως εργαζόμενες εκδιδόμενες έχουν διαμορφωθεί από χρόνια και χρόνια καθημερινής εμπειρίας άσκησης πορνείας. Δεν είναι τα αποτελέσματα αφηρημένων θεωρητικολογιών που διευθύνονται από φεμινιστές κοινωνικούς επιστήμονες που δεν έχουν επαφή με την πορνεία και που έχουν περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους θαμμένοι βαθιά κάτω μέσα στα βιβλία της βιβλιοθήκης τους. Δυστυχώς η κοινότητα δικαιωμάτων των ζώων είναι ένα κίνημα κοινωνικής δικαιοσύνης μέσα στο οποίο οι φωνές των εκδιδομένων γυναικών είναι οδυνηρά απούσες, και αυτό εξαιτίας των πολύ δυσφημιστικών και επίπονων τοποθετήσεων και της προπαγάνδας. Συγγραφείς όπως η Carol Adams, ο Gary Francione και ο Jim Mason όλοι αναμασούν παραπληροφορημένες ασυναρτησίες του ριζοσπαστικού φεμινισμού της δεκαετίας του ’70 γύρω από την πορνεία και την πορνογραφία. Κάνουν προσβλητικές και ανουσιώδεις συγκρίσεις μεταξύ ενήλικων γυναικών που εργάζονται στο χώρο του σεξ με τη συγκατάθεσή τους και στα ζώα που δολοφονούνται από τη βιομηχανία κρέατος χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Και το κάνουν αυτό χωρίς να μας ρωτήσουν ποτέ. Εάν ο καθένας πρόκειται να αρχίσει να γράφει άρθρα και θεωρίες που συνδέουν το κρέας με την πορνογραφία και την πορνεία και τη λεγόμενη αντικειμενοποίηση των σωμάτων των γυναικών, τότε επιμένω πως εμείς – ως γυναίκες και ως πόρνες και ως εργαζόμενες στο χώρο του σεξ – πρέπει να είμαστε οι πρώτοι που θα ερωτηθούν σχετικά με αυτά τα θέματα!

Vaughan: Στο one woman show σου Yapping Out Loud: Contagious Thought from an Unrepentant Whore, έκανες μια σύνδεση μεταξύ των κογιότ και των πορνών. Πες μας για αυτό σε παρακαλώ.

Ross: Το 1999, πήρα μια χρηματοδότηση για να γράψω και να παραγάγω την πρώτη ολόκληρη παράστασή μου, μια σειρά βασισμένων-στο-χαρακτήρα και αυτοβιογραφικών μονολόγων που εξετάζει τις διαλέξεις και τις εκστρατείες εναντίον της πορνείας. Ήθελα να απαριθμήσω τον τρόπο που οι διάφορες ομάδες όπως οι φεμινίστριες, οι κοινωνικοί λειτουργοί και οι πράκτορες επιβολής του νόμου δουλεύουν όλοι μαζί για να δημιουργήσουν μαζί μια κοινωνία μέσα στην οποία και η δουλειά μας και οι ζωές μας ως πόρνες υποτιμώνται με συχνά τραγικές συνέπειες. Ήθελα επίσης να επιδείξω πώς η βία που διαπράττεται εναντίον μας καταλήγει να χρησιμοποιείται από όλους αυτούς για να τροφοδοτήσουν την εναντίον-της-πορνείας ιδεολογία τους και να προαγάγουν την ατζέντα τους με απολύτως κανέναν σεβασμό για το τι – ως εργαζόμενες πόρνες – λέμε πως χρειαζόμαστε προκειμένου να βελτιωθεί η εργασία και οι συνθήκες διαβίωσής μας. Έτσι όταν άρχισα να σκέφτομαι σχετικά με αυτό που ήθελα να κάνω, κινήθηκε το ενδιαφέρον μου από μια από τις πιο παλιές οργανώσεις για τα δικαιώματα των πορνών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτή η οργάνωση λέγεται COYOTE (Call Off Your Old Tired Ethics) και διάβασα ότι το ακρώνυμο της ΚΟΓΙΟΤ επιλέχτηκε αρχικά από την ιδρύτρια Margot Saint-James επειδή το ζώο στεκόταν σαν μια τέλεια μεταφορά για τον τρόπο που οι πόρνες αντιμετωπίζονταν και μεταχείζονταν – και αυτό ισχύει ακόμα – στον πολιτισμό μας: σαν απειλητικοί εισβολείς, φορείς ασθενειών, και ως παράσιτα που πρέπει να εξαλειφθούν. Έτσι από τη μια πλευρά ραδιουργήθηκα από αυτή τη σύγκριση, αλλά από την άλλη δεν μου άρεσε καθόλου το να χρησιμοποιείται ένα ολόκληρο έθνος ζώων για άλλη μια φορά ως μεταφορά τόσο εύκολα – δηλαδή, χωρίς την οποιαδήποτε κατάλληλη αντιπροσώπευση ή ανταπόδοση. Και αποφάσισα ότι ως πόρνη και ως ακτιβίστρια των δικαιωμάτων των ζώων, ήταν καθήκον μου να προσπαθήσω να ανταποδώσω λίγο στα κογιότ και να παρουσιάσω στους ανθρώπους τη βάρβαρη πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν εκατοντάδες χιλιάδες από αυτά κάθε χρόνο στη Βόρεια Αμερική – δηλητηριάζονται, πυροβολούνται και παγιδεύονται ως μέρος των διάφορων διαγωνισμών κυνηγιού και προγραμμάτων «ελέγχου». Έμμεσα, θέλησα επίσης να κάνω μερικές δύσκολες ερωτήσεις σχετικά με τη χρήση  των ζώων από εμάς ως «μεταφορές» για τα ανθρώπινα δεινά. Πόσο πρέπον είναι να συγκρίνουμε τα δικά μας ανθρώπινα βάσανα με αυτά των ζώων όταν τις περισσότερες φορές, ποσοτικά και ποιοτικά, υπάρχει τόσο μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο; Παρουσίασα το σόου εδώ στο Τορόντο το 2001 και θα το εκτελέσω ξανά το Σεπτέμβριο του 2003 στη Νέα Υόρκη ως μέρος του WOW Café’s first National Transgender Theatre Festival.

Lubiw: Αναρωτιέμαι εάν μπορούμε να διευρύνουμε αυτό για το οποίο μιλάμε, όχι μόνο να εστιάζουμε στο σόου αλλά να συζητήσουμε λίγο για την κοινότητα των δικαιωμάτων των ζώων και ειδικά τη φεμινιστική κοινότητα των δικαιωμάτων των ζώων και την πραγματεία τους γύρω από την πορνεία και την πορνογραφία. Ξέρω ότι έχεις πολλές ανησυχίες και πολλά ζητήματα με μερικές από τις θεωρίες που είναι εκεί έξω. Πολλή από τη θεωρία που είναι εκεί έξω με τους όρους της κοινότητας των δικαιωμάτων των ζώων είναι πολύ έντονα εναντίον της πορνογραφίας και της πορνείας. Οι θεωρίες αυτές βασίζονται στις ιδέες των γυναικών ως προϊόντα και των ζώων ως προϊόντα, των ζώων που καταναλώνονται κυριολεκτικά ως κρέας και γυναίκες που καταναλώνονται μεταφορικά ως ερωτικά αντικείμενα. Πες μου λίγα λόγια για το πώς αισθάνεστε για αυτές τις θεωρίες και τι βλέπεις καθώς κάποια από τα προβλήματα με αυτές τις θεωρίες, προέρχονται ειδικά από την προοπτική σου ως κάποια από το χώρο της πορνείας.

Ross: Αρχίζοντας, πρέπει να πω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα πολιτικά αυτή τη στιγμή από την άποψη της φεμινιστικής αντιπροσώπευσης στο κίνημα των δικαιωμάτων των ζώων είναι το ότι υπάρχει μόνο μια ουσιαστικά ομάδα φεμινιστριών που αντιπροσωπεύεται στο κίνημα. Και προέρχονται από ένα κλαδί του φεμινισμού που αποκαλούμε «ριζοσπαστικό φεμινισμό». Παραδοσιακά, αυτό το είδος φεμινισμού θεωρητικά και πολιτικά είναι ενάντια στην πορνεία όπως και ενάντια στην πορνογραφία όπως επίσης και ενάντια στις τρανσέξουαλ. Υπάρχουν ένα σωρό μαλακίες που έρχονται μαζί με αυτό το είδος φεμινισμού. Και φυσικά υπάρχουν πολλοί περισσότεροι φεμινισμοί από το ριζοσπαστικό φεμινισμό στο φεμινιστικό κόσμο αλλά στο κίνημα των δικαιωμάτων των ζώων, ο μόνος φεμινισμός που φαίνεται να είναι ορατός και να έχει φωνή στη συζήτηση ζητημάτων σεξουαλικής αντιπροσώπευσης και εργασίας στο χώρο του σεξ είναι ο ριζοσπαστικός φεμινισμός. Υπάρχουν πολλές, πολλές περισσότερες φεμινίστριες στο κίνημα των δικαιωμάτων των ζώων εκτός από αυτές που υπαγορεύουν την ανάλυση και τις καμπάνιες των Feminists for Animal Rights. Αλλά απλά κάνουν δουλεία που είναι προσανατολισμένη στα δικαιώματα των ζώων ή είναι σιωπηλές και δεν προκαλούν τις Feminists for Animal Rights και συγγραφείς όπως η Carol Adams στις προκαταλήψεις τους ενάντια στο σεξ, την πορνογραφία, την πορνεία, και τις τρανσέξουαλ. Ξέρω άπειρες φεμινίστριες που είναι αναμεμειγμένες στο κίνημα των δικαιωμάτων των ζώων και δεν υποστηρίζουν αυτές τις απόψεις αλλά δεν αρχίζουν οι ίδιες ένα νέο φεμινιστικό κύμα θεωρίας και πολιτικής φεμινιστικής προσέγγισης των δικαιωμάτων των ζώων. Έτσι αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά προβλήματα αυτή τη στιγμή. Κατόπιν υπάρχουν ένα σωρό προβλήματα με το είδος του φεμινισμού που προωθείται από την Carol Adams, την Marti Kheel, την Batya Bauman και τους ακολούθους τους που κυριαρχούν αυτή την περίοδο την πραγματεία στο φεμινισμό και τα δικαιώματα των ζώων. Πιστεύω ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που προέρχονται από αυτές είναι ότι συγκρίνουν τη μεταχείριση των γυναικών με τη μεταχείριση των ζώων όπως και μια από τις κύριες θέσεις τους, αυτή όπου προσπάθησαν να καταδείξουν ότι η σύγκριση είναι μέσω των γυναικών στην πορνογραφία και των γυναικών στην πορνεία και των γυναικών που εργάζονται στο χώρο του σεξ. Έτσι η πρώτη αντίδρασή μου, αυτό που έχω πρώτα να πω είναι ότι πρέπει να αναμείξετε τις φωνές των γυναικών που εργάζονται στην πορνογραφία και την πορνεία. Μιλάω για τις γυναίκες που εργάζονται αυτή την περίοδο στο χώρο του σεξ. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες είχαμε τις γυναίκες που εργάζονται στο χώρο του σεξ – οι περισσότερες των οποίων επίσης προσδιορίστηκαν ως φεμινίστριες – να αρθρώνουν ακριβώς ποιες είναι οι πολιτικές μας ανάγκες. Και έχουμε μια ανάλυση της πορνείας που φυσικά είναι πολύ διαφορετική από αυτές των φεμινιστικών ομάδων όπως οι Feminists for Animal Rights και αυτό είναι πολύ απειλητικό για αυτούς να συλλογιστούν λαμβάνοντας υπόψιν τις φωνές μας σε αυτές τις συζητήσεις και ομιλίες επειδή δεν συμφωνούμε. Μιλάμε σε πρώτο πρόσωπο για την πραγματική εμπειρία μας στο χώρο του σεξ και για τις πραγματικές καθημερινές εργασιακές μας ανάγκες. Έτσι ενώ θεωρητικολογούν για τη λεγόμενη χρήση και αντικειμενικοποίηση και εμπορευματοποίηση των σωμάτων μας, εμείς ΕΙΜΑΣΤΕ αυτά τα σώματα. Και έχουμε μια πολύ διαφορετική αντίληψη από τη δική τους για το τι συμβαίνει στη βιομηχανία του σεξ. Έτσι έχουμε ομάδες όπως οι Feminists for Animal Rights και τα μέλη τους να βγαίνουν και να κάνουν ομιλίες εξ ονόματός μας, να δίνουν διαλέξεις, να κάνουν παρουσιάσεις και να τρέχουν καμπάνιες που μας βλάπτουν αποκλείοντάς μας από τις συζητήσεις τους. Και πάντα προσβαλλόμουν από το γεγονός ότι γυναίκες που είναι πόρνες ή απασχολούνται στην πορνογραφία μπορούν να συγκριθούν με τα ζώα σε βιομηχανικές φάρμες και σφαγεία. Ειλικρινά μιλάμε για δύο διαφορετικά πράγματα. Ναι υπάρχει αυτή η εικόνα που εμφανίστηκε σε ένα περιοδικό μια ή δυο δεκαετίες παλιότερα με το σώμα μιας γυναίκας να περνάει μέσα από μια μηχανή κοπής κιμά αλλά αυτό ήταν μια εικόνα, σιγά το πράμα! Υπάρχουν αληθινά ζώα που περνούν μέσα από αυτό το μύλο! Τι υπομένουν τα ζώα στις βιομηχανικές φάρμες, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς στο σφαγείο και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας σφαγής είναι εντελώς ασύγκριτα με την εμπειρία μας ως γυναίκες που δίνουν την συγκατάθεσή τους να πληρωθούν – και αρκετά καλά μάλιστα, ευχαριστώ – για την παροχή σεξουαλικών υπηρεσιών. Οι γυναίκες που εργάζονται στη βιομηχανία του σεξ δεν σκέφτονται τους εαυτούς τους ως κομμάτια κρέατος και ειλικρινά εάν κάποια το κάνει, χρειάζεται μια σοβαρή αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Θα πρέπει να συρθεί σε ένα υπόστεγο όπου οι εκατοντάδες χιλιάδες κότες στριμώχνονται και σαπίζουν στις συστοιχίες κλουβιών. Θα πρέπει να μυρίσει και να ακούσει και να αισθανθεί το αίμα και το φόβο και την αγωνία που συνεχίζεται 24 ώρες την ημέρα, 7 ημέρες την εβδομάδα, 12 μήνες το χρόνο για δισεκατομμύρια ζώα σε χιλιάδες σφαγεία σε αυτή την ήπειρο. Έτσι πάντα έβρισκα ότι η σύγκριση ήταν προσβλητική και πραγματικά ελαχιστοποιούσε το τι περνάνε αυτά τα ζώα. Και τόσο μεγάλο μέρος της θεωρητικολογίας τους περιστράφηκε γύρω από αυτή τη σύγκριση που δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη σε κανέναν το ότι κρατιόμαστε έξω από τη συζήτηση επειδή εάν συμμετάσχουμε σε αυτή, ένα τεράστιο κομμάτι της φεμινιστικής θεωρητικολογίας των δικαιωμάτων των ζώων που αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαπέντε ετών θα καταρρεύσει και θα πρέπει να αναγνωριστεί ως συμβαλλόμενο στο να καταστήσει αδύνατο για εργαζομένους στο χώρο του σεξ να κερδίσουν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

Lubiw: Μιλάμε για τα προβλήματα που έχει φέρει ο φεμινισμός στο κίνημα των δικαιωμάτων των ζώων και τις ανησυχίες σας με τις Feminists for Animal Rights. Από την άποψη του σόου Yapping Out Loud, ξέρω ότι υπάρχουν πολλοί διάλογοι που έβαλες εκεί οι οποίοι είναι επικριτικοί στο φεμινιστικό κίνημα. Τι πιστεύεις ότι μπορεί να φέρει ο φεμινισμός στο κίνημα των δικαιωμάτων των ζώων και πώς βλέπεις εσύ την καταπίεση των ζώων να συνδέεται με την καταπίεση των γυναικών;

Ross: Δεν είμαι σίγουρη. Δεν είμαι κάποια που προσπαθεί πραγματικά να αναγκάσει συνδέσεις. Είμαι κάποια που λέει: «Αυτό είναι το τι περνάω εγώ. Τι περνάς εσύ; Ας δούμε πως μπορούμε να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο. Και εντάξει ναι, εάν υπάρχουν κάποιες συνδέσεις που συνειδητοποιούμε πως συνεχίζονται κατά μήκος του δρόμου, τότε να τις αναγνωρίσουμε.» Ένα από τα πράγματα που κάνω με το σόου μου είναι να τονίζω ότι ναι με κάποιο τρόπο οι πόρνες μεταχειρίζονται όπως τα ζώα, όπως τα κογιότ. Αλλά αυτή η μεταχείριση δεν είναι έμφυτη στην πορνεία και δεν προέρχεται από τους πελάτες των πορνών. Προέρχεται από ομάδες κατοίκων, από τους μπάτσους, από τους κοινωνικούς λειτουργούς και προέρχεται και από τις φεμινίστριες. Βρίσκω πως οι φεμινίστριες είναι αυτές που μας αντικειμενοποιούν. Αντιπροσωπεύω τη μεταχείριση των πορνών στα χέρια των φεμινιστριών στο σόου μου με τη χρησιμοποίηση τριών φουσκωτών κούκλων. Όταν ένας άντρας γαμάει μια φουσκωτή κούκλα, ξέρει ότι δεν γαμάει μια πραγματική γυναίκα. Όταν αυτές οι φεμινίστριες μιλούν για εμάς, πραγματικά μας βλέπουν και μας αντιλαμβάνονται ως αυτές τις φουσκωτές κούκλες. Διαπιστώνω ότι αυτές, οι φεμινίστριες, είναι αυτές που μας αντικειμενοποιούν. Εάν δεν ήμουν η Mirha-Soleil με την προσωπικότητα και το πρόσωπο και τη γοητεία και το πνεύμα μου και τα πάντα που με κάνουν τη Μirha-Soleil, οι πελάτες μου δεν θα με έβλεπαν. Με βλέπουν επειδή υπάρχει μια συγκεκριμένη προσωπικότητα και ένα ιδιαίτερο sex appeal που είναι μέρος ολόκληρου του πακέτου μου. Δεν έρχονται για να δουν δυο βυζιά ή μια ρόγα ή ένα κωλομάγουλο για όνομα του Χριστού. Είναι οι φεμινίστριες οι οποίες είναι ενάντια στην πορνεία που μας αντικειμενοποιούν και μας μειώνουν σε βυζιά και κώλους με το να μας αντιλαμβάνονται με αυτό τον τρόπο και με τη διάδοση του μύθου ότι στην πορνεία αυτό είναι που είμαστε ως πόρνες: χυδαία στόμια, και ότι αυτό είναι αυτό που αξίζουμε πραγματικά. Έτσι αυτό που κάνω είναι να γυρίζω τους πίνακες ανάποδα και να λέω «Πιστεύετε ότι οι πελάτες μας ή οι άνδρες που βλέπουν πορνό μας μεταχειρίζονται σαν ζώα και κομμάτια κρέας; Γιατί τότε εάν αυτό πιστεύετε, ΕΣΕΊΣ είστε αυτές που δεν μπορούν να δουν πέρα από βυζιά και κώλους και τρύπες για γαμήσι. Είστε αυτοί που μας μεταχειρίζονται σαν ζώα και τα κομμάτια κρέας και οι ομιλίες σας, οι καμπάνιες σας, η θεωρητικολογία σας μας βλάπτουν και βοηθούν να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο όπου η πορνεία βλέπεται ως κοινωνικό κακό που πρέπει να αποβληθεί, ένα πλαίσιο που καθιστά πιθανό σε ανθρώπους να σκοτώσουν πόρνες και να πιστεύουν πως προσφέρουν υπηρεσίες στην κοινωνία.

Αρχικό κείμενο στο Vegan Ideal