Paneroticism: The Dance of Life

Chaos is a dance, a flowing dance of life, and this dance is erotic. Civilization hates chaos and, therefore, also hates Eros. Even in supposedly sexually free times, civilization represses the erotic. It teaches that orgasms are events that happen only in a few small parts of our bodies and only through the correct manipulation of those parts. It squeezes Eros into the armor of Mars, making sex into a competitive, achievement-centered job rather than joyful, innocent play. Yet even in the midst of such repression, Eros refuses to accept this mold. His joyful, dancing form breaks through Mars’ armor here and there. As blinded as we are by our civilized existence, the dance of life keeps seeping into our awareness in little ways. We look at a sunset, stand in the midst of the forest, climb on a mountain, hear a bird song, walk barefoot on a beach, and we start to feel a certain elation, a sense of awe and joy. It is the beginning of an orgasm of the entire body, one not limited to civilization’s so-called “erogenous zones”, but civilization never lets the feeling fulfill itself. Otherwise, we’d realize that everything that is not a product of civilization is alive and joyfully erotic.
But a few of us are slowly awakening from the anesthesia of civilization. We are becoming aware that every stone, every tree, every river, every animal, every being in the universe is not only just as alive, but at present is more alive than we who are civilized beings. This awareness is not just intellectual. It can’t be or civilization will just turn into another academic theory. We are feeling it. We have heard the love-songs of rivers and mountains and have seen the dances of trees. We no longer want to use them as dead things, since they are very much alive. We want to be their lovers, to join in their beautiful, erotic dance. It scares us. The death-dance of civilization freezes every cell, every muscle within us. We know we will be clumsy dancers and clumsy lovers. We will be fools. But our freedom lies in our foolishness. If we can be fools, we have begun to break civilizations chains, we have begun to lose our need to achieve. With no need to achieve, we have time to learn the dance of life; we have time to become lovers of trees and rocks and rivers. Or, more accurately, time cease to exist for us; the dance becomes our lives as we learn to love all that lives. And unless we learn to dance the dance of life, all our resistance to civilization will be useless. Since it will still govern within us, we will just re-create it.
So let’s dance the dance of life. Let’s dance clumsily without shame, for which of us civilized people isn’t clumsy? Let’s make love to rivers, to trees, to mountains with our eyes, our toes, our hands, our ears. Let every part of our bodies awaken to the erotic ecstasy of life’s dance. We’ll fly. We’ll dance. We’ll heal. We’ll find that our imaginations are strong, that they are part of the erotic dance that can create the world we desire.

text by Feral Faun

ΟΥΤΕ ΘΕΟΣ – ΟΥΤΕ ΓΟΝΙΔΙΟ

Πηγή: http://www.anarkismo.net/article/19930

Κριτική στο κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα

Το ζήτημα της επιστήμης, παραμένει ταμπού. Αφορά το επιστημονικό ιερατείο. Ακόμη και σήμερα κυριαρχεί η γνώμη ότι τα ζητήματα που εγείρει η ανάπτυξη της τεχνοεπιστήμης αφορούν τους ειδικούς επιστήμονες. Θεωρούμε λοιπόν, πολύ σημαντικό να ανοίξει η συζήτηση πέρα από τους χώρους της επιστημονικής εξειδίκευσης. Να απεγκλωβιστεί από το κλειστό και περιχαρακωμένο περιβάλλον της επιστημολογίας, από το ιεραρχικά διαχωρισμένο πεδίο των ειδικών επιστημόνων. Πρώτη μας επιδίωξη, είναι να σπάσουμε την εξουσία της εξειδίκευσης, του φαντασιακού του επιστημονισμού, που πάνω κάτω λέει «μην ανησυχείτε το θέμα αφορά τους ειδικούς», «πρέπει να είσαι ειδικός για να αναφέρεσαι σε αυτά τα θέματα». Η αλήθεια είναι ότι καθένας μπορεί να διαμορφώσει άποψη, στηριζόμενος σε κοινά αποδεκτές επιστημονικές αποδείξεις. Το ζήτημα της επιστήμης, δεν είναι μονοσήμαντο αλλά πολύπλοκο και εγγενώς αντιφατικό. Αφορά τη γνώση και τη σχέση των ανθρώπινων κοινωνιών με τους εκάστοτε θεσμούς – φορείς της που την εφαρμόζουν. Είναι δηλαδή βασικά πολιτικό.

Η επιστήμη, η ιδέα της επίστημης, της επιστημονικής αλήθειας, αποτελούν θεμελιώδεις λίθους – μύθους του νεωτερικού οικοδομήματος και του καπιταλιστικού συστήματος.

Η νεώτερη εποχή εδραιώνεται πάνω στις ιδέες της ασταμάτητης προόδου (η οποία ταυτίζεται με την τεχνολογική ανάπτυξη ) και του ορθολογικού ελέγχου – κυριαρχίας πάνω στη φύση και την ανθρώπινη κοινωνία. Η επιστήμη της, δεν μπορούσε παρά να είναι ανάλογη: μαθηματικοποίηση – ποσοτικοποίηση του κόσμου, με στόχο την ορθολογική του κυριαρχία.

Σε μια πρώτη προσέγγιση πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι σήμερα η επιστήμη πέρα από ισχυρός κοινωνικός θεσμός είναι και μια κυρίαρχη νομιμοποιητική σημασία. Μια σημασία ζωής. Ένα κυρίαρχο φαντασιακό που έχει μολύνει τα μυαλά (και όχι μόνο) των σημερινών κοινωνιών. Η εξουσία του ειδικού επιστήμονα είναι όχι μόνο αδιαμφησβήτητη αλλά και ζητείται επίμονα. Με αυτή την έννοια η τεχνοεπιστήμη έχει όντως αυτονομηθεί ως ισχυρός κυρίαρχος λόγος, έχει γίνει αυτοσκοπός εν πολλοίς ανεξέλεγκτος. Η θρησκειοποίησή της είναι χαρακτηριστικό της.

Σε μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ιστορίας κύριος θεσμός κοινωνικής νομιμοποίησης ήταν η εκκλησία. Στις δυτικές κοινωνίες εδώ και καιρό η επιστήμη διαδέχθηκε την εκκλησία, με νέους βέβαια όρους, ως κυρίαρχος νομιμοποιητικός λόγος. Σχετικοποιώντας την πηγή του νοήματος και της σημασίας της ζωής, γκρεμίζοντας το θρησκευτικό ιερατείο από το θρόνο του, ανέλαβε να παίξει η ίδια το ρόλο του εγγυητή του νοήματος για τις ανθρώπινες κοινωνίες. Πίσω από την αντιμεταφυσική της κριτική όμως, υπέκρυπτε τις δικές της μεταφυσικές θεμελιώσεις. Προήγαγε την εγκατάλειψη της θρησκείας, χάριν όμως ενός εξορθολογισμένου εργαλειακού Λόγου. Ενός Λόγου που διεκδικούσε την παντογνωσία και την παντοδυναμία και εν τέλει την κυριαρχία επί παντός επιστητού. Όταν λέμε ότι κάτι ΄΄το λέει η επιστήμη΄΄, είναι για να υποστηρίξουμε μια αδιασειστη αλήθεια.

Η Επιστήμη, ως Νέα Επιστήμη, αναπτύχθηκε από τον 17ο αιώνα ως δραστηριότητα διαχωρισμένη, επιβάλλοντας τους δικούς της διαχωρισμούς, μονοπολώντας το πεδίο της γνώσης. Από το ξεκίνημά της, ιδρύει μια εργαλειακή σχέση με την πραγματικότητα, στοχεύει στην ποσοτικοποίησή της, υποβιβάζοντας την σε κάτι μετρήσιμο. Αποτελεί λοιπόν και κεντρική φαντασιακή συνιστώσα της καπιταλιστικής κοινωνίας, παίζοντας πρωτεύοντα ρόλο στην ανάπτυξη του τρόπου παραγωγής που βασίζεται στη μέτρηση του εργασιακού χρόνου και της παραγωγικότητας.

Η φυσική του Νεύτωνα η οποία κυριάρχησε από το τέλος του 17ου ως το τέλος του 19ου αιώνα, περιγράφει το σύμπαν σαν ένα καλοκουρδισμένο ρολόϊ, στο οποίο τα πάντα γίνονται με ακρίβεια και σύμφωνα με συγκεκριμένους νόμους. Κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα αυτήν την περίοδο είναι η μαθηματική φυσική ο οποία σχεδόν αμέσως μετατρέπεται σε υπόδειγμα επιστήμης. Η γέννηση του θετικισμού τον 19ο αιώνα δεν αποτελεί ρήξη με το καθεστώς της μηχανιστικής σκέψης, αλλά εκσυγχρονισμό της, μέσω του οποίου αναδιευθετείται και ανασυντάσσεται αποτελεσματικότερα. Ο θετικιστικός ορθολογισμός κυριαρχεί από τότε στην επιστήμη, πάνω στον οποίο βασίζεται η τεχνοκρατική ιδεολογία των σύγχρονων βιομηχανικών – καπιταλιστικών κοινωνιών. Στο πεδίο της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης βασιλεύει ο ίδιος επιστημονιστικός μύθος με τον πιο χυδαίο τρόπο. Ενώ ο δογματικός εργαλειακός ορθολογισμός δέχθηκε σφοδρή κριτική στο επίπεδο της θεωρίας[1], στην πράξη θριαμβεύει μέσω της κυριαρχίας της τεχνολογίας στις ανθρώπινες κοινωνίες. Το κυρίαρχο σημερινό επιστημονιστικό παράδειγμα βασίζεται πάνω σε αυτό το παράδοξο: Παρόλο που στο θεωρητικό επίπεδο, το μηχανιστικό – αναγωγιστικό – ντετερμινιστικό μοντέλο δέχθηκε ανηλεή κριτική και παρόλο που ολόκληρο το οικοδόμημα της επιστήμης από τις αρχές του περασμένου αιώνα κολυμπάει μέσα στην αβεβαιότητα, στο επίπεδο της εφαρμοσμένης επιστήμης, της τεχνοεπιστήμης δηλαδή, είναι σα να μην συνέβη τίποτα. (Στις διαφημίσεις των βιοτεχνολογικών εταιρειών παραδείγματος χάρη, αναπαράγεται η χαρούμενη θετικιστική αφέλεια του 17ου αιώνα).

Με την ανάπτυξη του καπιταλισμού, η επιστήμη, ως κεντρική συνιστώσα του, αναπτύσσεται ως καπιταλιστική επιστήμη. Ενσωματώνεται ως ένας ιδιαίτερος κυρίαρχος θεσμός μέσα στη γιγάντια κίνηση εξάπλωσης του εμπορεύματος, της εμπορικής συναλλαγής, της διείσδυσης της οικονομίας σε όλες τις όψεις της ανθρώπινης και μη ζωής.

Η επιστήμη λοιπόν, δεν είναι ουδέτερη, όπως θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε οι μέντορές της, γιατί είναι ένας κοινωνικός θεσμός με την πλήρη σημασία του όρου και σαν τέτοιος είναι φτιαγμένος από τις αξίες και τις στοχεύσεις της κοινωνίας την οποία θεμελιώνει. Είναι μια έκφραση του συνολικού προσανατολισμού της κοινωνίας στην οποία ανήκει, προσφέρει λύσεις στα ερωτήματα και τα προβλήματα του πολιτισμού μέσα στον οποίο εντάσσεται. Η μηχανιστική επιστημονική αντίληψη της Φύσης ή ο ΄΄ορθολογισμός΄΄ π.χ είναι θεμελιώδεις σημασίες του καπιταλιστικού κόσμου.

Στο κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε σήμερα, κυρίαρχη επιστημονική ιδεολογία είναι ο επιστημονισμός, η θρησκειοποίηση της επιστήμης, η αναγωγή της σε απόλυτο και μόνο νόμιμο κριτή της αλήθειας. Αυτός ο νέος -ισμός, αποτελεί ένα από τους θεμελιωτικούς μύθους της καπιταλιστικής κοινωνίας. Στον επιστημονισμό κορυφώνεται η δογματική-ρασιοναλιστική τάση του διαφωτισμού η οποία προωθεί την επιστήμη με σωτηριολογική φρασεολογία. Κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα, παραμένει ο μηχανιστικός ορθολογισμός παρόλες τις εκλεπτύνσεις που του επέβαλε ο θετικισμός, ο θετικιστικός ορθολογισμός. Το μηχανιστικό μοντέλο λειτουργεί με κύρια μεθοδολογικά εργαλεία τον αυστηρό αναγωγισμό και τον ντετερμινισμό.

Όψιμο παράδειγμα χυδαίας μηχανιστικής – αναγωγιστικής επιστήμης, είναι η ιδεολογία του βιολογισμού που νομιμοποιεί τις βιοτεχνολογικές εφαρμογές αλλά και θεωρίες όπως η κοινωνιοβιολογία. Η πεποίθηση δηλαδή ότι όλη η ανθρώπινη ύπαρξη ελέγχεται από το DNA μας.

Η κοινωνιοβιολογία π.χ προσπαθεί να εξηγήσει τα πολιτισμικά φαινόμενα και την ανθρώπινη ιστορία γενικότερα, με βάση τις βιολογικές ανάγκες που ικανοποιούν. Η ανθρώπινη συμπεριφορά, η ιστορία και η κοινωνική οργάνωση ερμηνεύονται υπό το πρίσμα της εξελικτικής θεωρίας. Έτσι, μέσα σε αυτόν τον γενικευμένο γενετικό ντετερμινισμό, όπου τα πάντα καθορίζονται από τις εγωιστικές (αυτομεγιστοποιητικές) επιλογές των γονιδίων, ακόμη και τα πολιτισμικά φαινόμενα ανάγονται στις δήθεν βιολογικές αναγκαιότητες που τα καθορίζουν. Δεν χρειάζεται να επιμείνουμε στις οφθαλμοφανείς ρατσιστικές και ευγονικές καταλήξεις τέτοιων θεωριών. Θα σημειώσουμε μόνο ότι ένα βασικό σφάλμα της κοινωνιοβιολογίας αλλά και όλων των φυσιοκρατικών θεωριών είναι ο ανθρωπομορφισμός τους. Η φυσικοποίηση κοινωνικών θεωριών και η χρησιμοποίησή τους κατόπιν ως φυσικών επιστημονικών μοντέλων που επιβεβαιώνουν τις συγκεκριμένες κοινωνικές θεωρίες. Στην Κοινωνιοβιολογία του Wilson «διαβάζουμε για κοινωνίες ζώων που έχουν «πολυγυνία», «κάστες», «δούλους», «δεσπότες», «μητρογραμμική κοινωνική οργάνωση», «βασίλισσες», «οικογενειακό σωβινισμό», «πολιτισμικές καινοτομίες», «γεωργία», «φόρους» και «επενδύσεις», καθώς επίσης δαπάνες» και «οφέλη». Η κλασική δαρβινική θεωρία φυσικοποιεί σε πολλά της σημεία τα επιχειρήματα της οικονομικής θεωρίας του Adam Smith. Αντίστροφα, η εξήγηση της εξέλιξης μέσω της φυσικής επιλογής, χρησίμευσε ως ιδεολογική βάση για τον ανταγωνιστικό καπιταλισμό του laissez-faire και την αθέμιτη αποικιοκρατική κυριαρχία επί των υποδεέστερων φυλών. Τα παραδείγματα όμως της κοινωνιοβιολογίας, όπως και των επεμβάσεων της γενετικής μηχανικής, αλλά και της ιατρικής, αποδεικνύουν ότι το κυρίαρχο ακόμη και σήμερα επιστημονικό παράδειγμα βασίζεται στο μηχανιστικό μοντέλο. Όλοι οι κλάδοι θα λέγαμε της σύγχρονης εφαρμοσμένης επιστήμης, θα μπορούσαν να κατηγορηθούν ως νεώτερες εξειδικεύσεις της μηχανιστικής νοοτροπίας απέναντι στη φύση και τον άνθρωπο. Την εποχή της κατάρρευσης κάθε βεβαιότητας στις θεωρητικές επιστήμες, η τεχνοεπιστήμη θριαμβεύει χειραγωγώντας ό,τι θεωρεί χειραγωγίσιμο.

Όμως αν από τη μία η θεοποίηση της επιστήμης, ως ενσαρκωμένου μύθου της προόδου, οδηγεί σε έναν νέο σκοταδισμό, το ίδιο ισχύει και για πολλά από τα σύγχρονα νεομυστικιστικά και διάφορα πρωτογονιστικά αναθέματα εναντίον της επιστήμης. Τις περισσότερες φορές το παραδοσιακό δυιστικό σχήμα φύση/άνθρωπος αντιστρέφεται υπέρ του ενός ή του άλλου όρου.

Δεν δαιμονοποιούμε την επιστήμη και την τεχνολογία εν γένει. Το ζήτημα είναι πολύπλοκο και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αντιστρέφοντας απλώς τον κυρίαρχο δυισμό. Το ζήτημα είναι να βρούμε τους τρόπους να υπερβούμε τους διαχωρισμούς πάνω στους οποίους εδραιώνεται η κυριαρχία της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης. Τους διαχωρισμούς που επιβάλλει στη φύση και την κοινωνία, για να τις χειραγωγήσει.

Αναφερόμενοι στη φύση και την κοινωνία πρέπει να εγκαταλείψουμε όλα τα απλοϊκά δυιστικά ή γραμμικά σχήματα που προσπαθούν να τις συνδέσουν ή να τις αποσυνδέσουν. Οι σχέσεις μέσα στη φύση, όπως και οι σχέσεις φύσης-κοινωνίας δεν είναι πλήρως εξορθολογίσιμες. Η πραγματικότητα διατρέχεται από συνέχειες και ασυνέχειες, αλληλεξαρτήσεις και ετερογένειες, δημιουργίες νέων μορφών και καταστροφή ή αλλοίωση παλαιότερων, τυχαιότητα, τάξη, αταξία, χάσματα, οργάνωση. Εκαταλείποντας τη δογματική τύφλωση του επιστημονισμού, πρέπει να βρούμε τους τρόπους με τους οποίους η αναζήτηση της γνώσης θα αναγνωρίσει την ανυπαρξία έσχατων θεμελίων που δήθεν τη θεμελιώνουν. Αυτή η παραδοχή μπορούμε να πούμε ότι υπήρξε τραυματική στον 20ο αιώνα και οδήγησε στον πεσιμισμό του μεταμοντέρνου σχετικιστικού λόγου, σε πλήρη συμφωνία με τον κομφορμισμό και την απάθεια των σύγχρονων κοινωνιών απέναντι στα προβλήματα που εγείρει η καπιταλιστική ανάπτυξη και πρόοδος.

Ο κυρίαρχος επιστημονικός λόγος προτάσσοντας την ουδετερότητά του ως εργαλείου, οδηγεί στη συγκάλυψη και απόκρυψη της πολιτικής ρίζας του προβλήματος. Στη συγκάλυψη των δικών του πολιτικών προεκτάσεων καθώς αποτελεί το ΄΄λογικό΄΄ θεμέλιο της καπιταλιστικής κοινωνίας, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ετερόνομη θέσμιση της. Δεν μπορούμε να αναμένουμε καμία πραγματική λύση όσο οι σημερινές κοινωνίες δεν αναλαμβάνουν ρητά το ζήτημα του αυτομετασχηματισμού τους. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Όσο θα κυριαρχεί η ιδιώτευση και ο ατομικισμός, οι οικονομικές-πολιτικές-επιστημονικές ολιγαρχίες θα επεκτείνουν τη λεηλασία τους στη φύση και την ανθρώπινη κοινωνία. Δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα λοιπόν η αμφισβήτηση της σύγχρονης επιστήμης χωρίς την αμφισβήτηση της θεσμισμένης κοινωνίας. Κι αυτή η αμφισβήτηση θα είναι ριζική μόνο αν συμβάλλει σε μια βαθιά κριτική της οργάνωσης της επιστημονικής γνώσης και της επιστημονικής πρακτικής που τη συνοδεύει. Χρειαζόμαστε ένα ήθος της θνητότητας για να απεγκλωβιστούμε από την τυραννία της θρησκείας και μια αυθυπέρβαση του λόγου που θα μας οδηγεί πέρα από τον αναγωγισμό και τον ντετερμινισμό, αναλαμβάνοντας την πρόκληση να σκεφτούμε κριτικά και αναστοχαστικά την πολυπλοκότητα του υπάρχοντος, εγκαταλείποντας την προσπάθεια να την εγκλείσουμε μέσα σε μια καλά περιφραγμένη και εξορθολογισμένη επιστημονική εξήγηση.

Είναι επιτακτική η ανάγκη, από την πλευρά του προτάγματος της αυτονομίας να ανανεώσουμε το πάθος για τα κοινά και το πάθος για γνώση, που δεν μπορούν να έχουν άλλη ΄΄θεμελίωση΄΄ από τη βούλησή μας για ελευθερία, την αμφισβήτηση των παραδεδομένων αληθειών και τη συνεχή διερώτηση γύρω από τα ζητήματα της γνώσης και της εξουσίας της μέσα στην κοινωνία.

Μαύρο Πιπέρι

[1] Αυτή η κριτική ξεσπάει στο εσωτερικό της ίδιας της επιστήμης από τα τέλη του 19ου αιώνα και κορυφώνεται στις αρχές του 20ου αιώνα με τη θεωρία της σχετικότητας, την ανάδειξη της δημιουργικής παρέμβασης του παρατηρητή, την αρχή της απροσδιοριστίας και όλων των θεωριών που ανέτρεψαν το κλασικό μηχανιστικό μοντέλο εκ θεμελίων. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ( κάτι που π. χ ο Φουκό αγνοεί στις αναλύσεις του) ότι η κριτική στον εργαλειακό ορθολογισμό στην ουσία πρωτοεμφανίζεται και συγκροτείται μέσα στους κόλπους του φιλοσοφικού μοντερνισμού από τα τέλη του 18ου αιώνα, με την αντικαρτεσιανή επανάσταση που ξεκινάει από τον Καντ και συνεχίζεται από τους επιγόνους του, τον Φίχτε, τον Χέγκελ, τους αριστερούς χεγκελιανούς, τον Μαρξ.

Facts of life

«Αλήθειες μέσα από τη ζωή» ή ερωτικοποίηση της καταπίεσης των γυναικών; H επιστήμη της σεξολογίας και η κοινωνική κατασκευή της ετεροσεξουαλικότητας

(της Margaret Jackson, από τη συλλογή δοκιμίων The cultural construction of sexuality)

πηγή: http://ek-fyles.blogspot.gr

Προσπερνώντας την απλοϊκή αντίληψη ότι στη δεκαετία του 1960 συντελέστηκε μια «σεξουαλική επανάσταση» –ονομασία που συσκοτίζει το γεγονός ότι το εν λόγω φαινόμενο εξυπηρέτησε αποκλειστικά τη διευκόλυνση και νομιμοποίηση του ανδρικού δικαιώματος για σεξουαλική πρόσβαση στις γυναίκες– και ανατρέχοντας πίσω στο χρόνο, με τη διερεύνηση του ρόλου της επιστήμης της σεξολογίας στην επικύρωση των κυρίαρχων μύθων για την ανδρική σεξουαλικότητα, διαπιστώνεται ότι η σεξολογία κατά κύριο λόγο κατασκεύασε ένα μοντέλο σεξουαλικότητας που διατεινόταν ότι είναι αντικειμενικό και επιστημονικό, αλλά στην πραγματικότητα αντικαθρέφτιζε και προωθούσε τα συμφέροντα των ανδρών μέσα στην πατριαρχική κοινωνία, διασπείροντας βαθιά αντιφεμινιστικό λόγο.

Θεμελιωτής της σύγχρονης σεξολογικής έρευνας από τα τέλη του 19ου αι. ως τη δεκαετία του ’30 υπήρξε ο Havelock Ellis. Εμφανίζεται σε μια εποχή που ανθεί η ανθρωπολογική έρευνα γύρω από την προέλευση της πατριαρχίας, την οικογένεια κ.λπ., με κεντρικό το ζήτημα του «φυσικού» και υπό τη σκιά της δαρβινικής θεωρίας του εξελικτισμού. Την ίδια εποχή (από το 1860 ως το 1920) υπάρχει πλούσια φεμινιστική δραστηριότητα με αιτήματα οικονομικά και πολιτικά, καθώς και καμπάνιες ενάντια στην ανδρική βία. Παράλληλα, εμφανίζεται και το θέμα της σεξουαλικότητας, με αφορμή την ανδρική σεξουαλικοποιημένη1 βία και εκμετάλλευση των γυναικών. Οι φεμινίστριες προσπάθησαν να καταρρίψουν το μύθο ότι οι άνδρες είναι κυριευμένοι από ανεξέλεγκτες ορμές και να καταδείξουν ότι η σεξουαλικότητα κάθε άλλο παρά φυσική είναι, και μάλιστα αποτελεί όπλο της ανδρικής εξουσίας. Μέσα στους αγώνες για σεξουαλική χειραφέτηση, κομμάτι του κινήματος κάνει λόγο για μη αναγκαία ετεροσεξουαλικότητα και προτείνει τη δημιουργία εναλλακτικών μοντέλων σεξουαλικότητας και σχέσεων, βάσει επαναπροσδιορισμού της γυναικείας και ανδρικής σεξουαλικότητας. Η άνοδος του λόγου της σεξολογίας υπονόμευσε αυτές τις προσπάθειες, διακηρύσσοντας ότι αυτές οι πλευρές της ανδρικής σεξουαλικότητας, καθώς και η ετεροσεξουαλικότητα, είναι φαινόμενα φυσικά και όχι κοινωνικές και πολιτικές κατασκευές. Με την αποπολιτικοποίηση της σεξουαλικότητας και τη μεταφορά της στη σφαίρα της «φύσης» –το αποκλειστικό πεδίο έρευνας του (άνδρα) επιστήμονα– τη διέσωσαν από τη φεμινιστική επιρροή.

Ο Havellock Ellis και το ζωικό βασίλειο

Πρόκειται για άτομο με ρητά αντιφεμινιστική στάση, που εξέφρασε τους φόβους του για την τάση απομάκρυνσης των γυναικών από τη μητρική τους λειτουργία και τους νόμους της φύσης και κατηγόρησε για τούτο τις φεμινίστριες. Οι απόψεις του για το σεξ λειτουργούσαν βάσει στερεοτύπων για τους ρόλους των φύλων κατά το παράδειγμα του ζωικού βασιλείου: η σεξουαλική πράξη ορίζεται ως το κυνήγι και η κατάκτηση του θηλυκού από το αρσενικό. Ο ρόλος του θηλυκού στη διαδικασία είναι να αντισταθεί, όχι με πρόθεση να διαφύγει, αλλά να παραδοθεί τελικά στον κατακτητή, ο οποίος οφείλει να κάμψει την αντίσταση ακόμη και με τη βία, αν είναι αναγκαίο. Η αντίσταση του θηλυκού θεωρείται πλαστή, μέρος του παιχνιδιού, και προορισμένη να πυροδοτήσει την ανδρική διέγερση. Η «φυσιολογική θηλυκή σεμνότητα» έχει την προέλευσή της σ’ αυτόν τον πρωτόγονο φόβο του κυνηγημένου ζώου και «η γυναίκα που δεν έχει αυτό το χαρακτηριστικό δεν είναι ελκυστική και σεξουαλικά επιθυμητή για τον μέσο άνδρα». Περιγράφοντας τη γυναικεία σεξουαλική ικανοποίηση σε στενή σχέση και εξάρτηση με τον πόνο, έδωσε «στοιχεία» για την ευχαρίστηση που αντλούν οι γυναίκες όταν τις βιάζουν, τις χτυπούν και τις ταπεινώνουν σεξουαλικά. Με λίγα λόγια, η ανδρική ενόρμηση είναι να κατακτά και η θηλυκή να κατακτιέται: με τη βιολογικοποίηση του θέματος ο Havelock Ellis έδωσε επιστημονικοφανή νομιμοποίηση της ανδρικής κυριαρχίας και βίας και την έκανε άτρωτη στις φεμινιστικές επιθέσεις. Αν η σεξουαλικότητα είναι φυσική, δεν έχει τίποτα το κακό. Η ειρωνεία είναι ότι ο Ellis έκανε λόγο και για «ερωτικά δικαιώματα των γυναικών», που συνίστανται στο να μάθουν να απολαμβάνουν την υποταγή τους στον άνδρα συναινώντας στο ερωτικό παιχνίδι. Όλα αυτά απλώς συσκότισαν τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ των φύλων και ερωτικοποίησαν την καταπίεση των γυναικών.

«Αλήθειες μέσα από τη ζωή»: τα εγχειρίδια γάμου στο μεσοπόλεμο

Οι επιστημονικές ανακαλύψεις της σεξολογίας εκλαϊκεύτηκαν και διαχύθηκαν στις μάζες μέσω των εγχειριδίων γάμου. Το νέο είδος «ειδικών» μπορούσε να παρέμβει στη ζωή του μέσου ανθρώπου, μεταφράζοντας τις αφηρημένες θεωρίες σε συγκεκριμένες πρακτικές συμβουλές. Δεδομένου ότι οι ειδικοί αυτοί προέρχονταν κυρίως από το χώρο της γυναικολογίας και το κίνημα ελέγχου των γεννήσεων, η εισβολή τους ως ιατρών στο πεδίο των σεξουαλικών σχέσεων αποτελεί τη συνέχιση της ιατρικοποίησης της αναπαραγωγής και της μητρότητας που είχε ξεκινήσει ήδη από τις αρχές του 20ού αι.

Κύριος στόχος αυτών των βιβλίων ήταν η πρόληψη και η θεραπεία των σεξουαλικών προβλημάτων, που με τη δυσφορία, δυστυχία και αστάθεια που προκαλούσαν αποτελούσαν απειλή στο θεσμό του γάμου και στην κοινωνική ευταξία. Πάνω σ’ αυτό το υπόβαθρο η (ετερο)σεξουαλική πράξη εξαίρεται ως μυσταγωγία που θα συσφίξει τους επικίνδυνα χαλαρωμένους συζυγικούς δεσμούς.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, οι «ειδικοί» έκριναν ότι η γυναικεία χειραφέτηση είχε ήδη πραγματοποιηθεί και το μόνο εμπόδιο στη σεξουαλική ισότητα υπήρχε όσον αφορά τη σεξουαλική πληρότητα: τα εγχειρίδια παρείχαν στις μάζες κανόνες για επιτυχία στο σεξ και οδηγίες προς τους άνδρες για δασκάλεμα των γυναικών τους πάνω στο πώς να συμμετέχουν ενεργά και ενθουσιωδώς στη σεξουαλική τους σκλαβιά, βάσει του σχήματος «κυνηγός – θήραμα»: «Ο άνδρας είναι κυνηγός από τη φύση του. Ευχαριστιέται με τη διαδικασία της καταδίωξης. Αιχμαλωτίζοντας και κατέχοντας μπορεί να χάσει το ενδιαφέρον του. Η έξυπνη γυναίκα, λοιπόν, σε τέτοιες παθιασμένες στιγμές οφείλει να τον κρατά σε αναμονή». Για τον οργασμό: «Η κλειδαριά δεν χρειάζεται απλώς το κλειδί που να της ταιριάζει, αλλά και την είσοδό του την κατάλληλη στιγμή. Για την ακρίβεια, προσαρμόζεται στο κλειδί μόνο με τους κατάλληλους χειρισμούς». Σε άλλα σημεία η γυναίκα περιγράφεται ως άρπα ή άλλο ντελικάτο όργανο που, αν ο άνδρας της μελετήσει τους κανόνες, θα ανταμειφθεί με τη μελωδία της.

Στο βιβλίο «Ideal marriage» ο Ολλανδός σεξολόγος Van de Velde απευθύνεται σε άνδρες συμβουλεύοντάς τους πώς να μεταχειρίζονται τις γυναίκες τους με ευαισθησία, δεδομένης της επιθυμίας υποταγής που τις διακρίνει βιολογικά, υπογραμμίζοντας ότι οι γυναίκες θέλουν να δεχτούν βαθιά και ενίοτε άγρια διείσδυση και κάποιες απ’ αυτές δεν μπορούν να έχουν οργασμό αν δεν τους φερθούν βίαια. Σημασία δίνεται επίσης στην περιγραφή στάσεων που θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, κάποιες από τις οποίες δίνουν την πρωτοβουλία στη γυναίκα, εφόσον αυτή αναγνωρίζεται πια ως σεξουαλικά ενεργό ον, υπογραμμίζοντας όμως ότι οι στάσεις που θα πρέπει να ακολουθούνται τακτικά είναι αυτές που αφήνουν τον έλεγχο στον άνδρα, καθώς «η ανδρική παθητικότητα είναι αντίθετη στη φύση των φύλων και μπορεί να επιφέρει ανεπιθύμητες συνέπειες αν γίνει συνήθεια».

Ενδιαφέρον είναι ότι παρόμοια εγχειρίδια έχουν γραφτεί και από γυναίκες συγγραφείς που άκριτα υιοθετούσαν και προωθούσαν την ανδρικά καθορισμένη ιδεολογία περί σεξουαλικότητας και ενίοτε στρέφονταν και κατά των φεμινιστριών απορρίπτοντάς τις ως «σεξουαλικά ανίκανες και στερημένες γυναίκες, που δεν έχουν επαφή με την πραγματικότητα και τη λογική και έχουν βαθιά άγνοια της ζωής».

Η Mary Stopes, για παράδειγμα, αν και κατήγγειλε την πρακτική και ιδεολογία της ανδρικής σεξουαλικότητας ως εργαλείο άσκησης ελέγχου πάνω στις γυναίκες και υποστήριξε τη γυναικεία σεξουαλική αυτονομία, χωρίς να καταφέρει να θίξει τα θεμέλια που στηρίζουν την ανδρική εξουσία, ενσωμάτωσε πολύ αντιδραστικές απόψεις, προσπαθώντας έμμονα να αποδείξει τη «φυσικότητα» της ετεροσεξουαλικότητας και της διείσδυσης ακόμα και με βιολογιστικές εξηγήσεις. Αυτά δείχνουν πόσο κυρίαρχος ήταν τόσο ο ανδρικός λόγος όσο και ο επιστημονικός, καθώς και τις αντιφάσεις και τους κινδύνους που ενέχουν οι προσπάθειες γυναικών να αποκτήσουν πρόσβαση σε ανδρικά προνόμια και κάστρα, χωρίς όμως να ασκήσουν κριτική στις θεμελιώδεις δομές πάνω στις οποίες οικοδομείται η ανδρική εξουσία. Για παράδειγμα, οι γυναίκες δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν ισότητα με τους άνδρες μέσα στην επιστημονική και ιατρική κοινότητα χωρίς να ενσωματώσουν τις ανδρικές αξίες που κατακλύζουν τους θεσμούς.

Γυναίκες και «ψυχρότητα»: αντίσταση στη φύση ή στην ανδρική εξουσία;

Το ζήτημα της «ψυχρότητας» των γυναικών, δηλαδή της «αποτυχίας» του κόλπου να ανταποκριθεί στις ανδρικές επιταγές της σεξουαλικής πράξης, αναλύθηκε εκτενώς στα σεξουαλικά εγχειρίδια, υπογραμμίζοντας συχνά ότι οι γυναίκες, αν και ήταν όπως και οι άνδρες προικισμένες με σεξουαλικό ένστικτο, αυτό στην περίπτωσή τους δεν ενεργοποιούνταν αυθόρμητα, αλλά έπρεπε «να το ξυπνήσει» ο άνδρας. Για να γίνει αυτό εφικτό, δεν απαιτούνταν μόνο οι τεχνικές και η υπομονή του άνδρα, αλλά και η θέληση της γυναίκας. Απόρροια της αντίστασης της γυναίκας στη διέγερση του ενστίκτου της θεωρήθηκε η «ψυχρότητα». Στα έργα του Walter Gallichan που φέρουν τίτλους όπως «Η σύγχρονη γυναίκα και πώς να την καταφέρετε», «Το δηλητήριο της σεμνοτυφίας», «Σεξουαλική απάθεια και ψυχρότητα στη γυναίκα», γίνεται σαφής σύνδεση της «ψυχρότητας» με τον φεμινισμό, ο οποίος περιγράφεται ως μια φάση της γυναίκας στον αγώνα της για ίσα δικαιώματα και εκφράζονται ανησυχίες για τη διάδοση του φαινομένου της «σεξουαλικής φοβίας», που έχει τη λύση του ως εξής: «Η υστερική ψυχρή πρέπει να δασκαλευτεί να αντιμετωπίζει την πραγματικότητα της Φύσης και να εγκαταλείψει τις ψευδείς αντιλήψεις περί απεχθούς σεξουαλικότητας». Επίσης, η «ξεροκεφαλιά» αυτών των γυναικών χαρακτηρίστηκε και επικίνδυνη, ενώ εξάρθηκαν γι’ άλλη μια φορά τα δήθεν ερωτικά δικαιώματα των γυναικών, οι «ισορροπημένες γυναίκες που καταλαβαίνουν την ομορφιά και ιερότητα του σεξ», οι πραγματικά «χειραφετημένες» που διακήρυτταν τις χαρές του ετεροσεξουαλικού σεξ, αντίθετα με εκείνες που αρνούνταν ότι τα πράγματα είναι έτσι και επομένως απαξιώνονταν ως νευρωτικές, υστερικές, λεσβίες, σεμνότυφες, γεροντοκόρες κ.ο.κ.

Απ’ όλα αυτά βλέπουμε ότι οι προτάσεις για «σεξουαλική μεταρρύθμιση» σε καμία περίπτωση δεν εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα των γυναικών. Τους επιτρεπόταν να έχουν ερωτική διάθεση και ικανοποίηση, αλλά με ανδρικούς όρους. Η σεξουαλικότητά τους παρουσιάζεται πλήρως εξαρτημένη και παθητική: η γυναίκα όχι απλώς είναι «αργή» στη διέγερση, όχι απλώς πρέπει να «προετοιμαστεί» για τη διείσδυση ή να της «δώσουν» οργασμούς, αλλά και γενικότερα η σεξουαλικότητά της δεν έχει ανεξάρτητη ύπαρξη, εφόσον το ένστικτό της πρέπει να ξυπνήσει και να ικανοποιηθεί από τον άνδρα, καθιστώντας τη γυναίκα σεξουαλικά εξαρτημένη απ’ αυτόν, σε μια εποχή που αρχίζει να κατακτά κάποιο βαθμό πολιτικής και οικονομικής ανεξαρτησίας. Δεν είναι ν’ απορεί κανείς λοιπόν με τη μανία των «ειδικών» για την ψυχρότητα. Για τις λεσβίες υπάρχει η βολική εξήγηση ότι ανήκουν στο τρίτο φύλο, άρα είναι αρσενικές και δεν μετρούν ως γυναίκες, επομένως δεν αποτελούν σοβαρή απειλή στην ανδρική εξουσία. Ενώ οι επονομαζόμενες «ψυχρές» είναι αληθινές γυναίκες που αρνούνται να αποδεχτούν τις «αλήθειες της ζωής» και να υποταχθούν στον κύριό τους. Αντιστεκόμενες στη διάβρωση της αυτονομίας τους και τις προσπάθειες ερωτικοποίησης της υποταγής τους, αποτελούν απειλή για την ανδρική υπεροχή. Δεν είναι ν’ απορεί κανείς για τις μανιώδεις προσπάθειες των ειδικών να τις… θεραπεύσουν.

Και κάτι ακόμη: Δεν μας εξήγησαν γιατί η γυναικεία σεξουαλικότητα έπρεπε να ξυπνήσει από τον άνδρα. Οι ειδικοί κάνουν λόγο για την «πάντα σε ετοιμότητα» φύση του άνδρα να προβεί στη σεξουαλική πράξη, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχιση του είδους. Αποδεχόμενοι ότι και οι γυναίκες έχουν μια παρόμοια φύση, καθόλου δεν θεώρησαν πρόβλημα ή παράλειψη της θεωρίας τους το ερώτημα γιατί πρέπει να γίνει εκμάθηση αυτού του ενστίκτου: όλοι οι σεξολόγοι συμφωνούσαν ότι οι γυναίκες έπρεπε να μάθουν ν’ απολαμβάνουν και να επιθυμούν την ετεροσεξουαλική επαφή. Κανένας δεν αναρωτιέται: Αν η ετεροσεξουαλική επαφή, και ιδίως η διείσδυση, είναι φυσική και ενστικτώδης, γιατί πρέπει να διδαχτεί; Και γιατί μόνο στις γυναίκες; Μήπως γιατί, όπως λέει ο Stekel στο εγχειρίδιό του του 1926, «μια γυναίκα που διεγείρεται από τον άνδρα αναγνωρίζει ότι εκείνος την έχει πια κατακτήσει»;

Freud: ο πατέρας του «κολπικού οργασμού»
Ο Sigmund Freud, ο επονομαζόμενος «πατέρας της ψυχανάλυσης» στις αρχές του 20ού αιώνα, ισχυρίστηκε ότι ο κλειτοριδικός οργασμός ήταν εφηβικό φαινόμενο και ότι, από τη στιγμή που οι γυναίκες ξεκινούσαν να έχουν επαφές με άνδρες, θα έπρεπε να μεταφέρουν το κέντρο του οργασμού στον κόλπο. Ο κόλπος υποτίθεται πως ήταν ικανός να παράγει έναν παράλληλο αλλά πιο ώριμο οργασμό από την κλειτορίδα. Έγινε πολλή δουλειά για να αναλυθεί αυτή η θεωρία, λίγα όμως έγιναν για να αμφισβητηθούν οι βασικές παραδοχές της.

Για να εκτιμηθεί συνολικά αυτή η απίστευτη ανακάλυψη, ίσως θα έπρεπε κατ’ αρχήν να θυμηθούμε τη συνολική συμπεριφορά του Freud απέναντι στις γυναίκες. Η Μary Εllman (Thinking about women) τη συνόψισε ως εξής:

«Τα πάντα στην πατερναλιστική και φοβισμένη στάση του Freud απέναντι στις γυναίκες πηγάζουν από την έλλειψη πέους τους, αλλά μόνο στο δοκίμιό του “Η ψυχολογία της γυναίκας” φανερώνει ρητά πόσο απαξιώνει τις γυναίκες, κάτι που κάνει υπόρρητα και στο υπόλοιπο έργο του, καθορίζοντας μάλιστα γι’ αυτές την παραίτηση από μια πνευματική ζωή που θα παρεμπόδιζε τη σεξουαλική λειτουργία τους. Όταν ο ασθενής που ψυχαναλύεται είναι άνδρας, ο αναλυτής αναλαμβάνει να συμβάλει στην καλλιέργεια των ικανοτήτων του. Αλλά με τις γυναίκες ασθενείς, η δουλειά του είναι να τις υποτάξει στα όρια της σεξουαλικότητάς τους. Σύμφωνα με τον Freud, η ψυχανάλυση δεν μπορεί να ενθαρρύνει τις γυναίκες για προσωπική εξέλιξη και κατορθώματα, παρά μονάχα να τις διδάξει το μάθημα της παραίτησής τους από τον Λόγο». Βάση των θεωριών του Freud για τη γυναικεία σεξουαλικότητα ήταν λοιπόν οι αντιλήψεις του για την κατωτερότητα της γυναίκας σε σχέση με τον άνδρα.

Από τη στιγμή που διατύπωσε το νόμο για τη φύση της σεξουαλικότητάς μας, ο Freud ανακάλυψε –καθόλου παράδοξα– ένα τεράστιο πρόβλημα «ψυχρότητας» στις γυναίκες. Η θεραπεία που συνιστούσε για μια «ψυχρή» γυναίκα ήταν η ψυχιατρική παρακολούθηση, καθώς η ασθένεια από την οποία υπέφερε ήταν η αποτυχία της να προσαρμοστεί διανοητικά στον φυσικό της ρόλο ως γυναίκα.

Ο Frank Caprio, ένας σύγχρονος οπαδός αυτών των ιδεών, δηλώνει: «…κάθε φορά που μια γυναίκα είναι ανίκανη να επιτύχει οργασμό κατά τη συνουσία, δεδομένου ότι ο σύζυγος είναι επαρκής ερωτικός σύντροφος, και εκείνη προτιμά την κλειτοριδική διέγερση από οποιαδήποτε άλλη μορφή σεξουαλικής δραστηριότητας, μπορεί να θεωρηθεί ότι υποφέρει από ψυχρότητα και χρήζει ψυχιατρικής βοήθειας». Η εξήγηση που δόθηκε ήταν ότι οι γυναίκες φθονούσαν τους άνδρες – δηλαδή ότι επρόκειτο για απάρνηση της θηλυκότητάς τους. Έτσι διαγνώστηκε ως ένα φαινόμενο αντι-αρσενικού μένους.

Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί το γεγονός ότι ο Freud δεν θεμελίωσε τη θεωρία του πάνω σε μια μελέτη της γυναικείας ανατομίας, αλλά πρώτιστα πάνω στις υποθέσεις του ότι η γυναίκα είναι ένα κατώτερο προσάρτημα του άνδρα και στον συνακόλουθο κοινωνικό και ψυχολογικό της ρόλο. Στις προσπάθειές τους να αντιμετωπίσουν το παρεπόμενο πρόβλημα της μαζικής ψυχρότητας, οι φροϋδικοί κατέφυγαν σε περίτεχνες διανοητικές ασκήσεις. Η Marie Bonaparte στο «Female Sexuality» εξωθεί αυτή τη λογική στα άκρα, ώστε φτάνει να προτείνει χειρουργική επέμβαση για να βοηθήσει τις γυναίκες να επανέλθουν στον σωστό δρόμο. Έχοντας ανακαλύψει μια παράξενη σύνδεση ανάμεσα στη «μη ψυχρή» γυναίκα και την τοποθεσία της κλειτορίδας κοντά στον κόλπο, γράφει: «…Σκέφτηκα τότε ότι αν σε κάποιες γυναίκες η απόσταση αυτή ήταν μεγάλη και η κλειτοριδική διέγερση ανεπαρκής, θα μπορούσε με χειρουργικά μέσα να επιτευχθεί μια συμφιλίωση κλειτορίδας-κόλπου, που θα ωφελούσε τη φυσιολογική ερωτική λειτουργία. Ο Δρ. Halban από τη Βιέννη, βιολόγος και χειρούργος, ενδιαφέρθηκε για το ζήτημα και επεξεργάστηκε μια απλή χειρουργική τεχνική».

Αλλά η σοβαρότερη ζημιά δεν έγινε στον τομέα της χειρουργικής, όπου οι φροϋδικοί βλακωδώς αναμίχθηκαν για να αλλάξουν τη γυναικεία ανατομία προκειμένου να ταιριάζει με τη θεωρία τους. Η χειρότερη ζημιά έγινε στη διανοητική υγεία των γυναικών, που είτε υπέφεραν σιωπηρά μεμφόμενες τους εαυτούς τους είτε συνωστίζονταν στους ψυχιάτρους, αναζητώντας απεγνωσμένα το υποτιθέμενο κρυμμένο και τρομερό τραύμα που τις στέρησε το κολπικό τους πεπρωμένο.

Έτσι ο Freud καθιερώνει έναν επιστημονικό λόγο που επικυρώνει τη δήθεν οντολογική βάση των πατριαρχικών φαντασιακών της εποχής του, τα οποία χρωματίζουν όλη τη θεωρία του και παραμένουν ανέγγιχτα.

Το επιστημονικό μοντέλο της σεξουαλικότητας: Οικουμενικότητα της ανδρικής σεξουαλικότητας

Η επιστημονικοφάνεια αυτών των απόψεων, που οδηγούσαν σε σεξουαλική εξάρτηση, κατάφερε να χτυπήσει τον φεμινισμό εκείνης της ιστορικής περιόδου, παράλληλα με τη νέα έμφαση που δόθηκε στη μητρότητα ως αποστολή της γυναίκας και τις προτροπές να εγκαταλείψει τη μισθωτή εργασία και να αφοσιωθεί στα οικιακά, γεγονός που συνεπαγόταν οικονομική εξάρτηση.

Στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, συνεχίζουν να εκδίδονται εγχειρίδια σεξουαλικών συμβουλών, βασισμένα στις ίδιες νατουραλιστικές και ουσιοκρατικές απόψεις. Η έρευνα των Masters&Johnson και του Kinsey, αν και προέκυψε από διαφορετική μεθοδολογία, οδήγησε σε περαιτέρω τροποποιήσεις του ίδιου μοντέλου, διατηρώντας τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά του.

Περιληπτικά, η θεωρία τους προωθεί την αντίληψη ότι η ερωτική επιθυμία είναι βιολογικό ένστικτο που απαιτεί ικανοποίηση, και στους άνδρες η ορμή αυτή είναι ισχυρότερη. Αν η ανδρική ορμή δεν βρει θεμιτή διέξοδο, θα αναγκαστεί να βρει αθέμιτη. Αυτό, κατά τη γνώμη τους, επαρκεί ως εξήγηση για φαινόμενα όπως ο βιασμός, η σεξουαλική εκμετάλλευση μικρών κοριτσιών και άλλα «σεξουαλικά εγκλήματα και παρεκκλίσεις». Η καταπίεση της ερωτικής επιθυμίας μπορεί να επιφέρει σωματική και πνευματική ασθένεια και ιδίως νευρώσεις στις γυναίκες (η συμβολή της ψυχανάλυσης στη διάδοση της εκλαϊκευμένης ή μη εκδοχής αυτού του συμπεράσματος είναι έκδηλη). Η ανάγκη για σεξ περιγράφεται ως βασική, όσο και η ανάγκη για φαγητό. Οι συνέπειες της σεξουαλικής πείνας είναι επιβλαβείς. Τέλος, μας ανακοινώνουν ότι το σεξ που χρειαζόμαστε είναι η ερωτική πράξη που περιλαμβάνει διείσδυση. Δεν είναι τυχαίο ότι η έκφραση «κάνω σεξ» είναι συνώνυμη της διείσδυσης.

Όλα τα παραπάνω υποστηρίζουν το μύθο που διασπείρει η ανδρική κυριαρχία: ότι η ανδρική σεξουαλική ορμή πρέπει να ικανοποιηθεί. Μάλιστα ορίζει και το περιεχόμενο του «σεξ» με ανδρικούς όρους. Αν και οι γυναίκες τώρα (υποτίθεται πως) θεωρούνται αυθύπαρκτα σεξουαλικά όντα, η σεξουαλικότητά τους διαμορφώνεται σύμφωνα με αυτό το ανδροκεντρικό μοντέλο. Η ανδρική σεξουαλικότητα γίνεται οικουμενική και παρουσιάζεται ως ανθρώπινη σεξουαλικότητα, η σεξουαλική πράξη νοείται μόνο ως διείσδυση και το «σεξ» εγκλωβίζεται στην αναπαραγωγική του λειτουργία με τη σαφή υπόνοια ότι η μόνη «φυσική» μορφή σεξουαλικής σχέσης είναι η ετεροσεξουαλική.

Η προτεραιότητα του πέους

Σε όλα τα εγχειρίδια του σεξ είναι αυτονόητο πως η καθεαυτό σεξουαλική πράξη είναι η διείσδυση και οτιδήποτε άλλο συμβαίνει γίνεται αντιληπτό ως προκαταρκτικά, προαιρετικά επιπλέον στοιχεία, ή υποκατάστατα για το real thing. Το πέος θεωρείται το πρωταρχικό όργανο ηδονής και για τα δύο φύλα (!) καθώς ο ρόλος του είναι «να παρέχει σωματική και ψυχολογική εκτόνωση της σεξουαλικής έντασης και των δύο συντρόφων». Αν αναλογιστούμε ότι «ψυχρότητα» θεωρείται η αποτυχία της γυναίκας να επιτύχει οργασμό με τη διείσδυση, και «ανικανότητα» θεωρείται αντίστοιχα η ανδρική αποτυχία ικανοποιητικής στύσης για πλήρη και διαρκή διείσδυση, τότε μιλάμε για προτεραιότητα του πέους σ’ αυτό το μοντέλο σεξουαλικότητας.

Παρεμπιπτόντως, η χρήση της λέξης «ανικανότητα» υπονοεί απουσία δύναμης, και επομένως ο άνδρας που δεν καταφέρνει να διεισδύσει σε μια γυναίκα δεν μπορεί να ασκήσει εξουσία πάνω της. Το πέος του είναι, ή θα έπρεπε να είναι, εργαλείο εξουσίας (tool, δηλ. εργαλείο, σημαίνει πέος στην αμερικάνικη αργκό) και η αποτυχία του να το χρησιμοποιήσει ως τέτοιο μέσα στο καθεστώς της ανδρικής κυριαρχίας αποτελεί διπλή ατίμωση, εφόσον όχι μόνο χάνει το κύρος του απέναντι σε μια γυναίκα, αλλά ντροπιάζει και τον ανδρισμό γενικότερα.

Πολλές φεμινίστριες ξεκαθάρισαν το εξής: Είτε το πέος είναι απαραίτητο για την ανδρική σεξουαλική ικανοποίηση είτε όχι, σίγουρα πάντως δεν είναι απαραίτητο για τη γυναικεία. Για την ακρίβεια, πολύ συχνά την παρεμποδίζει. Η συζήτηση για τη φύση του γυναικείου οργασμού που έγινε τη δεκαετία του ’70 βασίστηκε κατά πολύ στις κλινικές έρευνες των Masters&Johnson που ξεκαθάρισαν ότι ο γυναικείος οργασμός έχει την προέλευσή του μόνο στην κλειτορίδα και ότι πολλές γυναίκες είναι πιθανότερο να έχουν οργασμό με τον αυνανισμό παρά με τη διείσδυση. Παρ’ όλ’ αυτά οι συγκεκριμένοι ερευνητές επέμειναν στο ρόλο του πέους και πρότειναν τεχνικές ώστε οι γυναίκες να έχουν οργασμό κατά τη σεξουαλική πράξη με διείσδυση.

Φεμινισμός, νατουραλισμός και ετεροσεξουαλικότητα

Το επιστημονικό μοντέλο της σεξουαλικότητας που κατασκευάστηκε από τους σεξολόγους αντανακλά τις αξίες της ανδρικής κυριαρχίας και προωθεί τα συμφέροντα των ανδρών, καθορίζοντας το σεξ με ανδρικούς όρους και διευκολύνοντας τον σεξουαλικό και πολιτικό έλεγχο των ανδρών επί των γυναικών μέσα στη θεσμοποιημένη ετεροσεξουαλικότητα και μέσω συγκεκριμένων ετεροσεξουαλικών πρακτικών. Η αυξανόμενη αναγνώριση των δυτικών γυναικών ως σεξουαλικών όντων από τον 19ο αι. και ύστερα, δεν θα ’πρεπε να θεωρηθεί απελευθερωτική, αλλά μάλλον ως προσπάθεια ερωτικοποίησης της καταπίεσης των γυναικών, καθώς αποκρύπτει τις πραγματικές σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στα φύλα και συντελεί στη διατήρηση και αναπαραγωγή της ανδρικής κυριαρχίας.

Οι νατουραλιστικές και ουσιοκρατικές παραδοχές, στις οποίες βασίζεται η σεξολογία, έχουν (καθόλου συμπτωματικά) αντιφεμινιστικές συνέπειες, καθώς ο φεμινισμός αποτέλεσε απειλή εκείνη την ιστορική περίοδο για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος ανδρικής κυριαρχίας. Δεν πρόκειται για μια θεωρία συνωμοσίας του τύπου «οι σεξολόγοι κάθονται γύρω από ένα τραπέζι και αποφασίζουν να χτυπήσουν τον φεμινισμό». Για την ανάλυση όμως ενός αποσιωπημένου τομέα του ευρύτερου ζητήματος των σχέσεων εξουσίας ανάμεσα στα φύλα, αυτού της σεξουαλικότητας, πρέπει να τονιστεί ότι, κατονομάζοντας κάποιες σεξουαλικές πρακτικές και θεσμούς ως φυσικά φαινόμενα, αντί για κοινωνικά και πολιτικά, σημαίνει πως εκτοπίζουμε τη σεξουαλικότητα από το πολιτικό πεδίο και την τοποθετούμε υπό την προστασία της επιστήμης.

Ο νατουραλισμός υπήρξε πάντοτε εξαιρετικό αντιφεμινιστικό όπλο. Ακόμη και σήμερα, που αμέτρητες, δήθεν φυσικές, διαφορές μεταξύ των φύλων έχουν αποδειχθεί κοινωνικά κατασκευασμένες, η υιοθέτηση νατουραλιστικών πεποιθήσεων αφορά κάθε άλλο παρά αμελητέο αριθμό ανθρώπων. Ένα παράδειγμα αποτελεί η αντίληψη ότι η πορνεία θα υπάρχει πάντα, προκειμένου να παρέχει στους άνδρες τη σεξουαλική ανακούφιση που δεν μπορούν να έχουν στο γάμο ή τη σχέση – ούτως ή άλλως πρόκειται για «ανθρώπινη φύση», έτσι δεν είναι;

Ένας άλλος κεντρικός μύθος που αποσκοπεί στη διατήρηση της ανδρικής εξουσίας είναι η πεποίθηση ότι η ετεροσεξουαλικότητα είναι φυσική. Παρά την ελαφρά ελευθεριακότητα με την οποία αντιμετωπίζονται σήμερα οι ομοφυλόφιλοι/ες, όποιος τολμήσει να αμφισβητήσει τη φυσικότητα της ετεροσεξουαλικότητας αντιμετωπίζεται με καχυποψία και εχθρικότητα – αν δεν ήταν φυσική, το ανθρώπινο είδος θα εξαφανιζόταν, έτσι δεν είναι;

Όπως ισχυρίζεται η Adrienne Rich, μεγάλο μέρος της κατά τ’ άλλα εξαιρετικής φεμινιστικής θεωρίας πάσχει στο ότι απέτυχε να αναγνωρίσει τη θέσμιση της ετεροσεξουαλικότητας και την επιβολή της ως μέσο διασφάλισης του ανδρικού δικαιώματος για σωματική, οικονομική και συναισθηματική πρόσβαση στις γυναίκες. Κάθε έρευνα και θεωρία που παίρνει ως δεδομένο τον «φυσικό» χαρακτήρα της ετεροσεξουαλικότητας, συμβάλλει στη διατήρηση του καθεστώτος ανδρικής κυριαρχίας. Παρ’ όλο που οι περισσότερες γυναίκες αντιλαμβάνονται την ετεροσεξουαλικότητα ως φυσική, ή ως μια θετική επιλογή, δεν παύει να ισχύει από την άλλη ότι οι γυναίκες διαρκώς και παντού γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης και ελέγχου, στο γάμο, την οικογένεια, την αγορά εργασίας, από το κράτος και μέσω της ανδρικής βίας, πράγμα που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για τον θεσμό-κλειδί, για ένα σύστημα κοινωνικών σχέσεων στο οποίο η ανδρική κυριαρχία και η γυναικεία υποταγή θεσμίζονται και ερωτικοποιούνται.

Κάποιες φεμινίστριες κάνουν διάκριση μεταξύ καταπιεστικής και μη καταπιεστικής ετεροσεξουαλικότητας, θεωρώντας ότι η ετεροσεξουαλικότητα καθεαυτή δεν είναι εγγενώς καταπιεστική για τις γυναίκες. Δεδομένου όμως ότι καμία ανθρώπινη σεξουαλική συμπεριφορά ή πρακτική δεν μπορεί να θεωρηθεί διαχωρισμένη από τα κοινωνικοπολιτικά συμφραζόμενα όπου λαμβάνει χώρα και το σύστημα κοινωνικών σχέσεων στο οποίο είναι ενσωματωμένη, και με το ερώτημα κατά πόσο μπορεί ένας θεσμός να μεταμορφωθεί εκ των έσω να παραμένει ανοιχτό, στην παραγωγή και αναπαραγωγή της ανδρικής κυριαρχίας είναι απολύτως απαραίτητη η συμμετοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας των γυναικών σε ένα σύστημα ετεροσεξουαλικών σχέσεων που συγκροτεί το θεμέλιο αυτής της κυριαρχίας.

Τα μέσα που συντελούν στην κοινωνική δόμηση της ετεροσεξουαλικότητας είναι πολλά και διάφορα, περιλαμβάνοντας άμεση σωματική επιβολή και οικονομικές πιέσεις και κυρώσεις, καθώς και πιο εκλεπτυσμένες και συγκαλυμμένες μορφές ιδεολογικών εξαναγκασμών. Προφανώς, ο ακριβής συνδυασμός των μέσων που χρησιμοποιούνται ποικίλλει ιστορικά, πολιτισμικά και σε σχέση με άλλους ιδιάζοντες κοινωνικούς παράγοντες. Η έρευνα για τη σεξολογία αποτελεί απλώς μία από τις όψεις αυτής της διαδικασίας, σε έναν πολιτισμό και σε μία συγκεκριμένη ιστορική περίοδο.

—————————————————

1 Χρησιμοποιούμε συνειδητά τον όρο «σεξουαλικοποιημένη» αντί «σεξουαλική» βία, γιατί ο δεύτερος εντάσσει αυτό το είδος βίας στο πεδίο της σεξουαλικότητας όπου δικαιολογείται πιο εύκολα βάσει μιας πατριαρχικής αντίληψης και θεωρίας για τη σεξουαλικότητα, όπως π.χ. του Freud (που αναλύεται λίγο πιο κάτω σ’ αυτό το κείμενο), και δίνει έμφαση στο πρόσχημα της βίαιης δράσης του θύτη, ενώ ο όρος «σεξουαλικοποιημένη βία» δηλώνει πως για το θύμα η πράξη αυτή δεν είναι τίποτα άλλο παρά βία. (Σ.τ.μ.)

Ειδική Παραβολή – Δώρο

Σε ένα μέρος κάπου στο ύπαιθρο, κοντά σε δάση και λιβάδια, βρίσκεται ένα βάζο με ξύδι – το σύμβολο της ζωής.

Ο Κομφούκιος πλησιάζει το βάζο, βουτάει μέσα το δάχτυλό του και δοκιμάζει το υγρό. “Ξινό”, λέει. “Ωστόσο, βλέπω ότι θα ήταν πολύ χρήσιμο στην προετοιμασία ορισμένων τροφών”.

Μετά πλησιάζει ο Βούδας, βουτάει το δάχτυλό του στο βάζο και δοκιμάζει κι αυτός. “Πικρό”, είναι το σχόλιό του. “Μπορεί να κάνει τον ουρανίσκο να υποφέρει, και αφού ο πόνος πρέπει να αποφεύγεται, θα πρέπει να το ξεφορτωθούμε τούτο το πράγμα αμέσως”.

Ο επόμενος που βάζει το δάχτυλο στο ξύδι είναι ο Ιησούς Χριστός. “Μπχχ”, λέει ο Ιησούς. “Είναι και πικρό και ξινό. Δεν είναι κατάλληλο για να το πιει κανείς. Και για να μην αναγκαστεί να το πιει κανένας άλλος, θα το πιω όλο μόνος μου”.

Αλλά τώρα πλησιάζουν το βάζο δύο άτομα μαζί, γυμνά, περπατώντας χέρι με χέρι. Ο άντρας έχει γενειάδα και τριχωτά πόδια σαν του τράγου. Η μακριά του γλώσσα είναι λιγάκι φουσκωμένη από κάτι ποιήματα που απάγγελνε. Η γυναίκα φοράει καπέλο καουμπόισσας, ένα περιδέραιο από φτερά, και το δέρμα της είναι ρόδινο. Η κοιλιά και τα βυζιά της έχουν τα σημάδια της μητρότητας. Κουβαλάει ένα καλάθι με μανιτάρια και βότανα. Πρώτα ο άντρας και μετά η γυναίκα βάζουν τον αντίχειρά τους μέσα στο ξύδι. Εκείνη γλύφει τον αντίχειρά του και αυτός γλύφει τον δικό της. Στην αρχή κάνουν μια γκριμάτσα, αλλά σχεδόν αμέσως ξεσπάνε σε πλατιά χαμόγελα. “Είναι γλυκόοο“, λένε κι οι δύο τραγουδιστά.

“Γλυκό που είναι!”

[από το βιβλίο του Τομ Ρόμπινς Ακόμα και οι Καουμπόισσες Μελαγχολούν]

Περί Σπισισμού…

Ο αντισπισισμός ως έννοια

Ο όρος σπισισμός (speciesism στα αγγλικά, species=είδος) αναφέρεται στον διαχωρισμό όπου το ανθρώπινο είδος θεωρείται ανώτερο σε μία ιεραρχική κλίμακα από τα άλλα είδη. Ο σπισισμός ως διάκριση σε επίπεδο ειδών, δίνει περισσότερη ηθική σημαντικότητα στον άνθρωπο σε σχέση με τα μη-ανθρώπινα ζώα, και ουσιαστικά επιτρέπει την επιβολή των ιεραρχικά ανώτερων στους κατώτερους, εμπνέοντας την ελεύθερη άσκηση εξουσίας.

Στην πράξη ο σπισισμός εκφράζεται με πολλαπλές μορφές εκμετάλλευσης των ζώων με τη θεώρησή τους ως ανθρώπινη ιδιοκτησία η οποία μπορεί να διατεθεί, να απορριφθεί και γενικότερα να χειραγωγηθεί κατά βούληση. Στην ανθρώπινη σπισιστική κοινωνία τα ζώα χρησιμοποιούνται με ποικίλους τρόπους ανάλογα με τα κατά περίπτωση συμφέροντα των εξουσιαστών ανθρώπων. Η χρησιμοποίηση αυτή μπορεί να αφορά στα ζώα τα ίδια – ζωντανά ή σκοτωμένα, ολόκληρα, ή μέρη του σώματός τους, παράγωγα οργάνων τους, εκκρίσεις τους, υπηρεσίες που αυτά παρέχουν ως αχθοφόροι, μέσα μεταφοράς, διασκεδαστές, πειραματόζωα, συντροφιά κλπ.

Βάσει των παραπάνω, ο αντισπισισμός είναι το ιδεολογικό ρεύμα που αντιτίθεται σε αυτό τον αυθαίρετο διαχωρισμό βάσει του είδους και κατ’ επέκταση απορρίπτει κάθε άποψη που θέτει τους ανθρώπους σε κυριαρχική θέση απέναντι στα άλλα ζώα. Αφετηρία του αντισπισισμού αποτελεί η εναντίωση στην εκμετάλλευση, τη χειραγώγηση και τη στέρηση ελευθερίας. Υπό αυτήν την έννοια το αντισπισιστικό κίνημα είναι βαθιά ανατρεπτικό και επαναστατικό απέναντι σε ένα σύστημα που είναι δομημένο σε κυριαρχικές αλλά και ανθρωποκεντρικές αντιλήψεις, επηρεασμένες από Ιουδαίο-Χριστιανικού τύπου δόγματα όπως «ο άνθρωπος έχει ψυχή ενώ τα ζώα όχι», «τα ζώα είναι πλασμένα για να υπηρετούν τον άνθρωπο» κλπ.

Το αντισπισιστικό κίνημα απευθύνεται τόσο σε ζητήματα σχετικά με την καταπίεση των ζώων, όσο και σε κάθε ζήτημα κοινωνικής ανισότητας κι εκμετάλλευσης. Όμοια με τα άλλα κινήματα κοινωνικής απελευθέρωσης, όπως αυτά των μαύρων, των γυναικών, των γκέι και των λεσβιών, απορρίπτει εξίσου κάθε διάκριση βασισμένη στο χρώμα του δέρματος, το φύλο ή την σεξουαλική ταυτότητα και αγωνίζεται ενάντια σε όλες τις μορφές καταπίεσης. Ο σπισισμός όμως, αν και συνδέεται ως γνήσια εξουσιαστική συλλογιστική με το ρατσισμό, το σεξισμό και την ομοφοβία, στην ουσία αποτελεί το πιο βαθιά ριζωμένο σύστημα διάκρισης και η πρακτική του την πιο εντατική και θεμελιωμένη μορφή καταπίεσης.

Σύγχρονες σπισιστικές πρακτικές

Τα σύγχρονα βιομηχανικά εκτροφεία μπορούν να παρομοιαστούν περισσότερο με στρατόπεδα συγκέντρωσης, παρά με εργοστάσια. Το βιομηχανικό σύστημα εκτροφής μεταχειρίζεται τα ζώα σαν μηχανές παραγωγής κρέατος, γάλακτος, αυγών, γούνας κλπ εξοντώνοντας οτιδήποτε μη-παραγωγικό που δεν συνεισφέρει στο τελικό προϊόν (π.χ. μέγιστος περιορισμός κινήσεων ή εγκατάλειψη άρρωστων ζώων). Τα ζώα αρπάζονται νεογέννητα από τις μητέρες τους, καθηλώνονται σε ατομικά κελιά, υποβάλλονται συστηματικά σε ακρωτηριασμούς όπως το κόψιμο αυτιών ή όρχεων, γονιμοποιούνται δια της βίας, ταΐζονται δια της βίας, δολοφονούνται σε προεφηβική ηλικία. Ο βιασμός των σωμάτων και της φύσης τους είναι ανελέητος και εξακολουθεί να εξελίσσεται προς περαιτέρω «βελτιστοποίηση», με την ταυτόχρονη εφαρμογή βιοτεχνολογικών μεθόδων αναπαραγωγής και την γενετική μετάλλαξη πατενταρισμένων ζώων.

Επίσης μία από τις εκτενέστερες χρήσεις των ζώων στην καπιταλιστική σπισιστική κοινωνία είναι η χρήση τους ως πειραματόζωα. Τουλάχιστον 22 ζώα πεθαίνουν κάθε δευτερόλεπτο στις έρευνες της βιομηχανίας φαρμάκων, καλλυντικών, απορρυπαντικών και άλλων καταναλωτικών προϊόντων. Στα πειραματικά αυτά εργαστήρια τα ζώα γίνονται αποδέκτες της πιο ακραίας μορφής βίας, από ανθρώπους που έχουν κίνητρο το χρήμα, τη φιλοδοξία ή το σαδισμό. Οι πειραματισμοί σε ζώα αποτελούν επαναλαμβανόμενους βασανισμούς που συμπεριλαμβάνουν ηλεκτροσόκ, σπασίματα οστών, πρόκληση καρκίνων αλλά και νευρο-ψυχολογικού τύπου πειράματα όπως στέρηση ύπνου, υποβολή σε ακινησία, χρόνια απομόνωση και διάφορες άλλες “προοδευτικές” επινοήσεις.

Στην σημερινή σπισιστική καπιταλιστική πραγματικότητα τα ζώα θεωρούνται ανθρώπινη ιδιοκτησία ακόμη κι αν ζουν ελεύθερα στη φύση. Τα ζώα που δεν έχουν κυριαρχηθεί πλήρως και παραμένουν άγρια, νοούνται κι αυτά ως χρηστικά αντικείμενα που διατηρούνται για ψυχαγωγικού τύπου σφαγές, όπως το κυνήγι. Μετά από τη μανιώδη εξόντωση των άγριων ζώων από τον κατακτητή άνθρωπο, όσα είδη δεν αποδεκατίστηκαν από το κυνήγι, εξαφανίστηκαν λόγω της αρπαγής και της λεηλασίας του φυσικού τους περιβάλλοντος. Οι τελευταίοι επιζώντες των άλλοτε περήφανων κι ελεύθερων ειδών, γίνονται σήμερα θέαμα σε ζωολογικά πάρκα, κατάλοιπα της ίδιας αποικιακής νοοτροπίας που τα εξόντωσε σε πρώτη φάση. Συγχρόνως με την αποδοχή της παρούσας κατάστασης, οι άνθρωποι επιδίδονται σε τελετουργίες λατρείας ορισμένων ειδών ζώων και φυλών, τα οποία εξυμνούνται συνοδεία ευγονικού τύπου διασταυρώσεων. Ο παραλογισμός συνεχίζεται στη βιομηχανία της διασκέδασης με την αναπαραγωγή της βίας σε τσίρκο, ροντέο, ιπποδρόμους, ζωομαχίες κλπ σε ένα κατάλογο βιασμού και εξευτελισμού που δεν έχει τέλος.

Ο αντισπισισμός σε πολιτικό πλαίσιο

Μπορούμε ενδεχομένως να φανταστούμε ένα θεωρητικό μοντέλο καπιταλισμού το οποίο δεν εκμεταλλεύεται ζώα. Όμως, μεγάλο μέρος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης έχει τις ρίζες του στην εκμετάλλευση των ζώων και η υπάρχουσα καπιταλιστική πραγματικότητα υπήρξε αποτέλεσμα πραγματικών ιστορικών διαδικασιών (ένα απλό και χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι τα σφαγεία και οι εταιρείες επεξεργασίας κρεάτων ήταν η πρώτη βιομηχανία που εφηύρε τον μεταφορικό ιμάντα, από όπου και προέρχεται η παραγωγή που βασίζεται στην γραμμή συναρμολόγησης).

Η εμφάνιση και η διατήρηση του καπιταλισμού ως σύστημα που εκμεταλλεύεται τους ανθρώπους στηρίζεται κατά κάποιους τρόπους και στην εκμετάλλευση των ζώων. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός πως η μετάβαση από τις «πρωτόγονες κοινωνίες» όπου τα ζώα δεν ανήκαν σε κανέναν και ζούσαν άγρια κι ελεύθερα, στην κοινωνία της εξημέρωσης και της κυριαρχίας, τα ανέδειξε σε μία από τις πρωιμότερες μορφές ιδιωτικής περιουσίας. Από την στιγμή αυτή, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μέσα παραγωγής, εμπόρευμα για συναλλαγή και κέρδος, να συσσωρευθούν και να αποτελέσουν ένδειξη πλούτου ή ανώτερης κοινωνικής θέσης. Τα ζώα καθιερώθηκαν έτσι ως μία από τις πρώτες μορφές κεφαλαίου (και ουσιαστικά υποδουλώθηκαν). Η συμβολική σημασία της εξημέρωσης είναι μεγάλη καθώς αυτή αποτέλεσε ένα αρχέτυπο υπόδειγμα για άλλα είδη κοινωνικής υποταγής. Η εμφάνιση της πατριαρχίας, των κρατικών αρχών και των κοινωνικών τάξεων, είναι διαδικασίες παράλληλες με την εξημέρωση των ζώων, που συμπορεύθηκαν στην εξέλιξη των κοινωνιών. Όταν μιλάμε άλλωστε για την εκμετάλλευση και την καταπίεση των ζώων, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι άνθρωποι είναι και αυτοί ζώα. Η δεδομένη αντίληψη ότι τα ζώα υπάρχουν ως αντικείμενα στην υπηρεσία των αφεντικών τους επεκτάθηκε πολλές φορές σε καταπιεσμένες ομάδες ανθρώπων, για να νομιμοποιήσει την συγκριτικά με τα ζώα ευνοϊκότερη -ή ίση- εκμετάλλευσή τους (π.χ. δούλοι που προσδιορίζονταν περισσότερο ως ζώα παρά ως άνθρωποι). Παράλληλα οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν για την καθυπόταξη των ζώων έχουν χρησιμοποιηθεί συχνά για την καθυπόταξη και τον έλεγχο ανθρώπων (κλουβιά για τους τρελούς, μαστίγια για τους σκλάβους, αλυσίδες και κελιά για κάθε είδους ανυπόταχτο).

Στη σημερινή εποχή διάφορες τεχνικές κυριαρχίας πάνω σε ζώα που προκύπτουν από τα πειραματικά εργαστήρια εφαρμόζονται άμεσα και πάνω σε ανθρώπους, όπως γίνεται με την στρατιωτική έρευνα. Τα ζώα χρησιμοποιούνται σε πειράματα του στρατού (δοκιμασίες πυροβολισμών, χρήση όπλων βιολογικού πολέμου κ.α.), ακριβώς επειδή είναι όμοια με τους ανθρώπους στις διάφορες λειτουργίες τους. Αυτά τα ζώα βασανίζονται μονάχα επειδή το κεφάλαιο δεν μπορεί (ακόμα;) να πειραματιστεί πάνω στους ανθρώπους. Επιπλέον, η κοινωνική αποδοχή της επιστημονικής έρευνας των πειραμάτων σε ζώα (αν και εξαρχής προβληματική) έχει στηριχτεί στο ψέμα ότι οι εταιρείες φαρμάκων νοιάζονται για την ανθρώπινη υγεία. Καμία τέτοια έρευνα δεν αποσκοπεί στην επίλυση των προβλημάτων υγείας, αλλά στην εξασφάλιση των οικονομικών οφελών των φαρμακοβιομηχανιών.

Οι σημερινές βιομηχανικές κτηνοτροφικές μονάδες εκτός από την αφαίμαξη του “ζωικού κεφαλαίου” και την επιβάρυνση του περιβάλλοντος με ένα ασήκωτο φορτίο μόλυνσης και ένα τεράστιο ενεργειακό κόστος, προωθούν προς κατανάλωση προϊόντα γεμάτα ορμόνες, αντιβιοτικά, πύον, κόπρανα, υπολείμματα παρασιτοκτόνων και μεταλλαγμένων οργανισμών, και η κατανάλωση τους είναι ένας πρωταρχικός παράγοντας για μία μειωμένης διάρκειας ανθρώπινη ζωή. Ταυτόχρονα παρέχουν κάποιες από τις πιο ακραίες και επικίνδυνες συνθήκες εργασίας για τους ανθρώπους που δουλεύουν σε αυτές π.χ. εργασία σε σφαγεία, σε ψυγεία, σε γραμμές τεμαχισμού κλπ. Σε αυτό παγκόσμιο σύστημα εργοστασιακής κτηνοτροφίας που επιπλέον επιδεινώνει το πρόβλημα της παγκόσμιας πείνας, είναι ξεκάθαρη η σύνδεση μεταξύ του πως ο καπιταλισμός κακοποιεί ανελέητα τα ζώα, λεηλατεί τη φύση και εκμεταλλεύεται τους ανθρώπους.

Κρατώντας όλα τα παραπάνω κατά νου, φτάνουμε στο σημείο όπου αναδύεται η σημασία της επανεξέτασης της σχέσης μας με τα μη-ανθρώπινα ζώα και η ανάγκη αυτή να τεθεί σε ένα νέο θεωρητικό πλαίσιο. Ο φαύλος κύκλος της βίας και της καταστροφής θα τερματιστεί μόνον όταν οι άνθρωποι διαμορφώσουν μη-ιεραρχικές και μη-εκμεταλλευτικές σχέσεις με τα άλλα είδη ζώων και το φυσικό κόσμο. Η απελευθέρωση των ανθρώπων, των ζώων και της γης είναι αγώνας ενιαίος.

Βασισμένοι σε αυτήν την ιδεολογική πλατφόρμα και θεωρώντας πως στο θέμα της ολικής απελευθέρωσης των ζώων υπάρχει απουσία λόγου στον εγχώριο αντιεξουσιαστικό χώρο, σύντροφοι και συντρόφισσες προχωρήσαμε στη δημιουργία μιας συνέλευσης με αντιιεραρχικά χαρακτηριστικά και αυτοοργανωμένη λειτουργία, σκοπός της οποίας είναι η διάχυση της αντισπισιστικής θεωρίας και πράξης και η ανάδειξή τους ως αναπόσπαστο κομμάτι του ευρύτερου αντιεξουσιαστικού κινήματος. Δεν αντιλαμβανόμαστε το ζήτημα των ζώων ως θεωρητικό κατασκεύασμα αλλά ως συνειδητή στάση ζωής, πράγμα που μας οδηγεί και σε αντίστοιχες αδιαπραγμάτευτες πρακτικές τόσο στην πολιτική μας δράση όσο και στην καθημερινή μας ζωή.

ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ

ΓΙΑ ΤΗ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤΑΠΙΕΣΜΕΝΩΝ ΟΝΤΩΝ

ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΖΩΑ

Συνέλευση για την Αντισπισιστική Δράση

http://www.antispe.gr

 

ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ: Η νέα ιερά εξέταση, βιο-κοινωνικός έλεγχος και η υπέρτατη καταστολή (ιδωμένα από πρώτο χέρι)

“…μα δε μασάω, ούτε και καταπίνω χάπια
σκατοκουφάλες γιατροί, αφήστε ρε τα σάπια!”
[βαβυλώνα – δωμάτιο με θέα]

Όπως αποδείχτηκε αργότερα, φυσικά και δεν ήταν “μια ανίατη διαταραχή του εγκεφάλου σε βιολογικό επίπεδο” αυτό που μου συνέβη τότε, το Νοέμβρη του 2011. Ήταν απλά μια έντονη ψυχική/υπαρξιακή κρίση. Στους βάρβαρους καιρούς που ζούμε, όλοι οι άνθρωποι που δεν είναι αναίσθητοι μπορεί να το πάθουν. Ήταν που απλά είχα την ατυχία να χάσω τον σύντροφό μου σε ατύχημα το περασμένο καλοκαίρι και καθώς η ψυχή μου δε μπορούσε να αντέξει τον πόνο, βυθιζόμουν όλο και περισσότερο μέσα της. Εγώ το ήξερα ότι είμαι δυνατή και θα έβγαινα ακόμα δυνατότερη μετά απ’ αυτό. Όπως και έγινε, τελικά. Αυτοί όμως , οι “ειδικοί” και “προστάτες”, το είδαν αλλιώς στην πορεία. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι αυτό το μονοπάτι θα με οδηγούσε (με τη βία και παρά τη θέλησή μου) στα δίχτυα της -άκρως αρρωστημένης- ψυχιατρικής μαφίας.

Φταίει που έκανα τη μαλακία να γυρίσω στο πατρικό μου καθώς φοβόμουν ότι με παρακολουθούν (πολλοί μπάτσοι και άλλοι περίεργοι στους δρόμους εκείνες τις μέρες…). Φταίει πως είπα στους γονείς μου ότι φοβάμαι να βγω. Στέρηση εξόδου λοιπόν πρώτα από αυτούς, γιατί “έξω παραμονεύει ο κίνδυνος” και “ο κόσμος έχει γεμίσει αλήτες”. Να ‘ναι καλά τα ΜΜΕ που πλάθουν τόσο μα τόσο περίτεχνα τις συνειδήσεις της κάθε μικροαστικής οικογένειας!
Φταίει που άρχισα να καταστρέφω και να καίω σκληρούς δίσκους, λεφτά, ταυτότητες και λοιπά έγγραφα. Φταίει που άρχισα να βγάζω μανιωδώς τις ιδέες μου στους τοίχους του σπιτιού. Φταίει που σταμάτησα να κοιμάμαι. Ένιωθα πάρα πολλά και η σκέψη μου έτρεχε με την ταχύτητα του φωτός. Δεν ήταν πάντα μια ευχάριστη κατάσταση. Ήμουν σίγουρη ότι με παρακολουθούν μέσα από ηλεκτρονικές συσκευές και θέλουν να με εξοντώσουν. Παντού υπήρχαν σημάδια για τον επικείμενο θάνατο μου και την καταστροφή του κόσμου. Μες την απόγνωσή μου αναζήτησα το θεό. Εκεί να δεις γέλιο… Δεν είναι δύσκολο να φτιάξεις το θεό με το μυαλό σου. Το μόνο που χρειάζεσαι είναι μια δόση τρελής φαντασίας και μια δόση φόβου. Εγώ είχα μπόλικο και από τα δύο εκείνο τον καιρό…
Καθώς είχα το ακούραστο μάτι του μεγάλου αδελφού-θεού να διαβάζει τις σκέψεις μου 24 ώρες το 24ωρο νόμιζα ότι ζούσα τους χειρότερους εφιάλτες μου. Όμως δεν είχα δει ακόμα τίποτα…

Θα μπορούσα να γράψω πολλά για αυτήν κρίση που πέρασα και πόσο με βοήθησε τελικά να ανοίξω νέες πύλες αντίληψης και να έρθω συνειδητά σε επαφή με πράγματα που δεν ήξερα ότι υπήρχαν μέσα μου: κατάλοιπα του παρελθόντος που με παρασιτούσαν χρόνια, φόβους και βαθύτερες επιθυμίες. Αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός μου στο παρών κείμενο. Θέλω όμως να πω ότι αυτή η εμπειρία που για μένα ήταν ένα μεγάλο μάθημα ζωής -ίσως το μεγαλύτερο- και την εκλαμβάνω ως δώρο της φύσης γιατί μου φανέρωσε πολλούς κρυμμένους κόσμους, οι άλλοι, οι “ειδικοί” την ερμηνεύσανε με τον δικό τους τρόπο, εκμεταλλευόμενοι πάντα την -κρυμμένη πίσω από τη μάσκα της αντικειμενικής αλήθειας που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν- εξουσία που ασκεί ο δογματισμός της σύγχρονης επιστήμης. Μιας επιστήμης άπληστης, τεχνοκρατικής, που βαδίζει χέρι με χέρι με τον καπιταλισμό και τα κρατικά μέσα ελέγχου και καταστολής και που ασφαλώς δεν εξυπηρετεί ούτε τη γνώση ούτε τον άνθρωπο, αλλά συμφέροντα και σκοπιμότητες.

Αυτοί λοιπόν οι “ειδικοί”, οι ψυχίατροι, διέγνωσαν ότι πάσχω από μία σοβαρή και πολύ επικίνδυνη ασθένεια του εγκεφάλου, με εξίσου τρομακτικό όνομα που παραπέμπει σε μανιακούς δολοφόνους: “σχιζοφρένεια παρανοϊκού τύπου”. Η αλήθεια είναι ότι δεν υφίσταται καμία αντικειμενική μέθοδος διάγνωσης στην ψυχιατρική “επιστήμη”, δεν υπάρχει κανένα τεστ “τρέλας” (όπως υπάρχουν εξετάσεις για τις πραγματικές ασθένειες του σώματος), παρόλα αυτά η επίσημη διάγνωση γίνεται, και μόνο από την κρίση των γιατρών στα λίγα πρώτα λεπτά που θα σε κοιτάξουν! (Η “βίβλος” των ψυχιάτρων είναι τα διαγνωστικά εγχειρίδια DSM και ICD, τα οποία έχουν συνταχθεί από ψυχιάτρους σε συνεργασία με τις φαρμακοβιομηχανίες και περιλαμβάνουν εκατοντάδες “ψυχικές διαταραχές”. Ακόμα και η ντροπαλοσύνη υπάρχει εκεί μέσα με το πιασάρικο όνομα “κοινωνική φοβία”. Η “βίβλος” εμπλουτίζεται συνεχώς με νέες “διαταραχές” μέχρι να μας βγάλουν όλους “ψυχοπαθείς που χρειάζονται θεραπεία”. Ήδη στις ΗΠΑ στιγματίζουν με διαγνώσεις και μπουκώνουν με ψυχοφάρμακα τα παιδιά που είναι ζωηρά, ανυπάκουα ή αφηρημένα) Τέλος πάντων… το χειρότερο είναι ότι αυτή η τελείως αυθαίρετη διάγνωση σε κυνηγάει μια ζωή, ο φάκελος σου φυλάσσεται στο αρχείο του νοσοκομείου και δεν καταστρέφεται ποτέ, και η σχιζοφρένεια θεωρείται ανίατη ασθένεια! Αυτό σημαίνει ότι μπορείς να καταλήξεις πολύ εύκολα σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής σου και πάλι στο τρελάδικο και τα ψυχοφάρμακα (φτάνει μια καταγγελία από συγγενείς ή γείτονες). Ακόμη και αν δεν παρουσιάζεις κανένα σύμπτωμα, οι γιατροί θεωρούν ότι ο εγκέφαλός σου κουβαλάει πάντα την διαταραχή και απλά δεν εκδηλώνεται. Συμπέρασμα: Αν είχες την ατυχία να σου φορέσουν την ταμπέλα του “επικίνδυνου σχιζοφρενή” ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ θα την φοράς μέχρι να πεθάνεις…

Και λέω με το νόμο γιατί σε σέρνουν κανονικά για ακούσια νοσηλεία στο τρελάδικο με εισαγγελική εντολή. Και δεν έχεις κανένα δικαίωμα σε αυτήν την περίπτωση να υπερασπιστείς τον εαυτό σου με κανέναν τρόπο. Από την στιγμή που θα βγει το ένταλμα και περάσεις την πόρτα του ψυχιατρείου πρέπει να ξεχάσεις τι θα πει ανθρώπινα δικαιώματα.

Ο πραγματικός εφιάλτης λοιπόν άρχισε μια νύχτα, όταν ο πατέρας μου, αφού έκανε ένα τηλεφώνημα, με έπιασε ξαφνικά και με καθήλωσε στο έδαφος κρατώντας μου τα χέρια πίσω. Εγώ χτυπιόμουν και τον ρωτούσα κλαίγοντας “γιατί μπαμπά μου το κάνεις αυτό?” αλλά αυτός δεν μου έλεγε τι συμβαίνει. Σε λίγη ώρα είχαν φτάσει δυο μπάτσοι στο σπίτι και με πήραν χωρίς δεύτερη κουβέντα, μαζί με τους γονείς μου, για να με πάνε στο νοσοκομείο. Ένιωθα ότι το τέλος μου είναι κοντά. Με είχε πιάσει πανικός και ήθελα να το σκάσω.
Στο νοσοκομείο (ΠΑΓΝΗ), με βάλανε σε ένα γραφείο με μια ψυχίατρο-ανακρίτρια να με ρωτάει διάφορα και να γράφει αναφορά σε ένα επίσημο χαρτί. Μου είπε ότι έπρεπε να μείνω στο νοσοκομείο το βράδυ. Μου έδωσε ένα χάπι και χωρίς να μου λέει τι είναι επέμενε να το πάρω. Το έβαλα στο στόμα μου αλλά το έφτυσα αμέσως. Μετά πήρα το χαρτί που έγραφε, το τσαλάκωσα και έτρεξα στην πόρτα. Εκλιπαρούσα τον κόσμο για βοήθεια αλλά κανείς δεν έδινε σημασία.
Με πιάσανε οι γονείς μου και με οδήγησαν συρτή στη ψυχιατρική μονάδα “βραχείας νοσηλείας”. Εκεί μου δώσανε με το ζόρι ένα χάπι και ‘γω το ξανάφτυσα και το ‘βαλα στα πόδια. Έτρεχα στους διαδρόμους αλλά δεν ήξερα προς τα που είναι η έξοδος.
Με ξανάπιασαν όμως και αυτή τη φορά με οδήγησαν στα “οξέα περιστατικά”. Μόλις πέρασα την πόρτα αυτής της μονάδας, η οποία άνοιγε με κωδικό ασφαλείας, ήξερα ότι “εδώ είναι φυλακή”. Με βάλανε να καθίσω σε μια καρέκλα στο δωμάτιο των νοσηλευτών. Είχα απέναντι μου τρία άγνωστα άτομα που με κοίταζαν λες και είμαι κάτι το αξιοπερίεργο και γελούσαν, την ίδια στιγμή που κάποιοι άλλοι μου αφαιρούσαν σε χρόνο ντε-τε τα κοσμήματα και τα κορδόνια των παπουτσιών. Όλα γίνονταν τόσο γρήγορα και κανείς δε μου έλεγε για πιο λόγο βρίσκομαι εκεί και γιατί συμβαίνει ότι συμβαίνει.
Μου ‘δώσαν κι άλλο χάπι. Εγώ αρνήθηκα να το πάρω και έκανα να σηκωθώ. Τότε με έπιασαν δύο νοσηλευτές και με πήγαν σε ένα άδειο δωμάτιο με βαριές πόρτες, την απομόνωση. Εκεί αφού με καθήλωσαν στο έδαφος, μου κατέβασαν το παντελόνι και μου καθίσαν μια ένεση. Με άφησαν εκεί κλειδωμένη για το υπόλοιπο της νύχτας, ενώ με παρακολουθούσαν μέσα από τις δύο(!) κάμερες που είχε το δωμάτιο. Κουλουριάστηκα σε μια γωνιά και σοκαρισμένη έκλαιγα ασταμάτητα, μέχρι που άρχισαν να δρουν τα ισχυρά ηρεμιστικά της ένεσης και κοιμήθηκα.

Όσο είσαι στο ψυχιατρείο κανείς δε σου λέει τι έχεις και γιατί βρίσκεσαι εκεί, ούτε πόσο καιρό θα κάτσεις μέσα. Εγώ έμαθα για τη “διάγνωση” που μου κάνανε μετά που πήρα εξιτήριο.

Η εικόνα που βλέπει κανείς μέσα στο ψυχιατρείο είναι τραγική. Ανθρώπους όλων των ηλικιών, από παιδάκια μέχρι γέρους, να σέρνονται στους διαδρόμους. Άλλοι κοιτούν στο κενό, άλλοι καπνίζουν ασταμάτητα, άλλοι μιλούν μόνοι τους και άλλοι κείτονται όλη μέρα στο κρεβάτι. Σε άλλους τους τρέχουν τα σάλια, σε άλλους τους τρέμουν τα χέρια. Οι περισσότεροι δεν μιλούν καθόλου, άλλοι φαίνεται να λένε ασυναρτησίες. Κανείς δεν ξέρει τι κόλαση περνά ο καθένας από αυτούς μέσα του. Κι ούτε ενδιαφέρεται να μάθει. Το μόνο που κάνουν οι νοσηλευτές είναι να δίνουν τα χάπια και να σιγουρευτούν ότι τα έχεις καταπιεί (έπρεπε να ανοίγω κάθε φορά το στόμα μου και να με ελέγχουν), να παίρνουν την πίεση του κάθε ασθενή δυο φορές τη μέρα, να παρακολουθούν τι παίζει στους θαλάμους από το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης με τις κάμερες, να συμπληρώνουν τους φακέλους των ασθενών και ένα τετράδιο που έγραφε απέξω “λογοδοσία οξέων” (πολύ ψαρωτικό – στην αρχή νόμιζα ότι είναι όλοι τους ασφαλίτες) και να απειλούν τους ασθενείς με ενέσεις, καθηλώσεις και απομόνωση όποτε κάποιος αρνείται να ακολουθήσει τις εντολές τους ή έχει “υπερδιέγερση”. Τα “θεραπευτικά” αυτά μέσα δε διστάζουν καθόλου να τα εφαρμόσουν στην πράξη.

Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια φορά που είχαν κλείσει μια γιαγιά στην απομόνωση. Η καημένη φώναζε “βγάλτε με από δω, θα πεθάνω!”. Δεν άντεχα και πήγα να της ανοίξω το σύρτη. Με κατάλαβαν όμως και με πήγαν δια της βίας στο κρεβάτι μου. Μια νοσοκόμα έφερε τους ιμάντες και με δέσανε στο κρεβάτι, χέρια και πόδια. Καθώς με δένανε τους έβριζα και η νοσοκόμα θεώρησε ότι το πιο σωστό είναι να μου χώσει ένα μαξιλάρι στα μούτρα και να το πιέσει για να με κάνει να σκάσω. Με αφήσανε δεμένη για το υπόλοιπο της νύχτας μέχρι το πρωί. Αναγκάστηκα να ουρήσω στο κρεβάτι.
‘Ενα βράδυ που ήμουν ταραγμένη και ανήσυχη με ‘βάλαν σε ένα γραφείο με μια γιατρό, μια νοσοκόμα και μια μαθητευόμενη. Με κοιτούσαν όλες τους με κάτι φάτσες μεταξύ οίκτου και αηδίας. Η γιατρός με ρώτησε αυστηρά τι συμβαίνει και ‘γω της είπα κάτι σαν “ξέρεις… η αληθινή ελευθερία δεν πωλείται”. Τότε η νοσοκόμα μου έδωσε κάτι χάπια. Εγώ αρνήθηκα να τα πάρω και ακολούθησε το γνωστό τελετουργικό: ένεση-απομόνωση μέχρι το πρωί. Θυμάμαι ότι εκείνη τη φορά χτυπούσα το κεφάλι μου στον τοίχο ίσως και μισή ώρα (ήθελα να τους δείξω ότι μπορώ να κάνω κακό στον εαυτό μου αν το ήθελα) και κάποια στιγμή αναγκάστηκα να ουρήσω στο πάτωμα. Σίγουρα με παρακολουθούσαν από τις κάμερες (πάντα ήταν κάποιος μπροστά στην οθόνη) αλλά δεν έκαναν τίποτα.
Ήταν και μια γιαγιά στο θάλαμο τελείως ανήμπορη που την είχαν δεμένη στο κρεβάτι για μέρες.
Ήταν και μια γαλλιδούλα που τα ‘χε τελείως χαμένα. Κανείς από τους νοσηλευτές δε μιλούσε γαλλικά. Τη δένανε την καημένη συνέχεια και την έκλειναν μέρα παρά μέρα στην απομόνωση.
Αυτό που μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στον ένα μήνα που έκατσα εκεί μέσα ήταν ότι ποτέ δεν είδα να χρησιμοποιούν αυτά τα βίαια κατασταλτικά μέσα σε κάποιον άντρα, παρόλο που συχνά κάποιοι ήταν επιθετικοί απέναντι σε άλλους ασθενείς.
Μια φορά ένας μεσήλικας με είχε στριμώξει και με πασπάτευε (εγώ ήμουν τελείως άβουλο ον από τα φάρμακα) και παρόλο που ήταν ένας νοσηλευτής μπροστά και είδε την φάση δεν του είπε τίποτα.
Επίσης όταν έκανα μπάνιο έπρεπε να έχω ανοιχτή την πόρτα και μπαίνανε μέσα οι νοσηλευτές και κοιτούσαν. Μετά μου δίνανε να φοράω κάτι άθλια ρούχα και ήμουν σαν τον παλιάτσο.
Μιλάμε για πλήρη εξαθλίωση και εκμηδενισμό του ατόμου. Οποιοσδήποτε και να έμπαινε εκεί μέσα, και τρελός να μην ήταν σίγουρα θα κατέληγε τρελός.
Αυλή δεν υπήρχε. Μόνο ένας μικρός εξωτερικός χώρος τον οποίο μας ανοίγανε κάθε 2 βδομάδες για λίγα λεπτά, έτσι για να μη λένε ότι μας έχουν συνέχεια κλεισμένους μέσα.
Δεν έχω μπει ποτέ στη φυλακή, αλλά αυτό το μέρος δε διέφερε και πολύ. Τουλάχιστον στην φυλακή δεν μπορούν να εξουδετερώσουν τη σκέψη και τα συναισθήματα ούτε μπορούν να διαταράξουν τη φυσιολογική λειτουργία του σώματος με τον ύπουλο τρόπο που το κάνουν στα ψυχιατρεία.

Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί οι ψυχοπαθείς μοιάζουν να κινούνται σαν ζόμπι και κάνουν περίεργες κινήσεις? Ε λοιπόν είναι γιατί λειτουργούν -κυριολεκτικά- μόνο με το μισό τους εγκέφαλο, λόγω του κοκταίηλ ψυχοφαρμάκων που αναγκάζονται να παίρνουν καθημερινά. Τα λεγόμενα αντιψυχωσικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη “θεραπεία” κάποιων ψυχικών διαταραχών είναι χημικές ουσίες που στοχεύουν στους υποδοχείς της ντοπαμίνης στον εγκέφαλο και αναστέλλουν τη δράση τους (οι ψυχίατροι πιστεύουν -χωρίς να έχουν βέβαιες αποδείξεις- ότι οι ψυχωσικές διαταραχές οφείλονται σε υπερβολική “κίνηση” της ντοπαμίνης σε κάποιες περιοχές του εγκεφάλου – μια εντελώς μηχανιστική θεώρηση της ψυχής και του νου, άλλα έτσι έχουν μάθει να σκέφτονται αυτοί οι άψυχοι άνθρωποι…). Στην πραγματικότητα, αυτές οι ουσίες που χορηγούνται στα ανυποψίαστα θύματα μπλοκάρουν επιπλέον και άλλους νευροδιαβιβαστές του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πάρα πολύ έντονα ψυχοσωματικά προβλήματα κατά τη χρήση τους. Δεν είναι τυχαίο που τα αντιψυχωσικά χαρακτηρίζονται σαν “χημική λοβοτομή” – αυτό ακριβώς είναι.

Μετά από πολλές δοκιμές, η τελική μου “θεραπεία” αποτελούνταν από τρία φάρμακα: δύο αντιψυχωσικά (Λεπονέξ, Σολιάν) και ένα αντικαταθλιπτικό (Εσιταλοπράμη). 7 μήνες έπαιρνα τα χάπια. 7 κενοί βασανιστικοί μήνες κλεισμένη, πρώτα στο ψυχιατρείο και μετά στο πατρικό σπίτι. Ο γιατρός είχε πει ότι η θεραπεία θα διαρκέσει τουλάχιστον 3 χρόνια. Αυτό βέβαια μόνο θεραπεία δεν ήταν. Ήταν ένα καθημερινό ταξίδι στην κόλαση: Ένιωθα ότι μου έχουν γαμήσει το μυαλό, ότι έχουν βιάσει το βαθύτερο είναι μου. Δεν είχα ψυχή, ήμουν μόνο ένα άδειο κουφάρι που σερνόταν. Έψαχνα να βρω το λευτεράκι μέσα μου, κι όσο κι αν έψαχνα, λευτεράκι δεν έβρισκα. Είχα πάντα μια κενή έκφραση στο πρόσωπο και δεν ένιωθα κανένα συναίσθημα, ούτε χαρά, ούτε λύπη, τίποτα. Μόνο καμιά φορά όταν άκουγα τους άλλους να γελούν ένιωθα μίσος και άρρωστη ζήλια, αισθήματα τα οποία δεν είχα ξανανιώσει ποτέ πριν στη ζωή μου. Κάθε τι ανθρώπινο μέσα μου είχε πεθάνει. Πολλές φορές φαντασιωνόμουν ότι πέφτω από την ταράτσα του σπιτιού. Άλλες φορές κλεινόμουν στο μπάνιο και σκεφτόμουν πιο χημικό καθαριστικό να πιω για να πεθάνω. Μια άλλη φορά κρατούσα επί μισή ώρα ένα μαχαίρι μπροστά στη κοιλιά μου και σκεφτόμουν “το χώνω, δε το χώνω…” (αργότερα έμαθα ότι οι αυτοκτονικές τάσεις οφείλονταν στο αντικαταθλιπτικό, κι αν σας φαίνεται αυτό παράξενο υπάρχουν στο ίντερνετ πολλές έρευνες και προσωπικές ιστορίες που το αποδεικνύουν. Πολλά από τα μακελειά που έχουν γίνει σε σχολεία στις ΗΠΑ με εφήβους να γαζώνουν συμμαθητές και δασκάλους και μετά να αυτοκτονούν, έχουν κάτι κοινό: τα άτομα αυτά έκαναν χρήση αντικαταθλιπτικών). Κοιμόμουν 15 ώρες τη μέρα και είχα έντονους εφιάλτες. Από τη στιγμή που ξυπνούσα τριγύριζαν παρανοϊκές σκέψεις στο μυαλό μου και δε μπορούσα να ηρεμήσω, παρόλο που φαινόμουν να είμαι σε πλήρη καταστολή. Κατά τα άλλα πλήρης απάθεια. Ακολουθούσα άβουλα κάθε εντολή που μου έδιναν οι γονείς μου. Δε μπορούσα να μιλήσω και απαντούσα μονολεκτικά σε ερωτήσεις. Δε μπορούσα να δω ταινίες ή να διαβάσω βιβλία γιατί με αναστάτωναν. Δε μπορούσα να ζωγραφίσω γιατί το χέρι μου έτρεμε. Δε μπορούσα να γράψω τίποτα γιατί δεν είχα καμία δημιουργικότητα. Ήμουν όλη μέρα στο κρεβάτι και έπαιζα ηλίθια παιχνίδια στον υπολογιστή για να ξεχνιέμαι και να μη σκέφτομαι, γιατί ένιωθα πως οι άλλοι μπορούσαν να διαβάσουν τη σκέψη μου. Ένιωθα πάντα κουρασμένη. Με έπιανε λιποθυμία όταν σηκωνόμουν. Κάποιες φορές είχα ταχυπαλμία, με έλουζε ιδρώτας και είχα απίστευτη ανεξήγητη ψυχοσωματική ανησυχία. Όταν περπατούσα είχα κενά συνείδησης, σαν να έσβηναν όλα ξαφνικά για ένα δευτερόλεπτο, και γι’ αυτό απέφευγα τις βόλτες. Αυτό συνέβαινε και όταν καθόμουν, οπότε σχεδόν έπεφτα από την καρέκλα. Μου τρέχανε τα σάλια. Είχα θαμπή όραση. Ακούσιες απότομες κινήσεις σε χέρια, πόδια και συσπάσεις στο πρόσωπο. Καταναγκαστικές συμπεριφορές. Και το πιο ενοχλητικό όλων, που το είχα σε μόνιμη βάση – η “ακαθησία”: όταν ήμουν ακίνητη είχα την ακατανίκητη αίσθηση ότι θέλω να κουνήσω τα πόδια μου, αλλά μόλις έκανα μερικά βήματα ήθελα πάλι να μείνω ακίνητη (οπότε δεν ησύχαζα ποτέ – δε μπορώ να περιγράψω με λόγια το πόσο άβολη και πέραν του φυσιολογικού ήταν αυτή η αίσθηση, μόνο όσοι παίρνουν αυτά τα δηλητήρια μπορούν να έχουν μια ιδέα περί τίνος πρόκειται…). Μια φορά τη βδομάδα έπρεπε να κάνω εξετάσεις αίματος, καθώς ένα από τα φάρμακα που έπαιρνα ήταν τοξικό για το μυελό των οστών. Το έντερο μου είχε παραλύσει τελείως και αναγκάστηκα να παίρνω άλλο ένα φάρμακο για να μπορώ να ενεργούμαι. Επίσης νεκρώθηκα σεξουαλικά και πήρα 20 κιλά. Συμπέρασμα: οι παρενέργειες των φαρμάκων ήταν για μένα τρισχειρότερες από την ψύχωση, αλλά εφόσον φαινόμουν ήρεμη και υπάκουη όλα πήγαιναν καλά για τους “άλλους”.

Δε την πάλευα καθόλου, αλλά φοβόμουν ότι αν σταματήσω τα φάρμακα θα έχω υποτροπή της ψύχωσης, όπως μου έλεγαν, και θα με ξανακλείσουν στο ψυχιατρείο. Άρχισα να ενημερώνομαι για ότι αφορά νευροδιαβιβαστές, φάρμακα, παρενέργειες, προσωπικές ιστορίες ασθενών και εναλλακτικές θεραπείες. Ξαναδιάβασα όλα αυτά που είχα γράψει πριν με πάνε στο ψυχιατρείο (είχα φοβερή δημιουργικότητα όσο είχα την ψύχωση) και κατανόησα πότε και πως έχανα τη μπάλα τότε. Τελικά πάνω στους 7 μήνες αποφάσισα να κόψω τα φάρμακα και τα έκοψα μαχαίρι (αυτό ήταν λίγο τραβηγμένο και δεν το συνιστώ σε κανένα – το πιο ασφαλές είναι να γίνει σταδιακή μείωση των δόσεων των φαρμάκων). Αρχικά είχα κάποιες παρανοϊκές σκέψεις, άλλα επαναλάμβανα συνεχώς στον εαυτό μου “δύναμη!” και επέμενα στο να διαχωρίζω συνειδητά τη φαντασία από την πραγματικότητα όποτε αυτές μπερδεύονταν. Σε δύο μέρες είχαν φύγει τόσο οι αόρατες απειλές όσο και όλες οι βασανιστικές παρενέργειες των δηλητηρίων και δεν ξαναγύρισαν ποτέ. Είχα ξαναβρεί την υγεία μου, το σώμα μου ξανάρχισε να λειτουργεί κανονικά και το λευτεράκι επέστρεψε, πιο δυνατό και σοφό από ποτέ. Μόνο με την αυτογνωσία και τη δύναμη της θέλησης…

Συμπέρασμα: Τα ψυχοφάρμακα καταστέλλουν λειτουργίες του εγκεφάλου, δεν θεραπεύουν σε καμία περίπτωση. Και όχι μόνο δεν θεραπεύουν, αλλά βλάπτουν, και μάλιστα ανεπανόρθωτα πολλές φορές. Εγώ ήμουν τυχερή που κατάφερα να τα κόψω νωρίς. Αλλά γιατί οι περισσότεροι “ασθενείς” τείνουν να είναι χρόνια -ή ακόμα και ισόβια- ασθενείς? Ο φόβος της υποτροπής με το σταμάτημα της χρήσης των φαρμάκων δεν είναι αβάσιμος. Οι περισσότεροι που θα προσπαθήσουν να κόψουν τα αντιψυχωσικά θα έχουν υποτροπή των συμπτωμάτων της ψύχωσης. Δυστυχώς πολλοί άνθρωποι είναι ψυχικά αδύναμοι ή δεν βρίσκονται στο κατάλληλο περιβάλλον για να αντιμετωπίσουν αυτή την δυνατή εμπειρία μόνοι τους, και το ιδανικό γι’ αυτούς θα ήταν να λάβουν ουσιαστική βοήθεια από ευαίσθητους ανθρώπους ή θεραπευτές που χρησιμοποιούν εναλλακτικές μεθόδους και οι οποίοι αποφεύγουν διαγνώσεις που στιγματίζουν, ψυχοφάρμακα που δηλητηριάζουν και βίαιες μεθόδους καταστολής που τραυματίζουν ανεπανόρθωτα. Όλες οι εναλλακτικές μέθοδοι (όπως και η αυτοθεραπεία) έχουν τεράστια επιτυχία σε πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι είδαν τους εαυτούς τους να γίνονται καλά, και μάλιστα καλύτερα από όσο πριν την κρίση. Έτσι βλέπω και ‘γω την ψύχωση: σαν ένα σκαλοπάτι που πρέπει να ανέβει κανείς στην πορεία της ζωής για να πάει ψηλότερα. Δυστυχώς οι θεραπευτές αυτοί (κάποιοι από τους οποίους έχουν περάσει και οι ίδιοι ψύχωση και άρα ξέρουν καλά περί τίνος πρόκειται) είναι εξαιρετικά δυσεύρετοι και έτσι σχεδόν όλοι οι συνάνθρωποί μας που βρίσκονται σε κατάσταση κρίσης περνιούνται για τρελοί και καταλήγουν στα δίχτυα της συμβατικής ψυχιατρικής. Και έτσι και μπλέξεις με αυτούς τους ανίδεους, τους επικίνδυνα άσχετους γιατρούς, που κυριολεκτικά το μόνο που κάνουν είναι να συνταγογραφούν και να σου υπενθυμίζουν πόσο βαριά άρρωστος είσαι, άντε να βγεις από αυτό το λούκι. Το τραγικό είναι ότι όσο πιο πολύ καιρό παίρνει κάποιος φάρμακα, τόσο πιο δύσκολο είναι να τα κόψει επιτυχώς. Αυτό συμβαίνει γιατί ο εγκέφαλος προσπαθεί να διορθώσει την χημική ανισορροπία που του προκαλούν τα φάρμακα και έτσι φτιάχνει νέους υποδοχείς στον εγκέφαλο. Έτσι, όταν κάποιος που παίρνει πολύ καιρό φάρμακα τα κόψει απότομα αυτό που θα συμβεί είναι να μπουν περιοχές του εγκεφάλου του σε υπερλειτουργία, αφού υπάρχουν πλέον πολλαπλάσιοι υποδοχείς από το φυσιολογικό -παλιοί ξεμπλοκαρισμένοι συν καινούριοι- και έτσι ξαναγυρνάει στην κατάσταση της ψύχωσης και μάλιστα δριμύτερα από ότι πριν την χρήση των φαρμάκων. Το άλλο που δημιουργούν τα αντιψυχωσικά είναι ότι καταστρέφουν τη φαιά ουσία του εγκεφάλου. Ενδεικτικά, σε πειράματα που έκαναν κάποιοι άψυχοι ερευνητές (τα πειράματα σε ζώα είναι άλλη μια φρικιαστική πλευρά της φαρμακοβιομηχανίας) σε υγιείς μακάκους, στους οποίους δινόταν καθημερινά ένα δημοφιλές αντιψυχωσικό (το Ζυπρέξα) σε νορμάλ δόση επί δύο χρόνια, βρέθηκε ότι είχε μειωθεί ο όγκος του εγκεφάλου τους κατά 10%. Πολλοί άνθρωποι έχουν μείνει παράλυτοι από τα ψυχοφάρμακα. Ακόμα και σε μένα, που τα έπαιρνα τόσο λίγο καιρό, έχουν αφήσει κάποια σωματικά κουσούρια, τα οποία θέλω να ελπίζω πως είναι αναστρέψιμα. Άλλοι καταλήγουν με καρδιοπάθειες ή διαβήτη. Άλλοι πεθαίνουν ξαφνικά, έτσι απλά (στις παρενέργειες που αναγράφονται στο φύλλο οδηγιών των αντιψυχωσικών περιλαμβάνεται και ο “αιφνίδιος ανεξήγητος θάνατος” – όταν το είδα τρόμαξα). Για ποια θεραπεία μιλάμε?
Πάντως ακόμα και κάποιος που παίρνει ψυχοφάρμακα για πολλά χρόνια μπορεί να βρει την υγεία του αν καταφέρει να ξεφύγει από νευρωτικούς συγγενείς και ιεροεξεταστές ψυχιάτρους. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η πολύ γνωστή περίπτωση ενός αμερικανού μαθηματικού, του Τζον Νας, ο οποίος είχε διαγνωστεί με “σχιζοφρένεια παρανοϊκού τύπου” και επί 11 χρόνια μπαινόβγαινε σε ψυχιατρεία και έπαιρνε ψυχοφάρμακα παρά τη θέληση του. Το 1970 αποφάσισε να σταματήσει τα φάρμακα και να το παλέψει μόνος του. Τα κατάφερε και δεν ξαναγύρισε ποτέ στην προηγούμενη κατάσταση. Το 1994 ο Τζον Νας πήρε το νόμπελ στα οικονομικά. Έχουν βγάλει μάλιστα και ταινία με τη ζωή του (“’Ένας υπέροχος άνθρωπος”). Στην ταινία βέβαια έχουν επέμβει τα συμφέροντα της ψυχιατρικής μαφίας – χολυγουντιανή ταινία, τι περιμένατε? – και έχουν παραποιήσει λίγο τα πραγματικά γεγονότα, τονίζοντας πως ο Νας ποτέ δε σταμάτησε να παίρνει ψυχοφάρμακα.

Και δεν είναι μόνο τα αντικαταθλιπτικά και τα αντιψυχωσικά που βλάπτουν σοβαρά την υγεία.
Όσο ήμουν έγκλειστη στο νοσοκομείο, έπαιρνα καθημερινά ένα ηρεμιστικό που ανήκει στην οικογένεια ουσιών που ονομάζονται βενζοδιαζεπίνες και λέγεται Ταβόρ. Αρχικά μου χορηγήθηκε από τους νοσηλευτές μια φορά που τους είχα πει ότι νιώθω ανησυχία, οπότε μου έδωσαν ένα χαπάκι (αυτή είναι πάντα η λύση: ένα χαπάκι για κάθε πρόβλημα). Το πήρα και όντως ηρέμησα. Αλλά με έπιανε η ίδια ανησυχία, και εντονότερη, κάθε μέρα και περίπου την ίδια ώρα. Κάθε φορά τους ζητούσα Ταβόρ. Αν δεν έπαιρνα το Ταβόρ, με κυρίευε απίστευτος τρόμος και ψυχοσωματικό άγχος – κατέληγα να στριφογυρίζω στο κρεβάτι με ταχυκαρδία και έντονη εφίδρωση και κάνοντας απίστευτα βασανιστικές σκέψεις – νόμιζα ότι θα πεθάνω. Τα Ταβόρ τα έκοψα αναγκαστικά όταν πήρα εξιτήριο, και δεν ήταν καθόλου ευχάριστη εμπειρία. Αργότερα έμαθα ότι οι βενζοδιαζεπίνες είναι πιο εθιστικές από την ηρωίνη. Όλος ο κόσμος (και μιλάμε για πολύ κόσμο) που παίρνει ηρεμιστικά είναι πραγματικά τζάνκια.

Αυτό που στην ουσία καταφέρνουν όλα τα ψυχοφάρμακα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, είναι να γινόμαστε δέσμιοι τους. Ιδιαίτερα τα αντιψυχωσικά, δημιουργούν μόνιμα στα θύματα το αδιέξοδο: ή άψυχο ζόμπι ή ψυχωσικός τρελός – αυτές είναι οι επιλογές που σου δίνονται από τους “ειδικούς” άπαξ και παρουσιάσεις ψυχωτική διαταραχή (φυσικά καλύτερα τρελός από ζόμπι, αλλά κανείς δε πρόκειται να σε αφήνει έτσι, άρα αναγκαστικά γίνεσαι άψυχο ζόμπι αργά ή γρήγορα, δεν έχεις επιλογή). Όσο κι αν έψαξα, δεν βρήκα καμία περίπτωση ασθενούς που θεραπεύτηκε με ψυχοφάρμακα. Όλοι οι “ασθενείς” αναγκάζονται να κάνουν “θεραπεία” για πολλά χρόνια ή για όλη τους τη ζωή (όσο ζήσουν δηλαδή, αφού ακόμα και όσοι δεν αυτοκτονήσουν πεθαίνουν πρόωρα – όλα τα φάρμακα είναι ιδιαίτερα τοξικά για τα νεφρά και το συκώτι). Φυσικά συμφέρει απίστευτα τις φαρμακευτικές εταιρίες να σε έχουν μόνιμο και ισόβιο πελάτη. Οι εταιρίες αυτές βγάζουν απίστευτα ποσά, και τα κέρδη τους χρόνο με το χρόνο αυξάνονται. Μόνο μια από τις εταιρίες, η Eli Lilly (από της οποίας το διοικητικό συμβούλιο έχει περάσει ο γέρος Μπους, όλως τυχαίως) βγάζει κάθε χρόνο πάνω από 24 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ενδεικτικά, τα φάρμακα που έπαιρνα εγώ είχαν μηνιαίο κόστος 100 ευρώ περίπου. Άλλοι παίρνουν περισσότερα και ακριβότερα φάρμακα.

Η διατήρηση όλων των ψυχιατρικών μύθων και η συνέχιση των ψυχιατρικών εγκλημάτων στηρίζεται στην άγνοια και παραπληροφόρηση τόσο των οικογενειών των θυμάτων όσο και ολόκληρης της κοινωνίας, καθώς κυριαρχεί ο φόβος απέναντι σε οτιδήποτε διαφορετικό, σε οτιδήποτε παρεκκλίνει από την “κανονικότητα” και απειλεί την διατήρησή της. Η “τρέλα” είναι θέμα ταμπού, είναι τρομακτική και θεωρείται τόσο επικίνδυνη, ώστε φυλακίζεται πίσω από τις κλειδωμένες πόρτες των ψυχιατρείων και μέσα στο στενό οικογενειακό κύκλο των θυμάτων και δε βγαίνει παραέξω, παρότι είναι αρκετά συχνή (το 1% του πληθυσμού έχει διάγνωση σχιζοφρένειας, αν εξαιρέσουμε τις υπόλοιπες διαταραχές). Τα δε θύματα, ακόμα και αν δεν είναι κλεισμένοι σε ψυχιατρείο, στερούνται κάθε ελευθερίας έκφρασης και είναι αναγκασμένοι (πέρα από τα καθημερινά ψυχοσωματικά βασανιστήρια που περνάνε όσοι παίρνουν φάρμακα) να βρίσκονται ισόβια φυλακισμένοι στους εαυτούς τους και να κρύβονται απέναντι σε όσους ξέρουν για την κατάστασή τους, όσους τους έχουν στιγματίσει δηλαδή, καθώς οποιαδήποτε συμπεριφορά παρεκκλίνει από την υποταγή τους σε προστάγματα γονιών και γιατρών, όπως ο αυθορμητισμός, ο θυμός, η “αρνητικότητα”, η “αντικοινωνικότητα”, η ανυπακοή σε εντολές, η “εκκεντρική” συμπεριφορά ή ντύσιμο, ακόμη και η “ανεξήγητη” χαρά, θεωρείται υποτροπή της “αρρώστιας” και χρίζει άμεσης “θεραπείας”. Μιλάμε για την απόλυτη στέρηση της ελευθερίας των ατόμων αυτών, κλείνοντας τους έτσι το δρόμο για την ουσιαστική βελτίωση της υγείας τους. Γιατί οι ψυχικές διαταραχές δεν είναι “ανίατες ασθένειες”. Τις βαφτίζουν εντελώς αυθαίρετα “ασθένειες” και κατόπιν φροντίζουν να τις κάνουν ανίατες με τη χρόνια χορήγηση τοξικών για τον εγκέφαλο και το σώμα ουσιών τις οποίες θεωρούν “θεραπευτικό μονόδρομο”. Αν έχουν δίκιο, πως εξηγούν το γεγονός ότι εγώ και τόσοι άλλοι, καταφέραμε να γίνουμε καλά όταν πήραμε στα χέρια μας την υγεία μας και σταματήσαμε να καταπίνουμε τα δηλητήριά τους?

Δυστυχώς η άποψη του γιατρού έχει ακόμα μεγαλύτερο κύρος από την προσωπική μου εμπειρία και ολόκληρο το κίνημα της αντιψυχιατρικής.
Δυστυχώς δεν θα είμαι ποτέ πια το λευτεράκι για τους γονείς μου, αλλά μία δυνάμει ψυχοπαθής.
Βρίσκομαι ακόμα “υπό επιτήρηση” στο πατρικό μου, αλλά ευτυχώς -και με τη βοήθεια της αδερφής μου, η οποία ξέρει όλη την αλήθεια- τους έχω πείσει να μην με ελέγχουν για το πότε παίρνω τα χάπια, παρότι ο γιατρός -τον οποίο πρέπει να συναντώ κάθε μήνα- επιμένει στον αυστηρό έλεγχο από μέρους τους και τη συνέχιση της “θεραπείας”. Της καταδίκης μου δηλαδή, που θα κρατήσει τουλάχιστον 3 χρόνια. Υποτίθεται πως είναι αντιδεοντολογικό να πιέζουν κάποιον να παίρνει τα φάρμακα χωρίς τη θέλησή του, αλλά στην πράξη δεν τους εμπιστεύομαι καθόλου, καθώς ο ψυχίατρος έχει το νομικό δικαίωμα να διατάξει τον ακούσιο εγκλεισμό μου όποτε αυτός κρίνει αναγκαίο. Ελπίζω να καταφέρω με κάποιον τρόπο να κάνω την αλήθεια να λάμψει και να διαλύσει το σκοτάδι του ψέματος που έχουν ποτιστεί οι γονείς μου. Να ελευθερωθώ από τον φόβο της ακούσιας “θεραπείας”. Ένα είναι σίγουρο: αν με βάλουν πάλι στο ψυχιατρείο θα είναι για τις ελευθεριακές πεποιθήσεις μου και όχι γιατί πάσχω από “σχιζοφρένεια”, γιατί απλούστατα το δεύτερο δεν ισχύει, είναι μια απάτη του συστήματος εις βάρος μου.

Πάντα ένιωθα οργή για κάθε μορφή εξουσίας και κάθε φυλακή, ορατή ή αόρατη.
Τώρα που ο κλοιός έχει στενέψει, το αγρίμι μέσα μου δεν συγκρατείται.
Η οργή που νιώθω απέναντι στο ψυχιατρικό κύκλωμα και όσους ακολουθούν τυφλά τα προστάγματα του είναι απερίγραπτη. Δυστυχώς αυτή την οργή, όπως και οποιαδήποτε οργή έχω μέσα μου, δεν μπορώ να την εκφράσω ανοιχτά γιατί θα με πάνε πάλι μέσα, και δεν θέλω με τίποτα να καταλήξω πάλι στο κολαστήριο που λέγεται ψυχιατρείο… Αλλά δε μπορώ να σιωπήσω απέναντι σε τόσο πόνο και αδικία. Τόσες αθώες ψυχές βασανίζονται στα κρυφά και κανείς δε τολμά να μιλήσει. Γιατί είναι απόβλητοι, μιάσματα και στην καλύτερη περίπτωση προβληματικοί. Αφού τους φορέσαμε την ταμπέλα του “επικίνδυνου ψυχοπαθή” πρέπει να τους έχουμε απομονωμένους από την υπόλοιπη κοινωνία και σε καταστολή, οδηγώντας τους σταθερά προς τον θάνατο – πρώτα της ψυχής, μετά του νου και τελικά του σώματος.

Μήπως ο κάθε εξουσιαστής και ο κάθε τυφλά εξουσιαζόμενος, ο κάθε απαθής τηλε-θεατής και ο κάθε αναίσθητος μπροστά στο άδικο και την ασχήμια των τεχνιτών ζωών μας είναι ο πραγματικά ψυχοπαθής και αλλοτριωμένος? Μήπως ο κάθε ασυμβίβαστος και εξεγερμένος (και η “τρέλα” είναι μια εξέγερση της ψυχής που ξύπνησε και θέλει να ελευθερωθεί – της ψυχής που ο κάθε ένας έχει μέσα του: όμορφη, αγνή σαν βρέφος και άναρχη σαν αδάμαστο ζώο) είναι πιο υγιής από όλους αυτούς? Γιατί τι πιο φυσικό από την εξέγερση του ατόμου ενάντια σε κάθε καταπίεση, σε κάθε εξουσία και επιβεβλημένη νόρμα? Τι πιο λογικό από το να είναι κανείς ασυμβίβαστος απέναντι σε μια ολόκληρη κοινωνική κατασκευή (“πολιτισμός”) που είναι βουτηγμένη απ’ την κορφή ως τα νύχια στο αίμα αθώων (όχι μόνο ανθρώπων) και η οποία στηρίζεται στη μαζική εκμετάλλευση και χειραγώγηση των αδύναμων πλευρών της ανθρώπινης φύσης του κάθε “ελεύθερου πολίτη”(κούνια που σας κούναγε…) παράλληλα με τον ασύστολο βιασμό της φύσης και του κάθε αδύναμου πλάσματος γενικότερα. Δε θα πω περισσότερα, τα ‘χουν πει κι άλλοι. Όποιος έχει μάτια βλέπει, όποιος έχει καρδιά νιώθει και όποιος έχει μυαλό σκέφτεται λίγο παραπέρα από αυτό που φαίνεται.

Καιρός να αντικαταστήσουμε όλοι το φόβο και την άγνοια με δύναμη και επίγνωση.
Και προπαντός αγάπη. Αγάπη για τη ζωή και την άγρια ομορφιά της.
Δε χρειαζόμαστε ούτε αφέντες -“ειδικούς” και μη- ούτε προστάτες-φύλακες.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΨΥΧΟΦΟΝΙΑΔΩΝ
ΚΑΜΙΑ ΑΝΟΧΗ ΣΤΑ ΨΕΜΜΑΤΑ ΤΟΥΣ
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ

Τέλος, προς όλους τους απανταχού άψυχους που θεωρούν τον άνθρωπο και τον κόσμο όλο σαν μια καλοκουρδισμένη μηχανή και επιμένουν να ορίζουν την κανονικότητα επικαλούμενοι τα όποια τεχνοφασιστικά δόγματα τους, ένα έχω να πω: Φοβού τους “τρελούς”!

Και για τα αδέρφια που ακόμα πολεμούν…
Οδηγός Μείωσης της Βλάβης για τη Διακοπή Ψυχιατρικών Φαρμάκων

 

33 ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟ

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ιανός» (τχ. 1, 1982)

και περιλήφθηκε στο Κλ. Γρίβας: H Εξουσία της Βίας (Ιανός, Θεσ/νίκη, 1984)

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την ανθρωπότητα: το φάντασμα του ψυχιατρικού ολοκληρωτισμού. Όλες οι δυνάμεις της αντίδρασης ενώθηκαν σε μία ανίερη συμμαχία για να δώσουν σάρκα και οστά σ’ αυτό το φάντασμα: ο πολιτικός και ο κομισάριος. Ο επιστήμονας και ο στρατοκράτης. Ο κεφαλαιοκράτης και ο γραφειοκράτης. Ο διαχειριστής και ο διώκτης. Σε Δύση και Ανατολή. Ο ψυχιατρικός ολοκληρωτισμός αποτελεί πια μια απειλή όχι επί αλλά εντός των τειχών.

Είναι κατά συνέπεια καιρός οι αντίπαλοι του να εκθέσουν ανοιχτά μπροστά σ’ όλο τον κόσμο τις αντιλήψεις, τους σκοπούς και τις επιδιώξεις τους. και ν’ αντιπαραθέσουν στην πραγματική απειλή του υπό ενσάρκωση φαντάσματος του ψυχιατρικού ολοκληρωτισμού, μια θεωρία και μια μέθοδο για την αντιμετώπισή του…

Η ιστορία όλων των ως τώρα κοινωνιών ήταν ιστορία ταξικών αγώνων. Η ιστορία όλων των από δω και πέρα κοινωνιών, θα είναι ιστορία της ανυπαρξίας οποιουδήποτε κοινωνικού αγώνα. δηλαδή, ιστορία του ψυχιατρικού ολοκληρωτισμού.

Στον αγώνα για την εξάλειψη αυτού του κινδύνου, οι εν δυνάμει και ελέω της ψυχιατρικής σκλάβοι, δεν έχουν να χάσουν τίποτα άλλο εκτός από τις αλυσίδες τους.

Κλεάνθης Γρίβας

(Παραφράζοντας το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο»)

[Ο Κλεάνθης Γρίβας είναι ψυχίατρος και διδάκτωρ στο Α.Π.Θ.
Δείτε τις απόψεις του για την ψυχιατρική έτσι όπως ασκείται ακόμη και σήμερα]

1. Στη σωματική αρρώστια έχουμε μια σειρά αντικειμενικών ευρημάτων που καθορίζουν τον προσδιορισμό της. Στην ψυχική «αρρώστια», τι έχουμε;

Τίποτα. Απολύτως τίποτα. Απλώς, κάποιος ψυχίατρος (τουτέστιν, ένας δήθεν γιατρός), ο οποίος έχει αναλάβει αυτή τη δουλειά με γραφειοκρατική και κοινωνική επικύρωση, διαπιστώνει το «παθολογικό» της συμπεριφοράς ενός ατόμου. Αυτό σημαίνει πως όλα εξαρτώνται από τον κρίνοντα και μόνο.

Ποια στοιχεία ρίχνουν το βάρος τους στη ζυγαριά; Το προσωπικό συμφέρον – οικονομικό, επαγγελματικό και κοινωνικό. Η διανοητική συγκρότηση του κρίνοντος. Η ύπαρξη ή η ανυπαρξία ευρύτητας πνεύματος, ευαισθησίας, φιλοσοφικού και κοινωνικού προβληματισμού. Δηλαδή, με δυο λόγια, το γραμμένο ή άγραφο χαρτί που κουβαλάει ο ψυχίατρος στο κεφάλι του.

Μ’ άλλα λόγια, η λεγόμενη ψυχική «αρρώστια» συνιστά μια ετεροκαθοριζόμενη κατασκευή που στον προσδιορισμό της υπεισέρχονται κάθε είδους παράγοντες πλην των ιατρικών.

2. Είναι αποδεδειγμένη η αιτιολογία της ψυχικής «αρρώστιας»;

Όταν οι συμπεριφορές που δεν είναι αποδεκτές από μας, συνδυάζονται με κάποια οργανική βλάβη ή δυσλειτουργία (όγκοι, τοξική δηλητηρίαση, έλλειψη βιταμινών κλπ.) η αιτιολογία τους θεωρείται αποδεδειγμένη. Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για «οργανικές ψυχώσεις» οι οποίες, λόγω της φύσης τους, θα πρέπει να υπάγονται στην αρμοδιότητα της νευρολογίας (δηλαδή ενός ειδικού κλάδου της σωματικής παθολογίας) και όχι της ψυχιατρικής.

Είναι δυνατό να φανταστούμε ένα ψυχίατρο που θα αναλάμβανε τη θεραπεία κάποιου με όγκο στον κροταφικό λοβό, μόνο και μόνο επειδή συμβαίνει ένας τέτοιος όγκος να δίνει και ψυχωσικού χαρακτήρα συμπτωματολογία; Θα φάνταζε μάλλον σαν μάγος άγριας φυλής παρά σαν επιστήμονας.

Όταν οι συμπεριφορές που δεν είναι αποδεκτές από μας δεν συνδυάζονται με κάποια οργανική βλάβη ή δυσλειτουργία, η αιτιολογία τους είναι απολύτως άγνωστη (και οποιοσδήποτε προσδιορισμός τους, κινείται πάντοτε στη σφαίρα των υποθέσεων). Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για «λειτουργικές ψυχώσεις» και «νευρώσεις», που αποτελούν αντικείμενο της ψυχιατρικής.

Η σκοπιμότητα που εξυπηρετείται μ’ αυτή τη «ρύθμιση» είναι προφανής: Η αιτιολογία αυτών των συμπεριφορών είναι ταυτισμένη με την κοινωνία που εκφράζει μονοπωλιακά την «φυσιολογικότητα». Και, όπως είναι ευνόητο, όταν ο διώκτης (κοινωνία) και ο διωκόμενος(αιτιολογία) ταυτίζονται, η σύλληψη του τελευταίου είναι αντικειμενικά αδύνατη. ΄Ετσι, μια και που δεν μπορούμε να συλλάβουμε την ψυχική «αρρώστια», συλλαμβάνουμε τον ψυχικά «άρρωστο» που είναι μια απτή και εγκλωβίσιμη πραγματικότητα. Αυτό είναι πιο βολικό για όλους μας.

3. Πως ταξινομούνται οι ψυχικές «αρρώστιες»; Με ποια κριτήρια;

Εάν υπάρχουν ψυχικές «αρρώστιες», μόνο ένας παραδεκτός τρόπος ταξινόμησής τους υφίσταται: Ο αιτιολογικός. ΄Ομως η παραδοσιακή ψυχιατρική ομολογεί την πλήρη άγνοιά της γύρω από την αιτιολογία της ψυχικής «αρρώστιας». Κατά συνέπεια, οι όποιες ταξινομητικές απόπειρες της, είναι αναποτελεσματικές και γελοιογραφικές, συγχρόνως.

Εάν δεν υπάρχουν ψυχικές «αρρώστιες», μόνο μαθητευόμενοι μάγοι θα μπορούσαν να τις ταξινομήσουν (γιατί, πώς είναι δυνατό να ταξινομήσεις κάτι που δεν υπάρχει;) Και αυτό ακριβώς το ρόλο παίζουν οι ψυχίατροι.

Αλλά, ενώ είναι αδύνατη η (λογικά και επιστημονικά συνεπής) ταξινόμηση των ψυχικών «ασθενειών», είναι απολύτως δυνατή η ταξινόμηση των παραδοσιακών ψυχιάτρων και των αξιοπερίεργων όντων που συμπορεύονται μ’ αυτούς (ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, κλπ.), που ασχολούνται με τρόπο σοβαροφανή και βερμπαλιστικό «χωρίς περίσκεψη, χωρίς λύπη, χωρίς αιδώ», με το απόλυτο κενό της ψυχιατρικής, της ψυχικής «αρρώστιας» και το δικό τους.

Υπάρχουν λοιπόν ψυχίατροι, ψυχολόγοι, κ.α., οργανικοί (!), δυναμικοί (!) και ρεφορμιστές (!). Υπάρχουν ψυχολόγοι φροϋδικοί, μπηχαβιοριστές και άλλοι «ων ουκ έτσι αριθμός».

΄Ολοι τους στοχεύουν σ’ ένα κοινό στόχο: Στη θεραπεία του εαυτού τους, του κοινωνικού κύρους και των συμφερόντων τους, και την ικανοποίηση της ανάγκης τους για επιβίωσης σε συνδυασμό με την ανυπαρξία όποιου προσωπικού ταλέντου για κάποια άλλη δημιουργική δραστηριότητα. Είναι η κατάρα της μονοδιάστατης επαγγελματικής «γνώσης».

4. Ποίες είναι οι αιτίες που οδηγούν ένα άτομο στο ν’ αρρωστήσει;

Κανένα άτομο δεν αρρωσταίνει. Το αρρωσταίνουμε. Κι αυτό εξαναγκάζεται ασυνείδητα (γιατί η «τρέλα» δεν συνιστά συνειδητή επιλογή) να υιοθετήσει μια συμπεριφορά μη-αποδεκτή από μας. Οι λόγοι: Το απόλυτο αδιέξοδο. Το υπαρξιακό κενό. Η συναισθηματική έρημος. Η σεξουαλική καταπίεση. Η έλλειψη νοήματος στην καθημερινή ζωή. Η πλήρης ανασφάλεια. Η πολυδιάστατη και συνεχώς αυξανόμενη αλλοτρίωση που προσβάλλει τον πυρήνα της ύπαρξής μας. Μ’ ένα λόγο, το απόλυτο κενό, αυτή η ουτοπία της φυσικής, που έχει αναχθεί από μας τους ίδιους σε καθημερινή πραγματικότητα.

5. Που οφείλεται η ψυχική αρρώστια;

Εάν διέθετα μια απάντηση στο ερώτημα αυτό, θα μου πρόσφεραν το Nobel. Δεν ξέρω που οφείλεται. Ξέρω, όμως, πού βρίσκεται η ψυχική «αρρώστια». Ενυπάρχει σε κάθε είδους εξουσιαστική, καταπιεστική και αδιέξοδη σχέση: Κράτος-πολίτης, άντρας-γυναίκα, γονείς-παιδιά, δάσκαλος-μαθητής, προϊστάμενος-υφιστάμενος. Γενικά σε κάθε σχέση εξουσίας και υποταγής, διευθυντή και διευθυνόμενου, εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου.

Και για να αποφύγω όποιες παρερμηνείες: Δεν απορρίπτω κάθε οργανωτικό σχήμα, γενικά και αφηρημένα. Απλώς, αρνούμαι κάθε ιεραρχική οργάνωση που συγκροτείται σε βάση εξουσιαστική και όχι λειτουργική. Κάθε οργανωτική-ιεραρχική σχέση που δεν προκύπτει αυθόρμητα και αβίαστα από μια λειτουργική ανάγκη, αλλά επιβάλλεται καταναγκαστικά με τη διαμεσολάβηση δραστικών μηχανισμών βίας.

Τα κύτταρα του σώματος μας συγκροτούν ιστούς, οι ιστοί όργανα, τα όργανα συστήματα οργάνων, κι αυτά εμάς. ΄Ολα τούτα τα στοιχεία συμμετέχουν στην υπερκείμενη τους λειτουργία χωρίς καταναγκασμό και για λόγους καθαρά λειτουργικούς. Το ίδιο γίνεται σε όλη την κλίμακα της φυσικής οργάνωσης, με μοναδική εξαίρεση το «τελειότερο» πλάσμα της φύσης.

Για τον άνθρωπο, η συμμετοχή σε υπερκείμενες λειτουργίες, επιβάλλεται ανεξάρτητα από τις λειτουργικές του ανάγκες και μόνο με την παρεμβολή του καταναγκασμού. Να προσδιορίσουμε μερικές εκφάνσεις του: Ο αλλοτριωτικός καταμερισμός της δουλειάς και οι φάμπρικες. Τα βασανιστήρια και οι μαζικές δολοφονίες. Οι ανθρωποβόροι θεσμοί και τα κάθε λογής εγκλειστήρια (στρατόπεδα συγκέντρωσης, φυλακές, ψυχιατρεία, γηροκομεία, άσυλα, κ.ά.).

Κανένας μέχρι σήμερα δεν μπόρεσε να προσκομίσει μια απόδειξη που να θεμελιώνει από την άποψη της βιολογικής λειτουργικότητας όλα αυτά τα «θεάρεστα» μέσα που χρησιμοποιεί κατ’ αποκλειστικότητα το «τελειότερο» ον για την εφαρμογή ενός επίσης αποκλειστικού προνομίου του: τον αφανισμό των ομοίων του. Κι απ’ αυτή ακριβώς την αδυναμία, απορρέει η υποχρέωσή μας για διερεύνηση της κοινωνικής αιτιολογίας αυτών των φαινομένων.

Σύμφωνα με τη θαυμάσια σύλληψη του Εριχ Φρομ, υπάρχουν δυο μορφές εξουσίας. Μια αυθεντική και μια παράλογη. Η αυθεντική εξουσία επιβάλλεται με το προσωπικό παράδειγμα, την καλλιέργεια, την ευαισθησία, τον θαυμασμό και την αγάπη που γεννάει. Η παράλογη εξουσία επιβάλλεται αποκλειστικά και μόνο με τη βία κι έχει σαν στήριγμά της τους μηχανισμούς καταναγκασμού και καταστολής.

Ο Χριστός, ο Μαρξ, ο Μπετόβεν και ο Πικάσο επηρεάζουν τον τρόπο που αισθανόμαστε, ακούμε, βλέπουμε και σκεφτόμαστε τον εαυτό μας και τους άλλους, με τη δημιουργική παρουσία τους και μόνο.

Ο Αττίλας, ο Χίτλερ, ο Στάλιν, ο Διευθυντής και ο Κλειδοκράτορας, ο Γραφειοκράτης και ο Μιλιταριστής, επηρεάζουν τη συμπεριφορά μας με τους μηχανισμούς βίας που ελέγχουν,. δηλαδή με την καταστροφική παρουσία τους και μόνο.

Η αυθεντική εξουσία είναι έκφραση και παραγωγός υγείας. Η παράλογη εξουσία είναι έκφραση και παραγωγός αρρώστιας. Η εποχή μας είναι εποχή θεοποίησης και θεσμοποίησης της παράλογης εξουσίας. Είναι δηλαδή εποχή της ψυχιατρικής. «Όταν το έγκλημα ντύνεται με την φορεσιά της αθωότητας, είναι η αθωότητα που πρέπει να απολογηθεί για τις πράξεις της», γράφει ο Αλμπέρ Καμύ. Σήμερα το έγκλημα φοράει τη λεοντή της «αθωότητας», της δήθεν αντικεμενικότητας των ψευτο-επιστημονικών ψυχιατρικών αποτιμήσεων που έχουν δαιμονολογικό, απαξιωτικό, δυσφημιστικό και διαλυτικό χαρακτήρα.Συνεπώς, είναι η ψυχιατρική «αθωότητα» που πρέπει να ελεγχθεί και να λογοδοτήσει για τις πράξεις της.

Σαν κατακλείδα, δεν υπάρχει ψυχική αρρώστια με την ιατρική έννοια του όρου. Υπάρχει μια κατάσταση κατασκευασμένη από μας. Ένας τρόπος συμπεριφοράς που είναι ανεπιθύμητος για μας και χαρακτηρίζεται από μας ως «αρρώστια», με τρόπο αυθαίρετο και αντιεπιστημονικό. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Είναι μια κοινωνική επιλογή που στοχεύει σε πολλαπλούς στόχους, με πρώτο και σημαντικότερο ανάμεσά τους, την απενοχοποίηση μιας άρρωστης κοινωνικής δομής που αναπόδραστα παράγει την αρρώστια.

6. Μέσα από ποια διαδικασία έγινε δυνατή η αναγωγή του διαφορετικού σε αρρώστια:

Ο Γκαίμπελς έκφρασε εύστοχα, με την απλοϊκότητα του πρωτόγονου, μια βασική ανάγκη της κοινωνίας:«Ο Εβραίος κι αν ακόμα δεν υπήρχε, θα έπρεπε να εφευρεθεί». Κάθε κοινωνία προκείμενου να διατηρήσει τη συνοχή της, έχει ανάγκη από κάποιο πραγματικό ή φανταστικό (εξωτερικό ή εσωτερικό) εχθρό. Και όταν αυτός δεν υπάρχει, εφευρίσκεται.

Μέχρι τον 16ο αιώνα, η κυρίαρχη θεοκρατική αντίληψη της ζωής που στηριζόταν στην πίστη, κατασκεύαζε αέναα το δικό της εχθρό στο πρόσωπο των αρνητών της πίστης. Η εφεύρεση της μαγείας και της αίρεσης, κατοχύρωνε και εδραίωνε την πίστη. Η εκκλησία έκαιγε τις μάγισσες και τους αιρετικούς στην πυρά, αναπέμποντας δεήσεις για την σωτηρία των ψυχών τους. Τους έστελνε δηλαδή με τη βία στο βασίλειο των ουρανών, διασφαλίζοντας μ’ αυτό τον τρόπο στον εαυτό της το βασίλειο της γης. Και στο βασίλειο της πίστης, η ύπαρξη της τρέλας ήταν περιττή.

Μετά τον 16ο αιώνα, η υπό διαμόρφωση καπιταλιστική αντίληψη της ζωής, χρησιμοποίησε ως στήριγμά της ενάντια στην θεοκρατική αντίπαλό της, τη λογική. Κατασκεύασε λοιπόν το δικό της εσωτερικό εχθρό, την τρέλα, προκειμένου να διαφυλάξει το διαρκώς επαπειλούμενο στήριγμά της. Έτσι σταδιακά, η εποχή της πίστης έδωσε τη θέση της στην εποχή της λογικής και, αντίστοιχα, το κυνήγι της μαγείας στο κυνήγι της τρέλας.

Από τη στιγμή που εφευρέθηκε η τρέλα, η κυρίαρχη δήθεν λογική, απέκτησε ένα καλάθι αχρήστων που της επιτρέπει να απαλλάσσεται χωρίς προβλήματα από καθετί που η ίδια χαρακτηρίζει ως «επικίνδυνο» και «ενοχλητικό». Κι αυτή ακριβώς η παντοδυναμία της δήθεν λογικής, την οδήγησε σε ότι προσπαθούσε να ξορκίσει: τον παραλογισμό. Μερικά δείγματα αυτού παραλογισμού της «λογικής»:

α) Το 1851, ένας τερατολόγος γιατρός, ο Μ. Γκρόντεκ, «ανακάλυψε» μια νέα ψυχιατρική νοσολογική οντότητα, τη «δημοκρατική ασθένεια», ενώ σπούδαζε στη Γερμανία μέσα στη δίνη των επαναστάσεων που σάρωναν την Ευρώπη στη δεκαετία 1840-50. Και ξεκίνησε να σώσει την πατρίδα του την Αμερική, οπλισμένος με την περισπούδαστη ηλιθιότητα της «δημοκρατικής ασθένειας», η οποία πέρασε στην ιστορία της επιστημονικής ανεκδοτολογίας ως διατριβή (!) με τον τίτλο «Δημοκρατική Ασθένεια, ένας νέος τύπος ψυχικής διαταραχής». (American Jourmal of Insanity, Οκτ. 1851. Αναφ. από τον Thomas Szasz).

β) Ένας άλλος ανεκδιήγητος γιατρός, ο Σάμουελ Κάρτραϊτ, κατέκτησε μια εξέχουσα θέση στη χορεία των ψυχο-γελοιογράφων, «ανακαλύπτοντας» δυο καινούργιες ασθένειες που «εμφανίζονται αποκλειστικά και μόνο σε νέγρους». Πρόκειται για τη δραπετομανία που εκδηλώνεται με «τάσεις απόδρασης από τις φυτείες» και την Αιθιοπική δυσαισθησία (ονομασία που το πομπώδες στοιχείο της είναι ευθέως ανάλογη της κενότητάς της) που μοναδικά της «συμπτώματα» είναι «η κατεργαριά, η τεμπελιά και η πρόκληση αναταραχών». Και προτείνει μια απλούστατη θεραπεία: «Ξύλο αλύπητο μ’ ένα φαρδύ λουρί, πασάλειμμα του σώματος με βούτυρο ή λάδι και βαριά δουλειά στην ύπαιθρο κάτω από καυτό ήλιο». Τα σχόλια περιττεύουν.

γ) Οι Αμερικανοί ψυχίατροι και παιδοψυχίατροι, ανακάλυψαν την ελάχιστη εγκεφαλική δυσλειτουργίαβλάβη) προκειμένου να ψυχιατρικοποιήσουν και να χειραγωγήσουν ψυχο-φαρμακευτικά τη συμπεριφορά του «απροσάρμοστου» παιδιού, που είναι γνήσιο προϊόν της πλήρους έλλειψης ψυχικής και σωματικής επαφής με τα αλλοτριωμένα νευρόσπαστα της μεταβιομηχανικής εποχής, τα οποία αναλαμβάνουν να παίξουν στο θέατρο της ζωής το ρόλο των «γονιών», για λόγους κοινωνικής συμβατικότητας.

δ) Οι Γερμανοί ψυχίατροι συνήργησαν στην προσπάθεια της κρατικής εξουσίας να ψυχιατρικοποιήσει την τρομοκρατία στη Δυτική Γερμανία, η οποία απέτυχε σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των φορέων της με λοβοτομή, αλλά πέτυχε σε ό,τι αφορά την εξουδετέρωσή τους με άλλα ψυχιατρικά μέσα (ψυχοφάρμακα, αισθητηριακή απομόνωση, λευκά κελιά).

ε) Οι Ρώσοι ψυχίατροι έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην πετυχημένη προσπάθεια της κρατικής εξουσίας να ψυχιατρικοποιήσει την πολιτική διαφωνίας στις χώρες του ανύπαρκτου «σοσιαλισμού».

ζ) Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, το σουηδικό κοινοβούλιο απέρριψε μια πρόταση για την ψυχιατρικοποίηση της πολιτικής ένταξης και δράσης. Πολιτικοί κλήθηκαν να αναγορεύσουν την ίδια τους τη δραστηριότητα σε «ψυχασθένεια». Ο παραλογισμός είναι προφανής.

Λένε όλα τούτα κάτι για την άμεση σχέση μεταξύ κρατικής εξουσίας και ψυχιατρικής; Αν όχι, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε σε πιο «κομψές» κοινωνιολογικές ερμηνείες. Και για να καταλήγουμε:

Η διαδικασία για την αναγωγή της μη-αποδεκτής από μας συμπεριφοράς σε ψυχική «αρρώστια»,

α) έχει καθαρά κοινωνικο-πολιτικό χαρακτήρα,

β)γίνεται για να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα και οι σκοπιμότητες της κυρίαρχης λογικής και

γ)αποσκοπεί στην εδραίωση των υφιστάμενων σχέσεων εξουσίας.

7. Από ποιον κρίνεται η ψυχική αρρώστα; Υπεισέρχονται στη διάγνωση της και υποκειμενικοί παράγοντες;

Κρίνεται από τον αρμόδιο ψυχιατρικό «εισαγγελέα» και μόνο. Και στη διάγνωσή της δεν υπεισέρχεται κανένας άλλος παράγοντας πλην του ψυχιατρικού υποκειμενισμού.

8. Τι είναι η ψυχιατρική; Είναι κλάδος της ιατρικής ή όχι;

Πριν αποπειραθούμε να προσεγγίσουμε το ερώτημα «τι είναι η ψυχιατρική», θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε το γιατί η ψυχιατρική δεν ήταν, δεν είναι και δεν θα γίνει ποτέ κλάδος της ιατρικής, παρά τους αντίθετους ευσεβείς πόθους των ψυχιατρικών και παρα-ψυχιατρικών κύκλων, που ανέλαβαν με προσωπική επιλογή και κοινωνική επικύρωση το θεάρεστο και δύσκολο έργο της ψυχιατρικής «σωτηρίας» μας, υπενθυμίζοντας ένα βασικό ιστορικό δίδαγμα σύμφωνα με το οποίο «πίσω από κάθε σωτήρα, βαδίζει πάντα ο δήμιος».

Η ψυχιατρική βρίσκεται από κάθε άποψη σε πλήρη δυσαρμονία με την ιατρική:

α) Από θεωρητική άποψη, η δυσαρμονία είναι ολοφάνερη. Η ψυχιατρική σε αντίθεση με την ιατρική, προκειμένου να υπάρξει έχει απόλυτη ανάγκη από την αναγωγή μιας κατάστασης σε νοσολογική οντότητα.

Στο πεδίο της ιατρικής, όλες οι νοσολογικές οντότητες είναι αυθύπαρκτες παθολογικές καταστάσεις που δεν προϋποθέτουν κανένα εξω-ιατρικό κριτήριο (ηθικό, φιλοσοφικό, κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικό, κλπ.) προκειμένου να αναγνωριστούν ως τέτοιες.

Στο πεδίο της ψυχιατρικής, όλες οι νοσολογικές οντότητες (πλην των οργανικών ψυχώσεων που ανήκουν στην αρμοδιότητα της νευρολογίας -δηλαδή ενός κλάδου της σωματικής ιατρικής- και όχι της ψυχιατρικής), ανάγονται σε τέτοιες μόνο με την εφαρμογή των προαναφερθέντων εξω-ιατρικών κριτηρίων.

β) Από μεθοδολογική άποψη, η δυσαρμονία είναι το ίδιο ολοφάνερη. Η ψυχιατρική σ’ αντίθεση με την ιατρική, χρησιμοποιεί αποκλειστικά και μόνο υποκειμενικά κριτήρια και ερμηνευτικά σχήματα.

Στην ιατρική,η κλινική εικόνα της οξείας παγκρεατίτιδας -για παράδειγμα- σκιαγραφείται με μια σειρά αντικειμενικών κλινικών ευρημάτων (πόνος, σοκ, κλπ.) που επιβεβαιώνονται από αντίστοιχα αντικειμενικά εργαστηριακά ευρήματα (λευκοκυττάρωση, αύξηση της αμυλάσης, λιπάσης, χολερυθρίνης, κλπ.). Δηλαδή καθορίζεται από εκτιμήσιμα κλινικά και μετρήσιμα εργαστηριακά μεγέθη.

Στην ψυχιατρική, για την αναγωγή της «αγχώδους νεύρωσης» -για παράδειγμα- σε νοσολογική οντότητα, επιστρατεύονται διάφοροι υποκειμενικοί και μη μετρήσιμοι παράγοντες (όπως το αίσθημα ανησυχίας, η ευερεθιστότητα, η αναποφασιστικότητα, η αδυναμία για συγκέντρωση και λήψη αποφάσεων και «άλλα τινά») που σχετίζονται με τις κυρίαρχες ηθικές αντιλήψεις και τα κυρίαρχα μοντέλα συμπεριφοράς. Δηλαδή με την αποδοχή ή όχι της αλληλουχίας των αμέτρητων «πρέπει», τα οποία «επιβάλλεται» να καθορίζουν τη συμπεριφορά του ανθρώπου και τα οποία προσδιορίζονται ερήμην και εναντίον του.

γ) Από την άποψη των σχέσεων θεραπευτή – θεραπευόμενου, η δυσαρμονία είναι εκπληκτική. Η ψυχιατρική σε αντίθεση με την ιατρική, εγκαθιστά με τρόπο επιτακτικό και αναπόδραστο, σχέσεις απόλυτης εξουσίας (του θεραπευτή) και απόλυτης υποταγής (του θεραπευόμενου). Σχέσεις που δεν είναι δυνατό να εκφραστούν με ιατρικούς αλλά μόνο με νομικούς όρους. Στο πλαίσιο αυτών των σχέσεων, διαμορφώνεται και μια παράξενη και ιδιότυπη αντίληψη σχετικά με την έννοια της θεραπείας.

Στην ιατρική, η ίαση εξαρτάται από την εξάλειψη των κλινικών και εργαστηριακών ευρημάτων που χαρακτηρίζουν την αντιμετωπιζόμενη νοσολογική οντότητα και όχι από το τι λέει ή κάνει ο ασθενής.

Στην ψυχιατρική, η ίαση εξαρτάται μόνο από την πλήρη αποδοχή των κοινωνικών, ηθικών και συμπεριφορικών αξιών του ψυχιάτρου από μέρους του «ασθενούς». Μ’ άλλα λόγια, η υποκειμενική αντίληψη του ψυχιάτρου για τη λεγόμενη πορεία της ψυχικής «ασθένειας» εξαρτάται πάντα και μόνο από αυτά που λέει ή κάνει ο «ασθενής» και από το βαθμό συμφωνίας του ασθενούς με τις προκατασκευασμένες αξίες του ψυχιάτρου.

Δηλαδή, για να θεωρηθεί ότι «βελτιώνεται» η κατάστασή του, ένας «ασθενής» πρέπει απαραιτήτως να υπογράψει τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη, μια ψυχιατρική δήλωση μετάνοιας με την οποία αποκηρύσσει «μετά βδελυγμίας και μετά τάσεων προς έμετον» την προηγούμενη συμπεριφορά του, πράγμα που θα του επιτρέψει να γλυτώσει από την ψυχιατρική ηλεκτροπληξία ή τον ψυχιατρικό εγκλεισμό, ανάλογα με την περίπτωση.

Και έχοντας αποδεχτεί την δια βίου «εθελοντική» συμμόρφωσή του στις απαιτήσεις της χημικής λοβοτομής του μέσω της ψυχο-φαρμακο-δηλητηρίασης, θα ξαναγυρίσει στους κόλπους της εξοντωτικά μεγαλόκαρδης και απάνθρωπης κοινωνίας, η οποία, ανάλογα με τα συμφέροντα και τις σκοπιμότητες της στιγμής, θα θυμάται τον στιγματισμό του και θα του συμπεριφέρεται κατά το δοκούν: Ισόβιος αποδιοπομπαίος τράγος μιας νοσογόνας κοινωνίας που φοράει την λεοντή της αθωότητας και του ανθρωπισμού.

δ) Από την άποψη του κρίνοντος, η δυσαρμονία μεταξύ ψυχιατρικής και ιατρικής είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση.

Στην ψυχιατρική (σε αντίθεση με την ιατρική) ο προσδιορισμός του δίπτυχου «ομαλό ανώμαλο»,γίνεται από άτομα αυτοθεωρούμενα (επικύρωση ατομική) και ετεροθεωρούμενα (επικύρωση κοινωνική) ως ομαλά, με βάση πάντοτε τις αντιλήψεις για το «ομαλό» και το «ανώμαλο» που κυριαρχούν σε κάθε εποχή. Για παράδειγμα:

H πνευμονία ήταν και παραμένει μια νοσολογική οντότητα, σε κάθε εποχή και κοινωνικό σχηματισμό. Από την άλλη μεριά,

H ομοφυλοφιλία ανάγεται σε σεξουαλική παρέκκλιση (δηλαδή, σε διαταραχή) από ετεροφυλόφιλους στo πλαίσιo μιας κοινωνικής δομής όπου κυριαρχεί η ετεροφυλοφιλική αντίληψη της σεξουαλικότητας, ενώ κάτω από διαφορετικές συνθήκες ατομικής και κοινωνικής ηθικής, η αναγωγή της ομοφυλοφιλίας σε σεξουαλική παρέκκλιση είναι αδιανόητη. Μ’ άλλα λόγια, η ομοφυλοφιλία δεν θεωρείται παρέκκλιση σε κάθε κοινωνία και εποχή. Τι συμπεράσματα βγαίνουν απ’ αυτό;

Από τα παραπάνω, καθίσταται προφανής η απάντηση στο ερώτημα «Τι είναι η ψυχιατρική;»:

α) Η αντίφαση ανάμεσα στο χαρακτήρα και το αντικείμενο της ψυχιατρικής.

β) Η δυσαρμονία της ψυχιατρικής (θεωρητική και μεθοδολογική) με όλους τους άλλους κλάδους της ιατρικής.

γ) Η αξιωματική αναγωγή της «διαταραγμένης συμπεριφοράς» σε αντικείμενο της ψυχιατρικής.

δ) Η αναπόδεικτη ταύτιση αυτής της συμπεριφοράς με την «αρρώστια». Και

ε) Η ολοκληρωτική υποταγή της ψυχιατρικής στις κυρίαρχες κοινωνικές και πολιτικές σκοπιμότητες κάθε κοινωνίας και εποχής,

οδηγούν αβίαστα στο συμπέρασμα ότι η ψυχιατρική, ως οργανωμένος τρόπος προσέγγισης και χειραγώγησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, δεν αποτελεί κλάδο της ιατρικής αλλά έκφραση, μέσο, απολογητή και διαχειριστή της κοινωνικής παθολογίας, μαζί με την εγκληματολογία, το ποινικό δίκαιο και τα άλλα συναφή πεδία.

9. Τι είναι ο ψυχικά ασθενής και με βάση ποιες διαδικασίες χαρακτηρίζεται κάποιος σαν ψυχικά ασθενής;

Αρχικά είναι ανάγκη να περιγραφεί το ψυχιατρικό τελετουργικό, μια φρικτή ανακριτική διαδικασία που ίσως μόνο το ταλέντο ενός Πήτερ Βάϊς θα μπορούσε να αποδώσει κάπως ικανοποιητικά.

Ο υποψήφιος για ψυχιατρικό ετικετάρισμα απογυμνωμένος από κάθε δικαίωμα και δυνατότητα να υπερασπιστεί την ύπαρξή του, προσάγεται (το πώς προσάγεται συνιστά ένα άλλο πελώριο ηθικό και πολιτικό πρόβλημα) στον ψυχίατρο-ανακριτή. Ανάμεσα στον ανακριτή και τον ανακρινόμενο, υπάρχει απριόρι μια σχέση απόλυτης εξουσίας και υποταγής.

[Παρενθετικά σημειώνω, πως κατά τη γνώμη μου, μόνο κρατούμενοι σε ολοκληρωτικά καθεστώτα μπορούν να κατανοήσουν την πραγματική σημασία μιας τέτοιας σχέσης. Ακόμα και οι χιλιάδες πολιτικοί κρατούμενοι που έζησαν και μίσησαν αυτή τη σχέση στην Ελλάδα κατά την εμφυλιακή, μετεμφυλιακή και δικτατορική περίοδο (και οι οποίοι, μόλις διαφοροποιήθηκαν οι συνθήκες την λησμόνησαν ολότελα, χωρίς να αντιλαμβάνονται την διαρκώς παρούσα πιθανότητα επαναβίωσής της) ήταν σε πολύ καλύτερη μοίρα από τον ψυχικά «ασθενή». Γιατί σ’ αντίθεση με τον ψυχικά «ασθενή», οι πολιτικοί κρατούμενοι είχαν κάτι να υπερασπισθούν. Ο «ψυχασθενής» δεν έχει τίποτε. Μόνο ένα πελώριο, απόλυτο και διαλυτικό κενό. Όμως ας ξαναγυρίσουμε στο τελετουργικό.]

Ο «ευφυής» ανακριτής απευθύνει στο διαλυμένο ανακρινόμενο μια σωρεία συμβατικών ερωτήσεων που αναφέρονται στην συμπεριφορά, τις ιδέες, τις σχέσεις του, κλπ. Ανάμεσα σ’ αυτές ξεχωρίζουν για την «εξυπνάδα» και την «πρωτοτυπία» τους και μερικές του τύπου «σε τι διαφέρει το ποτάμι από τη λίμνη ή το πουλί απ’ το αεροπλάνο» (που θα έπρεπε να αντικατασταθεί από την ερώτηση «σε τι διαφέρει ένας ψυχίατρος από έναν SS»). Προϊόν αυτής της ανακριτικής διαδικασίας είναι μια πρώτη διάγνωση-ετικέτα.

Σχετικά με το πρώτο σκέλος της ερώτησης και το «τι είναι ο ψυχασθενής», η απάντηση εξαρτάται από μια μυριάδα παραμέτρων που αφορούν τον ερωτόμενο. Κατά τη γνώμη μου, ο ψυχικά «ασθενής»

α) Από μη-ψυχιατρική άποψη είναι μια διαφορετική εμπειρία που έχει δικαίωμα να βιωθεί.

β) Από νομική άποψη είναι ένας πολίτης ανύπαρκτης κατηγορίας, στερημένος από κάθε κοινωνικό και πολιτικό δικαίωμα.

γ)Από ανθρώπινη άποψη είναι μια ύπαρξη χωρίς κανένα δικαίωμα στην ατομική και κοινωνική ζωή. Και τέλος,

δ) Από οικονομική άποψη είναι ένα αντικείμενο διαρκούς εκμετάλλευσης που άθελά του στηρίζει ένα πολυποίκιλο πλέγμα συμφερόντων στο οποίο εμπλέκονται η κρατική γραφειοκρατία, το επιστημονικό κατεστημένο, οι φαρμακευτικές εταιρείες καθώς και οι ψυχίατροι, οι ψυχοθεραπευτές, το προσωπικό των διαφόρων ψυχιατρικών ιδρυμάτων, οι κοινωνικοί λειτουργοί και όλα τα επιμέρους στοιχεία αυτής της ενδιάμεσης εκτελεστικής κλίκας που μέσα από την παροχή των υπηρεσιών της, διασφαλίζει και αναπαράγει την προσωπική της ύπαρξη (η ανυπαρξία).

10. Ποιος είναι ο κοινωνικός ρόλος του ψυχιάτρου;

Μιλώντας χωρίς περιφράσεις και ψευτο-ευγένειες, ο ψυχίατρος όπως κάθε ψυχοτεχνικός, είναι ένας φτωχοδιάβολος, ένας απρόσωπος λακές της εξουσίας που έναντι πινακίου φακής, υποκαθιστά τον παπά και τον χωροφύλακα στη σφαίρα της ψυχικής δραστηριότητας. Είναι ένα θλιβερό εκτελεστικό όργανο της αναγκαίας για την εξουσία αστυνομίας της σκέψης, που έχει αναλάβει τον φρονηματισμό του διαφορετικού με τα αποτρόπαια μέσα του ξυλοδαρμού, των αλυσίδων, της ηλεκτροκεραυνοβόλησης, της χειρουργικής, και φαρμακευτικής λοβοτομής και της λογοχειραγώγησης. Με αντάλλαγμα την επιβίωσή του και κάποιο κοινωνικό «κύρος».

Ο ψυχίατρος είναι ένας υπαλληλίσκος της εξουσίας στον οποίο έχει ανατεθεί ένας καταθλιπτικός και βρώμικος ενδιάμεσος εκτελεστικός ρόλος. Είναι μια τραγική ύπαρξη που κατασπαταλιέται και συνθλίβεται μέσα σε μια άλυτη αντίφαση που απορρέει απ’ το υπαλληλικό καθήκον που της ανατέθηκε: Μια αντίφαση που εκφράζεται με την υποχρέωση του να αντιμετωπίζει ηθικά και πολιτικά προβλήματα, με δήθεν ιατρικές μεθόδους.

11. Τι είναι στην ουσία, η λεγόμενη ψυχική «ασθένεια»;

Ψυχική «ασθένεια» είναι μια συγχυτική, κατακερματισμένη και αδιέξοδη κατάσταση της ατομικής προσωπικότητας, που οργανώνεται γύρω από τη σύγχυση, τον κατακερματισμό και το αδιέξοδο που της επιβάλλει μια νοσογόνα κοινωνική δομή. Είναι η τραγικότερη, ολοκληρωτικά αλλοτριωμένη, ατομική αντίδραση στην απόλυτα αλλοτριωτική δράση ενός δικτύου κοινωνικών σχέσεων που λειτουργεί με στόχο την καθυπόταξη και όχι την εξυπηρέτηση των μελών της. Κι αυτό σημαίνει πως κάθε απόπειρα για προσέγγισή της, προϋποθέτει πριν απ’ όλα έρευνα στο χώρο της κοινωνικής και όχι της σωματικής παθολογίας.

12. Έχει ο ψυχικά «ασθενής» ανθρώπινα δικαιώματα; Κι αν ναι, γίνονται σεβαστά;

Ανθρώπινα δικαιώματα και ψυχικά «ασθενής»είναι έννοιες που αποκλείονται αμοιβαία, παρ’ όλες τις υποκριτικές ψυχιατρικές διαβεβαιώσεις για το αντίθετο (διαβεβαιώσεις που επιβάλλονται από την ανάγκη να τηρούνται τα προσχήματα). Οι ψυχικά «ασθενείς»:

Δεν έχουν δικαίωμα καθορισμού του χώρου, του χρόνου και των επαφών τους.

Δεν ορίζουν το κορμί τους, που υφίσταται καθημερινούς βιασμούς με ψυχο-φαρμακο-δηλητηρίαση, ηλεκτροσόκ, λοβοτομή, δέσιμο στο κρεβάτι («καθήλωση»), κ.α.

Δεν έχουν δικαίωμα δικαιοπραξίας (πράγμα που προστατεύει τους διώκτες τους οι οποίοι βρίσκονται στο οικογενειακό τους περιβάλλον και στον ψευτο-επιστημονικό χώρο που συμπράττει με τους συγγενείς).

Δεν διαθέτουν ελεύθερα τα χρήματα και τα περιουσιακά τους στοιχεία (όταν συμβαίνει να έχουν).

Δεν ορίζουν ένα μίνιμουμ προσωπικών ειδών.

Κι ύστερα μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα. Ας μη γελοιοποιούμε τις έννοιες. Αρκετά γελοιοποιήθηκαν από τους όπου γης «υποστηρικτές» τους.

Πρέπει να κατανοηθεί πως αυτό ακριβώς είναι το Γκουλάγκ: Η απόλυτη άρνηση κάθε ανθρωπίνου δικαιώματος. Κι αυτό αφορά τόσο τη Δύση, όσο και την Ανατολή. Γκουλάγκ είναι τα ψυχιατρεία, οι φυλακές, τα ορφανοτροφεία, τα γηροκομεία, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα κάθε λογής εγκλειστήρια για αποδιοπομπαίους τράγους. Γκουλάγκ, εγκλειστήρια και εξουσιαστική κτηνωδία, είναι έννοιες ταυτόσημες.

13. Πόση και ποια είναι η εκπαίδευση στην ψυχιατρική;

Σύμφωνα με την μέχρι σήμερα [1982] ισχύουσα πρακτική, γιατί δεν ξέρουμε τι αλλαγές εγκυμονούνται τώρα, η εκπαίδευση διαρκεί τρία χρόνια. Ανά ένας χρόνος στην παθολογία, την νευρολογία και την ψυχιατρική, και χρίζεται κανείς «νευρολόγος-ψυχίατρος» ( «γιατί άραγε, όχι και παθολόγος;», απορεί δικαίως ο ψυχίατρος Γιάννης Τσέγγος). Χρίζεται βέβαια νευρολόγος-ψυχίατρος, αλλά αγνοεί την ιστορική εξέλιξη της «επιστήμης» που υπηρετεί. Υποκλίνεται στον Κρέπελιν και τους ομοίους του, μ’ όλο που δεν είδε ποτέ ούτε τα εξώφυλλα των βιβλίων τους. Εκφράζεται απορριπτικά ή με περιφρόνηση για τους γνωστότερους εκφραστές της κριτικής ψυχιατρικής σκέψης, μ’ όλο που ποτέ δεν διανοήθηκε να μελετήσει το έργο τους (γιατί η κριτική είναι ανατρεπτική και οι βεβαιότητες μας δεν αντέχουν σε… ανατροπές). Αγνοεί, κατά κανόνα, τα φιλοσοφικά ρεύματα που συνδέονται με την ψυχιατρική. Ξέρει όμως να εξετάζει «ψυχιατρικά», με βάση τους κανόνες της «κλασικής» ψυχιατρικής.

[Παρένθεση: Η έννοια του «κλασικού» εμπεριέχει το στοιχείο της τελειότητας. Μιλάμε για την κλασική αρχαιότητα, για κλασική τέχνη, για κλασική μουσική, κλπ. Καμία επιστήμη μέχρι σήμερα δεν διανοήθηκε να αυτο-χαρακτηριστεί «κλασική». Μόνο η ψυχιατρική το αποτόλμησε, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να προσποριστεί το κύρος που στερείται και κλείσει τις χαίνουσες πληγές της με αυτοκόλλητες ετικέτες.]

Ξέρει λοιπόν να εξετάζει με βάση τους κανόνες της «κλασικής» ψυχιατρικής. Και, φυσικά, ξέρει να βάζει εν ριπή επιστημονικού οφθαλμού, διαγνώσεις. «Μανιοκαταθλιπτική ψύχωση μανιακού τύπου», «σχιζοφρένεια κατατονική», «αγχώδης νεύρωση» και άλλες παρόμοιες διανοητικές “υπερσυλλήψεις”.

Μέσα σε ένα τέτοιας έκτασης πλέγμα άγνοιας και αναισθησίας απέναντι στα μηνύματα των καιρών, που καλλιεργείται συστηματικά από την ίδια του την εκπαίδευση, ο υπό εκκόλαψη ψυχίατρος ορκίζεται στα ηλεκτροσόκ και προσεύχεται στα ψυχοφάρμακα που προσφέρονται ως μοναδική λύση στο πρόβλημά του.

Για μερικούς μήνες, ο εκκολαπτόμενος ψυχίατρος μαθαίνει ανέκδοτα, αποστηθίζει αναπόδεικτους αφορισμούς, ενδοβάλλει το μοντέλο των ιεραρχικά ανωτέρων του (εκεί οδηγεί η άρνηση του… Φρόιντ) και εξασκείται στο γράψιμο («ιστορικών»), δηλαδή σε μια δραστηριότητα που εγκατέλειψε μετά τις τελευταίες γραπτές εξετάσεις του στο πανεπιστήμιο, αφού επί 18 χρόνια διδάχθηκε την οργανωμένη κακοποίηση της ελληνικής γλώσσας.

Έτσι παίρνει σάρκα και οστά η κατάκτηση της θεωρίας και της πρακτικής της «κλασικής» ψυχιατρικής. Μόνο που δεν πρόκειται για επιστημονική ή διανοητική, αλλά για στρατιωτική κατάκτηση στην κυριολεξία.

14. Με ποια διαδικασία εισάγεται κάποιος στο ψυχιατρείο;

Από τη στιγμή που περνάει κάποιος την πύλη του ψυχιατρικού εγκλειστήριου, επισημοποιείται το ετικετάρισμά του. Από κει και πέρα, η συμπεριφορά των δήθεν υγιών απέναντί του (ακόμη κι αν βγει) κλιμακώνεται από την πλήρη άρνηση μέχρι την απλή ανοχή της ύπαρξής του, με κύρια ενδιάμεσα χαρακτηριστικά, την κοροϊδία, τον εμπαιγμό, τον διασυρμό. Δεν είναι καθόλου εξωπραγματική η άποψη ότι στην πύλη των ψυχιατρικών εγκλειστηρίων θα έπρεπε να αναγράφεται βελτιωμένο και συμπληρωμένο το δαντικό «Ω σεις που μέσα μπαίνετε… αφήστε κάθε ελπίδα να ξαναβγείτε». Ο ετικεταρισμένος, έχει πολλές ελπίδες να ξαναβγεί από το εγκλειστήριο. Δεν έχει όμως καμία ελπίδα να ξαναβγεί από την φυλακή που ορίζεται από την ίδια την ετικέτα του.

Πως έρχεται ένας ψυχικά «ασθενής» στο εγκλειστήριο; Φυσικά, παρά τη θέλησή του. Ο εγκλεισμός του συνιστά μια πράξη βίας ή μια πράξη απάτης ή μια πράξη βίας και απάτης.

Η πράξη βίας,όταν ενεργείται με βάση μια δικαστική απόφαση, είναι νομότυπη, χωρίς αυτό να σημαίνει και ηθικά δικαιωμένη. Όταν ενεργείται με βάση τη θέληση των συγγενών και μια ιατρική εντολή (που σημαίνει γνωμάτευση από δύο ψυχιάτρους ή από ένα ψυχίατρο και ένα παθολόγο, γεν. γιατρό, κλπ.) σπανίως είναι νομότυπη, και σχεδόν πάντα είναι ηθικά έκθετη. Σε κάθε περίπτωση, υποκείμενο αυτής της πράξης βίας, δεν είναι ούτε η δικαστική αρχή, ούτε ο ψυχίατρος, ούτε οι συγγενείς. Είναι το μόνο βουβό πρόσωπο του τραγικού κυκλώματος: Ο ίδιος ο ψυχικά «ασθενής».

Η όλη υπόθεση είναι μια πράξη απάτης, γιατί το υπό εγκλεισμό άτομο, ναυαγισμένο μέσα στην κατάστασή του, τη δράση των φαρμάκων που του έχουν χορηγηθεί και το πιεστικό «ενδιαφέρον» των γιατρών και των συγγενών, «πείθεται» με διάφορες παραπλανητικές υποσχέσεις που αναφέρονται στο παρόν και το μέλλον του, να περάσει την πύλη. Σ’ ένα δευτερόλεπτο θα είναι «νεκρός». Ύστερα ο ενδιαφερόμενος συγγενής (και όχι ο «ασθενής») υπογράφει μια «υπεύθυνη δήλωση» με την οποία παραδίδεται ο «ασθενής» (και όχι ο συγγενής) άοπλος στις διαθέσεις της ψυχιατρικής εξουσίας. Η υπογραφή τίθεται σ’ ένα δευτερόλεπτο. Ο δήθεν ασθενής είναι «νεκρός». Με την περίφημη και επαίσχυντη αυτή δήλωση, ο συγγενής αποδέχεται την εφαρμογή πάνω στο κορμί και το μυαλό του «ασθενούς», όλων των «θεραπευτικών» μεθόδων, εξαιρουμένων των χειρουργικών επεμβάσεων για τις οποίες απαιτείται ιδιαίτερη συγκατάθεση.

Αυτός ο φρικιαστικός βιασμός της θέλησης του «ασθενούς», αποτελεί τον πρόλογο της ένταξής του στο παράλογο κύκλωμα της βίας, που χαρακτηρίζει τόσο τη «ζωή» του έγκλειστου σε οποιοδήποτε ψυχιατρικό Γκουλάγκ, όσο και τον τρόπο που τον αντιμετωπίζει μια κοινωνία της οποίας τη λογική έχει αρνηθεί. Από την στιγμή που ο έγκλειστος παίρνει τη θέση του ανάμεσα στους ομοιοπαθείς του, ο χρόνος και η ατομικότητα, χάνουν κάθε νόημα γι’ αυτόν.

Ο ακούσιος εγκλεισμός συνιστά μια απόλυτα ιδιαίτερη κατάσταση, που δεν είναι νοσηλεία, ούτε φυλάκιση. Δεν είναι νοσηλεία γιατί (α) δεν γίνεται στη βάση μιας αντικειμενικά προσδιοριζόμενης αρρώστιας και (β) δεν παρέχεται με βάση τη θέληση του ασθενούς. Και δεν είναι φυλάκιση γιατί (α) δεν έχει σαν αιτία της ένα καθορισμένο ποινικό αδίκημα, μια αξιόποινη πράξη που έχει κριθεί και (β) δεν επισύρει μια ποινή με καθορισμένη διάρκεια.

Ο εγκλεισμός μπορεί να διαρκέσει μια μέρα, μια βδομάδα, ένα χρόνο ή έναν αιώνα. Αυτό εξαρτάται από την καλή θέληση του οποιουδήποτε δήθεν θεραπευτή. Κανένας θεϊκός ή ανθρώπινος νόμος δεν παρεμβαίνει περιοριστικά και προσδιοριστικά στην ανεξέλεγκτη δράση της ψυχιατρικής εξουσίας πάνω στον «ασθενή».

Ο ακούσιος εγκλεισμός είναι μια τυπικά νομιμοποιημένη κατάσταση που δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί με νομική ορολογία. Είναι η αέναη εκδίκηση της κυρίαρχης λογικής ενάντια στη μη-λογική (ή σε ότι επιβλήθηκε να θεωρείται ως μη-λογική) και στην απόρριψη του λόγου της. Είναι η επιβεβαίωση της «υγείας» μιας άρρωστης κοινωνίας που διαιωνίζει την αρρώστια και τις αυταπάτες της.

15. Για ποιο λόγο υπογράφεται από τον συγγενή η «υπεύθυνη δήλωση» που αφορά τον ασθενή, κατά την εισαγωγή του στο ψυχιατρικό εκλειστήριο;

Το εγκλειστήριο είναι μέσο προστασίας όχι των εγκλείστων, αλλά των ασφυκτικών κοινωνικών πλαισίων μέσα στα οποία λειτουργεί ο σύγχρονος κοινωνικός «άνθρωπος». Είναι μέσο φρονηματισμού του μη-αποδεκτού που διαταράσσει την μακαριότητα του αποδεκτού «πολιορκώντας το κοίταζε τη δουλειά σου με την αγωνία μου». Ο δήθεν λογικός παραδίνει εκεί επί αποδείξει τον δήθεν τρελό, για λόγους προσωπικού συμφέροντος και προσωπικής απενοχοποίησης: Από τη στιγμή που ο αποδιοπομπαίος αναλαμβάνεται από τους ψυχίατρους, η μικροκοινωνία που τον καθόρισε και τον στιγμάτισε, μπορεί να απολαμβάνει τον ύπνο του δικαίου. Για την όλη κατάσταση, «δεν ευθύνεται» η ίδια αλλά η δήθεν αρρώστια.

Όμως για να αποφευχθούν οι επαναλήψεις, παραθέτω το εύγλωττο κείμενο της υπεύθυνης δήλωσης που είναι υποχρεωτική για κάθε εισαγωγή σε ψυχιατρικό εγκλειστήριο:

«Ο κάτωθι υπογεγραμμένος (όνομα), συγγενής ή κηδεμόνας του ασθενούς (όνομα) εισερχόμενου στο ψυχιατρικό ίδρυμα… προς θεραπεία ή παρατήρησιν, δέχομαι όπως ούτος υποβληθή εις πάσαν ενδεικνυομένην υπό των ιατρών θεραπευτικήν ή διαγνωστικήν μέθοδον: Ηλεκτροσόκ, καρδιαζόλ σοκ, ινσουλινοθεραπεία, αρτηριογραφία, εγκεφαλογραφία, εκτός χειρουργικών επεμβάσεων. Ο δηλών…»

Υπάρχει έστω και ένας άνθρωπος που θα εξουσιοδοτούσε με τη θέλησή του κάποιο «συγγενή» να υπογράψει «αντ’ αυτού», μια παρόμοια δήλωση. Όμως πρόκειται για τρελούς. Και οι «τρελοί» δεν είναι υπάρξεις. Ανθρώπινες τουλάχιστον.

16. Μπορεί ένας «ασθενής» να προστατευτεί νομικά από τις αυθαιρεσίες σε βάρος του;

Δεν μπορεί ούτε τυπικά, ούτε ουσιαστικά. Τυπικά, γιατί η ισχύουσα νομοθεσία αφήνει ελάχιστα περιθώρια για κάτι τέτοιο. Ουσιαστικά, γιατί ο «ασθενής» από τη μια μεριά αγνοεί ακόμα κι αυτά τα ελάχιστα περιθώρια και στερείται της δυνατότητας και των μέσων να κινήσει τις σχετικές νομικές διαδικασίες, κι από την άλλη γιατί σε μια τέτοια προσπάθειά του θα βρεθεί αντιμέτωπος με το μέτωπο των φορέων της «λογικής»: Την «επιστήμη» (ψυχίατροι και οι συν αυτοίς) και την κοινωνική «ομαλότητα» (συγγενείς και οι συν αυτοίς). Και σε μια τέτοια μάχη, ο τρελός» είναι απριόρι χαμένος. Η τράπουλα που χρησιμοποιεί η «λογική» είναι σημαδεμένη. Και η «τρέλα» αγνοεί τα σημάδια της.

Βέβαια, υπάρχει κάποια δυνατότητα υπεράσπισης του «ασθενούς» από τους συγγενείς. Όμως πρόκειται για μια θεωρητική δυνατότητα και μόνο, γιατί κατά κανόνα, πρόθεση του ενάγοντος δεν είναι η αθώωση του… εναγόμενου.

17. Πως εξηγείται το γεγονός ότι μερικοί έγκλειστοι δραπετεύουν από τα ψυχιατρεία κι ύστερα επιστρέφουν μόνοι τους σ’ αυτά;

Ύστερα από μια περίοδο αποξένωσης από τις κοινωνικές του σχέσεις και απόρριψης του από τον κοινωνικό του περίγυρο, ο «ασθενής» συλλαμβάνει ενστικτωδώς τη μοναδική δυνατότητα επιβίωσης που του αφήνει μια κοινωνία της οποίας τη λογική έχει – προσωρινά ή μόνιμα – αρνηθεί. Και αποδέχεται τη μονιμοποίηση του διανοητικού του κατακερματισμού με ψυχιατρικές μεθόδους, προκειμένου να περισώσει την σωματική του ύπαρξη. Γιατί αυτό ακριβώς κάνει το ψυχιατρείο: Παρέχει σωματική ασφάλεια με βαρύτατα ανταλλάγματα. Αυτή η διαπίστωση δεν αφορά μόνο το ψυχιατρείο, αλλά και κάθε θεσμό που έχει τη δύναμη να επιβάλλει στίγματα και μακροχρόνιους εγκλεισμούς.

Ας ξαναφέρουμε στη μνήμη μας, τις μακροχρόνιες ποινές φυλάκισης που επιβάλλονταν κατά την περίοδο 1936-1974 στους, υπό διωγμό, κομμουνιστές. Κι ας αναλογιστούμε την αντίδρασή τους σ’ αυτές, όπως κωδικοποιήθηκε με την πασίγνωστη φόρμουλα του αρχηγού τους Νίκου Ζαχαριάδη: «Αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαΐ σου, διάβαζε πολύ». Μέσα από ποια διεστραμμένη αντιστροφή των ψυχολογικών διεργασιών, φτάνει κανείς να αγαπάει τον χώρο του εγκλεισμού του; Κι όταν αυτό ισχύει για πολιτικούς κρατούμενους που διατηρούν την διανοητική τους ακεραιότητα, γιατί προκαλεί απορίες όταν ισχύει για ψυχικά «ασθενείς» που είναι σε κατάσταση σύγχυσης, κατακερματισμού και απόρριψης;

18. Ποιες είναι οι συνθήκες ζωής των «ασθενών»; Υπάρχουν θάλαμοι 20 και 30 ατόμων; Αν ναι, πως είναι δυνατό να συμβιώσουν στον ίδιο θάλαμο «ασθενείς» με διαφορετικές διαγνώσεις;

Στην πρώτη ερώτηση δεν μπορεί κανείς ν’ απαντήσει χωρίς τον κίνδυνο να την αποδυναμώσει γελοιογραφικά, αν και εφόσον δεν έχει βιώσει τη μοίρα του έγκλειστου. Μόνοι αρμόδιοι να απαντήσουν είναι οι πρώην και νυν έγκλειστοι. Και ίσως, κατά δεύτερο λόγο, και κάποιοι ευσυνείδητοι άνθρωποι που βίωσαν αυτή τη μοίρα από άλλη θέση (ψυχιατρική, διοικητική, κλπ.)

Στη δεύτερη ερώτηση η απάντηση είναι καταφατική, Ναι, υπάρχουν θάλαμοι 20, 30 και 40 ατόμων. Κι αυτό είναι μια επιπλέον απόδειξη της κυρίαρχης ψυχιατρικής αντίληψης για τους «ασθενείς»: δεν υφίστανται σαν ανθρώπινες υπάρξεις. Είναι κάτι αλλόκοτα, απροσδιόριστα και αξιοπερίεργα όντα που χρησιμοποιούνται ως κοινωνικά σκιάχτρα στον ζωολογικό κήπο που ονομάζουμε «κοινωνία» μας.

Στην τρίτη ερώτηση η απάντηση δόθηκε με την τελευταία απ’ τις παραπάνω φράσεις. Στον κοινωνικό ζωολογικό κήπο εξαναγκάζονται να υπάρχουν συμβιωτικά όλα τα είδη των ζώων. Γιατί όχι κι αυτό; Βέβαια το ερώτημα είναι πως υπάρχουν και αν υπάρχουν με τρόπο φυσικό. Όμως γι’ αυτό παραπέμπουμε στην ηθολογία που έχει δώσει την απάντηση από καιρό.

19. Τι εξυπηρετεί η χορήγηση στολής στον τρόφιμο του ψυχιατρικού ασύλου;

Η ερώτηση δεν είναι πρωτότυπη. Κατά συνέπεια δεν μπορεί να είναι πρωτότυπη και η απάντηση που έχει διατυπωθεί οριστικά από δεκαετίες τώρα. Στις φυλακές, τα σχολεία, το στρατό, τα ψυχιατρεία και τα όποια μαζικά ιδρύματα, η χορήγηση στολής συμβάλλει ουσιαστικά στο σπάσιμο της ατομικότητας και στη μαζοποίηση του ανθρώπου.

20. Ο εγκλεισμός ενός ατόμου σε ψυχιατρείο, αποτελεί μια πράξη βίας ή όχι;

Είναι σαν αν ρωτάμε αν ο βιασμός αποτελεί μια πράξη βίας ή όχι. Η ίδια η έννοια του ακούσιου, εμπεριέχει σαν θεμελιακό της στοιχείο τη βία. Κι όπως τονίστηκε παραπάνω, ο εγκλεισμός στο ψυχιατρείο δεν συνιστά μόνο μια πράξη βίας, αλλά και μια πράξη απάτης. Έχει όμως εξασφαλισμένο το ατιμώρητο γιατί διαπράττεται από την εξουσία και όχι από τους αντιπάλους της.

21. Πως δρουν τα ψυχοφάρμακα; Τι θεραπευτικό αποτέλεσμα και ποιες παρενέργειες έχουν;

Σχετικά με τη δράση τους, ο μηχανισμός είναι άγνωστος. Ωστόσο η επιστημονική μας υπερευαισθησία δεν αποτρέπει την αλόγιστη χορήγησή τους.

Σχετικά με το “θεραπευτικό” τους αποτέλεσμα, απάντηση δίνεται δια στόματος Hoffman – La Rochne (της εταιρείας που έχει τη μερίδα του λέοντος στις πωλήσεις ψυχοφαρμάκων) στην μπροσούρα της Τα ψυχοτρόπα φάρμακα στην καθημερινή ιατρική πράξη: «Τα ψυχοτρόπα επιτρέπουν τη θεραπεία μόνο των συμπτωμάτων και όχι των παθήσεων». Τα σχόλια περιττεύουν.

Σχετικά με τις παρενέργειές τους, που είναι άπειρες (για να μην πούμε πως έχουν μόνο παρενέργειες και τίποτα άλλο) υπάρχει η ομολογία των ίδιων των εταιρειών που τα παράγουν και των ψυχιάτρων που όταν χορηγούν ένα νευροληπτικό, το συνοδεύουν πάντα κι από ένα αντιπαρκινσονικό (Αρτάν ή Ακινετόν), για την εξουδετέρωση των ανεπιθύμητων δράσεων του πρώτου (ποιες είναι άραγε οι επιθυμητές;)

Και εδώ θα ήθελα να κάνω μια ερώτηση: Ποιος ψυχίατρος (που γνωρίζει τις παρενέργειες των φαρμάκων που χορηγεί) θα δεχόταν να ακολουθήσει ο ίδιος για μερικές μέρες τη φαρμακευτική αγωγή που χορηγεί στον «ασθενή» του; Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, ενεδρεύει η Ακαδημία Αθηνών για την απονομή του βραβείου αυτοθυσίας.

22. Για ποιο λόγο χορηγούνται υπέρμετρες δόσεις ψυχοτρόπων φαρμάκων;

Ο στόχος τους περικλείεται σε δύο μονοδιάστατες λέξεις που κλείνονται ψυχιατρικά σε όλες τις πτώσεις: Κέρδος (της φαρμακοβιομηχανίας) και καταστολή (του δήθεν «ασθενούς»).

23. Τι υποτροπές σημειώνονται και πόσοι από τους ασθενείς θεραπεύονται οριστικά;

Η ερώτηση και ειδικότερα το δεύτερο σκέλος της συνιστά ψυχιατρικό ανέκδοτο και προβλέπεται πως θα κυκλοφορήσει ευρέως.

24. Πως μπορεί κάποιος γιατρός που αμφισβητεί τη χρησιμότητα των ψυχοτρόπων να εναρμονίσει τις πεποιθήσεις του με την απασχόλησή του σε κάποιο ψυχιατρείο;

Πρόκειται για ένα αιχμηρό συνειδησιακό πρόβλημα που ταλανίζει κάθε νοσοκομειακό γιατρό που συμβαίνει να αμφισβητεί την «θεραπευτική » αξία των ψυχο-φαρμακο-δηλητηρίων.

Για όσο χρόνο θα απασχολείται και νοσοκομειακά, η απάντηση σε τούτη την ερώτηση θα αναφέρεται πάντα σε δυο επίπεδα: Πρώτο, στο επίπεδο της ιδιωτικής ιατρικής όπου μπορεί να μην χορηγεί καθόλου ψυχοφάρμακα παρά μόνο ύστερα από τη ρητά εκφρασμένη επιθυμία του ενδιαφερόμενου. Δεύτερο στο επίπεδο νοσοκομειακής ιατρικής, όπου όταν αδυνατεί να αποφύγει τα ψυχοφάρμακα (εξαιτίας του ιεραρχικού καταναγκασμού) μπορεί να τα χορηγεί στις μικρότερες δυνατές δόσεις.

Όπως και να έχει το θέμα, γεγονός παραμένει ότι η σχιζοφρενική διάσταση (σίγουρα μη… ενδογενής) που χαρακτηρίζει καθέναν που αμφισβητεί τις κατεστημένες απόψεις ενώ δουλεύει σε μια κατεστημένη δομή, είναι ένα από τα τιμήματα της αμφισβήτησης που παύει να καταβάλλεται μόνο με την εγκατάλειψη της κατεστημένης δομής.

25. Γιατίχρησιμοποιούνται τα ηλεκτροσόκ, ποιονεξυπηρετεί η χρήση τους, ποια η θεραπευτική τους αξία και τι κινδύνους εμπεριέχουν;

Το Ηλεκτροσόκ είναι η πρόκληση μιας τεχνητής κρίσης επιληψίας. Σύμφωνα με την ισχύουσα βιβλιογραφία πρέπει να εφαρμόζεται σε ελάχιστες περιπτώσεις, ενώ σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική εφαρμόζεται σχεδόν παντού. Δεν έχει κανένα θεραπευτικό αποτέλεσμα (εάν φυσικά η έννοια της «θεραπείας» δεν έχει χάσει εντελώς όποιο περιεχόμενο και αν δεν συνταυτίζεται με την καταστολή). Αλλά ενώ είναι δεδομένη η ανυπαρξία όποιας θεραπευτικής αξίας του ηλεκτροσόκ, παράλληλα είναι πλήρως καταξιωμένο το κατασταλτικό του αποτέλεσμα.

Με δύο ηλεκτρόδια χορηγείται ηλεκτρικό ρεύμα ικανής έντασης στους κροταφικούς λοβούς του ασθενούς. Προκαλείται έτσι μια μικρής διάρκειας επιληπτική κρίση. Grand mal. Μέθοδος απλοϊκή και απάνθρωπη. Ας μην αναφερθεί το καθομολογούμενο οξύ αμνησιακό σύνδρομο (αμνησία προσφάτων γεγονότων, αδυναμία συγκράτησης προσφάτων πληροφοριών, κλπ.) που είναι δυνατό να υποχωρήσει σε μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα ή και ποτέ. Ας μην αναφερθούν οι πιθανολογούμενες μόνιμες αλλοιώσεις σε κυτταρικό επίπεδο. Ας μην αναφερθεί μια σωρεία άλλων παρενεργειών και ας σημειωθεί μόνο η χορηγούμενη αναισθησία. Τι σημαίνει άραγε για τον «ασθενή», η χορήγηση ενός μεγάλου αριθμού αναισθησιών σε διάστημα μερικών ημερών; Είναι δύσκολο να φανταστούμε το μυθικό εκείνο ον που θα έβγαινε αλώβητο από μια τέτοια δοκιμασία.

Όλα τα παραπάνω συνιστούν τις ιατρικές-βιολογικές παραμέτρους του «θεραπείας» με ηλεκτροσόκ. Όμως η σφαιρική προσέγγισή της, αποκαλύπτει την ύπαρξη και άλλων πολιτικών και κοινωνικών παραμέτρων που δεν είναι δυνατόν να αγνοηθούν.

Το 1937, στην υπό φασιστικό καθεστώς Ιταλία, ο ψυχίατρος Ούγκο Τσερλέτι, αναλαμβάνει μια έρευνα στα σφαγεία της Ρώμης. Εκεί θα παρατηρήσει τα γουρούνια που πριν οδηγηθούν στη σφαγή, δέχονται μια ηλεκτρική εκκένωση στο κεφάλι, καταστέλλονται οι αντιδράσεις τους και έτσι χωρίς προβλήματα, περνούν από το μαχαίρι του σφαγέα. Σκέφτηκε λοιπόν ο Τσερλέτι να εφαρμόσει τη μέθοδο αυτή στους ανθρώπους. Έτσι εφευρέθηκε και εμπεδώθηκε το ηλεκτροσόκ. Η σχέση «σφαγέας-σφαγείο-γουρούνι» τροποποιήθηκε σε «ψυχίατρος-ψυχιατρείο-άνθρωπος». Και η κυρίαρχη λογική που απειλούνταν απ’ τον ίδιο της τον παραλογισμό (οικονομικές δυσκολίες μετά την κρίση του 1929-31, τάση για εξάπλωση των ολοκληρωτικών καθεστώτων, πόλεμος, κλπ.) επικύρωσε αυτή την τροποποίηση.

Τονίζω το γεγονός ότι το ηλεκτροσόκ εφευρέθηκε και εμπεδώθηκε σε συνθήκες ολοκληρωτισμού, για να υποσημειώσω τη δεδομένη αδυναμία της κοινής γνώμης (ή των πιο προοδευτικών τμημάτων της) να αντιδράσει στην εφαρμογή αυτού του μέσου σε «θεραπευτικό» επίπεδο. «Τα ηλεκτροσόκ είναι θεραπευτικά μέσα που αλλοιώνουν ύπουλα την θέληση του άλλου, όπως άλλοτε οι αλυσίδες» καταγγέλλει ο καθηγητής της ψυχιατρικής Τόμας Σαζ.

Είναι σίγουρο πως ο αριθμός των θυμάτων της ψυχιατρικής ηλεκτροπληξίας θα εκμηδενιζόταν, εάν καθιερωνόταν νομοθετικά η προϋπόθεση της χορήγησης 3 ή 4 ηλεκτροσόκ στους ψυχιάτρους που θα επιθυμούσαν να πάρουν άδεια για την εφαρμογή αυτής της «θεραπείας».

26. Τι είδους ψυχοθεραπεία κάνετε σε επίπεδο ιδιωτικής ιατρικής;

Δεν κάνω ψυχοθεραπεία. Απλώς ανταλλάσω απόψεις, γνώσεις και θεωρητικοποιημένες εμπειρίες με μια άλλη ανθρώπινη ύπαρξη που έχει ανάγκη απ’ αυτή την ανταλλαγή, με ένα και μοναδικό στόχο: Να ενισχυθούν οι τάσεις για προσδιορισμό, επαναπροσδιορισμό ή οριοθέτηση ενός νοήματος ζωής, που εμπεριέχονται στον καθένα μας. Κι αυτό προϋποθέτει σχέσεις ειλικρίνειας, εμπιστοσύνης και συμπάθειας.

Από την άλλη μεριά, καμία οριοθέτηση δεν έχει διάρκεια και γνησιότητα, εάν δεν στηρίζεται στην ελευθερία και την ευθύνη. Ο άνθρωπος που συμμετέχει σ’ αυτή την ανταλλακτική σχέση, δεν είναι ένα ανεύθυνο βρέφος, παρά τα όσα αντίθετα διδάχτηκε στο σπίτι, το σχολείο, την εκκλησία, το στρατό, το κόμμα, κλπ. Είναι ενήλικη ύπαρξη, υπεύθυνη για τις επιλογές και τις συνέπειες των επιλογών της.

Το πρόβλημα σε κάθε περίπτωση είναι να ξαναβρεί κανείς τη (σύμφυτη με την ζωή) δυνατότητα του για ελευθέρια και ευθύνη που στην εκμηδένισή της αποσκοπούν όλοι οι κατασταλτικοί θεσμοί που εξουσιάζουν την ύπαρξή μας από την πρώτη στιγμή που ερχόμαστε στον κόσμο. Ελευθέρια και ευθύνη. Η μια χωρίς την άλλη δεν έχει κανένα νόημα.

Αν η υπεράσπιση της ελευθερίας και της ευθύνης, ως αναγκαίων προϋποθέσεων για κάθε αυτοπροσδιορισμό, συνιστά μορφή ψυχοθεραπείας, τότε κάνω ψυχοθεραπεία. Όμως νομίζω πως μια τέτοια απλοποίηση θα διακωμωδούσε τις έννοιες της ελευθερίας και της ευθύνης και θα διαστρέβλωνε την έννοια της ψυχοθεραπείας. Και σ’ ότι με αφορά τόσο η διακωμώδηση και η γελοιοποίηση με βρίσκουν σύμφωνο μόνο όταν στρέφονται εναντίον της εξουσίας.

27. Λειτουργούν οι ψυχοθεραπείες και σε ποιο βαθμό;

Δεν μπορώ να ξέρω αν λειτουργεί κάτι που δεν κάνω. Μπορώ να έχω άποψη γι’ αυτό που ονομάζω «διανοητική άσκηση γύρω από την ελευθέρια και την ευθύνη», δηλαδή μια σταυρολεξική αναζήτηση στην οποία παίρνουν μέρος δυο άνθρωποι. Και η απάντηση είναι καταφατική.

Ναι λειτουργεί, κάθε φορά που τα άτομα του άμεσου περιβάλλοντος του ενδιαφερόμενου, κατανοούν τον συνειδητά ή ασυνείδητα νοσογόνο ρόλο τους και δείχνουν διάθεση να αποποιηθούν αυτό τον ρόλο στην πράξη. Επίσης κάθε φορά που κινητοποιούνται οι μηχανισμοί απελευθέρωσης του ενδιαφερόμενου, πράγμα που σε συνδυασμό με την ύπαρξη ορισμένων κοινωνικών προϋποθέσεων, ανοίγει το δρόμο για μια αυτοδύναμη και ανεξάρτητη ζωή.

Φυσικά κάτι τέτοιο, δεν συμβαίνει συχνά. Κι αυτό γιατί από τη μια μεριά η αναγνώριση της προσωπικής ενοχής προϋποθέτει ευρύτητα πνεύματος και προσωπικό κουράγιο, και από άλλη γιατί οι οικονομικές προϋποθέσεις της αυτοδυναμίας είναι προνόμιο μιας μειοψηφίας ανθρώπων και ιδιαίτερα όχι αυτών που διατρέχουν την πρώτη μετεφηβική ηλικία.

28. Δηλαδή, εσείς κάνετε αιτιολογική θεραπεία;

Ο όρος θεραπεία είναι ανόητος και παραπλανητικός, τουλάχιστον σε σχέση με την ψυχιατρική. Παρακάμπτοντας λοιπόν αυτόν τον επιβαρυμένο όρο, θα έλεγα πως απλά στρέφομαι χωρίς περιφράσεις και λεκτικούς εξωραϊσμούς, ενάντια στους ψυχοφθόρους θεσμούς που ροκανίζουν την ύπαρξή μας, τονίζοντας παράλληλα το πελώριο θέμα της προσωπικής μας ευθύνης για τη λειτουργία και τις συνέπειές τους.

Κάθε φορά που κουβεντιάζω με έναν άνθρωπο που έχει ψυχο-κοινωνικά προβλήματα (τα οποία, σε διάφορες περιόδους και βαθμούς, τα έχουμε όλοι πλην των «εξ’ ημών νεκρών»), έχω στο μυαλό μου τη σοφή παραίνεση του Σάλιβαν «Να θυμάστε πάντα, πως στις τωρινές συνθήκες, ο ασθενής σας έχει πάντα δίκιο και εσείς πάντα άδικο». Προσπαθώ λοιπόν να μην έχω πάντα άδικο, συμμαχώντας με την άλλη πλευρά.

29. Πιστεύετε στην ψυχανάλυση;

Με τρόπο ασυνείδητο εκφράσατε μια αλήθεια. Η χρήση του ρήματος «πιστεύω» υποδηλώνει έμμεση παραδοχή της άποψης ότι η ψυχανάλυση (όπως και η ψυχιατρική, που μια στιγμή στην εξελικτική της πορεία, αποτελεί και η ψυχανάλυση) είναι μια θρησκεία μεταμφιεσμένη σε επιστήμη. Αν έτσι γίνεται δεκτό το θέμα, τότε μπορεί κανείς να μελετάει τις διάφορες εκφάνσεις της βασικής ψυχαναλυτικής προβληματικής και να χρησιμοποιεί τα εννοιολογικά της εργαλεία, αλλά δεν μπορεί να πιστεύει σ’ αυτή.

Η ψυχανάλυση αποτελεί μια στιγμή στην ιστορική εξέλιξη της ψυχιατρικής. Έχει δηλαδή ιστορικό και άρα πεπερασμένο χαρακτήρα. Καμία ιστορική στιγμή δεν είναι αιώνια. Το ζήτημα λοιπόν, δεν είναι εάν πιστεύει κανείς σ’ αυτή αλλά εάν εκτιμάει την ιστορική της συμβολή ως θετική ή αρνητική. Και κατά τη γνώμη μου, είναι και τα δυο.

30. Δεν είστε αρνητικά τοποθετημένος απέναντι στην εργασιοθεραπεία. Γιατί δεν την εφαρμόζετε σε ιδιωτικό επίπεδο;

Ποτέ δεν είπα πως παραδέχομαι την εργασιοθεραπεία ή όποια άλλη «θεραπεία». Κάθε μορφή «θεραπείας» είναι αποδεκτή από μένα, μόνο στο βαθμό που αποτελεί προϊόν της υπεύθυνης και ελεύθερης επιλογής του ενδιαφερόμενου, μέσα από μια υπό ανάπτυξη ανθρώπινη σχέση. Συζητάς γι’ αυτή, δεν επιλέγεις και δεν επιβάλλεις. Η ανταπόκριση στη συζήτηση, η επιλογή και η εφαρμογή γίνονται από τον ενδιαφερόμενο και καθορίζονται από παραμέτρους που μόνο η φαντασία του (και όχι η εγκλωβισμένη σε κλισέ, δική μας) μπορεί να συλλάβει.

31. Τι σημαίνει και τι είναι «κοκτέιλ»;

Μια ευρύτητα χρησιμοποιούμενη σφαίρα ντουμ-ντουμ για την καθυπόταξη κάθε εγκλείστου (σε δημόσιες ή ιδιωτικές κλινικές) όταν ορισμένα σημάδια της συμπεριφοράς του ερμηνεύονται σαν δηλωτικά ανησυχίας, διέγερσης, ανυπακοής, κλπ. Το κοκτέιλ διαφοροποιείται από τη σφαίρα ντουμ-ντουμ, σε τρία σημεία:

Για τη χορήγηση του δεν χρησιμοποιείται πυροβόλο όπλο. Μια σύριγγα είναι αρκετή.

Αντί για εκρηκτική ύλη χρησιμοποιείται ένα μίγμα Αλοπεριντίν, Λαργκακτίλ (ισχυρά νευροληπτικά) και Αρτάν ή Ακινετόν (για την αποδυνάμωση των παρενεργειών των δύο πρώτων).

Δεν σκοτώνει το θύμα. «Απλά» το καταστέλλει (με όλη τη σημασία της λέξης) σωματικά και διανοητικά.

Η νομοθετική καθιέρωση της υποχρέωσης κάθε ψυχιάτρου (που θέλει να πάρει άδεια για χρήση του «κοκτέιλ») να υποστεί τρεις επιθέσεις με κοκτέιλ μπροστά σε ειδική επιτροπή, θα μας διαφώτιζε αρκετά για την ειλικρίνεια της πίστης του σ’ αυτή τη «θεραπευτική» μέθοδο.

32. Ποια ψυχοθεραπευτική μέθοδο θεωρείτε τελείως απαράδεκτη;

Τον μπηχαβιορισμό (δηλ. τη θεραπεία της συμπεριφοράς), αυτή την «ποντικόμορφη ψυχολογία», που αλλοιώνει ύπουλα το υποκείμενό της, μηχανοποιώντας την συμπεριφορά του μέσα από τεχνικές που διαμορφώνονται με βάση τη μελέτη των αντιδράσεων εκπροσώπων των κατωτέρων κλιμάκων της βιολογικής ιεραρχίας (ποντίκια, περιστέρια, κλπ.) και εφαρμόζονται στον άνθρωπο.

Αυτός ο απλοϊκός ζωομορφισμός, είναι η κύρια έκφραση μιας ολοκληρωτικής ψυχολογικής αντίληψης που «αφού παζάρεψε την ψυχή της και έχασε στη συνέχεια τα λογικά της, φαίνεται πως τώρα που αντιμετωπίζει ένα πρόωρο τέλος, έχει χάσει και κάθε συνείδηση», όπως διαπιστώνει ο Σύριλ Μπαρτ.

33. Θα ήταν δυνατό να διαπιστωθεί ένα συμπέρασμα ή μια κατακλείδα;

Όχι ένα συμπέρασμα, αλλά μια παράκληση στον ύψιστο: Να μας φυλάει από τον ψυχιατρικό ολοκληρωτισμό, γιατί τον πολιτικό τον γνωρίζουμε. Κι αυτό χωρίς να θέλω να διασκεδάσω τους έντονους προσωπικούς μου φόβους για την αυξανόμενη ψυχιατρικοποίηση όλων των εκδηλώσεων της ζωής μας.

Στο μυαλό μου έχω πάντα την εναγώνια κραυγή του Τόμας Σαζ: «Η ανθρώπινη ελευθερία κινδυνεύει από τη διαβολική συμμαχία της κρατικής εξουσίας και των ψυχιάτρων».

Διατηρώ ακόμα μερικά ίχνη ελπίδας ότι θ’ αποφύγουμε να βιώσουμε σαν πραγματικότητα την εφιαλτική μονοδιάστατη κοινωνία των ΄Οργουελ και Χάξλεϋ, που το λεξιλόγιό της εξαντλείται σε μια και μόνο λέξη: «Ψυχιατρική». Δεν ξέρω, αλλά θέλω να ελπίζω ότι υπάρχει ακόμα καιρός για να αποτραπεί αυτή η εξέλιξη.

Μια εναλλακτική προσέγγιση της ψύχωσης

Η ψύχωση δεν είναι ασθένεια, αλλά πύλη για νέους κόσμους αντίληψης.
Είναι μια εμπειρία που μας επιτρέπει να πεθάνουμε και να ξαναγεννηθούμε.
Είναι το καλύτερο δώρο για πάσης φύσεως ποιητές, καλλιτέχνες και θεραπευτές.
Ένα άρθρο για το πώς μπορούμε να κατανοήσουμε και να βοηθήσουμε τα “τρελά” μας αδέλφια ώστε να επιστρέψουν σώα από το ταξίδι τους στην πηγή και να μην καταλήξουν στα δίχτυα της συμβατικής ψυχιατρικής με στιγματισμό, εγκλεισμούς, κακοποίηση, καθηλώσεις, απομονώσεις και δηλητηριώδη ψυχοφάρμακα.

An Integrative Approach To Transformative Madness

by Michael Cornwall, Ph.D.

Here are some thoughts that I wanted to share with you about how to best serve your clients, friends and loved ones who are experiencing a psychotic/visionary experience. These thoughts will also be of help in doing self-care if you are entering or traversing a madness process.

These suggestions are mainly gleaned from my own un-medicated, untreated experience of madness in my early twenties, and from working daily as a primary therapist for almost 30 years with actively psychotic clients using a Jungian/Transpersonal, Laingian approach.

During that time I worked for over 3 years at a 24/7, alternative, 20 bed, free standing, transpersonally oriented, acute care open door program called I-ward in Martinez California where no medications or leather restraints were used or diagnoses given to consumers who were acutely psychotic.

I also helped develop a similar 5 bed program in Marin County, Passages In, that was short lived. I did several months of internship at St. George’s Homes in Berkeley where a similar Jungian/Transpersonal approach was used.

After that I worked for 25 years in public sector clinics and on a mobile crisis team as well as in private practice. Even in those settings, most of the psychotic clients I served were not on medication.

I also am drawing on my doctoral research follow-up study done on the San Francisco based, medication free Diabasis House for clients in acute psychosis and my 25 year relationship with its founder, Jungian psychiatrist John Weir Perry.

But my early experience of serving from age 18 as a medic in the Army Reserve for six years and then as a State Hospital attendant with profoundly retarded men and for 2 years as an orderly at a nursing home with brain damaged, demented and Alzheimer’s patients also informs my advice on how to relate to people in pain and suffering.

So, here are two basic principles for helping someone or yourself in a psychotic/transpersonal process which are distilled from my own experience and the study of successful Bay Area alternative programs.

1. Keep suspending your disbelief

Every time you tell yourself (believe that) the psychotic person you are being with has a tragic, lifelong, and threatening physical illness that has no inherent meaning or purpose – such as an injured brain, a genetically based diseased brain, an incurable thought disorder, or chemical imbalance – suspend your disbelief that another explanation may be possible.

Instead, hold the belief that they are going through a necessary, meaningful, developmental, initiatory, trans-formative, transpersonal/archetypal, symbolic and/or purposive natural process – one that is neither pathological nor indicative of a bio-medical brain disorder.

Hold the belief that, as Dr. Karl Menninger said, they might even come through the process “Weller than well!”

2. Be Receptive

Once you are able to stay open to the possibility that this person’s process is an important, potentially transformative natural life event, draw on all your skills of receptivity and empathy in order to be with them. Begin by simply listening and receiving the person with an open, compassionate heart. Let the gentle feelings of love that you would feel for a loved one who is frightened and suffering be present within you.

As their process unfolds, gently invite and encourage the person to express both the emotional and symbolic content of their process. People in a psychotic process may need to use modalities such as drawing, painting, movement and evocative music to express themselves in addition to or instead of speech. Somatic modalities of touch and bodywork can be especially welcomed and grounding and soothing.

The common and overwhelming evidence from Diabasis, I-Ward, Soteria and every other alternative program from all over the world confirms the basic need for a person in such a psychotic/ transpersonal process to be believed in, listened to and lovingly received and responded to in this way.

Today I also wanted to share some observations I slowly learned for myself the past 30 years about how to more specifically make yourself available to the person in the room with you who is in a psychotic/transpersonal process.

To be most helpful try and feel like your inner subjective state is more emotional than mental.

Create a physical and emotional state of receptivity. Let warm feelings of caring be present in you.

With your feet flat on the floor, hold the awareness that there is now a solid base and foundation beneath you.

Remember to keep your anal sphincter relaxed.

Keep a focus of energy in the hara chakra below your navel.

With your stomach muscles relaxed, feel yourself do deep and slow belly breathing.

Drop down your shoulders.

Let your face become calm and relaxed–not becoming pensive or quizzical.

Let your voice come up from your hara in lower octaves, emerging with the energy of your heart chakra as you speak.

Let your kindly, gentle, even loving and tender feelings of empathy and compassion arise in your heart chakra for a fellow human being in distress and suffering who is sharing the room with you.

Allow silences.

Don’t seek direct eye contact if it seems to make the person uncomfortable.

The person may be in a very heightened state of awareness and is processing minute inflections in your voice and body language.

Their ability to see into you may surprise you as uncanny and psychic.

In this state they may directly or symbolically tell you secret things about yourself that are disquieting.

If the person is hostile increase your vigilance on your own physical and emotional markers of receptivity.

Because you may find that you may involuntarily be holding your breath.

You may notice your throat becomes constricted and your voice goes up in octaves.

You may notice you are opening your eyes very widely and blinking a lot.

You may feel the need to fold your arms across your chest or cross your legs.

To the degree that you can be aware of these shifts in you prompted by anxiety, you can refrain from them as much as possible and remain in the open, receptive, emotional and physical posture with a potentially physically or verbally assaultive person in a psychotic process.

The more you stay grounded and centered the more they will calm down, will not sense a fight or flight visceral response to them building in you.

Being with agitated clients in a psychotic process is kind of like practicing an internal martial art at times – a form of Aikido.

To give yourself the best chance of staying open and receptive be realistic about real danger to yourself.

Have another person keep an ear open and check at your door if you are meeting with a hostile person.

Position your chair by the door if with an agitated person to allow quick exit if you are attacked.

Give yourself the intentional permission that if necessary to survive a physical attack you will struggle to defend yourself in a way that would cause the least amount of injury to your self and to the other person until help arrives to contain the situation.

Madness is an ancient form of uncivilized wildness.

If you are given the opportunity to serve those traversing it’s mysterious depths and heights count yourself lucky, especially if they are not emotionally anesthetized by medication.

The efficacy results from the Agnews Project, I-Ward, Diabasis, and Soteria House all clearly demonstrate that without medication, most acute psychotic/visionary crises will in fact be the occasion for a life changing spiritual transformation if a 24/7 alternative, non-medical model sanctuary is provided.

My experience and research into alternative approaches for serving those in a psychotic/visionary process has led me to believe that that at least 50% of the consumers who become trapped in the mental health system could have avoided that fate if acute care, 24/7 Bay Area sanctuaries like Diabasis House, Soteria and I-Ward (where I worked )were available at first contact with the system.

They never would have gone on to be labeled Schizophrenic.

Jung said that: “Psychiatry has turned the Gods into diseases.”

Unfortunately Jung and most Jungians have turned the Gods(and Goddesses) into archetypes: named and minutely described denizens of the collective unconscious that we can have an ‘as if’ relationship with at weekend workshops and schoomze with once and a while in our dreams.

Please don’t make the mistake of underestimating the spiritual dimension of our human birthright as you enter your own shamanic vocation.

In my experience, behind every image, thought and word, there is an emotion first. Behind every emotion there is a universal archetypal power and emotional energy that must come forth as imagery that expresses that deep emotion. Behind every archetype is a totally autonomous living force of deity that has no historical bounds, no time bound form.

These ancient and emerging deities, that use our lives and bodies as their playgrounds and every second hold us in sway as they incarnate themselves in us, ever emerging anew, arise out of a greater unifying mystery of benevolent silence.

Weep for the prophets and so-called psychotic visionaries who are robbed of their life giving gifts from the Gods by our culture of fear and human arrogance. And weep for us that we still treat them as lepers when they are, and always have been a divine source of the mana we need to survive on earth.

As a psychotic process begins, the psyche is faced with such overpowering unbridled emotion that the inner emotional charge grows to become profoundly existential in nature and magnitude.  As the person faces the initiatory challenge of young adulthood in such an all pervasive liminal depth, the ego, the frail manager of consensual reality, simply is engulfed by the soul depth liminality of an emotional power that triggers all forms of desperate, seemingly delusional attempts to give some fragmented sense of meaning to the inner experience.

It is a visceral, first chakra existential experience that seizes the individual.  It is the emotional response to being lost. It may be experienced mainly as one feeling exalted and indestructible at first or feeling totally doomed and bewildered.

The experience may also fluctuate between being plunged into the underworld and being drawn up into heavenly realms with amazing rapidity.

In any case, if not made numb by medication, the psyche creates a mythic story along predictable lines. The drama is played out on the stage of the central archetype, the Self, where every kind of polarity may be experienced and transmuted: good/evil, dark/light, male/female, life/death, terror/serenity, grief/joy, desolation/birth. All the emotion generated and image fueled polarities may be contained in the mandala crucible of the relationship you create with the person who is mad. In that container with you, all the polarities can be balanced into a cohesive unity.

That relationship with you is crucial, is a prerequisite for transformation and healing to occur.. Without a loving other to make the mandala crucible forged of their two hearts and psyches, the mad person spins on out of control.

Psychosis is the ultimate identity crisis and is for some, a potentially shamanic initiation. Our feeble, arrogant egos usually assume we are master of knowing “Who am I?”

As the pre-psychotic/visionary ego floats in this ignorant vulnerability over an abyss of the unfathomable depth of the collective unconscious and spirit world of gods, demons and ghosts, the ego is always just a few nights without sleep away from psychosis, or a drop of LSD away from psychosis, or from a psychosis triggered by a kundalini eruption, or a loved ones sudden death.

The unprepared ego of an especially vulnerable young adult facing autonomous functioning separate from their family is at risk from drowning in the depth of the affect and images of the collective unconscious.

It is remarkable that the childhood tasks of such a vulnerable ego do not overwhelm it. However, in the late teens and young adulthood comes the awareness of mortality and the knowing that physical survival and social acceptance and success depend on functioning separately from parents.

Because of the power of our toxic and soulless culture to create enormous deficits in our family systems, most notably an epidemic of the lack of a strong infant-parental love bond, when faced with the often cruelly threatening social Darwinism cultural gauntlet one must traverse into young adulthood, the pre-psychotic ego for some is simply not prepared to traverse the hero’s journey and initiation across so much underlying liminality.

We can’t underestimate the corrosive and pervasive effects on vulnerable children and young adults that our largely loveless and spiritually barren corporate culture inflicts through degradation ceremonies of endless winner-loser competitions where shame and guilt and punishment break the spirits and hearts of so many.

For such vulnerable young persons, an affect of an unnamed existential terror, the dreadful sense of an abyss of yawning ontological insecurity seizes them. This overpowering challenge may then trigger an attempted visionary alternative restructuring of the ego through a radical immersion in a mythical inner struggle for adult independence.

This inner heroic struggle for ones future life is carried out at the archetypal center of the Self, if the young person’s process is not aborted, if they are given sanctuary and not medication.

I have seen them come out the other side with a new, heroic ego strength that grew out of their trial by fire.

As the great R.D. Laing said after witnessing and attending many on such a journey at the Kingsley Hall sanctuary he provided:

‘From the alienated starting point of our pseudo-sanity, everything is equivocal. Our sanity is not true ‘sanity.’ Their madness is not true ‘madness.’ The madness that we encounter in ‘patients’ is a gross travesty, a mockery, a grotesque caricature of what the natural healing of that estranged integration we call sanity might be. True sanity entails in one way or another the dissolution of the normal ego, that false self competently adjusted to our alienated social reality; the emergence of the ‘inner’ archetypal mediators of divine power, and through this death and rebirth, and the eventual re-establishment of a new kind of ego functioning, the ego now being the servant of the divine, no longer it’s betrayer.’

Το νέο πανοπτικό: νέες τεχνολογίες και επιτήρηση

πηγή: Μητροπολιτικά συμβούλια αυτόνομων

http://autonomia.gr/autonomia/mitropolitika/panoptiko.html

EIΣAΓΩΓH

H καταγωγή της επιτήρησης όπως την ξέρουμε σήμερα, βρίσκεται πάνω από δύο αιώνες πριν. Στην εποχή που η ανερχόμενη αστική τάξη διαμόρφωνε και επέβαλε τις ιδέες της για τον κόσμο και ανάμεσα στα άλλα για την τιμωρία και τον έλεγχο. Ήταν τότε που ένας γνήσιος εκπρόσωπός της, ο Τζέρεμυ Μπένθαμ, συνέλαβε μία αρχιτεκτονική, αλλά βαθιά πολιτική, ιδέα: το Πανοπτικόν.
Το Πανοπτικόν ήταν κατ’αρχήν μία αρχιτεκτονική μορφή που συμπύκνωνε τις τότε ιδέες για το διαχωρισμό, το σωφρονισμό και τον έλεγχο των μη φυσιολογικών και απείθαρχων κάθε είδους. Πρόκειται για “… ένα δακτυλιοειδές οικοδόμημα· στο κέντρο, ένας πύργος· ο πύργος αυτός έχει μεγάλα παράθυρα που βλέπουν προς το εσωτερικό του δακτυλίου· το περιφερικό οικοδόμημα διαιρείται σε κελιά, που το καθένα τους διαπερνά ολόκληρο το πάχος του οικοδομήματος· τα κελιά έχουν δυο παράθυρα – το ένα τους βλέπει προς τα μέσα και αντιστοιχεί σ’ ένα απ’ τα παράθυρα του πύργου· το άλλο δίνει προς τα έξω, και αφήνει το φως να διαπερνά το κελί πέρα για πέρα”.
Το φαινομενικά απλό αυτό σύστημα διασφάλιζε ότι όχι μόνο οι κρατούμενοι μπορούν να είναι ορατοί όλοι μαζί και ο καθένας χώρια,  αλλά κι ότι δεν μπορούν να δουν αν κάποιος βρίσκεται στον κεντρικό πύργο: “Φτάνει έτσι να τοποθετηθεί ένας επιτηρητής στον κεντρικό πύργο και σε κάθε κελί να κλειστεί ένας τρελός, ένας άρρωστος, ένας κατάδικος, ένας εργάτης, ή ένας μαθητής: με την αντιφεγγιά της μέρας μπορείς να διακρίνεις από τον πύργο τους έγκλειστους – μικρές σιλουέτες δέσμιες στα κελιά της περιφέρειας. Το κάθε κλουβί είναι κι ένα μικρό θέατρο, όπου ο ηθοποιός είναι μόνος, τέλεια εξατομικευμένος και μόνιμα ορατός. Το πανοπτικό σύστημα δημιουργεί μονάδες χώρων που επιτρέπουν την αδιάκοπη παρακολούθηση και την άμεση αναγνώριση”.

Η έμπνευση του Μπένθαμ ήταν έτσι κι αλλιώς ριζοσπαστική για την εποχή της. Αξιοποιώντας τις εμπειρίες από νοσοκομεία, άσυλα, στρατόπεδα ή εργοστάσια της εποχής, σηματοδότησε το πέρασμα στους μηχανισμούς πειθάρχησης. Μέχρι τότε, αυτό που περίμενε τους μη φυσιολογικούς ήταν ο αποκλεισμός, είτε με τη μορφή του μαζικού εγκλεισμού, είτε με τη μορφή της εξορίας. Με το Πανοπτικόν οι κρατούμενοι διαχωρίζονται και έρχονται στο φως. Ήδη το γεγονός ότι δεν μπορούν να είναι όλοι μαζί είναι από μόνο του σημαντικό: Εμποδίζει τις όποιες συλλογικές αντιστάσεις, ακόμα και την απλή επικοινωνία. Από την άλλη μεριά οι φύλακες μπορούν να είναι πολύ λιγότεροι, αφού ένας μόνο φύλακας μπορεί να ελέγχει πολλά διαφορετικά κελιά.
Το πιο σημαντικό είναι όμως ότι οι κρατούμενοι βγαίνουν από το σκοτάδι, για να είναι ορατοί. Αυτό είναι το στοιχείο που επιβιώνει μέχρι σήμερα και είναι σχετικό με την επιτήρηση σε κάθε της μορφή: οι επιτηρούμενοι, οι κρατούμενοι στην περίπτωση της φυλακής, και τελικά κάθε είδους επιτηρούμενοι, δεν πρέπει ποτέ να ξέρουν αν πράγματι τους κατασκοπεύουν αλλά πρέπει να είναι βέβαιοι ότι αυτό μπορεί να γίνεται ανά πάσα στιγμή. Στο Πανοπτικόν αυτό γινόταν δυνατό χάρη στην “αντιφεγγιά” που εμπόδιζε τους έγκλειστους να δουν αν υπάρχει κάποιος στον κεντρικό πύργο. Μ’ αυτόν τον τρόπο τα αποτελέσματα της επιτήρησης μονιμοποιούνται, αν και η ίδια μπορεί να ασκείται με ασυνέχειες. Τελικά περνάει σε δεύτερη μοίρα το ποιος, πότε και πως επιτηρεί: η εξουσία αυτοματοποιείται και αποατομικοποιείται.

Το Πανοπτικόν ήταν ένα είδος φυλακής, αλλά όχι μόνο. Ήταν κι ένα γενικό πρότυπο λειτουργίας της εξουσίας γι’αυτό και από την αρχή, αιώνες πριν γίνει κοινοτυπία, αξιοποιήθηκε με παραλλαγές σε διάφορους τομείς: στην πειθάρχηση της εργασίας, στην περίθαλψη των αρρώστων και στην εκπαίδευση. Ο ίδιος ο Μπένθαμ έλεγε ότι ο πανοπτισμός “έχει την ικανότητα να αναμορφώνει την ηθική, να διαφυλάττει την υγεία, να αναζωογονεί τη βιομηχανία, να διαδίδει τη μάθηση, να μετριάζει τις δημόσιες δαπάνες, να σταθεροποιεί την οικονομία – κι όλα αυτά χάρη σε μία απλή αρχιτεκτονική ιδέα”.
Πράγματι, ακόμα κι αν οι κατασκευές αυτού του είδους δεν κυριάρχησαν, ο εφευρέτης δικαιώθηκε. Τα βασικά χαρακτηριστικά παρέμειναν και παραμένουν τα ίδια, ανεξάρτητα με την αρχιτεκτονική παραλλαγή: ο ανεξέλεγκτος (από τον επιτηρούμενο) χαρακτήρας και η αδιάλειπτη λειτουργία. Η σημασία του να είναι διαρκώς ορατή η “μηχανή” της επιτήρησης αλλά από την άλλη μεριά αόρατος ο “αυτουργός” της. Ο περιορισμός αυτών που ασκούν την εξουσία, ταυτόχρονα με τον πολλαπλασιασμό αυτών στους οποίους μπορεί να ασκηθεί. Τέλος, ο προληπτικός αλλά και “θετικός”, παραγωγικός χαρακτήρας.
Tο Πανοπτικόν του Mπένθαμ αποτελεί λοιπόν ένα ιστορικό πρότυπο· θυμίζει όμως και μια αναλογία. Tους τρόπους που οι κοσμικές εξουσίες προσπάθησαν να μεταμορφώσουν για λογαριασμό τους έναν άλλο “πανοπτισμό”, εκείνον του “θεού”. O θεός των μονοθεϊστικών θρησκειών “τα – βλέπει – όλα”· γι’ αυτόν δεν υπάρχει μυστικό ποτέ και πουθενά· οι πάντες, πιστοί και άπιστοι, είναι “διαφανείς” στο σύνολο της ζωής τους· και (αυτό είναι επίσης σημαντικό) δεν είναι υποχρεωμένος να “αποδεικνύει” κάθε φορά, κάθε στιγμή, το πανταχού παρόν διεισδυτικό του βλέμμα· αρκεί οι κοινοί θνητοί, και οπωσδήποτε οι πιστοί, να πιστεύουν πως είναι επιτηρούμενοι.

H υπενθύμιση της (προγενέστερης ιστορικά) “θρησκευτικής επιτήρησης”, η οποία άλλωστε δεν εξαφανίστηκε στον αστικό, καπιταλιστικό κόσμο, είναι χρήσιμη από πολλές απόψεις. Aλλά εδώ την κάνουμε για να τονίσουμε αυτό: οι μορφές της κοσμικής επιτήρησης που προέρχονται από κάποιου είδους “κεντρική εξουσία” δεν ήταν οι μοναδικές τους 2 τελευταίους αιώνες. Στη βάση των κοινωνιών, στην καθημερινή ζωή, υπήρχαν κι άλλες μορφές, πιο διάχυτες, πιο ευέλικτες, λιγότερο “θεαματικές” απ’ τις επίσημες, αλλά συχνά περισσότερο αποτελεσματικές. H οικογένεια, το διευρυμένο σόι, η κοινότητα, η γειτονιά, οι σχέσεις συγγένειας, με τα κάθε φορά δικά τους “κέντρα εξουσίας”, έχουν αποτελέσει ιστορικά ένα (άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο πυκνό) πλέγμα επιτηρήσεων (αλλά και δραπετεύσεων απ’ τον έλεγχο). Άντρες επιτηρούν γυναίκες; Mεγάλοι επιτηρούν μικρούς; Περίεργοι και αδιάκριτοι γείτονες ή/και συγγενείς επιτηρούν οποιονδήποτε; Όλα αυτά έχουν την δική τους μεγάλη ιστορία. Kαι δικαιούμαστε να μιλάμε για μια δεύτερη επιτήρηση, ένα πλήθος “μικρο-επιτηρήσεων”, που εξελίσσονται στους από κάτω και μεταξύ τους, άλλοτε σε συγχρονισμό με την “μεγα-επιτήρηση” των απο πάνω, άλλοτε σε ασύμβατη τροχιά, και μερικές φορές σε αντίθεση μ’ αυτήν.
Aυτό που έχει σημασία για την ανάλυση που κάνουμε στο σύγχρονο πανοπτικό είναι το εξής: αυτή η “αλληλοεπιτήρηση” των απο κάτω είχε γενικά την δική της μορφολογία και μεθοδολογία, ανεξάρτητα απ’ την επιτήρηση – απ’ – τα – πάνω, εκτός εάν υπήρχε ένας ισχυρός ιδεολογικός παράγοντας που συνέδεε όλα τα επίπεδα εξουσιών. Tέτοιος ισχυρός ιδεολογικός παράγοντας που ρύθμιζε με σχεδόν ενιαίο τρόπο το μενού του ελέγχου σε όλα τα επίπεδα έχει υπάρξει η θρησκεία. Θα δούμε στη συνέχεια ότι ξαναβρίσκουμε στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες έναν τέτοιο ισχυρό ιδεολογικό (αλλά και τεχνικό πλέον) παράγοντα, που διατρέχει προς όλες τις κατευθύνσεις το ρεπερτόριο των επιτηρήσεων· κι αυτός είναι η τεχνολογία και ο τεχνοφετιχισμός.

H ΣYΓKYPIA

Ξεκινάμε την ιστορική αναδρομή στο σήμερα απ’ τα μέσα χοντρικά του 20ου αιώνα.
Αυτό που χαρακτηρίζει την μετά τον πόλεμο εποχή είναι η εδραίωση μιας νέας συλλογικής ηθικής. Eδραιώνονται δηλαδή νέες συλλογικές ταυτότητες (και φυσικά νέοι αποκλεισμοί), που σχετίζονται με την “ειρηνική ζωή”, την κανονικότητα τόσο των καθημερινών σχέσεων όσο και των σχέσεων ανάμεσα στα κράτη και τους υπηκόους, σύμφωνα με τις ανάγκες του νέου καπιταλιστικού παραδείγματος (οργάνωσης) που έχει δοκιμαστεί, εξελιχθεί και καθιερωθεί μέσα από δύο παγκόσμιους πολέμους. Πάνω σε αυτή τη συλλογική ηθική θα εξασφαλιστεί η κοινωνική συνοχή, και οπωσδήποτε η ομαλή και απρόσκοπτη απόσπαση της υπεραξίας. Μέσα στις νέες αυτές συνθήκες ο κοινωνικός έλεγχός τροποποιείται και αυτός με τη σειρά του. Στην τυπική (από τα πάνω) εκδοχή του, αποκτά σταδιακά ένα όλο και περισσότερο προνοιακό χαρακτήρα. Οι παρεκκλίσεις εξηγούνται ως προϊόντα κοινωνικών συνθηκών που μπορούν να αφομοιωθούν με μια κοινωνική – προνοιακή διαχείριση.
Στην άτυπη εκδοχή του, στην εκδοχή δηλαδή που αφορά τον αλληλοέλεγχο των υπηκόων, ο κοινωνικός έλεγχος θα βασιστεί και πάλι στις παλιές, παραδοσιακές μορφές. Eίτε στις αγροτικές κοινωνίες είτε στις κοινωνίες των πόλεων, ζητούμενο σ’ αυτήν την “αλληλοεπιτήρηση των απο κάτω” είναι σταθερά η δημιουργία (και η επιβεβαίωση) του “σωστού ανθρώπου”. Πρόκειται πάντα για την ηθική συγκρότηση των ατόμων μέσα στην αποδεκτή (και λίγο πολύ παραδοσιακά επιβεβαιωμένη) κλίμακα αξιών. Aυτή η “αλληλοεπιτήρηση” αυτονομιμοποιείται λοιπόν στη βάση της δημιουργίας των σωστών χαρακτήρων· γι’ αυτό έχει το περιθώριο να χαλαρώσει, ή ακόμα και να εξαφανιστεί, όταν γίνει βέβαιο ότι ο “σωστός χαρακτήρας” δημιουργήθηκε, και έχει δώσει τα διαπιστευτήριά του. Aπό εκεί και μετά η επιτήρηση αντικαθίσταται απ’ την εμπιστοσύνη. Για παράδειγμα, η διαπίστωση ότι κάποιος είναι καλός χριστιανός και οικογενειάρχης ήταν αρκετή για να προβλεφθούν και οι επιμέρους συμπεριφορές του, οι οποίες σε κάποιο βαθμό ήταν περιττό να εποπτευθούν.
Eνόσω λοιπόν (βρισκόμαστε πάντα τις πρώτες δεκαετίες των μέσων του 20ου αιώνα) η αλληλοεπιτήρηση των απο κάτω μένει μάλλον στάσιμη σε μορφές, περιεχόμενα και σχέσεις, η απ’ τα πάνω επιτήρηση, ο έλεγχος για λογαριασμό των κεντρικών εξουσιών, συγκροτεί και εξελίσσει νέους θεσμούς, τους θεσμούς της μαζικής κοινωνίας και του κράτους πρόνοιας. Η φυλακή βρίσκεται να χρησιμεύει ως αναλογικό πρότυπο. Τα εργοστάσιο την εποχή του φορντισμού είναι το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα. Συγκέντρωση, καταμερισμός στο χώρο, οργάνωση του χρόνου, συγκρότηση μέσα στο χώρο – χρόνο μιας παραγωγικής δύναμης, της οποίας το συνολικό αποτέλεσμα θα πρέπει να υπερτερεί του αθροίσματος των επιμέρους δυνάμεων. Ανάλογα όμως συγκροτούνται και οι άλλοι θεσμοί: το σχολείο, ο στρατός, το νοσοκομείο και φυσικά η φυλακή.
Από τη δεκαετία του ‘60 και μετά θα ξεκινήσει μια έκρηξη των ετεροτήτων που συλλογικοποιούνταν ενάντια στην καπιταλιστική συνθήκη. Οι αρνήσεις αυτές των ετεροτήτων εκδηλώθηκαν σε όλο το μήκος και το πλάτος του κοινωνικού εργοστασίου (εργασία, ελεύθερος χρόνος κτλ). Επρόκειτο για μία ευθεία προσβολή και παραβίαση τόσο του τυπικού (από τα πάνω) κοινωνικού ελέγχου, αφού αμφισβητείται η ουδετερότητα και η κοινωνικότητα του κράτους, όσο και του άτυπου (από τα κάτω) κοινωνικού ελέγχου, αφού δέχεται επίθεση η συλλογική ηθική και τα κάθε είδους “καθώς πρέπει” που μέχρι τότε ήταν κοινής αποδοχής. Οι χώροι και οι χρόνοι της κοινωνικής κίνησης διευρύνονται και επαναπροσδιορίζονται από τον πλούτο της κοινωνικής – προλεταριακής άρνησης. Οι σχέσεις και οι συμπεριφορές που προκύπτουν από αυτές, γίνονται πιο σύνθετες και σε κάθε περίπτωση ξεχειλίζουν από τις στενές φόρμες της παλιάς εποχής και μένουν σε κάποιο βαθμό αδέσποτες. Το σύστημα ελέγχου αποδεικνύεται ανεπαρκές. Και καταρρέει.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 την πρωτοβουλία παίρνουν και πάλι τα αφεντικά. Απέναντι στην έκρηξη των ετεροτήτων η κυρίαρχη τάξη σταματά να αντιτάσσει την παλιά συλλογική της ηθική. Αντίθετα, η ετερότητα νομιμοποιείται. Από την άλλη προσπαθεί συστηματικά να καταστρέψει το συλλογικό υπόβαθρο αυτών των ετεροτήτων. Οι “επιθυμίες” των ετεροτήτων γίνονται έτσι δυνατές μόνο μέσα από την εμπορευματική διαδικασία. Παράλληλα, μια σειρά αλλαγών συμβαίνουν από την παραγωγή (ρομποτοποίηση – τριτογενοποίηση) έως το κράτος και τη μορφή του (υποχώρηση του κράτους πρόνοιας – κράτος ασφάλειας). Η φτώχεια γίνεται αντικείμενο αστυνομικής – δικαστικής διαχείρισης, εν τέλει ποινικοποιείται… Πρόκειται για την πολιτική διαχείριση που ονομάστηκε νεοφιλελευθερισμός.

Η κυρίαρχη τάξη σώθηκε – καταστρέφοντας ωστόσο τις παλιές μορφές συλλογικότητας, καθεστωτικής ή αντικαθεστωτικής. Είχε διαλύσει το αυτόνομο προλεταριάτο, είχε όμως διαλύσει και τους παραδοσιακούς του συμμάχους, τη μεγάλη μάζα των μικροαστών του απαρχαιωμένου πια “πατρίς θρησκεία οικογένεια”.
Η ενσωμάτωση του πλούτου, της δημιουργικότητας και της συνθετότητας της προλεταριακής – κοινωνικής άρνησης, δημιούργησε έναν αγνώριστο μέχρι τότε κόσμο. Το εμπόρευμα έγινε απείρως πιο πλουραλιστικό και οι σχέσεις που λαχάνιαζαν πίσω από αυτό έγιναν επίσης περισσότερο πλουραλιστικές και σύνθετες. Οι υπήκοοι, υπακούοντας στις επιταγές των επιθυμιών τους, στις επιταγές των πολλαπλών εκδοχών του εμπορεύματος, έγιναν εκ των πραγμάτων πολύ πιο κινητικοί. Το νόημα της ζωής δεν υπαγόταν κάτω από αρχές ζωής αλλά περιόριστηκε στην άνευ όρων και αναστολών (απέναντι σε νόμους και ηθική) ικανοποίηση επιθυμιών. Οι σταθερές κοινωνικές ταυτότητες αντικαταστάθηκαν από τις ad hoc αναγκαίες συμπεριφορές προκειμένου να ικανοποιηθεί η πάντα μεσολαβημένη από το εμπόρευμα επιθυμία. Η ιδιοκτησία, η απόκτηση και διαφύλαξή της, αναγορευόμενες στο κυρίαρχο μοντέλο της εποχής, έθέσαν στο κέντρο της μία νέα συνθήκη: την ανασφάλεια. Ο νέος κόσμος είναι ένας κόσμος γεμάτος άτομα που ανταγωνίζονται μεταξύ τους.

ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗΣ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ

Η νέα κοινωνική συνθήκη θέτει στο σύστημα την ανάγκη ενός νέου μοντέλου επιτήρησης και πειθάρχησης. Το νέο αυτό σύστημα δε μπορεί να είναι εστιασμένο σε μια στατική παρατήρηση και καταγραφή με βάση έναν γενικά στατικό χαρακτήρα ή μια ορισμένη ηθική – αξιακή συγκρότηση, αλλά πρέπει να στοχεύει στο ευρύτατο φάσμα των ποικίλων, διαφορετικών και συχνά αντιφατικών εκφραζόμενων συμπεριφορών, σκέψεων και ιδιαίτερων χαρακτηριστικών, είτε αυτά εκφράζονται ατομικά από τους υπηκόους είτε είναι αποτέλεσμα  των αναμεταξύ τους αλληλεπιδράσεων Συνεπώς, θα πρέπει να είναι διαρκής, γενικευμένη και διάχυτη στις ποικίλες πλευρές της κοινωνικής ζωής, να απαντά στο αίτημα για κοινωνική ασφάλεια και ταυτόχρονα να είναι διακριτική ώστε να συγκεντρώνει πάνω της όσο λιγότερες αντιδράσεις είναι δυνατόν.
Ακόμα παραπέρα, οι μορφές της οφείλουν να είναι τέτοιες ώστε να εμφανίζονται ως χρήσιμα και απαραίτητα εργαλεία στη ζωή των υπηκόοων. Στόχος της σύγχρονης επιτήρησης είναι η πλήρης χαρτογράφηση των εκδηλώσεων της κοινωνικής ζωής και εν τέλει η υπαγόρευση και οργάνωση των κανονικοτήτων της. Αντικείμενό της δεν είναι ο παραβάτης αλλά το σύνολο του πληθυσμού. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το μέγιστο του στόχου της πραγματώνεται όταν οι επιτηρούμενοι συνεργάζονται στην επιτήρησή τους, αυτοπειθαρχούν και αυτοϋπευθυνοποιούνται πάνω σε ένα επιθυμητό και αναγκαίο για το σύστημα μοντέλο κανονικοτήτων, και είναι πρόθυμοι να αλληλοεπιτηρηθούν είτε το αντιλαμβάνονται είτε όχι. Μιλάμε για έναν συμβατό με την εποχή του κοινωνικό έλεγχο.

Με βάση τα όσα είπαμε παραπάνω, διακρίνουμε στη σύγχρονη επιτήρηση δύο μορφές: τη συμμετοχική και την από τα πάνω επιτήρηση.
Αντιλαμβανόμαστε τη συμμετοχική επιτήρηση ως όλους εκείνους τους τρόπους και μορφές μέσω των οποίων ο επιτηρούμενος εκθέτει εθελοντικά τα στοιχεία, τις συνήθειες, τις σκέψεις τις δικές του και των άλλων, με αποτέλεσμα να γίνεται ο ίδιος φορέας επιτήρησης και αλληλοεπιτήρησης. Πώς αλλιώς, αν όχι ως εθελοντικό φακέλωμα θα μπορούσε, για παράδειγμα, να γίνει αντιληπτό το απλόχερο “μοίρασμα” σε ιντερνετικές φόρμες, πιστωτικές κάρτες, προφίλ, καταλόγων προσωπικών στοιχείων, στιγμών, φωτογραφιών, βίντεο; Δεν ισχυριζόμαστε ότι η επιθυμία για γνώση του ενός από τον άλλο και η έκθεση εαυτών εμπεριέχει απαραίτητα την πρόθεση ελέγχου μεταξύ των ατόμων. Δεν παύει όμως να είναι μια εθελοντική προσφορά προς όποιον επιθυμεί να καταγράψει, ελέγξει, αξιοποιήσει αυτά τα στοιχεία. Εξάλλου, η εκπαίδευση στην έκθεση είναι το πλέον πρόσφορο έδαφος για την απρόσκοπτη δουλειά της από τα πάνω επιτήρησης. Ποιός θα αντιδρούσε στο πλήρες φακέλωμά του όταν ο ίδιος εκούσια εκθέτει καθημερινά κάθε πτυχή της ζωής του;
Μιλήσαμε για την αξιοποίηση προσωπικών δεδομένων από τους σύγχρονους επιτηρητές με σκοπό τη διαμόρφωση ενός διαρκώς ανανεούμενου φακέλου συμπεριφορών. Δεν είναι όμως λιγότερο ανησυχητική η εμπορική αξιοποίηση αυτών των στοιχείων από εταιρίες στατιστικών ή υπηρεσίες προτεινόμενων προϊόντων με βάση τα καταναλωτικά προφίλ. Και είναι σ΄αυτό ακριβώς το σημείο που η συμμετοχική επιτήρηση πετυχαίνει ένα διπλό σκοπό. Αφενός βγάζει λεφτά από την συλλογή εθελοντικά αποσπασμένων δεδομένων και από την άλλη, εμφανιζόμενη ως εργαλείο εξυπηρέτησης των καταναλωτών προσανατολίζει τις καταναλωτικές τους συνήθειες.
Έχουμε υποστηρίξει ότι ένα από τα καίρια για τα αφεντικά ζητήματα είναι η χάραξη κανονικοτήτων μέσα στο κοινωνικό σώμα. Ο παλιός κοινωνικός έλεγχος, που αφορούσε στον αξιακό κώδικα των μικροκοινοτήτων ή του συνόλου της κοινωνίας, ήταν λειτουργικός ως προς την υπαγόρευση κανονικοτήτων όχι μόνο επειδή η απόκλιση από τις προβλεπόμενες συμπεριφορές θα επέφερε αποκλεισμό, αλλά επειδή τα άτομα διδάσκονταν, κανονικοποιούνταν πάνω σε συγκεκριμένα πρότυπα. Στη σύγχρονη κοινωνία, ζητούμενο δεν είναι πλέον ο καλός οικογενειάρχης ή ο καλός χριστιανός, αλλά το άτομο ως καταναλωτής εμπορευμάτων, σχέσεων, συμβόλων, εικόνων. Οι κανονικότητες αυτές υπαγορεύονται και ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από τη συμμετοχική επιτήρηση και τις μορφές της.

Με τον όρο “από τα πάνω” αναφερόμαστε στις μορφές εκείνες της επιτήρησης όπου ο επιτηρούμενος δε συμμετέχει άμεσα σε αυτή (παρόλο που όπως υποστηρίξαμε παραπάνω η εκπαίδευση στην εθελοντική έκθεση εαυτών είναι κρίσιμος παράγοντας συναίνεσης σε αυτήν).
Ο στόχος της δεν είναι να καταστείλει παραβατικές συμπεριφορές αλλά, διακηρύσσοντας την ύπαρξή της, να επιτύχει την εσωτερίκευση κανόνων. Κοινώς να “διδάξει” στους επιτηρούμενους να είναι “κόσμιοι”, να γυμνάσει τις συνειδήσεις στο καθεστώς του διαρκώς επιτηρούμενου και να οδηγήσει στον αυτοέλεγχο και την αυτοπειθαρχία. Για μία ακόμα φορά τα στοιχεία που συλλέγονται “πυκνώνουν” το χάρτη των συμπεριφορών των υπηκόων. Η μορφή αυτή της επιτήρησης συχνά συναντά το κοινωνικό αίτημα για ασφάλεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι κάμερες, των οποίων η ιδεολογία που τις συνοδεύει κάνει λόγο για προστασία της περιουσίας, αποφυγή εγκλημάτων κλπ.
Συνοψίζοντας: Η σύγχρονη επιτήρηση, μ’ όλα τα είδη και τις μορφές της, έχει στόχο να παρέμβει στις κοινωνικές σχέσεις, να τις ελέγξει και να οργανώσει αδιαπραγμάτευτα (άσχετα με το πώς εμφανίζεται) τις κανονικότητές τους. Είναι ο στόχος αυτός που καθιστά επίκαιρη μια σύγχρονη μορφή του πανοπτικού ελέγχου. Ακολουθώντας την αρχική μορφή του πανοπτικού, προσαρμόζοντάς το στις σύγχρονες κοινωνικές σχέσεις και εκδηλώσεις και κουβαλώντας την ιδεολογία  του “είναι για το καλό ή τη βολή μας”, το σύγχρονο πανοπτικό εγκολπώνει μορφές επιτήρησης που διατρέχουν οριζόντια και κάθετα το κοινωνικό σώμα.

Όπως έχει γίνει μέχρι τώρα σαφές, η επιτήρηση είναι μια κοινωνική διαδικασία που βρίσκεται σε άμεση σχέση με το συνολικότερο τρόπο οργάνωσης των κοινωνιών, και (στην ανάλυσή μας) του καπιταλισμού. Η συμμετοχική επιτήρηση υπό την έννοια του κοινωνικού ελέγχου, στην οποία έχουμε αναφερθεί, δεν είναι ασφαλώς κάτι καινούργιο. Η εισαγωγή όμως της τεχνολογίας στην καθημερινή ζωή γενικά και στη διαμόρφωση τρόπων ελέγχου ειδικά δεν αφήνει ανεπηρέαστο το κομμάτι της που μοιάζει να συνδέεται και να κινητοποιείται σε μεγάλο βαθμό από τα κάτω. Στα επόμενα θα προσπαθήσουμε να δούμε κάποιους από τους τρόπους με τους οποίους γίνεται αυτό.
Σε μια εποχή που τα αφεντικά είναι προσανατολισμένα στην αποικιοποίηση των ανεκμετάλλευτων ακόμα κοινωνικών σχέσεων, βρίσκουν αξιόπιστο σύμμαχο στις νέες τεχνολογίες, και εδώ δεν αναφερόμαστε μόνο στην καθαυτή παραγωγή των νέων εμπορευμάτων υπηρεσιών. Αναφερόμαστε στις τεχνικές εκτίμησης των τάσεων του καταναλωτικού κοινού και πρόβλεψης της απορρόφησης των εμπορευμάτων τους, στις μεθόδους ολοένα πιο γρήγορης ανταλλαγής των ερωταποκρίσεων για την υποδοχή των παρεχόμενων υπηρεσιών και τις πιθανές κατευθύνσεις που μπορούν να πάρουν αυτές για όσο το δυνατόν πιο εξασφαλισμένη εμπορική επιτυχία. Όλες αυτές οι μέθοδοι και οι τεχνικές σηματοδοτούν τη δημιουργία ενός πλαισίου τροφοδότησης των αφεντικών με γνώση των χρήσιμων – καπιταλιστικά αξιοποιήσιμων συνηθειών, τάσεων, επιθυμιών του καταναλωτικού κοινού. Κι όσο πιο άμεσα έρχονται οι απαντήσεις από τα κάτω προς το κάθε ενδιαφερόμενο αφεντικό, τόσο πιο αξιόπιστες θα θεωρούνται αυτές, δε θα επιβάλλεται δηλαδή σε κανέναν να απαντά αλλά θα ενθαρρύνεται η δική του πρωτοβουλία να μαρτυρά (πχ. τα διάφορα ερωτηματολόγια, οι έρευνες κλπ.). Έτσι, το προηγούμενο συγκεντρωτικό μοντέλο άντλησης κοινωνικής γνώσης και ρύθμισης των κοινωνικών συμπεριφορών σύμφωνα με το γενικό κι οργανωμένο τρόπο της μεγαμηχανής βγαίνει από το πλάνο: το νέο πλαίσιο άντλησης αυτής της γνώσης οφείλει να συντίθεται διασκορπισμένα και μοριακά στον κοινωνικό χάρτη με βάση τις ανάγκες γνώσης του κάθε ξεχωριστού αφεντικού. Δε θα περιλαμβάνει αξιώσεις για γενικούς τρόπους ρύθμισης της συμπεριφοράς αλλά θα αρκείται σε έναν πληθωρισμό αποσπασματικών μικρορυθμίσεων. Κι αν υπάρχουν σχετικοί κανόνες, αυτοί δε θα έχουν δεοντολογική – ηθική βάση (δε θα λένε δηλαδή πώς πρέπει να σκέφτονται οι υπήκοοι για να πράττουν έννομα) αλλά λειτουργική (θα ορίζουν δηλαδή με ποιον τρόπο επιτυγχάνεται ένα επιθυμητό αποτέλεσμα). Δε μιλάμε δηλαδή παρά για τη δημιουργία ενός πλαισίου επιτήρησης, το οποίο όμως ακριβώς επειδή έχει τα δύο παραπάνω χαρακτηριστικά, δηλαδή δεν είναι συγκεντρωτικό ούτε επιτακτικό, δε γίνεται αρχικά αντιληπτό σαν τέτοιο.

Aπό πολλές απόψεις, η “κεντρική ιδέα” αυτής της επιτήρησης θυμίζει τις μεθοδεύσεις του Ταίηλορ που οδήγησαν στην αναδιοργάνωση της βιομηχανικής παραγωγής στις αρχές του 20ού αιώνα. Tί έκανε ο Tαίηλορ; Προκειμένου να παραδώσει τον έλεγχο της τέχνης των μαστόρων στ’ αφεντικά μελέτησε, ανέλυσε, χρονομέτρησε τις κινήσεις τους, “σπάζοντάς” τες σε όσο το δυνατόν μικρότερα “στοιχεία”. Ύστερα ξανασύνθεσε αυτές τις “στοιχειώδεις κινήσεις” και τις αλληλουχίες τους και πέρασε άλλες μεν σε κατάλληλα σχεδιασμένες μηχανές, και τις υπόλοιπες στους ανειδίκευτους εργάτες / υπηρέτες αυτών των μηχανών. Xωρίς υπερβολή μπορούμε να πούμε ότι ο Tαίηλορ έκανε την πρώτη “ψηφιοποίηση” κινήσεων και ενεργειών, με σκοπό τον έλεγχο και την επιτήρηση των απείθαρχων τεχνιτών. Δεκαετίες μετά τον Tαίηλορ τα αφεντικά σαν τάξη άρχισαν να μελετούν τις κοινωνικές συμπεριφορές και σχέσεις στο σύνολό τους, με ανάλογο τρόπο και με σκοπό τον έλεγχο, αν και έναν πολύ πιο “παραγωγικό” έλεγχο πλέον· προσπάθησαν να τις αναλύσουν σε “στοιχειώδη συστατικά μέρη”, για να θέσουν αυτά τα “στοιχεία” της κοινωνικής ζωής υπό διαρκή καπιταλιστική αξιοποίηση· άρα και επιτήρηση. Έτσι, για παράδειγμα, ένα συγκεκριμένο λογισμικό ή μια συσκευή επικοινωνίας περιλαμβάνει στις λειτουργίες του κι ένα κομμάτι επιτήρησης, ακόμα κι όταν η χρήση του δεν προϊδεάζει καν για κάτι τέτοιο.
Αυτή η σχέση επιτήρησης που συνδέεται με την τεχνολογία δε θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα αν δε συμπορευόταν με μια αλλαγή στη φιλοσοφία της επιτήρησης, αυτήν που έχουμε ήδη περιγράψει σαν μετακίνηση της εστίασης από το άτομο ως αντικείμενο επιτήρησης, στην εξωτερική συμπεριφορά ή καλύτερα, στο γεγονός. Έτσι, κάτω από το φακό τής νέας επιτήρησης βρίσκονται τελικά γεγονότα που παράγονται από αλληλουχίες συμπεριφορών κι όχι οι ατομικές συμπεριφορές καθαυτές: οι τελευταίες είναι απλώς στάδια που καταλήγουν στα πρώτα. Το παράδειγμα των αντικλεπτικών συστημάτων που μπαίνουν στις εισόδους καταστημάτων, βιβλιοθηκών κλπ. είναι χαρακτηριστικό: το ηχητικό σήμα που καταδεικνύει τον “επίδοξο κλέφτη”, μπορεί να ενεργοποιηθεί – κι έτσι να “πέσει η μπάρα” της επιτήρησης – και επειδή ακόμα ο υπάλληλος δεν αφαίρεσε την ειδική σήμανση άρα όχι μόνο επειδή κάποιος δεν πλήρωσε. Δε βρίσκονται δηλαδή ούτε οι προθέσεις, ούτε καν οι πράξεις του ατόμου στο στόχαστρο της νέας επιτήρησης. Το άτομο δεν έρχεται στο πλάνο παρά μόνο εκ των υστέρων. Και θα εντοπιστεί με την αντίστροφη πορεία: αφού πέσει η “μπάρα”, θα γίνει αναδρομή στη στάδιο της αλληλουχίας – συμπεριφορά που ενεργοποίησε την κίνησή της και θα καταλογιστούν οι συνέπειες.

Ας προχωρήσουμε όμως σε ένα παράδειγμα που δείχνει πιο καθαρά με ποιον τρόπο συμμετέχουν οι “από κάτω” σ’ αυτού του είδους την επιτήρηση: έναν σύγχρονο μηχανισμό αντιμετώπισης των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων (στο εξής ΣΜΝ) και του AIDS. Αυτός περιλαμβάνει τρία μέρη, το γιατρό, το μικροβιολογικό εργαστήριο και την αρμόδια τοπική (κρατική – δημοτική) υπηρεσία υγείας. Ο μηχανισμός είναι σχεδιασμένος έτσι ώστε σε περίπτωση που βρεθεί κάποιος θετικός σε ΣΜΝ/AIDS να ενημερώνονται οι σεξουαλικοί του σύντροφοι του παρελθόντος ώστε να προσέρχονται κι αυτοί για εξετάσεις και να ελέγχεται η μετάδοση της ασθένειας. Κάτι που εξασφαλίζεται με τον εξής τρόπο: ο γιατρός στέλνει το δείγμα του εξεταζόμενου στο μικροβιολογικό εργαστήριο κι αυτό με τη σειρά του, αν τα αποτελέσματα είναι θετικά, τα ανακοινώνει όχι μόνο στο γιατρό αλλά και στην υπηρεσία υγείας. Η ανάμιξη της υπηρεσίας υγείας δε γνωστοποιείται στον ασθενή. Στη συνέχεια η συνήθης-ομαλή διαδικασία (δηλαδή η ομαλή αλληλουχία γεγονότων/συμπεριφορών) πάει ως εξής: ο γιατρός λέει τα αποτελέσματα στον ασθενή και ξεκινάει τη θεραπεία. Παράλληλα του ζητάει να επικοινωνήσει με τους σεξουαλικούς του συντρόφους και να τους ενημερώσει για την κατάσταση ώστε να προσέλθουν κι αυτοί για εξέταση. Η διαδικασία όμως μπορεί να στραβώσει σε κάποιο σημείο (μη ομαλή αλληλουχία): ο γιατρός μπορεί να ξεχάσει να συμπληρώσει μια φόρμα αναφοράς της υπηρεσίας, να μη μπορεί να βρει τον ασθενή για να τον ενημερώσει για τα αποτελέσματα, ο ενήμερος ασθενής να μην ειδοποιεί τους σεξουαλικούς του συντρόφους ή να μην προσέρχεται για θεραπεία. Στην ομαλή αλληλουχία γεγονότων ο ασθενής δε θα μάθει ποτέ για την ανάμιξη της υπηρεσίας υγείας. Το ίδιο ισχύει και για την πρώτη “στραβή” περίπτωση (φόρμα αναφοράς), καθώς το ζήτημα θα επιλυθεί στο εσωτερικό του μηχανισμού (μεταξύ γιατρού-υπηρεσίας). Στις άλλες περιπτώσεις μη ομαλής αλληλουχίας ο ασθενής θα λάβει γνώση του μηχανισμού επιτήρησης, καθώς αν δε μπορεί να τον εντοπίσει ο γιατρός, θα κινηθεί από την υπηρεσία υγείας διαδικασία εντοπισμού του, αν δεν ενημερώνει τους παρτενέρ του θα του το ζητήσει με το δικό της κύρος η υπηρεσία, κι αν πάλι δε γίνει, ή δεν προσέρχεται ο ασθενής για θεραπεία, το πράγμα θα ξεφύγει παραπέρα αφού μπορεί να του επιβληθούν πρόστιμα και ποινές. Αυτές είναι δηλαδή οι περιπτώσεις που η μπάρα της επιτήρησης πέφτει και αποκαλύπτεται ο μηχανισμός της, όχι όμως στο σύνολό του αλλά κάθε φορά αναλόγως της αναγκαίας διορθωτικής επέμβασης. Στην πραγματικότητα όμως αυτή η εκδοχή σπάνια ενεργοποιείται καθώς οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται σαν χρέος τους προς τη δημόσια υγεία την κατά γράμμα τήρηση των όρων της εξέτασης και θεραπείας και μεταξύ αυτών και το “δόσιμο” των σεξουαλικών τους συντρόφων. Κι αυτοί οι τελευταίοι μπαίνουν με τη σειρά τους στην ίδια διαδικασία με τους πρώτους ώστε ένα πυκνό δίκτυο συνεχώς πολλαπλασιαζόμενων σχέσεων να γεμίζει τους φακέλους της αρμόδιας υπηρεσίας υγείας, το οποίο δίκτυο καταγράφει από μόνο του και με δική του πρωτοβουλία τον εαυτό του.
Το ίδιο πλαίσιο, η διακύβευση της δημόσιας υγείας, μας φέρνει στο νου και πιο κοντινά και σύγχρονα παραδείγματα, όπως οι “πανδημίες” γρίπης: μετά από αρκετή ιδεολογική δουλειά στη σπορά φόβου και στην ανάγκη ατομικής υπευθυνότητας πολλοί γίνονται πρόθυμοι να περάσουν μπροστά από θερμικές κάμερες, να εξεταστούν, κλπ.. Χωρίς όμως να γνωρίζουν θετικά και εκ των προτέρων ούτε όλες τις φάσεις που ακολουθούν στη διαδικασία στην οποία με την εξέταση ή το θερμικό σκανάρισμα εισάγονται, ούτε τι θα συνεπαχθεί η ενδεχόμενη μη συμμόρφωσή τους σε κάποια επόμενη φάση της απροσδιόριστης διαδικασίας. Και για να αναφέρουμε κι ένα πιο “τεχνολογικό” παράδειγμα, κάποιος για να γίνει μέλος σε ένα κοινωνικό δίκτυο τύπου facebook δηλώνει αρχικά ότι αποδέχεται κάποιους όρους. Είναι όμως σχεδόν αδύνατο να έχει πλήρη γνώση αυτών των όρων, αφού συνήθως καταγράφονται σε πολυάριθμες σελίδες, με τεχνική ορολογία και αλλάζουν – επεκτείνονται πολύ τακτικά. Έτσι, στην ουσία, πολύ δύσκολα θα έχει πλήρη γνώση για τους τρόπους με τους οποίους αξιοποιείται στη βάση της επιτήρησης η συμμετοχή του στο κοινωνικό δίκτυο.
Στα παραπάνω παραδείγματα η συμμετοχή του ατόμου στην επιτήρηση είναι απαραίτητη, χρειάζεται σαφής ενεργητική στάση από τη μεριά του. Από την άλλη πλευρά η επιτήρηση στο σύνολό της είναι λιγότερο ορατή. Ναι μεν κάποιος αντιλαμβάνεται ότι εξετάζεται, δίνει απαντήσεις σε ερωτηματολόγια και φακελώνεται, αλλά δε γνωρίζει μέχρι ποιο σημείο φτάνουν οι απαντήσεις του, ούτε επίσης γνωρίζει τι είδους μηχανισμός μπορεί να κινητοποιηθεί σε περίπτωση που δεν συνεργαστεί πρόθυμα και σε όλο το εύρος της διαδικασίας. Η άγνοια της συνολικής μορφής της επιτήρησης που καλύπτει ένα περιβάλλον ή μια σχέση είναι κομβική στη νέα μορφή της: όσο πιο συμμετοχικό είναι ένα σύστημα επιτήρησης, τόσο πιο αόρατη – απρόβλεπτη είναι όχι η ίδια η ύπαρξή της αλλά η διεισδυτικότητά της και το τέρμα, το όριο στο οποίο μπορεί να καταλήξουν οι συνέπειές της. Κι αν θέλαμε να μιλήσουμε με όρους κανόνων, το παραπάνω παράδειγμα δείχνει ότι ο κανόνας υπάρχει, είναι εκείνος που ορίζει όλο αυτό το πλαίσιο λειτουργίας, κατανέμει τις αρμοδιότητες και ορίζει τις πιθανές συνέπειες (κι έχει στο τελευταίο στάδιο την παλιά γνώριμη δημόσια τάξη). Δε χρειάζεται όμως να είναι γνωστός εκ των προτέρων σε εκείνους στους οποίους αφορά. Το αντίθετο, γνωστοποιείται μόνο όταν κάτι δεν πηγαίνει καλά και μόνο στο βαθμό που θα εξασφαλίσει την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Το σημαντικό είναι να μη χρειάζεται να επικαλεστεί κάποιος τον κανόνα, γιατί τότε θα μιλάμε για μια ανωμαλία, αλλά να του επιφυλάσσεται μόνο ο ρόλος back-up.

Η άγνοια βέβαια δεν είναι μια κατάσταση που μπορεί να διαρκεί για καιρό. Επίσης τα άτομα δε μπαίνουν σε μια διαδικασία επειδή απλώς αγνοούν μια αρνητική επίπτωση που κρύβεται σ’ αυτήν. Χρειάζεται και κάτι θετικό, τέτοιο θα μπορούσε να είναι η παροχή κάποιου είδους ανταλλάγματος. Ανατρέχουμε στο παράδειγμα της διαχείρισης των ΣMN: είναι γνωστό ότι στο παρελθόν τα ΣMN/AIDS θεωρούνταν παθογένειες συγκεκριμένων πληθυσμών, των εκδιδόμενων και των ομοφυλόφιλων κι ο συγκεντρωτικός τρόπος διαχείρισής τους κουβάλαγε μαζί του μεταξύ άλλων στιγματισμό και απομόνωση. Σε σχέση μ’ αυτήν την αντιμετώπιση, η κατοπινή πρόσβαση σε θεσμούς που δεν εστιάζουν στο άτομο παρά σαν φορέα μιας νόσου κι όχι σαν μέλος ενός παθογενούς πληθυσμού, μοιάζει να σφραγίζει την ελευθερία της σεξουαλικής ταυτότητας, την ελευθερία από το στιγματισμό. Αυτήν την (φαινομενική) ελευθερία θα μπορούσαμε να δούμε σαν αντάλλαγμα ώστε να επιτευχθεί το καθεστώς συναίνεσης που οφείλει να περιβάλλει το θεσμό για να ομαλοποιεί τη διαδικασία. Το ίδιο συμπέρασμα μπορούμε να βγάλουμε ακόμα και από το αντικλεπτικό σύστημα: αντάλλαγμα για να ανεχτεί κάποιος την υπονοούμενη μομφή “όλοι είστε ύποπτοι κλοπής” και να εισέλθει στο κατάστημα είναι η απαλλαγή του από την ενοχλητική συνοδεία ενός άγρυπνου υπαλλήλου, η απόλυτη ελευθερία του να χαζεύει και να περιεργάζεται τα εμπορεύματα όπως και για όσο θέλει, εντός τους καταστήματος. Και στο παράδειγμα των διαδικτυακών συνομιλιών (κοινώς chatting), η φαινομενική ευκολία ή η φτήνια της επικοινωνίας με κάποιον μακριά, μοιάζει επαρκές αντίβαρο για να αδιαφορούν οι συνομιλούντες για το εάν τα λεγόμενά τους καταγράφονται και σε ποιες συνέπειες μπορεί να καταλήξει η καταγραφή τους. Η συμμετοχικότητα της νέας επιτήρησης, το γεγονός δηλαδή ότι τα ίδια τα άτομα μπαίνουν εθελοντικά κάτω από τα σκόπευτρα της κάθε μορφής της, βασίζεται σε ένα ιδεολογικό σύστημα που παραμένει σε γενικές γραμμές το ίδιο, όποια μορφή νέας επιτήρησης κι αν συζητάμε, είτε αυτή είναι τα κινητά, το πλαστικό χρήμα ή τα ιντερνετικά δίκτυα φίλων. Είναι η εικόνα κάποιας ελευθερίας, κάποιου ανοίγματος μιας ως τότε ανύπαρκτης ή απλησίαστης για τους πολλούς δυνατότητας σαν ένα ικανό αντάλλαγμα για την εξασφάλιση της ένταξής του ατόμου στο επιτηρούμενο περιβάλλον/σχέση παρά τη επίγνωση της επιτήρησης. Μάλιστα, όσο η αρχική άγνοια μετατρέπεται σταδιακά – δηλαδή μετά από επανειλημμένη πτώση της μπάρας της επιτήρησης και αποκάλυψής της καθ’ ολοκληρίαν – σε γνώση, τόσο το αντάλλαγμα αναβαθμίζεται. Κι όσο το αναβαθμισμένο αντάλλαγμα εξασφαλίζει εκ νέου συναίνεση, τόσο η γνωστή με την προηγούμενη μορφή της επιτήρηση υπογείως εξελίσσεται, γίνεται διεισδυτικότερη και επισύρει νέες και ξανά άγνωστες συνέπειες. Ώστε να έχει η ίδια νόημα σαν τεχνολογία αντίληψης των αξιοποιήσιμων κοινωνικών σχέσεων και των δυνατοτήτων τους, του “αύριό τους” δηλαδή κι όχι του “σήμερα” ή του “χθες τους””.

Είναι χρήσιμο να δούμε ότι η επιτυχής ανταλλαγή της επιτήρησης περιλαμβάνει στον πυρήνα της τη συναίνεση για κάποια διακινδύνευση. Στο παράδειγμα του αντικλεπτικού, κάποιος εισερχόμενος στο κατάστημα συναινεί στην ύπαρξη ενός κινδύνου κλοπής των εμπορευμάτων· στη διαχείριση των ΣMN ο πρόθυμα εξεταζόμενος συναινεί μεταξύ άλλων στον κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και στη δική του ευθύνη προς αυτήν. Αντίστοιχα, με την αποδοχή της παρακολούθησης των με πλαστικό χρήμα συναλλαγών του, συναινεί μεταξύ άλλων στον κίνδυνο λαθραίας χρήσης των στοιχείων της κάρτας για ξένες συναλλαγές ενώ στα κινητά και στα κοινωνικά δίκτυα τα πλαίσια συναίνεσης είναι ακόμα πιο διευρυμένα και μπορεί να αφορούν μέχρι και τον κίνδυνο από την τρομοκρατία. Όσο πιο συμμετοχικό είναι το σύστημα επιτήρησης, όσο πιο πολύ από τον εαυτό του βάζει το άτομο υπό το φως της επιτήρησης, τόσο πιο πλατιά χαράζονται τα όρια της συναίνεσης, μπορεί να αφορούν δηλαδή και το σύνολο σχεδόν των τρεχουσών ιδεολογιών μιας κοινωνίας. Ταυτόχρονα, η νέα τεχνολογική επιτήρηση είναι μεν μοριακή και εντοπίζεται στα σημεία όπου τα αφεντικά εκμεταλλεύονται μια προϋπάρχουσα ανεκμετάλλευτη κοινωνική σχέση ή περιβάλλον, αλλά επειδή αυτά τα σημεία είναι μυριάδες πλέον στον κοινωνικό χάρτη, δημιουργείται η εικόνα ενός πολύ πυκνού πλέγματος επιτήρησης. Αν συνδυάσουμε τις δύο παραπάνω σκέψεις, ότι η κάθε ξεχωριστή μορφή επιτήρησης αντιστοιχεί σε μια συναίνεση για κάποια διακινδύνευση και ότι το κοινωνικό πεδίο είναι διάσπαρτο από θύλακες επιτήρησης σχεδόν σαν ένα συνεχές, τότε γίνεται αντιληπτό ότι κάποιος σε κάθε του βήμα στο κοινωνικό πεδίο και ανά πάσα στιγμή μπορεί να περνάει από το ένα καθεστώς συναίνεσης στο άλλο, με τον ίδιο τρόπο που περνάει από το ένα περιβάλλον επιτήρησης στο άλλο. Κάποιος δηλαδή μπορεί να είναι διαδοχικά ύποπτος για κλοπή εμπορευμάτων, τρομοκρατία, οικονομικό έγκλημα μέσω καρτών, κατασκοπεία μέσω κινητού τηλεφώνου, διασπορά ψευδών φημών μέσω κοινωνικών δικτύων κ.ο.κ. και το ίδιο ύποπτος μπορεί να είναι ασφαλώς κι ο διπλανός του. Αυτά, σαν ένας ακόμα τρόπος προσέγγισης της μεταμοντέρνας κατάστασης διαρκούς ανασφάλειας μέσα από την οδό της νέας τεχνολογικής επιτήρησης, μπορεί να μας διαφωτίσουν για την ακραία μορφή συμμετοχικής επιτήρησης, που ονομάζουμε αλληλοεπιτήρηση. Σ’ αυτήν οι από κάτω όχι μόνο συναινούν στη νέα επιτήρηση, αλλά χρησιμοποιούν για λογαριασμό τους τις δυνατότητες επιτήρησης που βρίσκονται ενσωματωμένες στις νέες τεχνολογίες, στο βαθμό που τους είναι τεχνικά εφικτό. Δρέπουν δηλαδή κάποιους από τους καρπούς που έχουν ευδοκιμήσει και συγκεντρωθεί από τη συμμετοχή τους στην ίδια τους την επιτήρηση. Παραδείγματα το γκουγκλάρισμα του ονόματος κάποιας νέας γνωριμίας στον υλικό κόσμο για να δούμε τι κουμάσι είναι, η αποθήκευση μιας συνομιλίας στο κινητό γιατί πού ξέρεις τι θα ξεστομίσει ο άλλος και πού θα χρειαστεί, η αναζήτηση κι αξιολόγηση των στατιστικών του διαδικτυακού προφίλ κάποιου κοινωνικά δικτυωμένου κ.ο.κ. Ακόμα και το “Πού είσαι;” σαν πρώτη ερώτηση σε μια τηλεφωνική συνδιάλεξη μέσω κινητού μοιάζει σε κάποιο βαθμό να επιβεβαιώνει αυτό το πράγμα, αυτήν την καθολική καχυποψία: “Συνάδουν όλα όσα μου λες με το περιβάλλον όπου δηλώνεις ότι βρίσκεσαι;”. Κι ο άλλος για περαιτέρω επιβεβαίωση μπορεί να ενεργοποιήσει τη βίντεοκλήση ή να τραβήξει μια φωτογραφία με την ενσωματωμένη ψηφιακή: “Ναι ήμουν όντως εκεί” – “Ναι, το είδα με τα μάτια μου”. Τα αφεντικά μαθαίνοντας μέσω της νέας επιτήρησης τις νέες ανάγκες των από κάτω, μπορούν πλέον να παρέχουν την επαγγελματική συνδρομή τους και σ’ αυτό το επίπεδο: εδώ και καιρό διαθέτουν τα στοιχεία που μαζεύουν από την αξιοποίηση της νέας επιτήρησης και στη λιανική.

Aυτά που είπαμε ως εδώ συνιστούν την γενική ανάλυση εκείνου που ονομάζουμε “νέο πανοπτικό”. Nα θυμίσουμε πως η βασική άποψή μας είναι ότι οι “απ’ τα πάνω επιτηρήσεις” και η “αλληλοεπιτήρηση” στην καθημερινή ζωή έχουν ενοποιηθεί σε μια ενιαία κωδικοποίηση, σε ένα ενιαίο τεχνικό και λειτουργικό καθεστώς, και πώς αυτό τελικά είναι ένα μεγάλο κέρδος για τα αφεντικά.
Στη συνέχεια θα δείξουμε πιο αναλυτικά, μέσα από 4 παραδείγματα, τι ακριβώς συμβαίνει με το “νέο πανοπτικό”.

ΠAPAΔEIΓMATA

κινητά

Ιστορία

Το κινητό είναι μια ηλεκτρονική συσκευή που χρησιμοποιείται για ασύρματη, κινητή επικοινωνία πάνω σε ένα κυψελωτό δίκτυο από διασυνδεδεμένους σταθμούς βάσης γνωστούς ως κύτταρα. Το κινητό έχει την δυνατότητα να πραγματοποιεί και να δέχεται τηλεφωνικές κλήσεις σε/ από όλο το τηλεφωνικό δίκτυο (σταθερό ή ασύρματο) μιας χώρας. Για να λειτουργήσει χρειάζεται : 1) Mια κάρτα SIM που επιτρέπει πρόσβαση σε ένα συγκεκριμένο δίκτυο που έχει συνδρομή ο χρήστης. 2) Mια συσκευή που επιτρέπει την είσοδο αριθμών γραμμάτων, οθόνη, ακουστικό και μπαταρία.
Η πρώτη εφαρμογή κινητής επικοινωνίας ήταν το ασύρματο τηλέφωνο σε αυτοκίνητο. Το 1960 το MTA (Mobile System A) κυκλοφορεί στην Σουηδία. Τα τηλέφωνα MTA αποτελούμενα από λυχνίες είχαν βάρος 40 kg. Το 1971 κυκλοφορεί η έκδοση MTD, με εξοπλισμό από διαφορετικές εταιρείες, που είχε κάποια εμπορική επιτυχία.
Με την δημιουργία του πρώτου κινητού τηλεφώνου χειρός το 1973 από έναν ερευνητή της Motorola ξεκινάνε οι πρώτες εμπορικές εφαρμογές για δίκτυα κινητής τηλεφωνίας. Μιλάμε για δίκτυα περιορισμένης χρήσης, όχι ψηφιακά, όπου στους συνδρομητές περιλαμβάνονταν η αστυνομία και ειδικού σκοπού πελάτες. Ο χρόνος αναμονής ενός υποψηφίου συνδρομητή ήταν μερικά χρόνια. Ενδεικτικά, στις ηπα το 1983, υπήρχαν μόνο 140.000 συνδρομητές. Πρώτη εμπορική εφαρμογή ξεκίνησε, αρχικά, στην μητροπολιτική περιοχή του Tόκιο το 1979, για να ακολουθήσουν δανία, νορβηγία, σουηδία, φινλανδία, ήπα, καναδάς και άλλες χώρες.
Από το 1970 έως το 1990, λοιπόν, λειτούργησαν τα συστήματα κινητής τηλεφωνίας πρώτης γενιάς τα οποία βασίστηκαν στη κυψελωτή δομή και τα οποία είχαν αναλογικά ηλεκτρικά χαρακτηριστικά. Από το 1990 έως το 2000 αναβαθμίστηκε η τεχνολογία των συστημάτων της πρώτης γενιάς σε δεύτερης, με σκοπό να μπορούν να εξυπηρετούνται πολύ περισσότεροι χρήστες από πριν. Αυτό έγινε εφικτό μέσω της ψηφιοποίησης των υπηρεσιών, δηλαδή της αύξησης του ρυθμού μετάδοσης δεδομένων (σε φωνή και δεδομένα). Από το 2000 και μετά, υπάρχει η προσπάθεια να δημιουργηθούν οι κατάλληλες τεχνικές προδιαγραφές ώστε τα συστήματα κινητής τηλεφωνίας να διαχειρίζονται αξιόπιστα και σε πραγματικό χρόνο τις υπηρεσίες των πολυμέσων.
Σήμερα οι χρήστες υπολογίζονται σε 4 δισεκατομμύρια. Αυτός ο  αριθμός αναμένεται να αυξηθεί καθώς οι αναπτυσσόμενες χώρες (κίνα, βραζιλία, ινδία) ακόμα δεν έχουν  δει την μεγίστη ανάπτυξη της εκεί αγοράς όπως έχει συμβεί στις αναπτυγμένες χώρες.

Παρακάτω αναφέρονται κάποιες βασικές λειτουργιές και τεχνικά χαρακτηριστικά που υλοποιεί κάθε σύστημα κινητής τηλεφωνίας και επιτρέπουν είτε τον εντοπισμό είτε την συλλογή δεδομένων εκείνων που χρησιμοποιούν τα κινητά :
α) κυψελωτή δομή
Για την ηλεκτρομαγνητική κάλυψη συγκεκριμένων γεωγραφικών περιοχών τα συστήματα κινητής επικοινωνίας χρησιμοποιούν την ιδέα της κυψέλης (cellular concept). Η ηλεκτρομαγνητική κάλυψη επιτυγχάνεται με τμηματοποίηση μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής με μικρές ζώνες ή κυψέλες, όπου υπάρχει η δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης των ιδίων συχνοτήτων. Σχηματικά, αυτό επιτυγχάνεται καλύπτοντας μια περιοχή με κυψέλες (σαν εξάγωνα). Αν υπάρχει αυξημένη κίνηση σε μια κυψέλη, τότε αυτή  τεμαχίζεται εκ νέου σε μικρότερες κυψέλες  -κελιά, διατηρώντας μια πολυϊεραρχική δομή που αυξάνει την χωρητικότητα του συστήματος από την πλευρά της προσφερόμενης τηλεπικοινωνιακής κίνησης.
Κάθε κυψέλη υπάγεται σε ένα σταθμό βάσης κάθε στιγμή. Αν το σήμα μετακινείται από τον ένα σταθμό στον άλλον, αλλάζει και η κυψέλη, η συνομιλία δεν διακόπτεται αλλά μεταφέρεται ο έλεγχος της εκπομπής και της λήψης από ένα σταθμό βάσης σε έναν άλλο, χωρίς να “πέφτει η γραμμή”.
Μέσω της δομής αυτής, υπάρχει διαδικασία εντοπισμού που ακολουθείται για τον βέλτιστο προσδιορισμό του κατάλληλου σταθμού βάσης. Μετά το πέρας του εντοπισμού, πραγματοποιείται η μεταφορά του έλεγχου, της εκπομπής και της λήψης από τον αρχικό σταθμό βάσης στον νέο. Μέσω αυτής της διαδικασίας που αφόρα την βελτιστοποίηση της επικοινωνιακής σύνδεσης, μπορεί να προσδιορισθεί η γεωγραφική θέση του κινητού τηλεφώνου, χρησιμοποιώντας μια τεχνική (γνωστή ως multilateration) για να υπολογίζει τις διαφορές στο χρόνο που κάνει ένα ηλ/μαγνητικό σήμα για να ταξιδέψει από το κινητό στις διάφορες κοντινές κεραίες (σταθμούς βάσης).
β) sim κάρτα
H μονάδα ταυτότητας συνδρομητή σε μια αφαιρούμενη SIM κάρτα περιέχει το δικό της μοναδικό σειριακό αριθμό, τον διεθνή μοναδικό αριθμό του κινητού χρήστη (IMSI), πληροφορίες ασφαλούς ταυτοποίησης και κρυπτογράφησης, προσωρινές πληροφορίες σχετικά με το τοπικό δίκτυο, μια λίστα από τις υπηρεσίες που ο χρήστης έχει πρόσβαση και δυο κωδικούς (pin και puk).
γ) βάσεις δεδομένων που αποθηκεύουν προσωπικά στοιχεία
Όλα τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, με όποιο σύστημα και αν υλοποιούνται (gsm, gprs, 3g, 4g), διαθέτουν την υποδομή για να επεξεργάζονται μια κλήση αλλά και ό,τι έχει να κάνει με λειτουργίες που σχετίζονται με τον συνδρομητή. Έτσι υπάρχουν εκείνες οι διαδικασίες που επιτρέπουν την αποθήκευση και την γρήγορη ανάκτηση πληροφοριών που έχουν να κάνουν με τους συνδρομητές, τον εξοπλισμό που χρησιμοποιούν και τις υπηρεσίες που είναι εγγεγραμμένοι. Γι’ αυτό το σκοπό χρησιμοποιούνται διάφορες βάσεις δεδομένων που περιέχουν αναγνωριστικούς αριθμούς, διευθύνσεις, παραμέτρους αυθεντικοποίησης, τους μοναδικούς αριθμούς των καταχωρημένων μονάδων εξοπλισμού (ποια κινητά είναι σε λειτουργία, ποια έχουν κλαπεί, κτλ.). Οι βάσεις δεδομένων, με τα στοιχεία που περιέχουν, πετυχαίνουν ανά πάσα στιγμή την απολυτή ταυτοποίηση των συνδρομητών που βρίσκονται ενεργοί στο σύστημα κινητής τηλεφωνίας. Η διαδικασία αυτή πραγματοποιείται κάθε φορά που ανοίγει το κινητό και αλλάζει κύτταρο.
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, τα συστήματα κινητής τηλεφωνίας, με την μεθοδικότητα που αντιστοιχεί στον υπερτεχνολογικό κόσμο που ζούμε, έχουν τις (τεχνικές) δυνατότητες για πλήρη καταγραφή των στοιχείων αυτών που χρησιμοποιούν τα κινητά και των κινήσεων τους σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές που καλύπτουν. Από εκεί και περά τα πληθωρικά δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί απ’ τους χρήστες κινητών έχουν μπει σα συνιστώσα στην κεντρική καταγραφή που κάνουν οι “μεγάλες εξουσίες”. Και η επίκληση για τα προσωπικά δεδομένα και τα δικαιώματα που παραβιάζονται μόνο θέση ανάσχεσης δεν μπορεί να είναι, στο βαθμό που αυτοί που έχουν κάνει την ζωή τους “διάφανη και συνεχώς εντοπίσιμη/ προσβάσιμη” στρώνουν το χαλί στο σύμπλεγμα της ασφάλειας.

Επιτήρηση από τα πάνω

Στα μέσα του καλοκαιριού του 2005, λοιπόν, οι τότε 25 υπουργοί δημοσίας τάξης και εσωτερικών της Ε.Ε. σε σύνοδό τους στις βρυξέλλες αποφασίζουν να συντάξουν μια Οδηγία (Data Retention Directive), που υιοθετήθηκε αργότερα από το ευρ. κοινοβούλιο, για την καταγραφή “όλων των δεδομένων που δημιουργήθηκαν ή επεξεργάστηκαν κατά την διάρκεια σύνδεσης με την παροχή διαθέσιμων δημοσίων ηλεκτρονικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ή δημοσίων τηλεπικοινωνιακών δικτύων”. Η οδηγία απαιτεί όλοι οι πάροχοι internet και τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών να καταγράφουν όλη την κίνηση των μετα-δεδομένων (ποιός τηλεφώνησε σε ποιόν, ποτέ, από πού, ποιός επισκέφτηκε ποιά site κ.τ.λ.) στην ευρώπη για 6 έως 24 μήνες (υπάρχει πρόβλεψη να επιμηκύνεται ο χρόνος) και να παραδίδουν στην αστυνομία, στις μυστικές υπηρεσίες και σε άλλους νόμιμους κρατικούς οργανισμούς, μετά από αίτηση με δικαστική εντολή, για να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές. Η οδηγία επίσης περιλαμβάνει την υποχρέωση υποβολής στατιστικών κάθε χρόνο από τους παρόχους στα κράτη και στην ευρ. επιτροπή για τις περιπτώσεις που παραδόθηκαν στοιχεία στις αρχές συμφώνα με τον νόμο και τον χρόνο από την κράτηση των δεδομένων μέχρι την παράδοση και τις περιπτώσεις που ο χρόνος κράτησης ξεπεράστηκε και οι αιτήσεις δεν ικανοποιήθηκαν. Επίσης, προβλέπει ότι τα δεδομένα που κρατούνται από τους παρόχους θα καταστρέφονται μετά το πέρας του χρόνου κράτησης αλλά όχι τα δεδομένα που έχουν παραλάβει οι αρχές: αυτές θα μπορούν να τα κρατούν, ουσιαστικά, για πάντα. Το Σεπτέμβρη του 2010, με βάση αυτά τα στοιχεία, η οδηγία θα επανεξεταστεί.
Η ελλάδα, όπως και άλλες χώρες της ε.ε. , δεν έχει ενσωματώσει σε κάποιο νόμο την οδηγία και έχει καταδικαστεί το 2009 από το ευρωπαϊκό δικαστήριο γι’ αυτό. Όμως και οι εταιρείες κρατούν αυτά τα δεδομένα και οι αρχές τα παραλαμβάνουν μετά από αίτηση που συνοδεύεται από δικαστική εντολή. Επίσης, το καρτοκινητό τηλέφωνο, που κάποτε διαφημίζονταν για την ανωνυμία του, απενεργοποιείται σύμφωνα με τον νόμο άπαξ και δεν δηλωθούν τα στοιχεία ταυτότητας του κατόχου του.

“Νόμιμη Υποκλοπή” (lawful interception)

Οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας είναι υποχρεωμένες δια του νόμου να έχουν λογισμικά που μπορούν να υποκλέψουν τις συνομιλίες, ενσωματωμένα στα κύρια συστήματα τους. Έτσι, με αίτηση από κάποια αρμόδια αρχή, είναι δυνατή η επιλογή ενός κινητού – στόχου όπου θα καταγράφονται χωρίς να γίνεται αντιληπτό όλες οι συνδιαλέξεις και τα sms. Τέτοια πρωτόκολλα που επιτρέπουν στις αρχές να διεξάγουν ηλεκτρονική παρακολούθηση υπάρχουν και στις ηπα (calea) και στην ευρώπη (Lawful Interception of Telecommunications (Official Journal C 329)).
Εξάλλου, με την ψηφιοποίηση των δεδομένων, την εύκολη αποθήκευσή τους και την τεχνολογική ικανότητα επιτήρησης, δεν είναι αναγκαία η σε “πραγματικό χρόνο” ακρόαση των συνομιλιών. Δεν είναι εφικτή άλλωστε για όλα τα κινητά. Στις περιπτώσεις που θεωρηθεί κάποιος ύποπτος, απλά θα μπορεί να γίνει αναζήτηση στα αποθηκευμένα αρχεία όπου και έχουν αποτυπωθεί όλες οι τηλεφωνικές (άρα κοινωνικές) κινήσεις. Γενικότερα, τα διάφορα λογισμικά όπως τα analyst’s notebook, sentinel visualize, arc gis κλπ (το πρώτο βρίσκεται στη διάθεση της ελ.ασ.) κάνουν την επεξεργασία ψηφιακών δεδομένων γρήγορη διαδικασία.
Πέρα από την επίσημη διαδικασία υποκλοπής, υπάρχει και η δυνατότητα εγκατάστασης προγραμμάτων στο κινητό (τα οποία πωλούνται και στο εμπόριο) που θα κάνουν αυτή την δουλειά. Ο πρώην υπεύθυνος ασφάλειας του ο.τ.ε. σε συνέδριο για το “ηλεκτρονικό έγκλημα” εξηγεί πόσο απλά και ανέξοδα οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας όχι μόνο μπορούν να υποκλέψουν συνομιλίες, αλλά και να διαβάσουν οτιδήποτε υπάρχει μέσα στο τηλέφωνο (sms, mms, ραντεβού στην ατζέντα, φωτογραφίες, βίντεο, τηλεφωνικούς καταλόγους, κλπ) (Kαθημερινή 19/11/06). Αρκεί η αποστολή ενός sms ή mms από την εταιρεία (πχ “η cosmote σας εύχεται καλά χριστούγεννα”) για να εγκατασταθεί ένα ειδικό λογισμικό (κάτι σαν ιός).
Γνωστή είναι επίσης η χρήση του κινητού ως μικρόφωνο. Αρκεί πάλι η αποστολή ενός sms / mms ώστε να εγκατασταθεί λογισμικό που μετατρέπει το τηλέφωνο σε κοριό. Ακόμα και όταν η συσκευή είναι απενεργοποιημένη μπορεί να ακούγονται οι συνομιλίες που γίνονται στον γύρω χώρο.
Υποκλοπή μπορεί να γίνει γνωρίζοντας το σειριακό αριθμό της sim. Ο σειριακός αριθμός είναι η ταυτότητα του κινητού τηλεφώνου. Αν, για παράδειγμα, χαθεί / κλαπεί το τηλέφωνο μπορεί να ζητηθεί από την εταιρεία που του παρείχε τη σύνδεση η απενεργοποίηση της χαμένης sim και η έκδοση καινούριας με τον ίδιο αριθμό (κατ’ επέκταση τον ίδιο σειριακό αριθμό). Όποιος έχει, λοιπόν, γνώση του σειριακού, εύκολα δημιουργεί ένα παράλληλης λειτουργίας κινητό που μπορεί να δέχεται ταυτόχρονα τις ίδιες κλήσεις, sms, mms, αρχεία κλπ με το κινητό που έχει ουσιαστικά κλωνοποιήσει. Γίνεται, δηλαδή, η σκιά του…

Μυστικές υπηρεσίες και ελ.ασ.

Στην κατοχή των μυστικών υπηρεσιών στην ελλάδα βρίσκονται οι λεγόμενες βαλίτσες. Αυτές λειτουργούν ως ενδιάμεση κεραία ανάμεσα στη συσκευή που κάνει την κλήση και στην κεραία που δίνει το σήμα στη συσκευή. Έτσι υποκλέπτει το σήμα, το αποκωδικοποιεί και αποθηκεύει την συνομιλία. Με αυτόν τον τρόπο ο κάτοχος της βαλίτσας μπορεί να ακούσει όλες τις συνομιλίες και να διαβάσει τα  δεδομένα εκεί όπου έχει τοποθετηθεί.
Εν τω μεταξύ, οι διάφορες νομικές διαδικασίες για την άρση απορρήτου παρακάμπτονται εύκολα με πρόσχημα την εθνική ασφάλεια. Κάτι που αποκαλύφθηκε στις 10/5/2010 (Eλευθεροτυπία), όπου με την παραπάνω αφορμή η ε.υ.π. είχε προβεί σε μαζικές άρσεις απορρήτου σε γεωγραφικές περιοχές της Aθήνας επειδή στις συγκεκριμένες υπήρχαν στόχοι της οργάνωσης “επαναστατικός αγώνας” πριν χρόνια. Συνεπώς καθένας που τυχαίνει να βρίσκεται σε αυτούς τους γεωγραφικούς τόπους μπαίνει στο στόχαστρο της αντιτρομοκρατικής.
Η ευπ έχει στην κατοχή της σύστημα που μπορεί να σαρώσει επιλεγμένες περιοχές προς εξερεύνηση, παρακολουθώντας τους πάντες σε αυτήν την περιοχή, με απόλυτη ακρίβεια των κινήσεων του υπόπτου, αρκεί να είναι γνωστό το νούμερο του κινητού τηλεφώνου. Ακόμα μπορεί και υποκλέπτει συνομιλίες από 700 κινητά τηλέφωνα, νούμερα καλούμενου, sms, mms καθώς και 100 συνδέσεις internet.
Μάλιστα, στις ηπα – παραμονές πρωτοχρονιάς του 2006 – το Kογκρέσο συζητούσε ώστε οι παρακολουθήσεις να γίνονται με το νόμο, χωρίς γραφειοκρατικές καθυστερήσεις. Παρακάμπτονται οι διαδικασίες για άρση απορρήτου από εισαγγελείς αφού η πάταξη της τρομοκρατίας και η εθνική ασφάλεια μπαίνει σαν προτεραιότητα. Δεν είναι αναγκαίες οι αποδείξεις πως κάποιος ίσως είναι ένοχος οπότε πρέπει να παρακολουθείται. Αρκεί να είναι μελαμψός…

Smartphones

Με τις εφαρμογές που αναπτύσσονται για τα κινητά νέας γενιάς, η ανωνυμία έχει χαθεί. Οι διαδικτυακές και οι χερσαίες επισκέψεις θα καταγράφονται. Κάπως έτσι θα δημιουργείται μία ψηφιακή ταυτότητα, προτιμήσεων του χρήστη. Αν επιλέξει κανείς να μείνει μακριά από όλα αυτά θα είναι δύσκολο. Το γερμανικό ομοσπονδιακό συνταγματικό δικαστήριο το 2008 ενέκρινε διάταξη που επιτρέπει την αποθήκευση δεδομένων κίνησης των χρηστών στην τηλεφωνία και στο διαδίκτυο, επικαλούμενο λόγους ανάπτυξης υπηρεσιών αλλά και (φυσικά) ασφαλείας. Πλέον θα καταγράφονται οι ακριβείς κινήσεις όποιου κουβαλάει smartphone. Μια εφαρμογή θέλει τους χρήστες κινητών νέας γενιάς να δίνουν στοιχεία ιατρικού ιστορικού και τυχόν συμπτωμάτων που αντιμετωπίζουν, έτσι ώστε οι επιστήμονες να μπορέσουν να έχουν γεωγραφική επιτήρηση των μη υγιών. Στοιχεία σαν κι αυτά θα είναι διαθέσιμα σε κάθε ενδιαφερόμενο επιστήμονα.

Συμμετοχική επιτήρηση

Στο βαθμό που στις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες κάθε κάτοικος έχει κι ένα κινητό και περίπου το 60% στις λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες, θα μπορούσε να πει κανείς πως αυτό είναι ένα φαινόμενο που συμβαίνει σχεδόν ολοκληρωτικά. Σαν τέτοιο λοιπόν αξίζει να μελετηθεί. Όχι απλά σαν ένα τεχνολογικό φαινόμενο μεγάλης κλίμακας αλλά σαν ένα σύνολο σχέσεων που αλλάζουν καθημερινά (σε συνεργασία, όμως, και με άλλα μέσα, σαν το internet)· των σχέσεων επικοινωνίας εν προκειμένω. Επικοινωνία που ταυτίζεται με την δικτύωση.

Όταν τα 4 δισεκατομμύρια των γήινων έχουν τηλέφωνα συνεχώς μαζί τους, η δικτύωση επιτυγχάνεται μέσω του κινητού τηλεφώνου. Η λογική του ότι κουβαλάει κάποιος ένα τηλέφωνο παντού μαζί του, τον καθιστά συνεχώς προσβάσιμο. Σαν αποτέλεσμα, οι κλήσεις, sms, mms δε μπορούν να αγνοηθούν. Όταν κάποιος θέλει να βρει κάποιον, αρκεί να τον καλέσει. Αυτή η αμεσότητα, η ευκολία της επικοινωνίας δημιουργεί σχέσεις αλληλοεπιτήρησης. Η αλληλοεπιτήρηση στις κοινωνικές σχέσεις έχει γιγαντωθεί με το κινητό τηλέφωνο. Ενδεικτικη αυτής της κατάστασης είναι η κοινότυπη πια ερώτηση “που είσαι;”. Το πώς αλλάζει όμως η επικοινωνία επηρεάζει, με αντίστοιχο τρόπο, και τις υπόλοιπες σχέσεις στην καθημερινότητά μας. Εκεί που για παράδειγμα σε μια σχέση (φιλική, συγγενική) στηριζόταν κανείς στην εμπιστοσύνη  με τον άλλο, σήμερα κεντρικά μπαίνει ο έλεγχος – με την ευκολία που παρέχει το μέσο. Έχουν εκφυλιστεί δηλαδή οι δεσμοί στο “πού είσαι;” “τι ώρα θα ‘ρθεις” κ.λ.π. Επίσης, η απευθείας αφήγηση της κάθε έντονης ή ανιαρής στιγμής με το κινητό να φλερτάρει με το αφτί κάθε λίγο και λιγάκι, είναι χαρακτηριστική της ποιότητας των σχέσεων που έχουν διαμορφωθεί από αυτά. Τρανό παράδειγμα είναι οι ερωτικές σχέσεις. Το ζευγάρι επιβεβαιώνει τη θέση στο χώρο που βρίσκεται τακτικότατα. Επιπλέον το κινητό έχει υπάρξει αιτία για πολλούς καβγάδες. Όταν π.χ. ο ένας ρίξει μια ματιά στα μηνύματα του άλλου. Άλλο παράδειγμα είναι όταν κάποιος από το ζεύγος δεχτεί κλήση από μη κοινό γνωστό τους. Αφού στήνει αφτί, με το που τερματίζει η κλήση ξεκινάει η ανάκριση: “Ποιός ήτανε;”, “τί θέλει τέτοια ώρα;” κλπ.
Εκεί όπου βασιλεύει η καχυποψία, οι κλήσεις αυξάνονται. Όπως και στην εργασία. Τα αφεντικά θέλουν να αξιοποιούν το κάθε εργατολεπτό. Όταν το αφεντικό δε μπορεί να επιβλέψει, ένα τηλεφώνημα στο κινητό θα είναι αρκετό για να φορτώσει παραπάνω δουλειά. Παρακολουθείται η διαθεσιμότητα του εργάτη και του προστίθενται καθήκοντα. (Kαθημερινή 27/9/9)
Η δίψα για την πληροφορία έχει φτάσει σε ξέφρενα επίπεδα. Στην αγγλία, αποκαλύφθηκε πως ιδιωτικοί ντέντεκτιβ υπέκλεπταν συνομιλίες από 3000 άτομα (διασημότητες, πολιτικούς, αθλητές), για λογαριασμό του Ρούμπερτ Μέρντοχ, εκδότη δύο μεγάλης κυκλοφορίας ταμπλόιντ (“The sun”, “News of the world”) και ανώτατου στελέχους του συντηρητικού κόμματος της αγγλίας. Πολλά πρωτοσέλιδα είχαν εμπλουτιστεί με τα σκανδαλώδη μυστικά των επωνύμων (Kαθημερινή 10-07-09).
Άλλο παράδειγμα της διαρκούς αλληλοεπιτήρησης είναι μία ισραηλινή εταιρεία κινητών. Η συγκεκριμένη δίνει την δυνατότητα καταγραφής όλων των συνομιλιών με τα μοντέλα της. Η κάθε κουβέντα θα υπάρχει για να ανατρέξει κανείς για οποιονδήποτε λόγο. (Κάτι αντίστοιχο με τα πρακτικά των δικαστηρίων.)  Από το να μοιραστεί με τα φιλαράκια του τις ομιλίες που κάνει, μέχρι το να τις έχει σαν πειστήρια σε διαφωνίες. Η ουσία είναι να κρατούνται τα πάντα. Το scripta manent (τα γραπτά μένουν) μετατράπηκε σε verba manent (τα λόγια μένουν).

Μια άλλη μορφή συμμετοχικής επιτήρησης αποτελούν οι εφαρμογές μέσω bluetooth. Αρχεία στέλνονται σε κινητά τηλέφωνα ανυποψίαστων, τα δέχονται, και μέσω αυτών εγκαθίστανται λογισμικά (ιοί) μέσω των οποίων οι αποστολείς των εφαρμογών αυτών μπορούν να πάρουν όλα τα δεδομένα, να χρησιμοποιήσουν το κινητό, να υποκλέψουν συνομιλίες. Τέτοια προγράμματα είναι προσιτά στον καθένα με ένα ψάξιμο στο διαδίκτυο.
Στην οικογένεια, οι γονείς δίνουν στα παιδιά κινητά ώστε να τα εντοπίζουν ανά πάσα στιγμή. Με αυτόν τον τρόπο, τα παιδιά δεν αποκόπτονται ποτέ από τους γονείς. Είναι σε διαρκή επικοινωνία μαζί τους, με την παραμικρή δυσκολία. Δεν παίρνουν ρίσκα. Όταν λείπει η φυσική παρουσία του γονιού, η φωνή του από το κινητό αναλαμβάνει. Από την άλλη, αυτή η πιεστικά στενή αναφορά που δίνουν τα παιδιά, συμβαδίζει με την ελευθερία τους, αφού όταν τους στερείται η έξοδος, για παράδειγμα, αυτά μπορούν να επικοινωνήσουν με τον έξω κόσμο. Να έχουνε μια εποπτεία της δημόσιας ζωής από το σπίτι τους. Πρόκειται, όμως, για φαινομενική ελευθερία μιας και παλιότερα οι νεαροί και οι νεαρές είτε το σκάγανε είτε αναμετρούνταν με τους καταπιεστικούς γονείς τους.

Η κοινωνική ύπαρξη πάει χέρι χέρι με το κινητό τηλέφωνο. Όταν κάποιος δεν είναι κάτοχος ενός τηλεφώνου (σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους) αμέσως αποκλείεται από τα εγκόσμια επειδή είναι δύσκολα προσβάσιμος, καθώς και επειδή η επικοινωνία γίνεται μέσω των κινητών. Το εργαλείο αυτό είναι τόσο ισχυρό για την δικτύωση με τα άτομα, που ακόμα και φτωχός να είναι κάποιος, κινητό θα έχει για να μιλήσει. Στις ηπα, οι νεαρές κοπέλες στέλνουν – κατά μέσο όρο – 100 sms την ημέρα. Μέσα σε 100 sms τη μέρα, η κάθε στιγμή παύει να είναι προσωπική, παύει να είναι μία αφήγηση, ένα σχόλιο για την στιγμή που δύο άνθρωποι θα συναντηθούν άμεσα. Σε 100 sms τη μέρα περιγράφονται οι κινήσεις του καθενός βήμα βήμα. Γεννιέται μια φλυαρία άσκοπη, επαναπροσδιορίζεται η σημαντικότητα της στιγμής.
Οι σχέσεις στα σχολεία άλλαξαν επίσης. Οι νταήδες πια πειράζουν τα θύματά τους ακόμα και μετά από το σχολείο. Οποιαδήποτε ώρα στέλνουν απειλητικά sms. Ή ακόμα χειρότερα μέσω ντροπιαστικών φωτογραφιών που αποθανάτισαν με τα κινητά τους. Η σχέση δασκάλου – μαθητή διαφέρει και αυτή σε σύγκριση με το παρελθόν. Οι μαθητές, για να σπάσουν τη μονοτονία του μαθήματος, παίζουν με το κινητό. Μέσα σ’ όλα, τραβάνε βίντεο παιδιών που παίρνουν έναν υπνάκο στα θρανία, που κατουράνε στις τουαλέτες, τα θέματα των εξετάσεων κλπ. Οι δάσκαλοι είναι ανήμποροι να αντιδράσουν αφού οι μαθητές χρησιμοποιούν επιχειρήματα του στυλ “δεν ενοχλώ το μάθημα”. Τα κινητά τηλέφωνα καταργήθηκαν (τυπικά) στα σχολεία με αφορμή την γνωστή υπόθεση στην Aμάρυνθο.
Eν τέλει, γίνεται αδύνατο να μην καταγράφονται οι πάντες, ακόμα κι εκείνοι που δεν θέλουν. Όλοι κουβαλάνε μια κάμερα μαζί τους, ενσωματωμένη στο κινητό τους. Ανά πάσα στιγμή ο καθένας γίνεται θέαμα. Ο φετιχισμός της εικόνας επιβάλλει ό,τι τραβάει την προσοχή να μαγνητοσκοπείται. Εξασφαλίζεται η αποτύπωση της “αλήθειας”. Έπειτα το βίντεο μοιράζεται μέσω bluetooth, mms, υπέρυθρων κλπ και, μερικές φορές, δημοσιεύεται. Sites σαν το youtube, κάνουν τη δουλειά της δημοσιοποίησης. Η κάθε στιγμή είναι σημαντική οπότε και πρέπει, καταρχάς, το κινητό τηλέφωνο να έχει κάμερα και με καλή ανάλυση. Πρέπει να τραβήξει κανείς την σκηνή, για να μπορέσει να την “ζήσει” μετά, στην αναπαράστασή της – αλλιώς είναι σαν να μην έγινε. Οι σύγχρονοι υπήκοοι όχι μόνο ζούνε μ’ έναν τρόπο που τους διαφεύγει αλλά με αυτά τα τεχνικά μέσα έχουν οι ίδιοι την δυνατότητα να αναπαράγουν συνεχώς διακεκομμένες (σαν σκετσάκια) και άρα ψευδείς πραγματικότητες και να επιλέγουν με αυτό τον τρόπο να ζουν μέσα σ’ αυτές, παραμερίζοντας την καθημερινή πραγματικότητα, με ό,τι μπορεί να περιλαμβάνει. Η εξιστόρηση μιας στιγμής αντικαθίσταται από ένα βίντεο, μια φωτογραφία. Ο λεκτικός πλούτος αναπληρώνεται από την ευκολία του οπτικού πανδαιμόνιου, πάντα στην τσέπη, έτοιμο να τέρψει το μάτι. Για παράδειγμα, πληθώρα ατόμων βλέπουν τις συναυλίες από τα κινητά τους τηλέφωνα ενώ ο αρτίστας βρίσκεται μπροστά τους με σάρκα και οστά. Ακόμα και οι προσωπικές στιγμές ενός ζευγαριού “ανεβαίνουν” στο διαδίκτυο (τσοντοsite σαν το youporn, xvideos κλπ). Έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο κάποιος να τραβάει τη φίλη του σε διάφορες πόζες ή την ώρα του σεξ, και όταν χωρίζουν το βίντεο να δημοσιοποιείται σαν διαπόμπευση. Σημασία έχει το οπτικό υλικό από την εξιστόρηση της στιγμής. Αν δεν υπάρχει αυτό, είναι σα να μην υπάρχει κουβέντα. Στέκεται κιόλας σαν αποδεικτικό στοιχείο της εμπειρίας σου. Ένδειξη της ανδρείας πολλών αρσενικών αποτελούν τα νούμερα, τα sms, οι κλήσεις, τυχόν φωτογραφίες από γυναίκες που είναι αποθηκευμένα στη μνήμη του κινητού.

Χαρακτηριστικά, η συγκεκριμένη τεχνολογία έχει μεταλλάξει ριζικά το τι εννοούμε σαν επικοινωνία σε βαθμό που αυτή έχει ταυτιστεί με το μέσο (δηλαδή τα κινητά). Η τεχνολογία – τεχνική, το επίτευγμα δηλαδή, για τους περισσότερους σήμερα έχει ξεπεράσει σε σημασία την σχέση που ονομάζουμε επικοινωνία, με ό,τι μπορεί αυτό να χωράει. Ακόμη και πράγματα που μπορεί να μην αναπαρίστανται στον ήχο του ραδιοφώνου ή στην οθόνη. Όπως οι μυρωδιές ή το κρύο ή η ζέστη που μπορεί να έχει κάπου. Αυτό που έχει σημασία είναι αν έχεις καλό σήμα, αν είχε κι ο άλλος, και αν τελικά το σήκωσε και είπατε και οι δύο, που είσαστε και το τι θα κάνετε μετά. Οι διαφορετικές παραλλαγές αυτής της διαδικασίας έχουν φτάσει σήμερα να θεωρούνται σαν επικοινωνία. Εκπαιδευόμαστε μάλιστα σ’ αυτήν σε τέτοιο βαθμό που δυσκολευόμαστε (στο μέλλον μπορεί ακόμα και να εκλείψει εντελώς) να επικοινωνήσουμε με τρόπο και να παράγουμε τρόπους που θα ξεπερνούν το “έλα-που-είσαι;” του κινητού, ακόμη κι αν μιλάμε πρόσωπο με πρόσωπο με κάποιον. Ίσως στο μέλλον (ή ακόμη και τώρα) να ακούγεται ρομαντικό ή εξωπραγματικό το να θεωρεί κανείς επικοινωνία να κάθεσαι με κάποιον και να τον κοιτάς στα μάτια όταν μιλάτε ή να τον αγγίζεις. Κι αυτό γιατί θα έχουμε προετοιμαστεί από την καθημερινότητά μας για κάτι άλλο, για επικοινωνία που φέρνει πιο πολύ στο ναι ή όχι του υπολογιστή.
Νομιμοποιημένη είναι η λογική του κινητού – δημοσιογράφου. Πολλοί εκθειάζουν το κινητό τηλέφωνο ως αναγκαίο για τη σφαιρική κάλυψη των δρώμενων. Παράδειγμα το Aμπού Γκράιμπ όπου αμερικάνοι στρατιώτες βασάνιζαν σεξουαλικά ιρακινούς κρατούμενους αποθανατίζοντας τα βασανιστήρια με τα κινητά τους. Τα βίντεο διαδόθηκαν και έφτασαν στα χέρια των μμε. Θεωρήθηκε πως η λήψη τους και η κυκλοφορία τους, έστω κι αν έγινε από τους βασανιστές, ήταν θετικό γεγονός μιας και αποκαλύφθηκε το συμβάν. Εν τω μεταξύ, η άρνηση συμμετοχής στο θέαμα εκλαμβάνεται ως ύποπτη συμπεριφορά, στην καλύτερη ως κομπλεξισμός.

Βάσει των κινητών νέας γενιάς που έχουν ενσωματωμένο gps, sites σαν το facebook και το twitter προσάρμοσαν τις ιστοσελίδες τους. Με τις νέες ικανότητες των συσκευών θα είναι δυνατό να ανανεώνεται το προφίλ του χρήστη δίνοντας την ακριβή τοποθεσία του σημείου που βρίσκεται (geolocation). Sites σαν το gowalla, το brightkite, το loopt κλπ ήδη έχουν αξιοποιήσει τα κινητά νέας γενιάς. Παρέχουν την ακριβή θέση του χρήστη σε όσους σερφάρουν στα παραπάνω site. Κάποια παρέχουν, μάλιστα, εκπτώσεις σε καταστήματα που συνεργάζονται με site γεωεντοπισμού. Αρκεί το “έξυπνο κινητό” να επισκεφτεί ορισμένες τοποθεσίες που του ζητάει / προτείνει το site κερδίζοντας, έτσι, πόντους (αυτό εφαρμόζεται και στην ελλάδα). Κάποια sites όπως το twitter αποθηκεύουν αυτά τα γεωγραφικά δεδομένα για κάποιον καιρό (τουλάχιστον). Τα i-phone προσφέρουν την παρακολούθηση της κάθε κίνησης σε τρίτους. Η εισαγωγή των gps στα κινητά κάνει τις σχέσεις να περνάνε από το μικροσκόπιο. Η γνώση της ακριβούς τοποθεσίας των παιδιών από τους γονείς ή της συζύγου από τον σύζυγο δε θα αφήνει χώρο και χρόνο στις προσωπικές στιγμές. Το ίδιο θα συμβεί με τα αφεντικά, ειδικά σε εξωτερικές δουλειές. Ο κούριερ θα μπορεί να επιτηρείται από το αφεντικό. Η κίνηση των ανθρώπων αποτελεί μια κουκίδα σε μία οθόνη για τον κάθε ενδιαφερόμενο. Για πολλές περιπτώσεις στην περίπτωση “μη γίνει κάτι”.

Σε πολλές χώρες είναι διαδεδομένη η τεχνολογία της “επαυξημένης πραγματικότητας” (augmented reality) – τεχνολογία που εφαρμόζεται στα κράνη των πιλότων από τη δεκαετία του ‘80. Το σύστημα περιλαμβάνει το gps που δίνει τις γεωγραφικές συντεταγμένες, μια ενσωματωμένη πυξίδα που καταλαβαίνει το που στρέφεται ο φακός της κάμερας και ένα επιταχυνσιόμετρο που δίνει τη γωνία λήψης. Με την κάμερα στραμμένη σε κάποιο σημείο, εμφανίζονται πληροφορίες για το εν λόγω σημείο. Έτσι, όταν στραφεί η κάμερα σε ένα κτίριο για παράδειγμα, θα προβάλλονται πληροφορίες για το κτίριο (αν νοικιάζεται κάποιο διαμέρισμα, την ιστορία του κλπ.). Πληροφορίες οι οποίες έχουν καταχωρηθεί μαζί με τις γεωγραφικές συντεταγμένες σε μια βάση δεδομένων. Τέτοια δεδομένα μπορούν να δοθούν από οποιονδήποτε. Είτε από εταιρείες που διαφημίζουν ένα κατάστημα είτε από κάποιον που θέλει να μάθει όλος ο κόσμος ότι το τάδε διαμέρισμα του ανήκει. Στα σκαριά βρίσκεται, επίσης, το λογισμικό augmented id που θα “αναγνωρίζει” το άτομο που σημαδεύει κάποιος με την κάμερα μέσω του i-phone και, στη συνέχεια, θα εμφανίζει τα προφίλ που έχει καταχωρήσει ο “στόχος” στα διάφορα “κοινωνικά” site. Για να ξέρεις γρήγορα και απλά με τι κουμάσι έχεις να κάνεις… Αρκεί να τον στοχεύσεις επιτηρώντας τον.
Γενικότερα, η εισαγωγή τόσο των νέων τεχνολογιών (internet, gps) όσο και των εφαρμογών που τις ακολουθούν σε μία συσκευή, που ήδη είναι ταυτισμένη με την καθημερινή επικοινωνιακή πραγματικότητα χιλιάδων ανθρώπων, και άρα τόσο οικεία, μπορεί να προσδώσει μια αίσθηση απόλυτου στο σχετίζεσθαι όπου η ατομική δικτύωση στην (εικονική;) “κοινωνική” πραγματικότητα θα συμπυκνώνεται μέσα από αυτή την συσκευή. Το κινητό τηλέφωνο τείνει να γίνει η προέκταση του “εγώ”. “Ανύπαρκτος” χωρίς αυτό, On line με αυτό, μετατρέποντας το σε απόλυτο χειριστήριο. Ένα μέσο συνεχούς αυτοπροβολής στη δικτυωμένη πραγματικότητα.

διαδίκτυο

Ιστορικά

Το Internet συνιστά μια τεχνολογική πλατφόρμα στην οποία πολλές και διαφορετικές υλικές υποδομές (hardware) συναντώνται και συνεργάζονται με εφαρμογές λογισμικού (software), με στόχο την επικοινωνία και τη μεταφορά δεδομένων. Υπολογιστές, διακομιστές, συσκευές επικοινωνίας και βοηθητικές συσκευές, πρωτόκολλα επικοινωνίας και μεταφοράς δεδομένων, προγράμματα πλοήγησης και λειτουργικά συστήματα δικτύωσης, χάλκινα καλώδια και οπτικές ίνες, συνθέτουν την αρχιτεκτονική του Διαδικτύου.”
Η σύλληψη της ιδέας του διαδικτύου και η πραγματοποίηση του οφείλεται στην DARPA (Defense Advanced Research Projects Agency), ερευνητική υπηρεσία του στρατού των ηπα. Προέκυψε κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου και ο σκοπός τους ήταν να δημιουργηθεί ένα δίκτυο επικοινωνίας που να μπορεί να επιβιώσει σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης. Το 1969 λοιπόν, εν μέσω κοινωνικού αναβρασμού, λειτούργησε το πρώτο είδος διαδικτύου που συνέδεε καλωδιακά με ταχύτητα 50 Kbps τα πανεπιστήμια, της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, SRI (στο Στάνφορντ), της Καλιφόρνια στη Σάντα Μπάρμπαρα και της Γιούτα. Αρχικά επρόκειτο για μεταφορά πληροφοριακών πακέτων (packet switching), όπου τα δεδομένα που μεταδίδονται κόβονται σε πακέτα και πολλοί χρήστες μπορούν να μοιραστούν την ίδια επικοινωνιακή γραμμή. Ο σκοπός ήταν η δημιουργία ενός δικτύου που θα συνέδεε απομακρυσμένους κόμβους, ακόμα και αν κάποια από τα ενδιάμεσα συστήματα βρίσκονταν προσωρινά εκτός λειτουργίας. Κάθε πακέτο θα είχε την πληροφορία που χρειάζονταν για να φτάσει στον προορισμό του, όπου θα γινόταν η επανασύνθεσή του σε δεδομένα τα οποία θα μπορούσε να διαβάσει ο τελικός αποδέκτης.
Το 1972 δημιουργήθηκαν τα e-mail, που αποδείχτηκαν ιδιαίτερα δημοφιλή. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 αναπτύχθηκε το πρωτόκολλο επικοινωνίας TCP/IP, που αντικατέστησε το ΝCP (Network Control Protocol), αρχικό πρωτόκολλο του ARPAnet. Το TCP/IP έδινε μεγάλη σημασία στη δυνατότητα διασύνδεσης επί μέρους τοπικών δικτύων. Σύντομα, το πρωτόκολλο αυτό έγινε το μοναδικό πρωτόκολλο επικοινωνίας του ARPAnet. Την ίδια χρονιά (1970) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά η λέξη Internet.
Το 1974 εγκαινιάστηκε το telnet, η πρώτη εμπορική εκδοχή του ARPAnet. Η εξέλιξή του, όπως και η αύξηση των χρηστών ήταν ραγδαία τα τελευταία 20 χρόνια, ειδικά μετά τη δημιουργία του internet explorer (1995), καθώς και τη γέννηση των δημοφιλών μηχανών αναζήτησης google (1996), yahoo (1994), κλπ. Στην ελλάδα το internet ήρθε το 1991 μέσω του δικτύου NSFNET.
Σήμερα το internet θεωρείται από τους περισσότερους κοινωνική αναγκαιότητα, καθώς το αναγνωρίζουν ως το καλύτερο μέσο για να κοινωνικοποιηθούν, να δουλέψουν, να πολιτικοποιηθούν, να ενημερωθούν, να ψάξουν για πληροφορίες, να παίξουν παιχνίδια, να μιλήσουν με τους φίλους τους, να γκομενίσουν, να ψωνίσουν προϊόντα, να ακούσουν μουσική, να δούν τηλεόραση, να κατεβάσουν ταινίες, προγράμματα ή άλλα δεδομένα κλπ. Η λίστα μοιάζει ατελείωτη. Αυτή η παράλληλη ψηφιακή πραγματικότητα, που έχει διαδοθεί με εκπληκτικούς ρυθμούς, δε θα μπορούσε παρά να αποκτήσει αρκετά γρήγορα και τους επιτηρητές της.

Επιτήρηση από πάνω

Η επιτήρηση αυτή του διαδικτύου είναι μια συνθήκη που δεν κρύβεται από τα αφεντικά, αντίθετα υπερπροβάλλεται ως μια από τις δυνατότητες του νέου τεχνολογικού θαύματος. Οι επιτηρούμενοι του νέου πανοπτικού ξέρουν ότι παρακολουθούνται και ακολούθως προσαρμόζονται στις κανονικότητες / κανόνες του παιχνιδιού, αυτοεπιτηρούμενοι ή επιτηρώντας με τη σειρά τους άλλους. Η αίσθηση ότι οι κινήσεις του καθενός στο internet είναι εν δυνάμει παρακολουθήσιμες ανα πάσα στιγμή είναι πλέον εγγενής στη λειτουργία του.
Το κέντρο βάρους της κριτικής στην παραβίαση των προσωπικών δεδομένων στο internet, δείχνει να εστιάζεται στη δημόσια τάξη και πάλι – που όμως είναι ένα μικρό μόνο μέρος της επιτήρησης, αν και σίγουρα όχι αμελητέο.
Τον τελευταίο καιρό ετοιμάζεται να μπεί σε γενική εφαρμογή ένα νέο πρωτόκολλο, το IPv6 που θα αντικαταστήσει το προηγούμενο IPv4 που χρησιμοποιείται σήμερα. Το νέο πρωτόκολλο παρουσιάζεται ως φιλικότερο στο χρήστη και με ακόμη μεγαλύτερες ταχύτητες, και προορίζεται να καλύψει τις αυξημένες πληθυσμιακές ανάγκες για δικτύωση, παρέχοντας περισσότερες και πιο εξατομικευμένες διευθύνσεις χρηστών (IP). Μ’ αυτόν τον τρόπο η χαρτογράφηση των χρηστών θα είναι ακόμη πιο αποτελεσματική, καθώς ο καθένας θα έχει την προσωπική του ταυτότητα χρήστη, ακόμη κι αν χρησιμοποιεί τον ίδιο υπολογιστή με άλλους.
Οι δυνατότητες της δημόσιας τάξης να επιτηρεί το internet είναι ήδη πολύ μεγάλες. Οι μηχανές αναζήτησης υποχρεούνται να φυλάσσουν τα δεδομένα της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας των χρηστών από 6 μήνες εως 2 χρόνια για λόγους δημόσιας ασφαλείας. Η άρση του ιδιωτικού απορρήτου για τις επαφές των χρηστών είναι ιδιαίτερα εύκολη, και ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ήδη από το 2009 ο πρόεδρος των ηπα διατηρεί το δικαίωμα να απαγορεύσει την πρόσβαση σε ιστοσελίδες που θεωρούνται επικίνδυνες για τη δημόσια ασφάλεια. Ακόμα, ενθαρρύνεται η αποθήκευση μεγαλύτερων αρχείων δεδομένων σε “αποθήκες” στο internet (με το επιχείρημα ότι τα μεγάλα αρχεία καταλαμβάνουν πολύ χώρο από το σκληρό δίσκο των χρηστών) που διευκολύνει ακόμα περισσότερο την πρόσβαση και τον έλεγχο των αρχών σε αυτές.

Η διαδικτυακή επιτήρηση όμως, είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη και στο πεδίο της κατανάλωσης. Ήδη, από τις αρχές της δεκαετίας του 90 οι καταναλωτικές ιστοσελίδες τύπου amazon (και χιλιάδες παρόμοιες) εκμεταλλεύονται προσωπικές πληροφορίες των χρηστών προς εμπορική αξιοποίηση, φτιάχνοντας τα προσωπικά προφίλ του κάθε καταναλωτή. Αυτά τα προφίλ δεν φτιάχνονται μόνο βάσει στοιχείων που έχει δώσει ο καθένας, αλλά και βάσει των ιστορικών περιήγησης, δηλαδή του ποιές σελίδες επισκέπτεται κανείς, ποιά άλλα παρόμοια καταναλωτικά είδη ενδέχεται να τον ενδιαφέρουν ώστε να υπάρχουν παραπομπές σε παρόμοιες σελίδες. Επίσης πόσες φορές συνάντησε ο χρήστης τη χ ή την ψ διαφήμιση, αν ανταποκρίθηκε σε αυτήν ή όχι, κλπ. Με αυτόν τον τρόπο χαρτογραφούν όλο και πιο εξατομικευμένα καταναλωτικά προφίλ και αγοραστικές συμπεριφορές, χωρίς να καταφεύγουν στις παλιές, αμφίβολης αποτελεσματικότητας μεθόδους όπως τα γκάλοπ. Το e-mail marketing και τα spam έχουν γίνει βασικά εργαλεία προώθησης προϊόντων για τις εταιρίες, με χαμηλό συγκριτικά κόστος και με καλύτερη στόχευση σε εξειδικευμένες ομάδες πελατών. Παρόμοια με τις εμπορικές ιστοσελίδες λειτουργούν και οι μηχανές αναζήτησης, ή κόμβοι βίντεο τύπου youtube. Όλες οι σελιδες στο internet τείνουν να προτείνουν παρόμοιες σελίδες, προϊόντα ή υπηρεσίες βάσει του ατομικού προφίλ του κάθε χρήστη.
Κάποια από τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών δίνονται εκούσια και άλλα ακούσια. Ένα μέρος τους εντοπίζεται μέσω cookies ή άλλων παρόμοιων εφαρμογών που εγκαθίστανται στο σκληρό δίσκο του υπολογιστή του χρήστη όταν πρωτοεπισκέπτεται μια ιστοσελίδα και παρακολουθούν το ιστορικό περιήγησής του. Άλλα προσωπικά δεδομένα δίνονται οικειοθελώς από τους χρήστες όταν συμπληρώνουν φόρμες για να αγοράσουν προϊόντα, να εγγραφούν σε οποιαδήποτε σελίδα που θα τους παρέχει περισσότερες πληροφορίες αν είναι μέλη, σε on line συζητήσεις σε chat rooms κλπ.
Σε πολλές περιπτώσεις τα στοιχεία αυτά πωλούνται από εταιρείες σε άλλες εταιρίες για παραπέρα αξιοποίηση.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η αξιοποίηση αυτή των προσωπικών δεδομένων και οι παραπομπές των ιστοσελίδων σε άλλες παρεμφερείς ιστοσελίδες με τη μορφή προτάσεων, δεν γίνονται αντιληπτές ως επιτήρηση, δεν έχουν αρνητική χροιά, αντίθετα εκλαμβάνονται από την πλειοψηφία των χρηστών ως προνόμιο και διευκόλυνση, απλοποίηση του χάους των πληροφοριών. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά. Σελίδες που υπενθυμίζουν στους χρήστες τις γιορτές και τα γενέθλια των φίλων τους και που προτείνουν επίσης πιθανά δώρα για αυτούς, εκδηλώσεις που μπορεί να τους ενδιαφέρουν βάσει των περιηγήσεών τους στον παγκόσμιο ιστό, εμπορικές ιστοσελίδες με wish list, δώρα δηλαδή που συστήνει ο χρήστης – μέλος στους φίλους του να του πάρουν κλπ.
Οι αντιδράσεις περί παραβίασης της ιδιωτικότητας παραμένουν χλιαρές. Για πολλούς γίνεται αντιληπτή ως αναγκαίο κακό (δίνεις πληροφορίες για σένα – χάνεις σε ιδιωτικότητα – κερδίζεις σε υπηρεσίες). Άλλοι ψάχνουν για προγράμματα που θα διασφαλίζουν την ανωνυμία τους καθώς σερφάρουν στο internet. Προσπαθώντας να μετριάσουν κατ’ αυτό τον τρόπο την ακούσια παραβίαση των προσωπικών τους δεδομένων. Αυτό βέβαια σημαίνει παράλληλα ότι για τις περισσότερες από αυτές τις υπηρεσίες προστασίας της ανωνυμίας υποχρεούνται να δώσουν ένα λεπτομερειακό προσωπικό προφίλ στη συγκεκριμένη υπηρεσία.
Άλλος τομέας όπου εμφανίζεται έντονη η ιντερνετική επιτήρηση είναι ο εργασιακός. Από τα τέλη της δεκαετίας του ‘90 ακόμα, κυκλοφορούν προγράμματα που επιτρέπουν την παρακολούθηση των υπολογιστών των υπαλλήλων των επιχειρήσεων από τα αφεντικά. Τους δίνεται η δυνατότητα να βλέπουν ποιές ιστοσελίδες επισκέπτονται οι υπάλληλοί τους, μέχρι και το περιεχόμενο των mail τους. Μπορούν να ειδοποιούνται από τη χρήση συγκεκριμένων λέξεων – κλειδιών για το αν οι υπάλληλοι ασχολούνται με εξωεργασιακές δραστηριότητες και μπορούν, αν το θέλουν, να μεταφέρουν το περιεχόμενο της οθόνης των υπαλλήλων τους στην οθόνη του δικού τους υπολογιστή. Ακόμη και για την ταχύτητα πληκτρολόγησης των εργαζομένων υπάρχει δυνατότητα ενημέρωσης. Παράλληλα, τα ατομικά προφίλ σε σελίδες τύπου facebook τείνουν πλέον να θεωρούνται πιο έγκυρα στην αγορά εργασίας από τα κλασικά βιογραφικά.

Ανάλογους τρόπους επιτήρησης εφαρμόζουν και διάφορα πανεπιστήμια που ελέγχουν τα ιστορικά περιήγησης των φοιτητών τους αν και όχι πάντα εν γνώσει τους, με αντάλλαγμα φτηνό ή δωρεάν internet. Εξέχοντα ρόλο σ’ αυτό το γαϊτανάκι επιτήρησης παίζουν και οι άκρως δημοφιλείς μηχανές αναζήτησης τύπου google και yahoo, όπως προαναφέραμε καθώς επίσης και οι ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης (social networks).
Ενδεικτικό είναι το ότι μετά από κατηγορίες για παραβίαση προσωπικών δεδομένων, ο πρόεδρος της google δήλωσε ότι “οι υπηρεσίες της εταιρείας του είναι εστιασμένες στην καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των χρηστών και γι αυτό το λόγο αποθηκεύονται κάποιες πληροφορίες βάσει της επισκεψιμότητας των σελίδων. Αν κάποιος ντρέπεται για το περιεχόμενο των σελίδων που επισκέπτεται, μπορεί να σταματήσει να το κάνει.”
Επίσης, στην αυστραλία ξέσπασε σκάνδαλο όταν αποδείχθηκε ότι τα κινητά συνεργεία της υπηρεσίας Street View της google, που φωτογραφίζουν κάθε γειτονιά σε δεκάδες πόλεις σε όλο τον κόσμο, συνέλεγαν ταυτόχρονα δεδομένα από ξεκλείδωτα ασύρματα δίκτυα, e-mails και λίστες με τα sites που επισκέπτονταν χρήστες. H απάντηση που δόθηκε, ήταν ότι τα προσωπικά δεδομένα συλλέχθηκαν κατά λάθος(!) και δεν είναι στην πολιτική της εταιρείας να συλλέγει προσωπικά δεδομένα. Δεσμεύτηκε ότι θα διαγράψει τα επίμαχα στοιχεία και δήλωσε ότι δεν τα έχει χρησιμοποιήσει πουθενά.
Και για τις υπόλοιπες εταιρίες πάντως, υπάρχουν πλήθος καταγγελιών για αντίστοιχες παραβιάσεις, ειδικά για το facebook, που θεωρείται αυτή τη στιγμή από τις μεγαλύτερες βάσεις φωτογραφικού υλικού των χρηστών του στον κόσμο. Tέλος πολλά έχουν ειπωθεί κατά καιρούς για τη συνεργασία των εταιρειών μηχανών αναζήτησης και κοινωνικής δικτύωσης με την αστυνομία.

Συμμετοχική επιτήρηση

Δεν είναι όμως μόνο η επιτήρηση από τα αφεντικά και η οικειοθελής παραχώρηση των προσωπικών στοιχείων των χρηστών που δημιουργούν τα τόσο πλήρη εξατομικευμένα ιστορικά του καθενός, αλλά και η αλληλοεπιτήρησή τους. Ειπώθηκε και πριν: η επιτήρηση δεν είναι μόνο κάθετη από πάνω προς τα κάτω. Οι οριζόντιες μορφές της αποδεικνύονται εξίσου επικίνδυνες. Καταφέρνουν να κλείσουν τις τρύπες στα κυκλώματα επιτήρησης, απέναντι στις οποίες τα αφεντικά από μόνα τους δεν θα μπορούσαν να είναι τόσο αποτελεσματικά.. Ο όγκος των πληροφοριών που διατίθενται και η εύκολη προσβασιμότητα σε αυτές κάνουν τις φαινομενικά ακίνδυνες πληροφορίες επικίνδυνες, συνθέτοντας ακόμη πιο ακριβή ατομικά προφίλ.
Ακόμη και οι πρακτικές peer to peer που είναι στη βάση τους παραβατικές, υπήρξαν πρόδρομος της αλληλοεπιτήρησης, από τη στιγμή που μπορούσε να έχει ο καθένας πρόσβαση στα αρχεία των υπολογιστών των άλλων. Πλέον υπάρχουν και ειδικά προγράμματα, με τα οποία μπορεί κανείς να εισχωρήσει στους σκληρούς δίσκους άλλων και να υποκλέψει αρχεία και πληροφορίες.
Το facebook, το twitter, το myspace, το chat roulette, το hi5, το friendster, αυτοί οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης θεωρούνται ως η νέα μορφή επικοινωνίας. Έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε αμερικανικά πανεπιστήμια έδειξε πως το facebook κρίνεται, απ’ τους χρήστες του, σαν ένα απ’ τα τρία σημαντικότερα πράγματα στη ζωή, μαζί με το σεξ και το αλκοόλ. Καθημερινά εγγράφονται εκατοντάδες χιλιάδες νέα μέλη παγκοσμίως στην υπηρεσία του facebook. Κάθε χρήστης “ανεβάζει” κατά μέσο όρο 50 φωτογραφίες συνδεδεμένες με το προφίλ του. Το facebook έφτασε μέσα στον Aπρίλιο του 2010 να είναι για μια εβδομάδα ο δημοφιλέστερος δικτυακός τόπος στο internet, αφήνοντας πίσω του yahoo και google.

Τι είναι όμως αυτά τα κοινωνικά δίκτυα, που έγιναν τόσο δημοφιλή σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα; Τα social networks όπως λέγονται, είναι οι απόγονοι των ανοιχτών chatrooms της προηγούμενης δεκαετίας. Από τα μέσα της δεκαετίας του ‘90 ως τις αρχές του 2000 είχαν αρχίσει να εμφανίζονται κοινωνικές υπηρεσίες επικοινωνίας στο internet με κάποια από τα χαρακτηριστικά των social networks, όπως το Geocities, Globe.com, Planet out/gay.com, εστιασμένα όμως κυρίως στην on line επικοινωνία, του είδους του msn, που απευθύνονταν σε ομάδες ανθρώπων πιο εξειδικευμένου ενδιαφέροντος. Ακολούθησε το friendster, δικτυακός τόπος όπου έφτιαχνε το κάθε μέλος σελίδα με το προφίλ του προκειμένου να βρει φίλους ή ερωτικούς συντρόφους παρόμοιων ενδιαφερόντων. Από το 2000 και μετά, ακολούθησαν τα πλέον δημοφιλή σήμερα social networks, με πιο γνωστό το facebook.
Το facebook δημιουργήθηκε το 2004 από 3 φοιτητές του Χάρβαρντ, τους Mark Zuckerberg, Andrew McCollum και Eduardo Saverin. Αρχικά απευθυνόταν στους φοιτητές του πανεπιστημίου, ζητώντας τους το αληθινό τους όνομα, φωτογραφία και τα στοιχεία τους, ώστε να μπορούν ανά πάσα στιγμή να επικοινωνήσουν διαδικτυακά με τους συμφοιτητές τους. Σύντομα το πρότζεκτ άνοιξε και περιέλαβε και άλλα πανεπιστήμια με αποτέλεσμα το 2005 να αριθμεί 11 εκατομμύρια χρήστες. Το 2006 άνοιξε και στο κοινό, διατηρώντας τα βασικά του χαρακτηριστικά, όπως πχ τα αληθινά ονοματεπώνυμα των χρηστών, που συνεχίζουν να αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των εγγεγραμμένων μελών, ακόμα και σήμερα. Πέρα από την κοινωνική δικτύωση με τους εκατοντάδες φανταστικούς φίλους, το facebook προσφέρει και τη δυνατότητα συμμετοχής σε ένα πλήθος διαδραστικών εφαρμογών, που για να λειτουργήσουν, πρέπει ο χρήστης να προσκαλέσει και άλλους να παίξουν ή να συγκριθούν μαζί του.

Δεν είναι όμως μόνο που η πλήρης προβολή των στοιχείων των περισσότερων χρηστών δίνει απεριόριστες δυνατότητες ελέγχου στις αρχές. Είναι που και οι χρήστες αυτών των δικτύων επιτηρούν διαρκώς ο ένας τον άλλον, Είτε από περιέργεια, είτε εξαιτίας της πολύ διαδεδομένης στις μέρες μας κουλτούρας της κλειδαρότρυπας.
Δυνατότητες υπάρχουν πολλές και οι ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης ωθούν τα μέλη τους σε αυτήν την κατεύθυνση κι οι χρήστες πρόθυμα ανταποκρίνονται. Ακόμη και να μην επιλέξει να το ψάξει κανείς, πληροφορείται για το ποιος φίλος του επισκέφθηκε το προφίλ ποιού, ποιος έγινε φίλος με ποιον, ποια είναι η ψυχολογική διάθεση του καθενός, ποιανού φωτογραφία αναρτήθηκε σε κάποιων το προφίλ, για σχολιασμούς και κόντρα σχολιασμούς, τέστ που συγκρίνουν προσωπικότητες μεταξύ φίλων, κλπ. Πολιτικά ντιμπέιτς και ιντερνετικές διαμαρτυρίες φιλοζωικού, οικολογικού ή κάθε τύπου, μοστράρονται, συγκρίνονται καθημερινά μεταξύ εκατομμυρίων ανθρώπων, δίνοντας έτσι τόσα πολύπλευρα στοιχεία για το ποιον του καθενός, και φτιάχνοντας τόσο πλήρεις και εξατομικευμένες βάσεις δεδομένων, που κανένα κράτος δεν διανοήθηκε ως τώρα ότι θα μπορούσε να αποκτήσει, ειδικά μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα εθελοντισμού. Οι πολιτικές ταυτότητες και οι σεξουαλικές προτιμήσεις, οι συνήθειες διασκέδασης και τα τεστ IQ συμπληρώνουν τα υπόλοιπα ιστορικά από άλλους ιντερνετικούς τόπους κι όχι μόνο.
Οι κανονικότητες που επιβάλλονται μέσα από τέτοια sites είναι εντυπωσιακές. Επιβάλλεται να προσθέσει κανείς το αφεντικό του στους ιντερνετικούς του φίλους, βομβαρδίζεται με προσκλήσεις για να συμμετέχει σε γκρουπ που προπαγανδίζουν τα επίκαιρα αιτήματα των μήντια (από οικολογικά γκρουπ μέχρι γκρουπ εθνικής ενότητας) και όποιος απέχει επιδεικτικά είναι ύποπτος. Ύποπτος για την έλλειψη συμμετοχής, ύποπτος γιατί δεν κάνει αυτό που κάνουν όλοι οι άλλοι. Η δήλωση πολιτικής ταυτότητας επίσης επισύρει πλήθος κινδύνων για τον αφελή χρήστη, κι όχι μόνο από πιθανή δίωξη των αρχών. Αποτελεί έναν εύκολο τρόπο να τον εντοπίσουν οι εχθροί του.
Άλλη περίπτωση αλληλοεπιτήρησης, ιδιαίτερα δημοφιλής στο διαδίκτυο, είναι η καταγγελία ιστοσελίδων. Αν υποπέσει στην αντίληψη κάποιου χρήστη site με ακραίο περιεχόμενο (που μπορεί να έχει σχέση με βία, σεξ, ρατσισμό ή ό,τι άλλο) μπορεί να το καταγγείλει στη μηχανή αναζήτησης, διευκολύνοντας έτσι το έργο της. Αυτού του είδους οι καταγγελίες έχουν και μια άλλη επικίνδυνη διάσταση. Είναι η χαρά της συμμετοχής των χρηστών ότι μπορούν να επηρεάσουν, να γευτούν τις δυνατότητες της επιτήρησης με το πάτημα του κουμπιού report.
Οι οικογένειες επίσης έχουν την τιμητική τους: υπάρχουν ειδικά προγράμματα για γονείς που τους βοηθούν να παρακολουθούν πιο εύκολα τα ιστορικά περιήγησης των παιδιών τους και να τα ελέγχουν έτσι καλύτερα. Η φιλολογία περί προστασίας των παιδιών έχει εξελιχθεί σε πολύ καλό σύμμαχο της επιτήρησης και με άλλους τρόπους. Διάφορα sites για να διαπιστώσουν αν ο χρήστης που ζητά πρόσβαση στο περιχόμενό τους είναι παιδί ή ενήλικος, ζητούν αριθμό πιστωτικής κάρτας ή σκαναρισμένη άδεια οδήγησης.

gps

ιστορικά

Tο gps (global positioning system – σύστημα παγκόσμιου εντοπισμού) είναι ένα σύστημα δορυφορικής επιτήρησης που εξακριβώνει την θέση και τον χρόνο κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές ή άλλες συνθήκες, υπό τον όρο ότι η εξεταζόμενη θέση (“στίγμα”) είναι “ορατή” από 3 τουλάχιστον δορυφόρους.
Πρόκειται για ένα σύστημα που βρίσκεται υπό τον έλεγχο της αμερικανικής κυβέρνησης.
Άλλα κράτη έχουν αναπτύξει και εγκαταστήσει παρόμοια τεχνολογία, ή βρίσκονται καθ’ οδόν τα δικά τους παρόμοια συστήματα.
Συγκεκριμένα:
– H ευρωπαϊκή ένωση προωθεί το σύστημα Galileo.
– H κίνα έχει εγκαταστήσει ήδη το σύστημα Beidou, που καλύπτει την ασία και τον δυτικό ειρηνικό, ενώ ετοιμάζει το σύστημα Compass, που θα έχει παγκόσμια εμβέλεια, και αναμένεται να λειτουργήσει μετά το 2015.
– H ρωσία έχει σχεδόν εγκαταστήσει το σύστημα Glonass.
– H ινδία προωθεί το σύστημα Irnss.
– H ιαπωνία προωθεί το σύστημα Qzss.

Tο gps αναπτύχθηκε απ’ το αμερικανικό υπουργείο άμυνας, και βασίζεται σε 24 δορυφόρους σε διαρκή περιστροφή γύρω απ’ την γη σε διάφορες τροχιές. O σχεδιασμός του άρχισε το 1973. O πρώτος δορυφόρος εκτοξεύτηκε το 1989 και ο 24ος και τελευταίος του συστήματος τον Γενάρη του 1994. Aπό τον Δεκέμβριο του 1993 πάντως το gps ήταν επιχειρησιακά έτοιμο.
Tο σύστημα αποτελείται απ’ τον διαστημικό εξοπλισμό (δορυφόρους), τον μηχανισμό ελέγχου, και τον εξοπλισμό του χρήστη. H αμερικανική αεροπορία ελέγχει τα δύο πρώτα. Oι δορυφόροι εκπέμπουν διαρκώς σήματα, τα οποία λαμβάνουν οι δέκτες, και εφόσον λαμβάνουν σήματα από 3 τουλάχιστον δορυφόρους που βρίσκονται σε διαφορετικές θέσεις, οι δέκτες υπολογίζουν τις 3 διαστάσεις της θέσης τους (γεωγραφικό πλάτος, μήκος, ύψος απ’ την επιφάνεια της θάλασσας) καθώς και την χρονική τους θέση.
Tο gps σχεδιάστηκε πάνω στην εμπειρία προηγούμενων χερσαίων δικτύων ραδιο-εντοπισμού, όπως το Loran και το Decca Navigator που αναπτύχθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1940 και χρησιμοποιήθηκαν στον B παγκόσμιο πόλεμο. Aν και κάποιες έρευνες είχαν γίνει νωρίτερα, η σχετική τεχνολογία απ’ την μεριά των αμερικάνων προχώρησε γρήγορα μετά την εκτόξευση απ’ την εσσδ του δορυφόρου Sputnik στο διάστημα, το 1957 – κάτι που γινόταν για πρώτη φορά. Προσπαθώντας να παρακολουθούν την θέση του σοβιετικού δορυφόρου μέσω των ραδιοσημάτων που εξέπεμπε, οι αμερικάνοι τεχνικοί ανέπτυξαν μια τεχνολογία “εντοπισμού θέσης κινούμενου πομπού”.

Παρ’ όλη την διάθεση των τεχνο-επιστημόνων να εξελίξουν την τεχνολογία για στρατιωτική κατ’ αρχήν χρήση, δεν ήταν καθόλου εύκολο να βρουν τέτοιες δικαιολογίες ώστε να πείσουν το αμερικανικό Kογκρέσσο να εκταμιεύσει τα εκατομμύρια δολάρια που θα χρειαζόταν η κατασκευή, η εγκατάσταση και η λειτουργία ενός τέτοιου συστήματος, και μάλιστα παγκόσμιας κάλυψης. Tελικά, ο διαρκής μιλιταρισμός του “Ψυχρού πολέμου”, με τα πυρηνικά να είναι η “απειλή” αλλά και η βασική “υπεροπλία” των ηπα, επέτρεψαν να χρηματοδοτηθεί επαρκώς η ανάπτυξη ενός δορυφορικού συστήματος παγκόσμιου εντοπισμού θέσης. H αγία πυρηνική τριάδα των ηπα απαρτιζόταν απ’ τους βαλλιστικούς πυραύλους με εκτόξευση από υποβρύχια· τα στρατηγικά βομβαρδιστικά· και τους διηπειρωτικούς πυραύλους. Aπ’ αυτά τα τρία όπλα, τα υποβρύχια ήταν εκείνα των οποίων η θέση ήταν γενικά αβέβαιη, αλλά κατά την στιγμή της εκτόξευσης θα έπρεπε να είναι ακριβώς υπολογισμένη. Kαι προφανώς αυτή η θέση θα μπορούσε να προσδιοριστεί μόνο μέσω “επικοινωνίας” των υποβρυχίων με το διάστημα. H αμερικανική αεροπορία και το ναυτικό έκαναν παράλληλα έρευνες για το θέμα, και τον Mάιο του 1973 σε μια συνάντηση 12 αξιωματικών στο Πεντάγωνο ολοκληρώθηκαν οι προδιαγραφές για την δημιουργία ενός “αμυντικού δορυφορικού συστήματος πλοήγησης” (defence navigation satellite system, DNSS). Tο πρόγραμμα αρχικά ονομάστηκε navstar, ύστερα navstar-gps και τελικά σκέτο gps.
Mετά την κατάρριψη του κορεατικού επιβατηγού τζάμπο, το 1983, απ’ την ρωσική αεροπορία (παραβίασε τον ρωσικό εναέριο χώρο – 269 νεκροί) ο αμερικάνος πρόεδρος Pήγκαν υπέγραψε νόμο σύμφωνα με τον οποίο το gps θα είχε και πολιτικές χρήσεις μόλις γινόταν επιχειρησιακά έτοιμο. Aλλά οι ακριβέστερες από άποψη σήματος εκπομπές των δορυφόρων παρέμειναν στην αποκλειστική χρήση του στρατού. Aυτό άλλαξε σε κάποιο βαθμό το 2000, όταν τέθηκε σε εφαρμογή νόμος του Kλίντον (απ’ το 1996) για την βελτίωση της ακρίβειας στον προσδιορισμό θέσης για την πολιτική χρήση των δεκτών του gps απ’ τα 1000 πόδια (απόκλιση) που ήταν ως τότε, στα 65 πόδια.
Eν τούτοις η αμερικανική κυβέρνηση εξακολουθεί να ελέγχει ως σήμερα τις τεχνικές δυνατότητες των δεκτών gps που κυκλοφορούν στο εμπόριο. Όλοι οι δέκτες που μπορούν να δουλέψουν σε υψόμετρο άνω των 18 χιλιομέτρων και είναι ακριβείς σε ταχύτητες (δικής τους κίνησης) μεγαλύτερης των 515 μέτρων το δευτερόλεπτο θεωρούνται όπλα, και χρειάζεται η έγκριση του αμερικανικού κράτους για να εξαχθούν. Aυτά τα όρια έχουν στόχο την προστασία της πλοήγησης των βαλλιστικών πυραύλων.

Oι πρώτες φορητές συσκευές με αξιόπιστη λειτουργία gps είχαν αναπτυχθεί απ’ τα τέλη της δεκαετίας του ‘90, και ήταν διαθέσιμες για ευρύτερη χρήση μέσω δικτύων όπως αυτά που “έτρεχαν” εταιρείες σαν την Nextel, την Sprint και την Verizon, ειδικά μετά το 2002, λόγω οδηγιών της αμερικανικής κυβέρνησης για τέτοιου είδους φορητές συσκευές εντοπισμού θέσης σε περίπτωση κινδύνου. Tον Nοέμβριο του 2004 η εταιρεία Qualcomm ανακοίνωσε την πετυχημένη ολοκλήρωση δεκτών gps για κινητά τηλέφωνα. Eν τω μεταξύ συνέχισαν οι εκτοξεύσεις βελτιωμένων τεχνολογικά δορυφόρων (τον Mάρτιο του 2008 υπήρχαν 31 συνολικά σε λειτουργία για λογαριασμό του gps, και 2 παλιότεροι των οποίων η λειτουργία είχε διακοπεί), καθώς και οι προσθήκες νέων συχνοτήτων στις εκπομπές τους. Mε την διαρρύθμιση των τροχιών τους, κάθε σημείο της επιφάνειας του πλανήτη, σε ξηρά, θάλασσα ή αέρα “βλέπει” (ή “βλέπεται” από) 7 ή 8 δορυφόρους ταυτόχρονα.
Aν και θεωρητικά χρειάζονται τα σήματα μόνο 3 δορυφόρων για να υπολογίσει ο δέκτης την θέση του (με βάση πάντα 3 (+1 διάσταση, αυτή του χρόνου) τις συντεταγμένες των θέσεων των δορυφόρων, οι οποίες μεταφέρονται διαρκώς σαν πληροφορίες μέσα απ’ τα σήματα που εκπέμπουν), η ταχύτητα περιστροφής των δορυφόρων επηρεάζει τον “συγχρονισμό” των σημάτων, πράγμα που σημαίνει ότι μια μόνο μικρή χρονική απόκλιση ενός απ’ τα σήματα μπορεί να οδηγήσει τον αλγόριθμο υπολογισμού θέσης σε μεγάλα λάθη. Γι’ αυτό ο ασφαλής εντοπισμός γίνεται με την λήψη σημάτων από 4 ή και περισσότερους δορυφόρους.
Aξίζει εδώ να επισημανθεί ότι είναι διαφορετικό πράγμα ο “εντοπισμός θέσης” που επιτυγχάνεται μέσω συσκευών με το κατάλληλο λογισμικό αξιοποιώντας τα σήματα των δορυφόρων, και εντελώς διαφορετικό η “μετάδοση των συντεταγμένων της θέσης” σε άλλες συσκευές. Aυτό το τελευταίο γίνεται είτε μέσω πιο “παραδοσιακών” χερσαίων τεχνολογιών εντοπισμού θέσης (και, πλέον, “πληροφοριών για την θέση”) όπως η εκπομπή (απ’ την συσκευή του gps) ραδιοκυμάτων, είτε, ακόμα καλύτερα, με την τεχνολογία των κινητών τηλεφώνων. H συσκευή, σ’ αυτήν την τελευταία εκδοχή, εκπέμπει σήμα (με τις πληροφορίες για την θέση όπως αυτή προσδιορίστηκε μέσω gps) όπως τα κινητά – ερήμην του κατόχου / χρήστη της συσκευής gps. Aυτή είναι η περίπτωση, για παράδειγμα, των συσκευών gps για τον εντοπισμό (χαμένων) κατοικίδιων ζώων: η συσκευή στερεώνεται στο κολάρο του σκύλου, και μέσω του δικτύου κινητής τηλεφωνίας ή του ασύρματου internet, “μαρτυράει” διαρκώς την θέση της.
H τεχνολογία Bluetooth αναπτύχθηκε αρχικά σαν πρωτόκολλο επικοινωνίας για να διασυνδέονται μεταξύ τους εξωτερικές συσκευές gps.
Eν τω μεταξύ οι δορυφόροι του gps είναι πάντα μέρος της αμερικανικής αντιβαλλιστικής “άμυνας” (σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης βαλλιστικών πυραύλων): μέσω θερμικών ανιχνευτών “βλέπουν” τις υψηλές θερμοκρασίες εκτόξευσης ενός βαλλιστικού πυραύλου.

Eπιτήρηση απ’ τα πάνω: το gps στην υπηρεσία των κρατών και των αφεντικών

Τα συστήματα προσδιορισμού θέσης έχουν λαμπρό μέλλον σαν συστήματα επιτήρησης από κρατικές υπηρεσίες “σωφρονισμού” ή αφεντικά των μεταφορικών εταιρειών. Στοχεύουν κυρίως σε κρατούμενους (με αναστολή) και μετανάστες (υπό απέλαση) καθώς και εργαζόμενους / οδηγούς φορτηγών, αυτοκινήτων, κούριερ, κ.α. Ένα τέτοιο σύστημα, με τη βοήθεια του κατάλληλου λογισμικού, μπορεί να αποτυπώσει πάνω σ’ ένα χάρτη, τόσο την ημερήσια διαδρομή π.χ. ενός υπόδικου για σεξουαλικά εγκλήματα, όσο και να προσδιορίσει την ακριβή χρονική στιγμή, που πέρασε από συγκεκριμένα σημεία. Με τον ίδιο τρόπο το αφεντικό της μεταφορικής μπορεί, θεωρητικά, να παρατηρήσει την παραγωγικότητα σ’ ένα οχτάωρο, κάποιου απ’ τους οδηγούς του: ελέγχοντας τους χρόνους μετάβασης του οδηγού, από ένα σημείο της πόλης (ή της χώρας) στο άλλο και συγκρίνοντάς το με τους “βέλτιστους χρόνους μετάβασης”, επιβάλλει μια νόρμα αποστάσεων / χρόνου στους εργάτες του.

το gps σαν “δεξί χέρι” του νόμου

Όπως είπαμε, οι νέες τεχνολογίες προσδιορισμού θέσης (και επιτήρησης) εφαρμόζονται σε υπόδικους (σε η.π.α. και αγγλία) με σχετικά “χαμηλές” καταδικαστικές ποινές και μετανάστες που, είτε περιμένουν να εκδικαστεί η αίτηση ασύλου που έχουν καταθέσει, είτε έχει προγραμματιστεί η απελασή τους. Ήδη από το 2002 στις η.π.α. και από το 2004 στην αγγλία, εφαρμόζονται προγράμματα των υπηρεσιών “ελέγχου” της μετανάστευσης, στα πλαίσια της “αποσυμφόρησης” των φυλακών από μετανάστες που περιμένουν να δικαστούν. Έτσι χιλιάδες μετανάστες / στριες, υποχρεώνονται να φορούν στο ένα τους πόδι υπερτεχνολογικούς “χαλκάδες”/ κολλάρα με ενσωματωμένο δέκτη gps. Αυτά τα κολλάρα δεν μπορούν ν’ αφαιρεθούν από τους μετανάστες (τα φοράνε ακόμα και κάνοντας μπάνιο ή στο κρεβάτι τους!) και πάντως, αν αφαιρεθούν είναι εφικτό τεχνολογικά να γίνει αντιληπτή η αφαίρεση από τις “σωφρονιστικές” υπηρεσίες. Επίσης, σε πολλούς απ’ αυτούς τους ανθρώπους, οι “σωφρονιστικοί κανόνες” απαγορεύουν να εξέρχονται από το σπίτι τους, εκτός από ένα χρονικό “παράθυρο” από το πρωί μέχρι νωρίς το απόγευμα, χρονικό διάστημα ενός τυπικού ωραρίου εργασίας. Έτσι για να εμπεδώσουν όλοι τί ακριβώς σημαίνει μετανάστης – εργάτης σήμερα και πολύ περισσότερο αύριο…
Οι “πρακτικοί” αμερικανοί υπολογίζουν πως ένα κολλάρο στο πόδι του μετανάστη έρχεται πολύ πιο φτηνά ετησίως για τον κρατικό προϋπολογισμό, από τα έξοδα στέγης και σίτησης στη φυλακή. Κατά τους ίδιους “πρακτικούς” ανθρώπους, ένα κολλάρο με δέκτη gps, είναι “ανθρωπιστικότερο” από το να κλείνεται στη φυλακή μια μητέρα μετανάστρια με ανήλικα παιδιά. Έτσι, από το 2002 μέχρι σήμερα, είναι αλματώδης η αύξηση του προϋπολογισμού τέτοιων προγραμμάτων από τις αστυνομικές και αντιμεταναστευτικές υπηρεσίες, πολλών πολιτειών στις ηπα. Ενδεικτικά, για ένα ομοσπονδιακό πρόγραμμα “εναλλακτικών του εγκλεισμού (μεθόδων)” η χρηματοδότηση ανέβηκε από 3 εκατομμύρια δολλάρια το 2002, σε 70 το 2010. Αυτά τα προγράμματα αφορούν έναν όλο και μεγαλύτερο αριθμό μεταναστών – προς – απέλαση ή σε – αναμονή – της -δίκης, σε 165 πόλεις στις ηπα. Ήδη τον Ιούλιο του 2009, 5.700 μετανάστες ήταν υποχρεωμένοι να φορούν στο πόδι τους, κολλάρο -δέκτη gps. Η (άμεση) προοπτική είναι παρόμοια συστήματα επιτήρησης να εφαρμοστούν σε 27.000 (και πλέον) μετανάστες, σ’ ένα πρόγραμμα αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολλαρίων.
Στην άλλη μεριά, υπάρχει το παράδειγμα των υπόδικων για “σεξουαλικής φύσης αδικήματα”, όπου οι ποινές που έχουν επιβληθεί θεωρούνται “ελαφριές” και ως εκ τούτου δεν οδηγούν στον εγκλεισμό. Ήδη 23 πολιτείες στις πρωτοπόρες ηπα εφαρμόζουν τέτοια προγράμματα σε υπόδικους, αναγκάζοντάς τους να φορούν κολλάρα με δέκτες gps. Εκεί η επιτήρηση εκτός όλων των προαναφερθέντων περιορισμών, έχει κι άλλους. Οι κινήσεις του υπόδικου ελέγχονται σε 24ωρη βάση για να είναι σίγουροι οι ανθρωποφύλακες πως ο συγκεκριμένος “στόχος” περνάει σε απόσταση “ασφαλείας” (αρκετών εκατοντάδων μέτρων) από σχολεία και παιδικές χαρές: έτσι, υποτίθεται πως, αποκλείεται η περίπτωση ο υπόδικος να “υποτροπιάσει” και να παρενοχλήσει ανήλικους. Εννοείται πως τα σημεία “απαγόρευσης διέλευσης” μπορεί να είναι τόσα πολλά που ν’ απαγορεύουν ουσιαστικά στον υπόδικο την πρόσβαση σε ολόκληρους τομείς μιας πόλης.
Συνοψίζοντας: οι τεχνολογίες προσδιορισμού θέσης στην υπηρεσία του νόμου, ουσιαστικά διευρύνουν και επεκτείνουν το νόημα του (πάλαι ποτέ) κατ’ οίκον περιορισμού. Έχοντας το “πλεονέκτημα” να φαντάζουν “ανθρωπιστικότερες του εγκλεισμού”, για το μέσο όρο του σύγχρονου τεχνο-φετιχιστή υπήκοου, παράγουν έναν ολόκληρο νέο ορίζοντα χωρο/χρονικών απαγορεύσεων. Με το “οικονομικό/ανθρωπιστικό” πρόσχημα πως “έτσι αδειάζουν οι φυλακές”, ουσιαστικά αυτές βγαίνουν έξω από τα όρια του σωφρονιστικού ιδρύματος, στις πόλεις. Με ατμομηχανές την “λαθρο”μετανάστευση και την παιδεραστία, παράγονται νέες τεχικές κρατικής τιμωρίας. Αλλά όχι μόνο αυτές: στις ηπα ήδη ακούγονται (φασιστικές) φωνές υπέρ της διεύρυνσης παρόμοιων μεθόδων προς όποιους/όποιες θα μπορούσαν δυνητικά ν’ αποτελούν κίνδυνο εθνικής ασφάλειας. Για παράδειγμα τους / τις μουσουλμάνους/ες που ζουν στη “χώρα της ελευθερίας”. Οι νέες τεχνολογίες επιτήρησης έχουν ανοίξει την όρεξη πολλών και όχι μόνο στις ηπα.

Συμμετοχική επιτήρηση

Eνώ οι “ανάγκες” προσδιορισμού θέσης για λογαριασμό των απο-πάνω (οποιουδήποτε είδους) μοιάζουν λογική συνέπεια των (προσδιορισμένων!) θέσεων εξουσίας που κατέχουν, είναι – θα έπρεπε να είναι – ένα ερώτημα σε τι χρειάζονται αυτήν την τεχνολογία οι απο-κάτω. Παράδοξο ή όχι, είναι αποδεδειγμένο ήδη ότι βρίσκουν λόγους – για – να – την – χρειάζονται, και μάλιστα σε όλο και μεγαλύτερα κοινωνικά σύνολα.
Mια κατηγορία διαφημίσεων που στόχευαν στη δημιουργία κοινού “χρηστών” του gps αφορούσε το να ξέρει κανείς που βρίσκεται ο (χαμένος) σκύλος του ή ο (χαμένος λόγω αλτσχάιμερ) συγγενής του! Tο να βάλει κανείς στο κολλάρο του σκύλου την όχι και πανάλαφρη συσκευή μπορεί να θεωρείται εύκολο· είναι το ίδιο το να φορέσει το αντίστοιχο βραχιόλι στον “γέρο” ή στο παιδί; Δεν ξέρουμε τι πρακτική / εμπορική επιτυχία έχει ως τώρα αυτή η κατηγορία “ανάγκης για gps” στις ηπα ή όπου αλλού διαφημίζεται, είναι όμως βέβαιο ότι από ιδεολογική άποψη δύσκολα θα έχει αντιπάλους. Θέλει κανείς να “χαθεί” το παιδί του, ή ο αγαπημένος του σκύλος, ή ο πατέρας του και να μην μπορεί να το / τον βρει ενώ είναι διαθέσιμη η σχετική τεχνολογία; Aν τεθεί τέτοιο ερώτημα με τέτοιον τρόπο (κοινότυπο για την προώθηση οποιουδήποτε εμπορεύματος) ποιός θα απαντήσει όχι στο gps;
Πολύ ευκολότερα είναι τα πράγματα όταν πρόκειται για ακριβά πράγματα, και ειδικά αυτοκίνητα (ή μοτοσυκλέτες). H αντικλεπτική χρήση του gps δεν επιβαρύνεται πρακτικά από τίποτα – συνεπώς έγινε γρήγορα “ανάγκη”, όπως ο αντικλεπτικός συναγερμός.
Yπήρξαν επίσης μερικές κατηγορίες χομπιστών που αγκάλιασαν γρήγορα την δυνατότητα εντοπισμού θέσης: οι ορειβάτες και οι ποδηλάτες. Kαι στις δύο περιπτώσεις όχι μόνο για να ξέρουν οι ίδιοι – που – βρίσκονται, αλλά και (κυρίως) για να ξέρουν – που – θα – τους – βρουν – αν – πάθουν – κάτι. Yποθέτουμε ότι ήδη το gps σώζει ζωές, και έτσι η χρήση του έχει γίνει παράδειγμα προς μίμηση. Διαφορετικό κοινό είναι οι παίκτες video games. Yπάρχουν ήδη παιχνίδια του είδους “κρυμμένος θησαυρός”, που παίζονται (και) σε πραγματικό χώρο: σε συγκεκριμένες συντεταγμένες οι παίκτες πρέπει να αφήσουν ή να βρουν “κάτι”. Tο geocaching θα πρέπει να είναι το πιο δημοφιλές αυτή τη στιγμή, αφού τον Mάιο του 2010 είχε πάνω από 1 εκατομύριο παίκτες σ’ όλον τον κόσμο. Eδώ το gps είναι αποφασιστικό εξάρτημα. H τελευταία γρήγορα αναπτυσσόμενη (και με πιθανότατες εμπορικές εφαρμογές) μόδα είναι το geolocation. Στηριζόμενο (και προωθώντας) τα κινητά με gps, το κόλπο αυτό γίνεται ελκυστικό επειδή, υποτίθεται, πέρα απ’ το ότι βρίσκεις τις συνταγμένες εκείνων με τους οποίους επικοινωνείς τηλεφωνικά (γιατί;), θα μπορείς να λαμβάνεις ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τα αξιοθέατα που είναι κοντά στην δική σου θέση· συμπεριλαμβανομένων φυσικά των “θέσεων κατανάλωσης”: μαγαζιά, εστιατόρια, και οτιδήποτε ήθελε προστεθεί.
Όλες αυτές οι τεχνικές δυνατότητες που είναι τεχνικές αλληλοεπιτήρησης παρουσιάζονται (και θεωρούνται) σαν χρήσιμες ή και αναγκαίες υπηρεσίες για την σύγχρονη ζωή. Mοιάζει ήδη, όπως έχει γίνει κατα κόρον σε πολλές άλλες εφαρμογές των νέων τεχνολογιών, σαν η καθημερινή ζωή χωρίς εντοπισμό θέσης να ήταν μια ζωή λειψή, γεμάτη απειλές και κινδύνους, μια ζωή σημαδεμένη απ’ την αδυναμία: να βρεις το παιδί σου, το σκυλί σου, τον πατέρα σου· να πεθάνεις χαμένος στο βουνό ή στην εξοχή· να μην έχεις φίλους ή να μην ξέρεις τί κάνουν· να κάνεις βόλτες σε γνωστές ή άγνωστες πόλεις και να μην ξέρεις τί σου γίνεται· και πολλά άλλα σακατιλίκια και ελλείψεις για τις οποίες, ευτυχώς, ήρθαν τα υπουργεία άμυνας να μας ανοίξουν τα μάτια.
O κοινός τόπος της κατάφασης των απο κάτω σ’ αυτές τις τεχνολογίες αλληλοεπιτήρησης είναι ότι παρουσιάζονται σαν μορφές γνώσης – και άρα σαν μορφές δύναμης. Tί είδους “γνώση” είναι όμως ο “εντοπισμός θέσης” στη βάση συντεταγμένων; Πρόκειται για μια μηχανοποιημένη (και γι’ αυτό εύκολη) πληροφορία που αντικαθιστά προηγούμενες (και λιγότερο ή περισσότερο κοπιαστικές) μορφές γνώσης. Για παράδειγμα, τόσο τα αστικά περιβάλλοντα όσο τα βουνά ή οι εξοχές ήθελαν πάντα τους τρόπους και τον κόπο τους για – να – μάθεις· για να μπορείς, δηλαδή, να αναγνωρίζεις που βρίσκεσαι κάθε φορά. Tα παιδιά πάλι δεν ήταν (τώρα είναι;) τόσο ανόητα ώστε να χαθούν από προσώπου γης, ειδικά μέσα σε πόλεις, επειδή δεν είχαν πάνω τους συσκευή “εντοπισμού θέσης”: θα έβαζαν τα κλάματα, θα παρακαλούσαν κάποιον μεγάλο, η άκρη βρισκόταν. Tα σκυλιά πάλι δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι “χάνονται”, το αντίθετο μάλλον: πιθανότατα να δραπετεύουν απ’ τα αστικά διαμερίσματα, για τους δικούς τους καθόλου ευκαταφρόνητους λόγους… Tί απομένει; Oι γέροι με αλτσχάιμερ, και οι ορειβάτες που πέφτουν σε γκρεμούς χωρίς να υπάρχουν μάρτυρες… Aρκούν αυτά για να κάνουν καθολική ανάγκη “γνώσης” τις πληροφορίες “θέσης” απ’ τους δορυφόρους;
Δεν πρόκειται τελικά γι’ αυτό. Aλλά για το ότι ο μέσος υπήκοος, που ορίζει όλο και λιγότερο (έως καθόλου) την ζωή του στις καθημερινές γενικευμένα εμπορευματοποιημένες και μεσολαβημένες σχέσεις, παρηγοριέται ότι δεν είναι αδύναμος, παρηγοριέται ότι είναι δυνατός, σαν κάτοχος όσο το δυνατόν περισσότερων πληροφοριών (για τους γύρω του οπωσδήποτε). Kαι ο “εντοπισμός της θέσης τους” είναι μια τέτοια πληροφορία· άχρηστη πρακτικά αλλά χρησιμότατη ιδεο-συναισθηματικά: “ξέρω” – άρα υπάρχω! Ξέρω, βέβαια, με τον κοινωνικά / τεχνολογικά “αναγνωρισμένο” τρόπο: μέσω των μηχανών. Kαι πάλι μεσολαβημένα. Aλλά “ξέρω”!!!
Aυτή η ετοιμοπαράδοτη και ταυτόχρονα καταθλιπτική “γνώση” είναι που ανακυκλώνεται μέσα στην αλληλο-επιτήρηση, γιγαντώνοντάς την – τόσο γενικά, όσο και ειδικά, στην περίπτωση του gps. Tο ότι έτσι επωφελούνται οι αποπάνω κάθε είδους γίνεται τριτεύον, ασήμαντο στοιχείο της υπόθεσης. H αλληλοεπιτήρηση γίνεται έτσι μια ανακουφιστική κανονικότητα, ένα σετ από νόρμες “υπάρξης”.

dna

ιστορικά
Tο dna (Deoxyribonucleic acid – δεσοξυριβονουκλεϊκό οξύ) είναι ένα νουκλεϊκό οξύ που περιέχει τις γενετικές πληροφορίες που καθορίζουν τη βιολογική ανάπτυξη όλων των κυτταρικών μορφών ζωής και των περισσοτέρων ιών. Πρόκειται για ένα μακρομόριο (ή μεγαλομοριακή ένωση) που συγκροτείται από αζωτούχες-πρωτεϊνικές βάσεις, φωσφορικές ρίζες και ένα σάκχαρο με πέντε άτομα άνθρακα, την δεσοξυριβόζη. Στα κύτταρα ανιχνεύεται κυρίως μέσα στον πυρήνα του κυττάρου αλλά και σε μερικά άλλα οργανίδια, όπως τα μιτοχόνδρια και τα πλαστίδια. Το σύνολο των μορίων dna που υπάρχουν σε ένα κύτταρο αποτελούν το γενετικό υλικό του.
Η διαμόρφωση των μεγάλων μορίων του dna στο χώρο έχει τη μορφή δύο επιμηκών αλυσίδων, οι οποίες συστρέφονται ελικοειδώς μεταξύ τους. Οι αζωτούχες βάσεις στο dna είναι τέσσερις: κυτοσίνη (C), γουανίνη (G), θυμίνη (T), αδενίνη (A). Σύμφωνα με το “μοντέλο της διπλής έλικας”, το μόριο του dna παρουσιάζεται με τα ακόλουθα τρία βασικά χαρακτηριστικά:
1. Αποτελείται από δύο πολυνουκλεοτιδικές αλυσίδες σε μορφή δύο αντιτακτών κλώνων  που σχηματίζουν δεξιόστροφη διπλή έλικα·
2. Οι αζωτούχες βάσεις (ή πρωτεϊνικές) κάθε κλώνου είναι κάθετες ως προς τον άξονα του μορίου και προεξέχουν προς το εσωτερικό της συστροφής.
3. Οι δύο δημιουργούμενοι κλώνοι συγκρατούνται μεταξύ τους με δεσμούς υδρογόνου.
Τα δε ζευγάρια των αζωτούχων βάσεων όπου αναπτύσσονται μεταξύ τους δεσμοί υδρογόνου είναι καθορισμένα: η αδενίνη (Α) με τη θυμίνη (T) και η γουανίνη (G) με την κυτοσίνη(C). Σχηματικά, μπορούμε να το φανταστούμε σαν μια περιστρεφόμενη ανεμόσκαλα, με “σκαλιά” φτιαγμένα από ζευγάρια αδενίνης – θυμίνης (Α-Τ) και γουανίνης – κυτοσίνης (G-C).

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το dna είναι ο φορέας των γενετικών πληροφοριών του κυττάρου, όχι μόνον με την έννοια της μεταβίβασης χαρακτηριστικών, αναλοίωτων από γενιά σε γενιά, αλλά και της ρύθμισης της φυσιογνωμίας – εξειδίκευσης κάθε κυττάρου για την επιτέλεση των ιδιαίτερων λειτουργιών του. Η ανακάλυψη ότι το dna είναι ο φορέας της γενετικής πληροφορίας είναι το αποτέλεσμα μιας σειράς επιστημονικών ερευνών που διήρκεσε πολλά χρόνια. Ενώ η ύπαρξή του στον πυρήνα των κυττάρων πιστοποιήθηκε ήδη από το 1869, ήταν στα μέσα του 20ου αιώνα που οι ερευνητές ξεκίνησαν να υποθέτουν ότι μπορεί να αποθηκεύει γενετική πληροφορία. Συγκεκριμένα, αυτό έγινε το 1944, όταν σε ένα πείραμα φάνηκε ότι μη παθογόνα βακτήρια μπορούσαν να μετατραπούν σε παθογόνα όταν μεταφερόταν στο κύτταρο τους dna παθογόνων βακτηρίων. To 1953, οι Φράνσις Κρικ και Τζέιμς Γουότσον “ανακάλυψαν” τη μορφή του dna, τη διπλή έλικα. Το 2000 οι βιοτεχνολόγοι ανακοίνωσαν ότι κατάφεραν να “χαρτογραφήσουν” πλήρως το ανθρώπινο γονιδίωμα, δηλαδή να καταγράψουν όλη την ακολουθία των πάνω από 3 δισεκατομμύριων ζευγαριών αδενίνης – θυμίνης και κυτοσίνης – γουανίνης. H ακολουθία δημοσιεύτηκε πλήρως, τελικά, το 2003.
Σημαντική διάσταση, σε ό,τι αφορά το dna, έχει η θεωρία των γονιδίων. Τα γονίδια θεωρούνται οι βασικές φυσικές μονάδες κληρονομικότητας στους ζωντανούς οργανισμούς, αφού μεταβιβάζουν πληροφορίες από το ένα κύτταρο στο άλλο και κατ’ επέκταση από τη μια γενιά στην άλλη. Τα γονίδια είναι τμήματα του dna, που διακρίνονται και διαχωρίζονται ανάλογα με τη λειτουργία των πληροφοριών που περιέχουν. Τα γονίδια, ωστόσο, δεν είναι πραγματικά, φυσικά διαχωρισμένα τμήματα τoυ dna, αλλά θεωρητικά. Οι επιστήμονες “αναγνωρίζουν” κομμάτια του dna σαν γονίδια ανάλογα με το τι “οδηγίες” περιέχουν, στηριζόμενοι σε έρευνες, παρατηρήσεις και, κυρίως, στατιστικές. Έτσι, π.χ. “ανακαλύπτεται” το γονίδιο του χρώματος του δέρματος, το γονίδιο της ευφυΐας, το γονίδιο της σχιζοφρένειας κτλ. Υποστηρίζεται ότι έχουν “αναγνωριστεί” γύρω στις 25.000 γονίδια. Ο αριθμός αυτός είναι πολύ μικρός σε σχέση με το μέγεθος του μορίου του dna. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, μόνο το 3% του dna περιέχει πληροφορίες για τον οργανισμό, ενώ αγνοείται η λειτουργία του υπόλοιπου 97%. Παρ’όλα αυτά, η λειτουργία του dna θεωρείται δεδομένη και αδιαμφισβήτητη.
Ωστόσο, υπάρχουν επιστήμονες που αμφισβητούν αυτή τη θεωρία των γονιδίων και υποστηρίζουν μια πιο “περίπλοκη” λειτουργία του dna. Δηλαδή, ότι τα διάφορα τμήματα του dna αλληλοεξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό και ίδια κομμάτια dna μπορούν να δίνουν εντελώς διαφορετικές λειτουργίες, ανάλογα την περίσταση. Φυσικά, μια τέτοια θεωρία δε θα μπορούσε να βρει πρόσφορο έδαφος στη διαμόρφωση του κοινωνικού φαντασιακού, αφού και πιο “δύσκολη” είναι και δεν μπορεί να επενδυθεί ιδεολογικά.

Συμμετοχική επιτήρηση

Στη δυτική ιατρική, το dna ως ο “ακρογωνιαίος λίθος” του οργανισμού, βρήκε γρήγορα εφαρμογή. Πολλές ασθένειες και σύνδρομα πιστεύεται ότι οφείλονται (ή μεταφράζονται) σε συνδυασμό γονιδίων ή σε “γενετικές ανωμαλίες”, δηλαδή σε κάποιο “λάθος” στην ακολουθία του dna. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν πως, με την εξέταση του dna ενός ατόμου, μπορούν να καταλάβουν αν το άτομο αυτό πάσχει από κάτι ή έχει την πιθανότητα στο μέλλον να εκδηλώσει διάφορες παθήσεις. Επομένως, πιστεύουν πως μπορούν να προλάβουν την εκδήλωση αυτών των παθήσεων με προληπτικές θεραπείες. Ο κλάδος αυτός της ιατρικής που ασχολείται με την πρόληψη ονομάζεται προληπτική ιατρική.
Ένας από τους πιο διαδεδομένους τομείς της προληπτικής ιατρικής είναι ο προγεννητικός έλεγχος, δηλαδή η συλλογή και εξέταση γενετικού υλικού του εμβρύου. Σκοπός της εξέτασης αυτής είναι να ανιχνευτεί αν υπάρχει η πιθανότητα το παιδί να γεννηθεί με κάποια αναπηρία, να πάσχει από κάποια ασθένεια ή σύνδρομο, ή ακόμα και να έχει απλά την προδιάθεση να εκδηλώσει κάποια σοβαρή ασθένεια στο κοντινό μέλλον. Αν διαπιστωθεί κάτι τέτοιο, ο γιατρός προτείνει την έκτρωση στους γονείς και αυτοί καλούνται να αποφασίσουν αν θα κρατήσουν το παιδί ή όχι. Βέβαια, όταν οι ασφαλιστικές εταιρίες σε τέτοιες περιπτώσεις αρνούνται να καλύψουν τα έξοδα του τοκετού ή της μετ’ έπειτα περίθαλψης του παιδιού, η απόφαση δεν μπορεί να θεωρηθεί καθαρά και μόνο των γονιών. Απ’ την άλλη, η ίδια η διαδικασία της συλλογής γενετικού υλικού από το έμβρυο μπορεί να προκαλέσει βλάβη στην εγκυμοσύνη και να οδηγήσει ακόμα και σε αποβολή. Όπως υπάρχει και η πιθανότητα τα αποτελέσματα των εξετάσεων να είναι λανθασμένα. Έχουν καταγραφεί πολλές περιπτώσεις που οι γονείς μηνύουν το γιατρό τους γιατί το παιδί τους γεννήθηκε με πρόβλημα ενώ οι εξετάσεις έδειχναν φυσιολογικές. Πράγμα που κάνει προφανές πως συμβαίνει και το αντίθετο, δηλαδή οι εξετάσεις μπορεί να δείχνουν “κακές’” ενώ όλα είναι φυσιολογικά. Προφανώς, αυτές οι περιπτώσεις είναι πολύ περισσότερες αλλά δεν μπορούν να αποδειχθούν κι επομένως ούτε και να καταγραφούν. Ο προγεννητικός έλεγχος είναι ένα παράδειγμα συμμετοχικού ελέγχου, αφού οι ίδιοι οι γονείς των δυτικών κοινωνιών προβαίνουν σ’ αυτούς τους ελέγχους, παρακινούμενοι από τα άγχη και τις ανασφάλειες για τα “πολύτιμα” παιδιά τους.
Το DNA, όμως, χρησιμοποιείται και για κατασκευή εμβρύων. Η ανάλυση του dna από τα ωάρια και τα σπερματοζωάρια που χρησιμοποιούνται για εξωσωματική γονιμοποίηση, μπορεί να δώσει τα χαρακτηριστικά του παιδιού που θα προκύψει. Οι επίδοξοι γονείς μπορούν, θεωρητικά, να διαλέξουν τι χαρακτηριστικά θέλουν να έχει το παιδί τους κι έτσι να χρησιμοποιηθούν τα κατάλληλα, κάθε φορά, ωάρια ή σπερματοζωάρια. Μπορούν να “φτιάξουν” το παιδί τους έτσι ώστε να τους μοιάζει ή να είναι σίγουροι πως θα είναι έξυπνο, ήσυχο κτλ.
Eπιτήρηση απ’ τα πάνω

Από το 2003, με την πλήρη χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, δόθηκε μεγάλη ώθηση (τουλάχιστον προπαγανδιστικά) στον τομέα της “προσωποιημένης ιατρικής” (personalized medicine). Σύμφωνα με την  προσωποποιημένη ιατρική, ο κάθε άνθρωπος θα έχει το δικό του γενετικό προφίλ και βάση αυτού θα υποδεικνύονται οι καταλληλότερες, κάθε φορά, θεραπείες. Φυσικά, σ’ αυτό το γενετικό προφίλ θα περιέχονται όλες οι πληροφορίες που “μαρτυρούν” τα διάφορα γονίδια, από το χρώμα των μαλλιών μέχρι την προδιάθεση για καρκίνο ή και την πιθανότητα “ψυχολογικών ανωμαλιών”. Φανταστείτε πόσο εύκολα  θα προσλαμβάνεται κάποιος σε μια δουλεία, όταν το γενετικό του προφίλ θα “λέει” ότι έχει αυξημένη πιθανότητα να πάθει καρκίνο ή να τρελαθεί από στιγμή σε στιγμή… Επίσης, οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι θα μπορούν να κατασκευάζουν ατομικά φάρμακα, ανάλογα με το γενετικό προφίλ του ατόμου, έτσι ώστε να είναι πιο αποτελεσματικά (φαρμακογενετική). Φαρμακευτικές και βιοτεχνολογικές εταιρίες, αλλά και διάφορα ακαδημαϊκά και ερευνητικά κέντρα πληρώνουν αδρά ποσά σε επιστημονικά εργαστήρια για να αποκτούν πλήρη ανθρώπινα γονιδιώματα και να κάνουν έρευνες πάνω σ’ αυτά.
Έρευνες γίνονται και στον τομέα της γονιδιακής θεραπείας, δηλαδή στην “επισκευή” του μορίου του DNA, την αντικατάσταση των “προβληματικών” γονιδίων με φυσιολογικά. Με την ίδια λογική, μπορούμε να μιλάμε και για βελτίωση – μετάλλαξη του dna, και επομένως βελτίωση – μετάλλαξη χαρακτηριστικών ή συμπεριφορών, πρακτική που έχει ήδη εφαρμοστεί σε διάφορα φυτά ή ζώα, με αποτέλεσμα τα μεταλλαγμένα προϊόντα, όπως π.χ. ντομάτες σε μέγεθος καρπουζιού ή αγελάδες που παράγουν πολλαπλάσιο σε ποσότητα γάλα από το φυσιολογικό κτλ. Ήδη, ανεπίσημα, εφαρμόζεται και σε ανθρώπους και κυρίως σε αθλητές με σκοπό, φυσικά, την αύξηση των επιδόσεών τους. Με το “γονιδιακό ντόπινγκ” οι επιστήμονες μπορούν να αυξάνουν την απόδοση του μυϊκού συστήματος, την αντοχή, την αντίληψη κτλ. ενός ατόμου. Οι επιπτώσεις που μπορούν να έχουν στην υγεία αυτού του είδους οι γενετικές μετατροπές, είναι από άγνωστες ως ανυπολόγιστες.
Διάφορες παραϊατρικές εταιρίες – επιστημονικά κέντρα αναλαμβάνουν, έναντι αμοιβής, να αναλύσουν το DNA πελατών τους και να δημιουργήσουν το προσωπικό τους “ωροσκόπιο” υγείας. Δηλαδή μια γνωμάτευση για το τι ασθένειες θα περάσουν στο μέλλον, τι πιθανότητες έχουν να παθουν καρκίνο και σε ποια ηλικία, πόσο ευαίσθητη είναι η καρδιά τους κτλ. Πέρα από τη “γονιδιομαντεία”, οι υπηρεσίες αυτών των εταιριών επεκτείνονται και σε προτάσεις διατροφής ή κατάλληλης δίαιτας, ανάλογα πάντα με το γονιδιακό τους “χάρτη”.
Γενικά, η έρευνα και η αξιοποίηση του dna “γεννάει” πολύ χρήμα. Ακραίο αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κυβέρνηση της ισλανδίας. Στα τέλη του 1998, η ισλανδική κυβέρνηση ψήφισε ένα νομοσχέδιο το οποίο προέβλεπε τη δημιουργία μιας εθνικής βάσης δεδομένων υγείας. Αυτή η βάση θα περιείχε το οικογενειακό και προσωπικό ιατρικό ιστορικό, καθώς και δείγμα του γενετικού υλικού κάθε ισλανδού. Στη συνέχεια, η ισλανδική κυβέρνηση ήρθε σε συμφωνία με την deCODE genetics, μια ισλανδική ιδιωτική βιοφαρμακευτική εταιρία, που έκανε έρευνα πάνω στο ανθρώπινο dna και συγκεκριμένα στη συσχέτιση γονιδίων με συνηθισμένες ασθένειες. Η συμφωνία αυτή προέβλεπε τη δυνατότητα διαχείρισης και αξιοποιήσης των στοιχείων της βάσης δεδομένων υγείας από την deCODE, έναντι ενός (ετήσια καταβαλλόμενου) χρηματικού ποσού. Στην ουσία, δηλαδή, η ισλανδική κυβέρνηση πούλησε το dna των υπηκόων της. Με τη σειρά της η deCODE πούλησε αυτά τα δείγματα και σε άλλες μεγαλύτερες φαρμακευτικές εταιρείες.

Στην αστυνομική του διάσταση, το dna ήρθε σαν την πλέον σύγχρονη και βελτιωμένη έκδοση της λήψης και χρήσης των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Η μοναδικότητα που υποτίθεται πως παρέχει το DNA για κάθε άνθρωπο, δίνει την δυνατότητα να αποτελέσει και να εξακριβώσει την ταυτότητα του καθενός. Έτσι πλέον, η λήψη γενετικού υλικού από τον τόπο που έχει διαπραχθεί ένα έγκλημα αποτελεί ενοχοποιητικό στοιχείο ως την επίλυση της υπόθεσης. Η λήψη γενετικού υλικού μπορεί να πραγματοποιηθεί από οποιοδήποτε οργανικό υπόλειμμα, για παράδειγμα από μια τρίχα,ή από λίγο σάλιο, ακόμα και από νεκρά κύτταρα του δέρματος.
Αν και η μέθοδος της ταυτοποίησης ήρθε συμπληρωματικά, σήμερα στη βρετανία η αστυνομία έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιεί συλλήψεις ρουτίνας με μοναδικό σκοπό την λήψη δειγμάτων dna, δημιουργώντας, επίσημα πάντα, την μεγαλύτερη βάση δεδομένων γενετικού υλικού. Η βρετανική εθνική βάση δεδομένων dna (NDNAD), πρώτη παγκόσμια, ιδρύθηκε το 1995 και, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το μέγεθος της βάσης αυτής αυξάνεται κατά τουλάχιστον 30.000 άτομα το μήνα. Λέγεται ότι περιέχει το γενετικό υλικό πάνω από 5,5 εκ. ατόμων. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 40% του μαύρου πληθυσμού της βρετανίας είναι καταχωρημένο στη βάση, έναντι του 13% των ασιατών και του 9% των λευκών. Παρόμοιου μεγέθους της βρετανικής είναι και η αμερικάνικη βάση δεδομένων DNA, γνωστή και ως CODIS (Combined DNA Index System). Το CODIS είναι το σύνολο μικρότερων, πολιτειακών και τοπικών, βάσεων δεδομένων DNA. Κι εκεί, στις περισσότερες πολιτείες, μια απλή σύλληψη χωρίς απαγγελία κατηγοριών είναι αρκετή για τη λήψη δείγματος γενετικού υλικού. Βάσεις δεδομένων DNA έχουν στα χέρια τους οι αστυνομίες των περισσότερων, πλέον, χωρών του δυτικού κόσμου. Στην ευρώπη, μάλιστα, με τη συνθήκη του Prum(2005), προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η δημιουργία μιας κοινής ευρωπαϊκής τράπεζας δεδομένων dna, με πρόσχημα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, του διασυνοριακού εγκλήματος και της παράνομης μετανάστευσης. Τη συνθήκη υπέγραψαν αρχικά 7 ευρωπαϊκά κράτη (βέλγιο, γερμανία, ισπανία, γαλλία, λουξεμβούργο, ολλανδία και αυστρία) και ακολούθησαν σταδιακά και τα υπόλοιπα κράτη της ε.ε. Σε γαλλία και αμερική, εφαρμογή του dna συναντάμε και στα πλαίσια της μεταναστευτικής τους πολιτικής με την υποχρεωτική λήψη dna από μετανάστες που αιτούνται πολιτικό άσυλο ή χορήγηση άδειας παραμονής.
Αν και η ταυτοποίηση του dna θεωρείται η απόλυτη μέθοδος ταυτοποίησης για την αστυνομία, είναι παράλληλα η πιο δαπανηρή, χρονοβόρα και εξειδικευμένη μέθοδος. Επίσης, ενώ θεωρείται πολύ ακριβής μέθοδος ταυτοποιήσης και αποτελεί απόλυτο πειστήριο και ενοχοποιητικό στοιχείο, υπάρχει περίπτωση η ταυτοποίηση να είναι λάθος. Έχουν ήδη καταγραφεί πολλές περιπτώσεις ενόχων που κατάφεραν να αποδείξουν την αθωότητά τους παρά το γεγονός ότι η εξέταση του dna τους ενοχοποιούσε. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι πιθανότητες λάθους της ανάλυσης και ταυτοποιήσης του dna είναι περίπου 1 στις 1000, καθόλου μικρές αν αναλογιστούμε τον πολύ μεγάλο αριθμό των υποθέσεων στις οποίες χρησιμοποιείται αυτή η μέθοδος. Επίσης, η εξέταση αυτή είναι αρκετά δύσκολη, λεπτή και εξειδικευμένη και το παραμικρό λάθος στο εργαστήριο μπορεί να δώσει λανθασμένα αποτελέσματα. Οπότε, πρακτικά, οι πιθανότητες λάθους είναι ακόμα μεγαλύτερες.
Με τη χρήση του dna στη δημόσια τάξη, ο καθένας μας είναι δυνητικά επιτηρούμενος ανά πάσα στιγμή, αφού “αφήνουμε” πίσω μας το γενετικό μας υλικό. Έτσι, μπορεί να γίνει γνωστό το  αν έχουμε περάσει από κάποιο σημείο, ακόμα κι αν έχουμε καπνίσει κάποιο τσιγαρό εκεί κτλ. Μια μέθοδος επιτήρησης “αόρατη”, που δε χρειάζεται να συμβαίνει σε πραγματικό χρόνο. Επίσης, η μεταφορά του dna από ένα μέρος σ’ ένα άλλο είναι εξαιρετικά εύκολη. Μια τρίχα ή ένα αποτσίγαρο μπορεί ανά πάσα στιγμή να “βρεθεί” οπουδήποτε και  να αποτελέσει αδιάσειστο ενοχοποιητικό στοιχείο.

Το dna, τα γονίδια και η ανάλυσή τους, ενισχύει τη θεωρία πως ο ανθρώπινος οργανισμός είναι ένα πολύπλοκο μηχάνημα, οι άνθρωποι είναι αποθήκες γενετικών πληροφοριών, οι γιατροί είναι “μηχανικοί ανθρώπων” και η ζωή είναι ανταλλαγή έμβιων πληροφοριών. Οι βιοτεχνολογίες προσπαθούν επίμονα να πείσουν πως η ζωή είναι μια αποθήκη γονιδίων, και πως διάφορα χαρακτηριστικά που μπορεί να έχει κάποιος άνθρωπος, από την ευφυΐα του, ως τις σεξουαλικές του προτιμήσεις ή την ροπή του στην εγκληματικότητα, οφείλονται σε γενετικές πληροφορίες, οι οποίες υπήρχαν από την γέννησή του, κωδικοποιημένες σε συνδυασμούς αδενίνης και θυμίνης, κυτοσίνης και γουανίνης. Πως οι αιτίες για οποιαδήποτε συμπεριφορά ή ιδιομορφία βρίσκονται κρυμμένες πολύ βαθιά στο σώμα μας και οι μόνοι που μπορούν να επέμβουν σ’ αυτές τις αιτίες είναι πολύ εξειδικευμένοι τεχνικοί. Και για να γίνει βεβαιότητα πως είμαστε οι βιολογικές πληροφορίες που κουβαλάμε μέσα στα κύτταρά μας, έχουν διεξαχθεί στατιστικές έρευνες. Για παράδειγμα, έχει παρθεί δείγμα αίματος από αριστούχους και μέτριους μαθητές, για να “ανακαλυφθεί’ το “γονίδιο της εξυπνάδα”’, που εμφανιζόταν σαφώς συχνότερα στο DNA των αριστούχων….

Έσχατο συμπέρασμα της ιδεολογίας των γενετιστών – βιοτεχνολόγων είναι λοιπόν πως, καθένας μας βρίσκεται στη θέση που του αξίζει, στην κοινωνική θέση για την οποία είναι προορισμένος βάση των γενετικών του πληροφοριών, των γονιδίων του. Πως η ταξική – κοινωνική ανισότητα είναι απλά αναπόφευκτο προϊόν των γενετικών μας διαφορών. ‘Ενα είδος μεταμοντέρνας “μοίρας”, που αυτή τη φορά παρουσιάζεται υλική, “γραμμένη” στα κύτταρα του καθενός μας, μαρτυρώντας πως δεν είμαστε προϊόντα της ιστορίας μας, αλλά της βιολογίας μας. Και πως οι ικανότητες ή οι συμπεριφορές κληρονομούνται  από τους γονείς, όπως και τα χαρακτηριστικά, συντηρώντας και ενισχύοντας την κοινωνική αναπαραγωγή της οικογένειας. Το άτομο χάνει την αντίληψη της έννοιας του εαυτού και “παραδίνεται” στο γενετικό του προκαθορισμό. Έτσι, συμπεριφορές και επιλογές αντιμετωπίζονται όχι σαν συνειδητές αλλά σαν βιολογικά αναπόφευκτες.

EΠIΛOΓOΣ

Eνώ ο έλεγχος πάνω στις συμπεριφορές των υπηκόων μπορεί να θεωρηθεί παλιά φροντίδα των κεντρικών εξουσιών, είναι ίσως η πρώτη φορά στην ιστορία των κοινωνιών που το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ελέγχου, της επιτήρησης, μπορεί να γίνεται στον αναπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο “ήρεμα”, “συναινετικά”, με την συμμετοχή των από κάτω· ενόσω αυτοί οι “από κάτω” είτε αλληλοεπιτηρούνται είτε αγνοούν τις δυνατότητες των μηχανών που χρησιμοποιούν.
Πρόκειται για κάποιο είδος μαζικής απόκρυψης ή αποπλάνησης; Δεν είμαστε σίγουροι. Eίναι βέβαια γεγονός ότι την ίδια στιγμή που οι υπήκοοι πέφτουν με τα μούτρα στην αγορά κάθε τεχνολογικού θαύματος που είναι προσιτό στις τσέπες τους, την ίδια στιγμή στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι “πίσω” σε σχέση με τις τεχνολογικές δυνατότητες αυτών των συσκευών. Όμως αυτή η άγνοια από μόνη της θα ήταν ένας μικρός παράγοντας της προόδου της επιτήρησης, αν δεν συνδυαζόταν με έναν μαζικό και ακόρεστο τεχνοφετιχισμό. Tο πόσο γρήγορα τα κινητά τηλέφωνα έγιναν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής ζωής και των κοινωνικών σχέσεων, και το πόσο εύκολα έγινε αποδεκτή η αθόρυβη αλλά ουσιαστική μεταμόρφωση αυτών των σχέσεων λόγω και μέσω των κινητών, λέει πολλά.

Ένας σημαντικός παράγοντας στη γρήγορη (διαρκείας μικρότερης από μια γενιά) ανάπτυξη του νέου πανοπτισμού είναι οι σχέσεις ανάμεσα στις εξουσίες (κεντρικές ή όχι) και στις τεχνολογίες. H μέση συνείδηση αντιλαμβάνεται αυτά τα δύο ζητήματα κατ’ αρχήν ανεξάρτητα το ένα απ’ το άλλο, αλλά κάνει λάθος! Oλόκληρο το φάσμα των “ψηφιοποιήσεων” κάθε είδους, είτε πρόκειται για την “ψηφιοποίηση” των ήχων και των εικόνων, είτε πρόκειται για την “ψηφιοποίηση” των “νευρικών σημάτων”, είτε – τέλος – για την βιολογική “ψηφιοποίηση” των ανθρώπινων χαρακτήρων και συμπεριφορών (μέσω του dna, των γονιδίων, κλπ) είναι ένα φάσμα εφαρμογών αποτύπωσης – αναλυτικής καταγραφής – συσσώρευσης. Στην πίσω της όψη, η σύλληψη της “ψηφιοποίησης” ζωντανεύει, κι αυτό ήταν εξ αρχής δεδομένο, την παλιά θέληση των εξουσιών για “κατοχή της γνώσης” – απ’ τα ‘70s και μετά, της γνώσης πάνω στο σύνολο της ζωής, τόσο των ανθρώπων και των κοινωνιών όσο και των υπόλοιπων έμβιων όντων. Kι αυτό το δίπολο εξουσίας και γνώσης πάντα σήμαινε, είτε το φώναζε είτε όχι, και επιτήρηση.
Eν τω μεταξύ, και οι μορφές των εξουσιών δεν έχουν μείνει απαράλλακτα ίδιες όπως πριν 50 ή 100 χρόνια. Aκριβώς επειδή πριν λίγες δεκαετίες το κύμα των κοινωνικών αμφισβητήσεων (άρα: αντι-εξουσιών) αποδείχθηκε απειλητικό για την σταθερότητα και την λειτουργία του συστήματος, εκείνοι που βρίσκονται στα κέντρα των πολιτικών, οικονομικών και θρησκευτικών εξουσιών, αναγκάστηκαν να “αναγνωρίσουν” τα εν δυνάμει των κοινωνικών σχέσεων, των αισθημάτων, των γνώσεων, των διαθέσεων· τα “αναγνώρισαν” τόσο όσο να μπορέσουν να τα συμπεριλάβουν σε κάποιο ρεπερτόριο αξιοποίησής τους. O περιβόητος “ελεύθερος χρόνος” (ελεύθερος, ως κάποιο χρονικό σημείο, απ’ τα καθήκοντα της παραγωγής ή της προετοιμασίας γι’ αυτήν) έπαψε να είναι μια άγνωστη ήπειρος με συνοριακά φυλάκια του είδους φυλακή / δικαιοσύνη ή νοσοκομείο, και έγινε ένα εν δυνάμει τεράστιο ορυχείο, που πρέπει να αποικιοποιηθεί. Kαι η καλύτερη αποικιοποίηση θα γινόταν αν οι “ιθαγενείς” της καθημερινής ζωής ανταμείβονταν με χάντρες και καθρεφτάκια.

Eν τέλει, η ευκολία με την οποία οι υπήκοοι αποδέχθηκαν και αποδέχονται άκριτα τα διαδοχικά κύματα τεχνολογικών εφαρμογών που “διευκολύνουν” και “ομορφαίνουν” την καθημερινή τους ζωή, είναι μέτρο μιας κάποιας “συναλλαγής”: μέσω των νέων τεχνολογιών του ο καπιταλισμός προσφέρει “ευκολία” και “αμεσότητα” διαφόρων ειδών (απ’ τα ψώνια ως την κυκλοφορία, απ’ την “επικοινωνία” ως την διασκέδαση, απ’ το κουτσομπολιό μέχρι την κακοβουλία και την μικροπρέπεια)· και σε αντάλλαγμα κρατάει το γενικό πρόσταγμα των κοινωνικών ηθών και εθίμων. Mέσα απ’ το εμπόρευμα (πάντα) και μέσα απ’ την διάχυση των δυνατοτήτων για “μικρο-ελέγχους” του ενός πάνω στον άλλο.
Mέσα απ’ την θρησκευτική πίστη, λοιπόν, για την αξία των τεχνολογιών, αποκαθίσταται το κάποτε κομματιασμένο νήμα απ’ την κεντρικές εξουσίες προς τους υπηκόους και από εκεί πάλι προς τα πάνω. Πρόκειται ξανά για τον ρόλο της ιδεολογίας· εντυπωσιακά εξοπλισμένης τώρα, αλλά πάντα ιδεολογίας!

Βιοτεχνολογία: οι καινούριες ιδέες για τη ζωή, η “νέα ευγονική”, ο “μετάνθρωπος” και η προοπτική της τεχνοφασιστικής κοινωνίας

του Γιώργου Κολέμπα

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 δημιουργήθηκε στις ΗΠΑ, υπό την προεδρία του τότε αντιπροέδρου Dan Quayle, μια «Επιτροπή ανταγωνισμού», η οποία είχε ως στόχο τον εντοπισμό περιοχών έρευνας και τεχνολογίας, όπου οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αποκτήσουν προβάδισμα στις αγορές με τη βοήθεια τεχνικών καινοτομιών. Η βιοτεχνολογία, προτάθηκε και έγινε αποδεκτό να προωθηθεί, ως το βαρύ πυροβολικό με το οποίο θα επιτυγχανόταν αυτός ο στόχος και θα ακολουθούσαν η νανοτεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη.

Η βιοτεχνολογία έχει να κάνει με τεχνικές και μεθόδους που σχετίζονται με τις βιολογικές επιστήμες (κλωνοποίηση, βλαστοκύτταρα κλπ) ενώ η γενετική μηχανική είναι ένας υποτομέας της, ο οποίος ασχολείται με τη γενετική τροποποίηση των οργανισμών (μεταλλαγμένα).

Από εκείνη την εποχή και μετά οι γενετιστές επιστήμονες μόλις ανακαλύψουν κάτι το πατεντάρουν και είτε δημιουργούν οι ίδιοι εταιρεία εκμετάλλευσής του, είτε το πουλάνε σε ήδη υπάρχουσες εταιρείες βιοτεχνολογίας. Έτσι, η ιδιοκτησία και η εμπορευματοποίηση φθάνει στα όριά της με την έννοια ότι οι διάφορες μορφές ζωής και ο ίδιος ο άνθρωπος και τα όργανά του ιδιωτικοποιούνται και γίνονται αντικείμενο κέρδους, ενώ οι «επιστήμες της ζωής» μπαίνουν στην υπηρεσία των επικυρίαρχων.Με τα «μεταλλαγμένα» έχουμε ασχοληθεί αρκετά. Εύκολα μπορεί να τα απορρίψει κανείς, αφού δεν φαίνεται να υλοποιούν τις υποσχέσεις τους προς τους αγρότες και τους καταναλωτές, και ήδη έχει αναπτυχθεί ένα παγκόσμιο κίνημα ενάντιά τους. Με τις άλλες εφαρμογές της βιοτεχνολογίας, ιδίως στην ιατρική, είναι πιο δύσκολα τα πράγματα. Εδώ γίνεται παιχνίδι με την απελπισία των ασθενών, ειδικά με την ελπίδα των ανίατων. Στο άρθρο λοιπόν αυτό θα ρίξουμε το βάρος στην αντιμετώπιση του ίδιου του ανθρώπου από τη βιοτεχνολογία.
Οι καινούργιες ιδέες για τη ζωή
Η γενετική παρέμβαση στην εξέλιξη των ειδών, φυτικών, ζωικών και ανθρώπου, στηρίζεται στο επιχείρημα του δυτικού πολιτισμού, ότι γίνεται για την ευτυχία του ανθρώπινου είδους. Και επειδή «η Φύση είναι καλή, αλλά κάνει λάθη και είναι αργή, εμείς οι άνθρωποι θα τη βοηθήσουμε να τα διορθώσει και να επιταχύνει την εξέλιξη».Έτσι άρχισε ο αγώνας δρόμου για τη χαρτογράφηση και απομόνωση των γονιδίων.

Αυτό έπρεπε να νομιμοποιείται και να μην έρχεται σε αντίθεση με τις κοινωνικές αντιλήψεις για την ουσία και το σχέδιο της φύσης. Συνέβαινε πάντα. Αντί η κοινωνία και οι δράσεις της να εντάσσονται συμβατά στις λειτουργίες της φύσης, οι θεωρίες και το μοντέλο για τη φύση εξηγούσαν και νομιμοποιούσαν το μοντέλο της κρατούσας κάθε φορά κοινωνικής οργάνωσης.

Έτσι π.χ. στη βιομηχανική εποχή η θεωρία της εξέλιξης του ∆αρβίνου ταίριαζε πολύ καλά με την καπιταλιστική κοινωνία που εδραιώθηκε. Παρείχε «επιστημονική εγγύηση για την ορθότητα των σχέσεων ιδιοκτησίας και εργασίας». ∆ικαίωνε το εργοστασιακό σύστημα, τον καταμερισμό εργασίας και τον ανταγωνισμό, διακηρύσσοντας ότι και στη φύση επικρατεί η ίδια διαδικασία. Ο νόμος της «φυσικής επιλογής» στη φύση, ταίριαζε με το νόμο του «αόρατου χεριού» της αγοράς. Η επιβίωση των δυνατότερων και των πιο προσαρμοσμένων ειδών πήγαινε γάντι με την επικράτηση των πιο «δυνατών» (βλέπε κρατούντων) στην κοινωνία. Η εκμετάλλευση των φτωχών εργαζομένων στο εσωτερικό των χωρών, καθώς και η αποικιοκρατική – ιμπεριαλιστική εξάπλωση στο εξωτερικό, γινόταν αποδεκτή, αφού δεν ήταν παρά η έκφραση των «νόμων της φύσης».

Σήμερα, βρισκόμαστε στη φάση της «παγκοσμιοποίησης» και η οικονομία μετασχηματίζεται γρήγορα σε «δικτυακή», δηλαδή στηρίζεται και οργανώνεται στη βάση των δικτύων και του κυβερνοχώρου. Το ίδιο συμβαίνει επίσης και με την κυρίαρχη κοινωνική δραστηριότητα. Πρέπει αυτή η εξέλιξη στην κοινωνία να συνοδεύεται και από μια μεταβολή στην κοσμολογική αντίληψη. Οι «νόμοι» της φύσης επαναδιατυπώνονται λοιπόν, για να ταιριάξουν και πάλι στον τρόπο και τις αρχές που η σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία αντιμετωπίζει τον φυσικό κόσμο μέσω των νέων τεχνολογιών και ιδιαίτερα της βιοτεχνολογίας. Ο στόχος είναι και πάλι να πεισθούν οι άνθρωποι γενικώς, ότι οι μέθοδοι, οι πρακτικές και τα προϊόντα της, δεν είναι τίποτα άλλο παρά η προέκταση των αρχών με τις οποίες η ίδια η φύση λειτουργεί και άρα δεν μπορούν να αμφισβητηθούν γιατί είναι αναπόφευκτα.

Οι καινούργιες θεωρίες που αρχίζουν και επικρατούν στην εξελικτική και αναπτυξιακή βιολογία, διαμορφώνονται με βάση την πληροφορική, την κυβερνητική, την καινούργια φυσική και χημεία όπως και τα καινούργια μαθηματικά. Περιγράφουν μια φύση στην εξέλιξη της οποίας λαμβάνει δραστικά μέρος η ανθρώπινη νόηση. Μέχρι τώρα σ’ αυτό που ονομαζόταν φυσική εξέλιξη, η νόηση δεν είχε θέση. Από δω και στο εξής όμως αναλαμβάνει να τη «διορθώσει» και να την «επιταχύνει».

Οι έμβιοι οργανισμοί δεν αντιμετωπίζονται πλέον σαν ξεχωριστά όντα με μόνιμη μορφή, αλλά υπό διαμόρφωση (in formation). Το «είναι» τους περιθωριοποιείται και στο κέντρο μπαίνει η διαδικασία του «γίγνεσθαι», που έχει να κάνει με την «συσσώρευση» και επεξεργασία της πληροφορίας. Η εξέλιξη ορίζεται ως μια βελτίωση της επεξεργασίας πληροφοριών απ’ το αντίστοιχο είδος. Αν το είδος επεξεργάζεται με επιτυχία τις πληροφορίες, μέσω της αρνητικής ανάδρασης οδηγείται σε στάση, ενώ μέσω της θετικής ανάδρασης οδηγείται σε μετασχηματισμό (έννοιες της κυβερνητικής). Έτσι η «επιλογή» μεταξύ των ειδών (δαρβινική έννοια), οδηγεί προς μια αύξηση των «υπολογιστικών ικανοτήτων» (πληροφορική έννοια).
Μ’ αυτό το μοντέλο, η φύση ανταποκρίνεται στην εικόνα του ηλεκτρονικού υπολογιστή και της πληροφορικής και παραλληλίζεται παραπέρα με τον νέο τρόπο που οργανώνεται το εμπόριο και η δικτυακή οικονομία. Όπως η επιβίωση στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο εξαρτάται απ’ την ικανότητα πρόβλεψης και γρήγορης ανταπόκρισης στο ταχέως μεταβαλλόμενο εμπορικό περιβάλλον, όπως η αυξανόμενη κοινωνική πολυπλοκότητα απαιτεί όλο και μεγαλύτερη ταχύτητα επεξεργασίας πληροφοριών και ανάλογης αντίδρασης από τα άτομα τις επιχειρήσεις και τους θεσμούς για να σταθούν με επιτυχία, έτσι και στη φύση λειτουργούν οι ίδιες δυνάμεις. Οι οργανισμοί για να επιβιώσουν πρέπει να επιδιώκουν την «αυτοοργάνωσή» τους ανταλλάσσοντας πληροφορίες με το περιβάλλον και τα άλλα είδη και ανταποκρινόμενοι στα νέα δεδομένα μέσω της θετικής ή αρνητικής ανάδρασης.

Οι καινούργιες λοιπόν αντιλήψεις ταυτίζουν τη ζωή με την πληροφορία. Αντικαθιστούν τη δομή με τη λειτουργία και ανάγοντας τη λειτουργία σε ροή πληροφοριών, καταλήγουν στην εξάλειψη της ακεραιότητας των ειδών. Τα φυτά, τα ζώα και ο άνθρωπος δεν είναι πλέον συγκεκριμένα όντα, αλλά είναι ένα σύνολο πληροφοριών. Η ουσία τους εξαφανίζεται και μετατρέπονται σε «κωδικοποιημένα μηνύματα», που πρέπει να «αποκρυπτογραφηθούν». Έτσι χάνεται η αυταξία της ζωής και επιτυγχάνεται η αποηθικοποίησή της. Αφού η ζωή δεν είναι παρά ένας κώδικας DNA, ένα πληροφοριακό πρότυπο, επιτρέπεται η παρέμβαση. Πως θα ήταν δυνατή η βιοτεχνολογική κατασκευή της ζωής και η παραγωγή διαγονιδιακών οργανισμών για εμπορική εκμετάλλευση, αν δεν προωθούνταν η αμφισβήτηση της ιδέας ότι κάθε οργανισμός είναι μια διακριτή ύπαρξη με δική του ταυτότητα; Μόνο έτσι είναι δυνατή η μετατροπή των γονιδίων σε καινούργιους εμπορικούς πόρους προς εκμετάλλευση και μπορούν να αναπρογραμματιστούν σε ατέλειωτους συνδυασμούς. Και επειδή κάθε καινούργιο είδος, όπως υποστηρίζεται απ’ τους γενετιστές, θα είναι καλύτερα εφοδιασμένο με πληροφορίες απ’ το προηγούμενο, θα αποτελέσει αυτή η διαδικασία αστείρευτη πηγή κέρδους για τις εταιρίες βιοτεχνολογίας (με τον ίδιο τρόπο που κάθε καινούργιου τύπου κομπιούτερ είναι καλύτερο απ’ αυτό που αντικαθιστά και έτσι δημιουργείται συνεχώς κέρδος για τις εταιρίες πληροφορικής).

Η κριτική απέναντι σε αυτές τις αντιλήψεις γίνεται από 4 βασικά σκοπιές.:

1)από τη θρησκευτική,
2)τη φιλοσοφική,
3)τη δεοντολογική σκοπιά των φυσικών επιστημών και
4) από την οικολογική.

1) Όσον αφορά στην πρώτη: Η ζωή είναι δώρο του όποιου Θεού πιστεύει ο καθένας και οι κάθε είδους οργανισμοί δημιουργήματά του. Όλες οι μονοθεϊστικές θρησκείες με πρώτη την χριστιανική ,δεν αποφεύγουν τη χρησιμοθηρία (ότι δηλαδή τα άλλα είδη είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου), όμως θεωρούν, ότι ένα από τα ύψιστα καθήκοντα του ανθρώπου επί της γης ,είναι να σέβεται, να προστατεύει, να διατηρεί και να προάγει κάθε μορφή ζωής . Αυτός ο σεβασμός και η αποδοχή της αυταξίας της ζωής κάθε οργανισμού πηγάζει από τον Θεό, που είναι ο δημιουργός της. Η γενετική παρέμβαση δεν σέβεται την αυτόνομη ύπαρξη ενός οργανισμού και έτσι απορρίπτεται.

2) Όσον αφορά στην δεύτερη: Ήδη από την εποχή του Αριστοτέλη αποδόθηκε σε κάθε είδος ζωής ένας σκοπός (τέλος, ενδελέχεια), με βάση τον οποίο αυτοπραγματώνεται. Αυτή η αντίληψη περνώντας μέσα και στη χριστιανική σχολαστική, έφθασε μέχρι τον 17ο αιώνα στην «ηθική» του Σπινόζα και του Χέγκελ. Από την εποχή του διαφωτισμού και μετά, έχουμε την επικράτηση της άποψης ότι, ναι μεν ο θεός έκανε τον κόσμο και τα όντα, όμως δεν επεμβαίνει στην εξέλιξή τους. Από αυτήν προέκυψαν δύο κατευθύνσεις στην φιλοσοφική ηθική, που χονδρικά ισχύουν μέχρι και σήμερα: η δεοντολογική και η ωφελιμιστική.

Η δεοντολογική κατεύθυνση (καντιανή κληρονομιά) υπερασπίζεται την «αυταξία» των έλλογων όντων και έτσι ουσιαστικά στρέφεται ενάντια στην γενετική παρέμβαση σ’ αυτά τα όντα, ενώ η ωφελιμιστική (θεμελιωτής της ο Άγγλος φιλόσοφος Bentham), προτείνοντας σαν κριτήριο τη μεγιστοποίηση της συνολικής ωφέλειας, δεν αποδέχεται την «αυταξία» των ανθρώπων και έτσι δεν αρνείται την γενετική παρέμβαση.

3) Όσον αφορά στην τρίτη: μετά το 1800 με τον Λαμάρκ και στην συνέχεια με τον ∆αρβίνο και την ανάπτυξη των θεωριών της εξέλιξης, σύμφωνα με τις οποίες τα είδη και οι οργανισμοί εξελίχθηκαν με την φυσική επιλογή κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες περιβάλλοντος, αλλά και σήμερα με τις γνώσεις που προέκυψαν από την εξελικτική βιολογία και την γενετική, οι οργανισμοί και η εξέλιξή τους καθορίζεται από εξηγήσιμες διαδικασίες εφαρμογής φυσικών νόμων. Όμως ο ίδιος ο άνθρωπος είναι πρωταρχικά και αποτέλεσμα και κοινωνικών και πολιτιστικών προτύπων και όχι μόνο των νόμων της φύσης. Από αυτό το γεγονός προκύπτει ότι ο άνθρωπος είναι υποχρεωμένος να επιλέγει τη δράση του με βάση την κοινωνική και την ιστορική εμπειρία, που έχει αποκτήσει ως στοιχείο των γενικότερων συστημάτων. Ως υποσύστημα ενός γενικότερου συστήματος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει κάθε φορά όλους τους παράγοντες που διέπουν τους οργανισμούς. Άρα δεν είναι «δέον» να παρεμβαίνει εκεί όπου ακόμα δεν είναι σίγουρος ότι το κατέχει. Η βιοτεχνολογία και ιδιαίτερα η γενετική μηχανική προχωρούν σε εφαρμογές, γνωρίζοντας πολύ λίγα και έχοντας πολλές «μαύρες τρύπες» στον χάρτη των «πληροφορικοποιημένων» οργανισμών. Έτσι από άποψη δεοντολογίας επίσης, δεν πρέπει να δρα ενάντια στο γενικό συμφέρον της ζωής, χάριν ιδιαίτερων κοινωνικών συμφερόντων.

4) Από την οικολογική σκοπιά προτείνεται σαν ανώτερο αξίωμα από τον ωφελιμισμό, η προστασία της βιοποικιλότητας. Η ίδια η ύπαρξη και εξέλιξη του ανθρώπου εξαρτάται από την ύπαρξη και την εξέλιξη των άλλων ειδών, στα πλαίσια των σε ισορροπία οικοσυστημάτων. Η ελευθεριακή ιδιαίτερα οικολογική άποψη, που θεωρεί ότι η κυριαρχία του ανθρώπου στο οικοσύστημα είναι αποτέλεσμα της κοινωνικής κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο (Μπούκτσιν), προτείνει την ορθολογική αντιμετώπιση της εξέλιξης και όχι την ωφελιμιστική: ποιος κρίνει για το τι είναι ωφέλιμο, πρόκειται για υλική ωφελιμότητα, για εκπλήρωση ζωτικής ανάγκης ή για ικανοποίηση συγκεκριμένων συμφερόντων;

Γενικότερα, μπορεί η ζωή να εξετάζεται με το επικρατούν μοντέλο ανάλυσης του κόστους – οφέλους, πράγμα που π.χ. κάνουν οι εταιρείες βιοτεχνολογίας στις εφαρμογές τους με τους διαγονιδιακούς οργανισμούς; Μπορεί το οικονομικό όφελος μιας μικρής μειοψηφίας να προέχει των γενικότερων συμφερόντων, ιδιαίτερα όταν το ζήτημα αφορά στην ανθρώπινη ζωή;

Η βιοτεχνολογία, ο άνθρωπος και η «νέα ηθική»
Με την ολοκλήρωση του προγράμματος για το ανθρώπινο γονιδίωμα το 2002, έχουμε την γενετική παρέμβαση στον ίδιο τον άνθρωπο. Η παρέμβαση αυτή είναι πιο δύσκολο να αιτιολογηθεί από εκείνους που το επιχειρούν. Οι παλιές θρησκείες της ∆ύσης δεν βοηθούν σ ́ αυτό καθώς τον ρόλο του Θεού αναλαμβάνει ο ίδιος ο άνθρωπος (δηλαδή οι γενετιστές). Υπάρχει λοιπόν ανάγκη μιας καινούργιας θρησκείας. Και αυτή έχει βρεθεί εδώ και καιρό. Είναι ο «τεχνολογικός μεσσιανισμός». Η επιστήμη και η τεχνολογία θα λύσουν όλα τα προβλήματα του ανθρώπου και θα φέρουν την ευτυχία του. Το «ιερατείο» της καινούργιας αυτής θρησκείας είναι οι κάθε είδους επιστήμονες, της βιοτεχνολογίας, κυβερνητικής, ρομποτικής, νανοτεχνολογίας, πληροφορικής, επικοινωνίας καθώς και οι κάθε είδους κεφαλαιούχοι και επαγγελματίες πολιτικοί. Απλοί ιερείς είναι οι κάθε είδους τεχνικοί στο πεδίο των καθημερινών εφαρμογών που υπόσχονται τη λύση κάθε προβλήματος του κοσμάκη και φυσικά και τον «παράδεισο» επί της γης. Οι «εκλεκτοί» αυτού του παραδείσου δυνητικά είναι όλοι οι άνθρωποι. Στην πράξη όμως είναι αυτοί που είναι σε θέση να πληρώσουν αυτά τα επιτεύγματα, αφού το «ιερατείο» με τις πολυεθνικές επιχειρήσεις που το χρηματοδοτούν έχουν εξασφαλίσει την ιδιωτικοποίηση των διάφορων ευρεσιτεχνιών. Το μεγαλύτερο μέρος του ανθρώπινου πληθυσμού είναι οι παρείσακτοι.

Η κόκκινη κλωστή που υφαίνει τον νέο μύθο-θρησκεία είναι η υπέρβαση του ανθρώπινου είδους απ ́ τον ίδιο τον άνθρωπο. Ο τωρινός ατελής άνθρωπος πρέπει να δημιουργήσει ο ίδιος τον νέο τέλειο άνθρωπο, τον λεγόμενο «μετάνθρωπο», που θα οδηγήσει σε ένα κόσμο συνειδητής εξέλιξης. Η φυσική εξέλιξή του είναι πολύ αργή και χρονοβόρα Αυτοί που έχουν τη δυνατότητα, πρέπει να παρέμβουν και να επιταχύνουν τον ρυθμό εξέλιξής του. Να περάσουμε απ ́ τη δαρβίνεια φυσική εξέλιξη, στην «μεταδαρβίνεια» τεχνική εξέλιξή του, απαλλαγμένο από αρρώστιες, με σωματική και νοητική βελτίωση, με παράταση της ζωής και αποτροπή των γηρατειών.

Το «ιερατείο» και οι «πιστοί» αυτής της θρησκείας πιστεύουν ότι αυτό θα επιτευχθεί από 3 συγκλίνουσες διαδικασίες.
1) Η πρώτη έχει να κάνει με τη βιοτεχνολογία και τη γενετική μηχανική.
Έχει ξεκινήσει με την χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος και την αναγωγή των ανθρώπινων ιδιοτήτων και χαρακτηριστικών σε αντίστοιχα γονίδια. Στη συνέχεια με την «επανασχεδίαση» των γενετικών οδηγιών του κώδικα (DNA), θα επιδιωχθεί το «βέλτιστο» για κάθε άτομο του είδους, κύρια με τη βελτίωση των νοητικών δυνατοτήτων (ένα νέο είδος «ευγονικής» όπου, όχι ο Χίτλερ, αλλά οι γονείς οι ίδιοι θα είναι οι νέοι «ευγονιστές», αφού σε συνεργασία με τα εργαστήρια των εταιρειών θα γίνεται ο γενετικός σχεδιασμός και η παρακολούθηση του εμβρύου μέχρι τον τοκετό, ώστε το παιδί να ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές τους).

2) Η δεύτερη διαδικασία έχει να κάνει με την «τεχνητή νοημοσύνη» και την «ανθρωποποίηση» της μηχανής και έχει σαν στόχο το σκεπτόμενο ρομπότ.

3) Η τρίτη διαδικασία αφορά στη «μηχανοποίηση» του ανθρώπου, μέσω ενίσχυσης των φυσικών και διανοητικών του ικανοτήτων του (τεχνητά ανθρώπινα μέλη – όργανα, μικροσυσκευές στο ανθρώπινο σώμα που θα κυκλοφορούν με το αίμα και θα διορθώνουν βλάβες, μικροτσίπ και εμφυτεύματα στον εγκέφαλο, αισθητήρες συνδεμένοι με τα αισθητήρια νεύρα κ.λπ.)

Το αποτέλεσμα της σύνθεσης αυτών των διαδικασιών θα είναι ο λεγόμενος «επαυξημένος άνθρωπος» («κύβοργον») που σε σύνδεση με τον κυβερνοχώρο θα είναι μια οντότητα με μεγαλύτερη νοημοσύνη από τον σημερινό άνθρωπο. Αυτή η οντότητα θα αναλάβει να καθοδηγήσει την παραπέρα αυτοεξέλιξή του σε «μετάνθρωπο». Υποστηρίζουν ότι αυτό θα γίνει δυνατό τα επόμενα 30 χρόνια, όταν θα εξασφαλισθεί hardware πιο ισχυρό απ ́ τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Πέρα απ ́ τις πραγματικές δυνατότητες και αν και σε ποιο βαθμό όλα αυτά είναι φαντασιώσεις ή επιθυμίες της ελίτ που καθοδηγεί τις διαδικασίες αυτές, ο στόχος είναι η διαφοροποίηση των διανοητικών, συναισθηματικών και ψυχολογικών αντιλήψεων των ατόμων για την πραγματικότητα. Σ ́ αυτό θα συμβάλλει και η φαρμακολογία με καινούργια γενετικά φάρμακα που θα επιδρούν στα κέντρα ηδονής και δημιουργίας ευφορίας στα άτομα. Η νανοτεχνολογία (τεχνολογία που στηρίζεται στην κατάτμηση της ύλης και στην εκ νέου αναδιοργάνωσή της άτομο προς άτομο) θα εξασφαλίζει τον πλήρη έλεγχο στη δομή της ύλης και θα κάνει δυνατή την παραγωγή οποιωνδήποτε αγαθών απ ́ τα υπάρχοντα υλικά, αντιγράφοντας, επιταχύνοντας και επεκτείνοντας τις δυνατότητες της βιολογίας (για τη νανοτεχνολογία επενδύονται τεράστια ποσά κάθε χρόνο. Μόνο το 2004 οι κρατικές δαπάνες παγκοσμίως ανήλθαν στο ποσό των 4,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων)

Έτσι θα ξεπεραστούν, όπως υποστηρίζουν, τα προβλήματα της ανθρώπινης εργασίας και της εκμετάλλευσής της, των οικονομικών – γεωγραφικών – πολιτικών ανισοτήτων, της φτώχειας, της ρύπανσης του περιβάλλοντος (ανακύκλωση 100%) κ.λπ. Στην πραγματικότητα όμως, υπό τις παρούσες συνθήκες της κυριαρχίας της αγοράς, των πολυεθνικών και των πολιτικών μειοψηφιών, όπου συμμετοχή θα είχαν αποκλειστικά τα άτομα που έχουν τα οικονομικά και πολιτικά μέσα, η εξέλιξη θα οδηγούσε στον πιο σκληρό «κοινωνικό δαρβινισμό» (επικράτηση των οικονομικά και πολιτικά ισχυρών).

Σε ποιο σημείο βρισκόμαστε σήμερα:
Οι παρεμβάσεις που γίνονται σήμερα στο επίπεδο του ανθρώπου είναι βασικά οι εξής: μεταμοσχεύσεις οργάνων, υποβοηθούμενη τεχνητή γονιμοποίηση, τεχνητό κώμα, πειράματα με έμβρυα και αναπαραγωγικά κύτταρα, προγενετική διαγνωστική, προγραμματισμός εμβρύου και γενετικά τεστ, θεραπευτική και αναπαραγωγική κλωνοποίηση, γενετικά φάρμακα.
Εδώ θα ασχοληθούμε με τα θέματα που άπτονται της γενετικής παρέμβασης.

Όσον αφορά στη προγενετική διαγνωστική: αυτό σημαίνει με απλά λόγια ότι, προτού γεννηθεί το μωρό ερευνάται από τους γιατρούς αν αυτό είναι υγιές ή πρόκειται να γεννηθεί ανάπηρο ή με διάφορα «κουσούρια». Σήμερα η εγκυμοσύνη αντιμετωπίζεται σαν αρρώστια και οι γυναίκες περνούν από τόσες εξετάσεις, όσες σε καμιά άλλη περίοδο της ζωής τους. Η προγενετική διαγνωστική εφαρμόζεται εδώ και πάνω από 30 χρόνια. Στην αρχή εξετάζονταν μόνο ορισμένες κατηγορίες γυναικών «υψηλού κινδύνου» και υπήρχαν αυστηροί κανόνες για το πότε επιτρεπόταν τέτοιου είδους εξετάσεις, όπως για παράδειγμα αν η έγκυος ήταν πάνω από 35 χρόνων. Στη συνέχεια εξετάζονται σχεδόν όλες, όσες δεν φέρνουν αντίρρηση.

Η πιο άσχημη περίπτωση είναι όταν ανακαλύπτεται κάτι «ελαττωματικό» μετά τον 4ο-5ο μήνα της εγκυμοσύνης. Οι περισσότεροι γονείς κάνουν τότε έκτρωση γιατί φοβούνται και δεν ξέρουν πώς μπορούν να αντιμετωπίσουν τη κατάσταση με ένα ανάπηρο ή «ελαττωματικό» παιδί, αφού κανείς δεν τους βοηθά σε αυτό. Όμως πολλές γυναίκες περνούν μια τόσο άσχημη εμπειρία με την έκτρωση, που δεν μπορούν να το ξεχάσουν ποτέ και θα προτιμούσαν να είχαν ένα ανάπηρο παιδί.

Όμως η κοινωνική πίεση προς τους γονείς να μην αποκτούν «ανάπηρα», είναι πολύ μεγάλη. Ενώ πριν θεωρούνταν θέμα τύχης, τώρα θα κατηγορηθούν ως υπεύθυνοι, αφού σίγουρα δεν κάνανε αρκετά, μια και η επιστήμη θα μπορούσε να τους είχε βοηθήσει να το αποφύγουν.

Τι όμως μπορεί πραγματικά να κάνει αυτή η επιστήμη; Τα τελευταία χρόνια, σχεδόν όλες αυτές οι εξετάσεις στηρίζονται στα γονίδια, που υποτίθεται ότι το καθένα είναι υπεύθυνο για συγκεκριμένο χαρακτηριστικό στο άτομο. Από ό,τι όμως φαίνεται, και πολλοί επιστήμονες το υποστηρίζουν αυτό, τα χαρακτηριστικά και οι ιδιότητες στα ανώτερα θηλαστικά ,είναι αποτέλεσμα πολλών συνδυασμών και ομάδων γονιδίων. Για αυτό ποτέ δεν είναι σίγουρη η διάγνωση, είτε θετική, είτε αρνητική. Οι περισσότερες αναπηρίες και ελλείψεις δεν μπορούν να διαγνωσθούν από αυτές τις εξετάσεις. Οι γιατροί όμως δίνουν την εντύπωση ότι μπορούν και υπόσχονται υγιή μωρά και όταν αυτό δεν συμβεί, τότε υπεύθυνη είναι η μητέρα, γιατί δεν ακολούθησε τις οδηγίες.

Εξάλλου, και όταν διαπιστωθεί μια αναπηρία, δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν το βαθμό της (ελαφριάς ή βαριάς μορφής), αν μπορεί να αντιμετωπισθεί είτε χειρουργικά ή με άλλο τρόπο. ∆εν είναι σε θέση καμιά από αυτές τις εξετάσεις να προβλέψει πώς ακριβώς θα είναι το μωρό. Επομένως οι μέλλουσες μητέρες αποφασίζουν με κριτήριο τον γενικό φόβο τους για την αναπηρία!

Και όλα αυτά, χωρίς να τα δει κανείς από την σκοπιά των σημερινών αναπήρων ανθρώπων, που δεν θα υπήρχαν στη ζωή, αν η μητέρα τους τότε, είχε τις σημερινές δυνατότητες.

(Αλήθεια ,πώς θα ήταν ο κόσμος μας, αν δεν υπήρχαν καθόλου ανάπηροι και ήμασταν όλοι σαν τα μοντέλα των διαφημίσεων;)

Όσον αφορά τον προγραμματισμό του εμβρύου και τα γενετικά τεστ: Μερικοί γενετιστές επιστήμονες προφητεύουν ότι σύντομα θα είναι σε θέση να «παράγουν» μωρά κατά παραγγελία των γονιών τους . Υποστηρίζουν ότι οι γνώσεις τους για τα πολυσύνθετα συστήματα της ζωής θα πάρουν τέτοιες διαστάσεις, που και ο άνθρωπος θα μετατραπεί σε «διαφανές» βιολογικά ον. Με ανασυνδυασμό του DNA, όχι μόνο θα αντιμετωπίζονται τα διάφορα ελαττώματα αλλά και θα προγραμματίζονται επιθυμητά χαρακτηριστικά και ιδιότητες του ατόμου, αρκεί να ζητηθούν οι υπηρεσίες της βιοτεχνολογίας, με το αζημίωτο βέβαια. Ο ριζοσπαστικότερος από αυτούς τους επιστήμονες, ο Gregory Stock του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, κηρύττει ότι το γενετικό «παιγνίδι της τύχης» που παίζει η φύση, θα καταργηθεί από τις στοχευόμενες παρεμβάσεις των γενετιστών. «Σε 50 χρόνια ο πλανήτης θα κατοικείται από όντα, που στα τεχνητά χρωμοσώματά τους θα φέρουν ντουζίνες από νέα γονίδια, όπως για παράδειγμα: γονίδια αντίστασης στις αρρώστιες, γονίδια για την ευφυΐα, γονίδια κατά της γήρανσης, κ.λ.π.»

Τα ίδια όμως έλεγε 40 χρόνια πριν και ένας από τους προφήτες της βιοτεχνολογίας, ο Bentlen Glass: «Μέχρι το 2000 ο άνθρωπος θα απελευθερωθεί από την πείνα και τις αρρώστιες, θα ζει μέχρι 90-100 χρόνια και θα είναι πλήρως ενεργός, τόσο σωματικά όσο και πνευματικά. Μέρη και όργανα του ανθρώπινου σώματος, τα οποία δυσλειτουργούν θα αντικαθίστανται και μάλιστα πριν τη γέννησή του.

Επίσης θα είμαστε σε θέση καταψυγμένα βαθιά αναπαραγωγικά κύτταρα, ακόμη και ανθρώπων που δεν θα ζουν πια, να χρησιμοποιήσουμε για την παραγωγή νέας ζωής» .

Περάσαμε το 2000 χωρίς βέβαια να έχουμε δει το παραμικρό από αυτόν τον «νέο και ωραίο κόσμο»

Τι πραγματικά συμβαίνει;
Ο Erwin Chargaff, ένας από τους πατέρες της βιοτεχνολογίας λέει τα εξής: «Οι επιστήμονες υπόσχονται πάρα πολλά, απεριόριστα πολλά. Έχουν γίνει οι αργυρώνητοι κράχτες της αγοράς. Κάνουν σαν να είναι δυνατόν όλα να κατασκευάζονται και να επισκευάζονται. Έχουν χάσει κάθε σεβασμό και μέτρο.

Κανένας επιστήμονας ,κανένας γενικά, δεν γνωρίζει τι ακριβώς είναι η ζωή και ούτε θα μπορέσει να το εξηγήσει ποτέ πλήρως. Συμβαίνει για πρώτη φορά στην ιστορία της επιστήμης, όπου μια εργασία, αυτή της χαρτογράφησης του ανθρώπινου γονιδιώματος, δημοσιοποιείται χωρίς να μπορεί να επαναληφθεί.

Πολλά μπορεί να είναι τελείως λάθος. ∆εν ξέρουμε πώς να χρησιμοποιήσουμε αυτή την γραμματοσαλάτα… Τα γονίδια δεν είναι τα μοναδικά εργαλεία που χρησιμοποιεί η φύση για να διατηρεί και να εξελίξει τη ζωή».

Παρόλα αυτά όμως παίζοντας τους «μαθητευόμενους μάγους» έχουν ετοιμάσει μια σειρά από γενετικά τεστ. Στηριζόμενοι στην άποψη ότι πολλές αρρώστιες είναι εγγεγραμμένες στα γονίδια, έχουν δημιουργήσει και δημιουργούν συνέχεια πολλά και διάφορα τεστ, με τα οποία εξετάζουν συγκεκριμένα γονίδια.

Υπάρχουν προς το παρόν δύο ειδών γενετικά τεστ. Αυτά που γίνονται σε ανθρώπους που έχουν ήδη μια συγκεκριμένη αρρώστια και αυτά που γίνονται σε υγιείς και ερευνάται αν θα αρρωστήσουν στο μέλλον.

Για τα πρώτα δεν θα μπορούσε να πει κανείς πολλά, για να μη κατηγορηθεί σαν κυνικός με τους ασθενείς. Για τα δεύτερα: υπάρχουν ήδη για πάνω από 400 ασθένειες όπως π.χ. για ασθένειες του πνεύμονα, καρκίνο του στήθους, Αλτσχάϊμερ ή Chorea Huntigdon. Για την τελευταία (με κυριότερα συμπτώματα τη δυσκολία στις κινήσεις και την μετέπειτα ψυχική νόσο), μπορεί να καταλάβει ο γιατρός που κάνει το τεστ αν θα εκφρασθεί η ασθένεια, αλλά δεν μπορεί να ξέρει πότε θα εκφρασθεί, όταν ο ασθενής θα είναι νέος ή μετά τα 70 του;

Για τις άλλες δεν μπορεί να ξέρει ποτέ ακριβώς, αν ο εξεταζόμενος θα ασθενήσει κάποτε. Αυτό συμβαίνει γιατί το τεστ απλώς διαπιστώνει αν ο εξεταζόμενος έχει «ασυνήθιστο» γονίδιο. Βέβαια, όσοι έχουν «ασυνήθιστα» γονίδια , έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να ασθενήσουν στο μέλλον, όμως είναι λάθος να πιστεύουν ότι θα ασθενήσουν οπωσδήποτε. Ούτε στο μέλλον θα είναι δυνατόν να διαπιστώνεται αν ένας άνθρωπος θα αρρωστήσει σίγουρα και από ποια ασθένεια, γιατί τα γονίδια μπορεί να είναι αιτία για μια ασθένεια, αλλά δεν είναι και η μοναδική αιτία (αυτό στα μαθηματικά λέγεται: ικανή αλλά όχι αναγκαία συνθήκη), αφού υπάρχουν εξίσου, αν όχι πιο σημαντικές, περιβαλλοντικές και ψυχοσωματικές αιτίες για την ίδια ασθένεια. Εξάλλου για τις περισσότερες ασθένειες υπάρχουν και περισσότερες από μια αιτίες.

Το ηθικό λοιπόν ερώτημα που μπαίνει είναι: τι σημαίνει για υγιείς ανθρώπους να ξέρουν, μετά από ένα γενετικό τεστ, ότι θεωρούνται πια άρρωστοι; Και αυτό μόνο και μόνο επειδή πιθανά κάποτε στο μέλλον μπορεί να αρρωστήσουν; Τι σημαίνει για αυτούς το δικαίωμα «στη μη γνώση» αυτού του πιθανού γεγονότος; Σε τι βοηθά να ξέρει κανείς ότι πιθανά να αρρωστήσει κάποτε ,αλλά να μην μπορεί να κάνει τίποτε στην ουσία γι ́ αυτό (οι αρρώστιες αυτές είναι βασικά ανίατες). Μάλλον θα αισθάνεται ήδη άρρωστος και η κατάστασή του θα χειροτερεύσει τουλάχιστον ψυχικά. Για το λόγο αυτό, πολλές ενώσεις αναπήρων απαιτούν το σεβασμό στο δικαίωμα της «μη γνώσης», διότι σχεδόν πάντα οι πιθανά «μελλοντικοί» ασθενείς αφήνονται μόνοι με την τύχη τους.

∆εν είναι λοιπόν οπωσδήποτε καλό να ξέρουν οι άνθρωποι εκ των προτέρων ότι πιθανά να αρρωστήσουν από μια συγκεκριμένη αρρώστια. Είναι όμως οπωσδήποτε καλό για τις επιχειρήσεις βιοτεχνολογίας, που πουλάνε αυτά τα γενετικά τεστ, για τους θεράποντες γιατρούς και τις φαρμακοϊατρικές επιχειρήσεις, γιατί οι «μελλοντικοί» άρρωστοι θα πρέπει να παρακολουθούνται συνέχεια και να παίρνουν προληπτικά κάποια φάρμακα, όπως επίσης και για τους κάθε λογής εργοδότες, ώστε να μην διακινδυνεύσουν να προσλάβουν ή να μπορούν να απολύουν έγκαιρα τους πιθανά «μελλοντικούς» ασθενείς εργαζομένους τους. Ήδη στην Αγγλία οι ενώσεις εργοδοτών απαιτούν να γίνονται υποχρεωτικά τα γενετικά τεστ, ώστε να ξέρουν τι να κάνουν με τους εργαζομένους τους.

Στην Ισλανδία και Εσθονία π.χ. αυτό γίνεται για σχεδόν όλους τους ανθρώπους υποχρεωτικά, ενώ στις Η.Π.Α. έχουν χάσει ήδη πολλοί την εργασία τους. Στην περίπτωση μάλιστα μιας φοιτήτριας, είχαμε την απόρριψή της από ένα πανεπιστήμιο για ελίτ με το αιτιολογικό ότι το γενετικό τεστ προέβλεψε μελλοντική θανατηφόρα ασθένεια και «δεν θα άξιζε τον κόπο και για το πανεπιστήμιο, αλλά και για την ίδια, μια τόσο επίμονη και δαπανηρή φοίτηση»

Τα γενετικά τεστ τα θέλουν επίσης οι ασφαλιστικές εταιρίες υγείας, ώστε γνωρίζοντας το «προφίλ» των ασφαλισμένων τους, να μπορούν να θέτουν όρους για την ασφάλισή τους ή να μην τους ασφαλίζουν πια καθόλου, αφού θα τους κοστίζει πολλά η ασφάλειά τους.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες πολλοί μιλούν για προγραμματισμένο μελλοντικό Άουσβιτς.
Όσον αφορά στην κλωνοποίηση: Η γενική κλωνοποίηση του ανθρώπου, δηλαδή η κλωνοποιημένη μορφή της αναπαραγωγής του, παρά τους ισχυρισμούς των επίδοξων «ανθρωποκλωνοποιών» γενετιστών Πάνου Ζαβού, Σεβερίνο Αντινόρι και Μαρίνας Μποϊσσελιέ ότι έχουν ήδη φέρει στον κόσμο τα πρώτα κλωνοποιημένα άτομα, δεν έχει γίνει αποδεκτή από τους άλλους επιστήμονες και τις κυβερνήσεις προς το παρόν.Η λεγόμενη όμως θεραπευτική κλωνοποίηση έχει αποκτήσει όλο και περισσότερους οπαδούς σ’όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Υπάρχουν ερευνητές γενετιστές, που εκμεταλλευόμενοι την ύπαρξη ανίατων ασθενειών, υπόσχονται ότι θα τις θεραπεύσουν στο μέλλον χρησιμοποιώντας θεραπευτικούς κλώνους. Αυτό σημαίνει ότι νέα υγιή κύτταρα του ανθρώπινου σώματος, που θα παίρνονται από τους κλώνους, θα αντικαθιστούν τα γερασμένα και άρρωστα των διάφορων ανθρώπινων οργάνων.

Πολλοί όμως άνθρωποι και επιστήμονες δεν αποδέχονται αυτή την πρακτική. Πιστεύουν και φοβούνται ότι, ξεκινώντας από τους θεραπευτικούς κλώνους για να πάρουν άδεια από τις αρχές, ο απώτερος σκοπός τους είναι η αναπαραγωγική κλωνοποίηση και η τεχνητή παραγωγή του ίδιου του ανθρώπου.

Και το ερώτημα που μπαίνει είναι: είναι θεμιτό ηθικά να θανατώνονται ανθρώπινα έμβρυα, μόνο και μόνο για να τους αφαιρούνται κύτταρα, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν σαν «ανταλλακτικά» για τα όργανα άλλων ανθρώπων; Ο κλώνος ή το καταψυγμένο έμβρυο έχει ανθρώπινη αξία; Πως έφθασε η κοινωνία να τα παράγει σαν εμπόρευμα;

Ήδη στην Αγγλία δόθηκε τελευταία άδεια για έρευνα σε έμβρυα μέχρι 14 ημερών.
Από τους γενετιστές επιλέγονται νεαρά αναπαραγωγικά κύτταρα (κύτταρα που στον πυρήνα τους έχουν όλες τις πληροφορίες για την αναπαραγωγή τους) από: 1) ωάριο μιας γυναίκας 2) έμβρυο γυναίκας ή έμβρυο που αναπτύσσεται τεχνητά στο εργαστήριο (όταν τους αφαιρούνται κύτταρα φυσικά πεθαίνουν) 3) το αίμα του ομφάλιου λώρου ενός μωρού ,αμέσως μετά την γέννησή του 4) τα αναπαραγωγικά κύτταρα ενός ενήλικα (κύρια του εγκεφάλου ή των οστών). Από αυτά τα κύτταρα εξάγεται ο πυρήνας τους και εμφυτεύεται σε ένα ωάριο, του οποίου έχει αφαιρεθεί ο δικός του πυρήνας και έτσι αναπτύσσεται ένα κλωνοποιημένο κύτταρο. Αυτό το κύτταρο πολλαπλασιάζεται και έχουμε ένα σύνολο κυττάρων, τα οποία έχουν όλα το ίδιο πληροφοριακό κώδικα του πυρήνα που εισήχθη .Όλα αυτά τα νέα κύτταρα αποτελούν τον κλώνο. Τι είναι ένας τέτοιος κλώνος άραγε; Ένας σκλάβος; Ένας ανάπηρος; Ένα κατασκεύασμα; ∆εν θα μπορεί να σκέφτεται; Πού θα τον βάζουν; Μήπως σε οικοτροφεία κλώνων; Θα τους θανατώνουν; Θα τους εκτελούν, μετά την αφαίρεση των «ανταλλακτικών»;

«Η γενετική τεχνολογία έχει κάνει τη σκέψη μας τόσο βάρβαρη!», έχει ειπωθεί πετυχημένα. Για τα γενετικά φάρμακα θα αναφέρουμε μόνο λίγα ουσιαστικά: η γονιδιακή θεραπεία με τα αντίστοιχα φάρμακα ,όπως εφαρμόζεται μέχρι σήμερα, δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από ότι πάει να λύσει. Αποτελεί μεγάλο ρίσκο για τους ασθενείς και όμως στα ΜΜΕ επικρατούν οι τυμπανοκρουσίες για κάποιες επί μέρους επιτυχίες. Αυτό οδηγεί πάρα πολλούς στο να πιστεύουν ότι τα γενετικά φάρμακα θα είναι το «θαυματουργό» οπλοστάσιο της ιατρικής του μέλλοντος.

Η τεχνοφασιστική ελίτ και οι κοινωνικοί αγώνες στο πεδίο της Βιοπολιτικής
Οι υποστηρικτές του «μετανθρώπου» και της «νέας ευγονικής», υποστηρίζουν ότι η εξέλιξη αυτή θα είναι στα πλαίσια της φυσικής εξέλιξης, αφού η ίδια η φύση προσπαθεί να δημιουργήσει το επόμενο είδος μέσα απ’ τον ανθρώπινο νου και την τεχνολογία του και αυτό το έχει περάσει (η φύση), σαν εντολή, στο τωρινό ανθρώπινο είδος.

Έχουν λοιπόν περάσει απ ́ το στάδιο της επιστημονικής φαντασίας και του φουτουρισμού, στη δημιουργία ενός καινούργιου μύθου. Και στο παρελθόν είχαμε μύθους καταστροφικούς (π.χ. ο μύθος της άριας φυλής). Μήπως και αυτός είναι ένας τέτοιος; Μήπως είναι μια μεγάλη παγίδα της εξέλιξης και αντί για όνειρο γίνει εφιάλτης; Ο εφιάλτης μιας απειλητικής τεχνοφασιστικής ελίτ;

Γιατί ποια σημερινή κοινωνία, με ποιους θεσμούς και ασφαλιστικές δικλίδες θα μπορούσε να χειρισθεί ορθολογικά και «δημοκρατικά» μια τέτοια πραγματικότητα, που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να παρακολουθήσει το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας;

Θα δεχθούμε τη μοίρα της μετάλλαξής μας σε τεχνητά όντα ή θα απορρίψουμε αυτή την κατεύθυνση;

Γιατί, παρά τη χειροπιαστή δυνατότητα του «μετανθρώπου», η έκβαση αυτής της εξέλιξης δεν έχει κριθεί. Γιατί δεν είναι μόνο τεχνολογική, αλλά πρώτα και κύρια είναι κοινωνική. Έχει να κάνει με επιλογή κατευθύνσεων, σημαίνει δηλαδή ότι έχουμε μπροστά μας ένα νέο πεδίο πολιτικών αναμετρήσεων και συγκρούσεων που ξαναβάζουν από την αρχή τα πιο βασικά πολιτικά ερωτήματα και σηματοδοτούν νέους κοινωνικούς αγώνες για το τι είδους άνθρωπο και κοινωνία θέλουμε, για την πολιτική και οικονομική εξουσία στα πλαίσιά της κ.λ.π. Γιατί αν αυτή η εξέλιξη παραμείνει στα χέρια της παγκόσμιας ελίτ που την προωθεί προς το παρόν, θα έχουμε μια μελλοντική τεχνοφασιστική κοινωνία. Έχουμε ακόμα τη δυνατότητα να μην την επιτρέψουμε. Και είμαστε οι περισσότεροι που δεν θέλουμε μια τέτοια κοινωνία. Αρκεί να ξεκινήσουμε από την κριτική της έρευνας, να στηριχθούμε στην αρχή της προφύλαξης, που έχει γίνει παγκοσμίως αποδεκτή σε σχέση με τους κινδύνους της τεχνολογίας και να αντιδράσουμε με όποιους τρόπους μπορούμε, ακόμη και με ακτιβίστικες-λουδίτικες δράσεις.

Αρκεί να στραφούμε προς τις πραγματικές ουσιαστικές σημερινές ανθρώπινες ανάγκες μας. Αρκεί να ξεπεράσουμε την κτητική, επεκτατική και χρησιμοθηρική ψυχοσύνθεση, την οποία έχει δημιουργήσει στους περισσότερους το καθεστώς του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Αρκεί να δημιουργήσουμε αυτοκαθοριζόμενους επιστημονικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς, τέτοιους που θα αποκαταστήσουν την ισορροπία μέσα στις ανθρώπινες κοινότητες και μεταξύ των ανθρώπινων κοινοτήτων και του περιβάλλοντος γύρω τους.